Home  |  23ο Συνέδριο ΑΚΕΛ   |  Προσυνεδριακός Διάλογος 23ου Συνεδρίου   |  Για την επιτακτική ανάγκη σύστασης ενιαίου κοινωνικού αντιφασιστικού μετώπου, του Λέανδρου Φίσερ

Για την επιτακτική ανάγκη σύστασης ενιαίου κοινωνικού αντιφασιστικού μετώπου, του Λέανδρου Φίσερ

Μπροστά στην άνοδο του φασισμού, υπάρχουν δυο λάθη τα οποία μπορεί να κάνει η Αριστερά. Το πρώτο είναι να υποτιμήσει τους φασίστες, αποδεχόμενη τους ως ένα κόμμα το «οποίο ψήφισε ο λαός». Το δεύτερο είναι να πανικοβληθεί, παραγνωρίζοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του φασισμού στα πλαίσια μιας ηττοπάθειας περί «εκφασισμού της κοινωνίας». Σε άλλες περιπτώσεις, ο πανικός εκφράζεται σε προσεγγίσεις που εναποθέτουν τυφλά τις ελπίδες τους για την καταπολέμηση του φασισμού στους κρατικούς θεσμούς. Συνήθως μετά το πρώτο λάθος ακολουθεί το δεύτερο.

Το ΑΚΕΛ σωστά αναγνωρίζει τον ιδιαίτερο κίνδυνο που απορρέι από το εδώ παράρτημα της Χρυσής Αυγής. Αντιλαμβανόμενο το συσχετισμό της ανόδου του νεοφασισμού με ένα καλλιεργούμενο από τα ΜΜΕ μίσος κατά των μεταναστών/τριων, αναλαμβάνει πρωτοβουλίες κατά του ρατσισμού. Και όμως, η σωστή αυτή η στάση στο επίπεδο ρητορικής αντικατοπτρίζεται ανεπαρκώς στο πρακτικό επίπεδο. Η άνοδος των ποσοστών του ΕΛΑΜ αποτελεί πλήγμα, με δεδομένη την καταδική της Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα μόλις μισό χρόνο πριν. Στον απόηχο αυτής υπήρχε ένα μομέντουμ. Το κόμμα όμως αρκέστηκε σε ανακοινώσεις, ζητώντας απο την εισαγγελία διερέυνηση πιθανών αδικημάτων. Στην πραγματικότητα χάθηκε ένα πολύτιμο χρονικό περιθώριο, μέσα στο όποιο το ΑΚΕΛ όφειλε να αναλάβει την πρωτοβουλία δυναμικών κινητοποιήσεων με αίτημα την απαγόρευση του ΕΛΑΜ ως δηλώμενο παράρτημα εγκληματικής οργάνωσης.

Η τελευταία συγκροτημένη εμφάνιση της ακροδεξιάς στην Κύπρο αφορά στην τρομοκρατική δράση της ΕΟΚΑ Β. Στις ριζικά διαφορετικές συνθήκες της δεκαετίας του 1970, το πλαίσιο αντιμετώπισης του φασισμού εκφραζόταν στο σχήμα των «δημοκρατικών-πατριωτικών δυνάμεων», δηλ. του θεσμικού μετώπου μαζί με το ΔΗΚΟ και την ΕΔΕΚ. Η επανασύσταση ενός τέτοιου μετώπου σήμερα δεν είναι δυνατή για δυο κυρίως λόγους. Πρώτο, όλες σχεδόν ανεξαιρέτως οι πολιτικές δυνάμεις πλην του ΑΚΕΛ έχουν συμβάλει στη νομιμοποίηση του ΕΛΑΜ, εργαλειοποιώντας το ακόμα και για μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Δεύτερο, η σημερινή άνοδος της ακροδεξιάς εκφράζει μακροπρόθεσμες ανακατατάξεις που συσχετίζονται με την οικονομική κρίση, καθώς και την εδραίωση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου που αυτή έχει ως αποτέλεσμα. Η ανασφάλεια μικρομεσαίων στρωμάτων, αποτυπώνεται εκλογικά με τη σταδιακή αυτονόμηση του εκλογικού δυναμικού της ακροδεξιάς, που παραδοσιακά ήταν ενσωματωμένο μέσα στον ΔΗΣΥ. Από την άλλη, ο κυρίαρχος ρατσιστικός λόγος, σε συνδιασμό με τις απάνθρωπες μεταναστευτικές πολιτικές της ΕΕ, προσίδει επιπλέον νομιμοποίηση στο ΕΛΑΜ. Η κανονικοποίηση του φασισμού δεν είναι παρά η άλλη όψη της συστηματικής προσπάθειας απονομιμοποίησης της Αριστεράς . Μετατοπίζοντας τις κοινωνικές αντιθέσεις στο «φυλετικό», εθνοτικό ή/και θρησκευτικό επίπεδο, ο νεοφασισμός εκπληρώνει το ρόλο του ως ψευτοεπανάσταση στο «κατεστημένο», συμβάλλοντας έτσι στη συντήρηση του.

Το γεγονός ότι διάφορες ηγεσίες εργαλειοποιούν τους φασίστες δε σημαίνει όμως ότι η κοινωνία έχει στο σύνολο της «εκφασιστεί». Υπάρχει μια μάζα και πέραν του χώρου του ΑΚΕΛ που έχει επίγνωση του φασιστικού κινδύνου. Αυτή τη μάζα οφείλει το ΑΚΕΛ να συσπειρώσει, πρωτοστατώντας στη σύσταση ενός ενιαίου κοινωνικού αντιφασιστικού μετώπου. Ένα τέτοιο μέτωπο είναι ενιαίο, γιατί έχει ως στόχο την όσο το δυνατό μεγαλύτερη ενότητα για απόκρουση της φασιστικής απειλής. Δεν προϋποθέτει σύγκληση απόψεων στο Κυπριακό ή την οικονομία. Αγκαλιάζει όλους/ες που αναγνωρίζουν ότι ο φασισμός δεν αποτελεί πολιτική άποψη αλλά έγκλημα. Ένα τέτοιο μέτωπο είναι επιπλέον κοινωνικό γιατί δεν έχει ως αφετηρία εκλογικές συνεργασίες αλλά την κοινωνική κινητοποίηση. Δεν απορρίπτει νομικές απαγορεύσεις φασιστικών οργανώσεων, αλλά αναγνωρίζει ότι οποιαδήποτε θετική κίνηση του κράτους δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη. Αντιθέτως, ο ελληνικός κρατικός μηχανισμός που έκανε πλάτες στη Χρυσή Αυγή, κινήθηκε εναντίον της όταν το ίδιο το αντιφασιστικό κίνημα άλλαξε με τη δράση του το συσχετισμό δυνάμεων μέσα στην κοινωνία.

Πώς μπορεί να μοιάζει ένα τέτοιο μέτωπο στην πράξη; Σε πρώτο στάδιο να προσεγγιστούν άλλα κόμματα, κοινωνικά σύνολα, συλλογικότητες, προσωπικότητες από το χώρο των γραμμάτων και των τεχνών, την ακαδημαϊκή κοινότητα, και άλλοι/ες, με σκοπό την υπογαφή κοινής αντιφασιστικής διακήρυξης. Σε δεύτερο στάδιο μια εκστρατεία διαφώτισης, καθώς και διεξαγωγή εκδηλώσεων με εκπροσώπους αντιφασιστικών κινημάτων από το εξωτερικό, πχ με δικηγόρους της πολιτικής αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής. Υπάρχουν άτομα – όπως και ο εδώ αρθρογράφος – που δηλώνουν πρόθυμα να συμβάλουν στην εδραίωση σχέσεων με τα κινήματα αυτά. Σε τρίτο στάδιο μεγάλες εκδηλώσεις, όπως συναυλίες παρόμοιες με το Rock Against Racism που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη συντριβή του φασιστικού Εθνικού Μετώπου στη Βρετανία τη δεκαετία του 1970.

Δυο ενστάσεις μπορούν να προβληθούν εδώ. Πρώτο, ότι ένα τέτοιο μέτωπο είναι άσκοπο, αφού τα άλλα κόμματα δεν θα αποδεχθούν μια συμπόρευση με το ΑΚΕΛ. Δεύτερο, ότι ένα μέτωπο τέτοιου εύρους εκφράζει μια αταξική αντίλψη αντιφασισμού. Και όμως, η πρόταση για ενιαίο μέτωπο – στο βαθμό που αυτή απευθύνεται άμεσα στην κοινωνία – ασκεί πίεση στα άλλα κόμματα, αναγκάζοντας τα να τοποθετηθούν ξεκάθαρα. Από τη στιγμή που η κανονικοποίηση του ΕΛΑΜ είναι βασικό συστατικό της επίθεσης στο εργατικό κίνημα, τυχόν απομόνωση του αποτελεί εξορισμού πράξη αντίστασης στις αντιλαϊκές πολιτικές, ενισχύοντας την αυτοπεποίθηση της εργατικής τάξης για τους αγώνες που θα έχει να δώσει.

Βέβαια, στην προσπάθεια αυτή, το ΑΚΕΛ θα έχει να αντιμετωπίσει τη σφοδρή αντίδραση των πλείστων ΜΜΕ, ενώ με βεβαιότητα θα ακουστούν θεωρίες «δυο άκρων». Το γεγονός όμως αυτό από μόνο του αποδεικνύει τον νευραλγικής σημασίας χαρακτήρα της νομιμοποίησης του φασισμού για την άρχουσα τάξη. Ακόμα ένας λόγος να μη γίνει ούτε ένα βήμα πίσω. Να κερδηθεί αυτή η καθοριστική μάχη στην κοινωνία, της οποίας η επιτυχής έκβαση μπορεί να βοηθήσει την Αριστερά να περάσει από την άμυνα στην αντεπίθεση.

Λέανδρος Φίσερ

Κοινωνικός ανθρωπολόγος – Πολιτικός Επιστήμονας
Εγγονός του Γιώργου Οικονόμου (1923-1999), κομματικού μέλους, βετεράνου του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και αγωνιστή της δημοκρατίας

PREV

Κυπριακό – Σχέδιο Ανάν και Θέμα σκανδάλων και διαφθοράς, του Νικόλας Κωνσταντίνου (Κκαϊλά)

NEXT

Ιδεολογία του ΑΚΕΛ- Οι διακηρύξεις περί Μαρξισμού Λενινισμού, του Αντώνη Αντωνίου