Η καπιταλιστική ελευθερία και η ελευθερία επιλογής (σκέψεις με αφορμή το ελληνικό δημοψήφισμα), του Κωνσταντίνου Στυλιανού
Με όποιο φακό και αν κοιτάξει κανείς τις τελευταίες εξελίξεις στην Ελλάδα, είτε θεωρεί ότι το δημοψήφισμα είναι συνώνυμο με μια επαναστατική ρήξη, είτε το θεωρεί ψευδοδίλλημα, εξάγονται χρήσιμα συμπερασμάτων επειδή ακριβώς ήταν για την πλειοψηφία των ανθρώπων μια μη αναμενόμενη κίνηση. Έχουμε πάντοτε κατά νου εκείνους τους ανθρώπους και εκείνες τις κοινωνικές δυνάμεις που είναι με ειλικρίνεια προσανατολισμένοι προς την ριζοσπαστική κοινωνική αλλαγή και επομένως τους ενδιαφέρει πραγματικά πως μια τέτοια αλλαγή μπορεί να έρθει πιο κοντά. Για τους υπόλοιπους που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο βολεύονται με την υπάρχουσα κατάσταση και έχουν ταυτίσει τον καπιταλισμό με ότι καλύτερο μπορεί να φέρει η μοίρα της ανθρωπότητας, αυτό το κείμενο δεν θα είναι χρήσιμο γιατί δεν μιλά τη γλώσσα τους.
Ενδιαφέρει λοιπόν το πώς οι άνθρωποι διαχειρίζονται αυτή την εξέλιξη, και ιδιαίτερα η ευκολία με την οποία η όποια αποφασιστικότητα, σε μερικές ώρες ή μέρες, και με την καθοριστική συμβολή των ΜΜΕ, μετατρέπεται σε πανικό. Στην Κύπρο ζήσαμε ήδη αρκετές τέτοιες στιγμές με κορυφαία, την μικρή περίοδο που ακολούθησε την καταψήφιση από την Βουλή της πρώτης πρότασης για καθολικό κούρεμα. Άνθρωποι που ήταν γεμάτοι αποφασιστικότητα για την ορθότητα της καταψήφισης εκείνου του καθολικού κουρέματος, έχουν φτάσει στο μαζοχιστικό σημείο να την θεωρούν την αιτία των αρνητικών εξελίξεων που ακολούθησαν.
Το ζήτημα πάει βαθύτερα από τον ρόλο που διαδραματίζουν τα ΜΜΕ και η κυρίαρχη ιδεολογία. Έχει να κάμει σε γενικό επίπεδο, με τον τρόπο συγκρότησης των καπιταλιστικών ανθρώπων. Λέγοντας καπιταλιστικό άνθρωπο εννοώ τον άνθρωπο της καπιταλιστικής περιόδου (Η καπιταλιστική περίοδος της ανθρώπινης κοινωνίας είναι ιστορική – δηλαδή έχει όρια). Κατ’ επέκταση, και λαμβάνοντας υπόψη τη βασική μεθοδολογική αρχή της υλιστικής γνωσιοθεωρίας, ότι το κοινωνικό Είναι των ανθρώπων καθορίζει τη συνείδηση τους (Πρόλογος στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας), ο άνθρωπος της καπιταλιστικής περιόδου, είναι διαφορετικός από τον άνθρωπο της περιόδου που προηγήθηκε, όπως και από τον άνθρωπο της περιόδου που θα ακολουθήσει. Είναι ο άνθρωπος που συγκροτείται καπιταλιστικά, δηλαδή που εσωτερικεύει χωρίς να έχει συνείδηση αυτής της διαδικασίας, τις καπιταλιστικές αξίες και νόμους.
Η ελευθερία στον καπιταλισμό ξεκινά και τελειώνει στην ελευθερία της επιλογής μπροστά στο ράφι της υπεραγοράς. Ή πιο ακαδημαϊκά: στην ελευθερία να πουλάς ότι θέλεις να πουλήσεις – εφόσον βρεθεί κάποιος να το αγοράσει, και να αγοράζεις ότι θέλεις να αγοράσεις – εφόσον μπορείς να το πληρώσεις. Η καπιταλιστική ελευθερία εξαντλείται στην καπιταλιστική σφαίρα της κυκλοφορίας. Έξω από αυτό το πλαίσιο, η καπιταλιστική ελευθερία είναι τόσο λίγη που ουσιαστικά, τίποτε άλλο δεν αποφασίζεται πραγματικά από τους ανθρώπους. Το τι θα παραχθεί, σε ποιες ποσότητες, και για ποιο σκοπό, καθορίζεται από τους τυφλούς νόμους της καπιταλιστικής παραγωγής. Το που, πως και για πιο σκοπό θα ζήσει ο κάθε άνθρωπος είναι και πάλι ζήτημα που επιβάλλουν οι καπιταλιστικές «συνθήκες». Το κατά πόσο ή όχι, με ποια ένταση και ρυθμό πρέπει κανείς να εργάζεται είναι επίσης ανεξάρτητο τις επιλογές του εργαζόμενου. Ούτε ο καπιταλιστής ή ο μάνατζερ έχει στην πραγματικότητα ελευθερία ως άνθρωπος, λειτουργεί κάτω από την υπαγόρευση του ανταγωνισμού. Η καπιταλιστική παραγωγή είναι συνώνυμο της ανελευθερίας και της χειραγώγησης. Για να υπάρχει η καπιταλιστική κυκλοφορία προϋποτίθεται η καπιταλιστική παραγωγή, είναι διαλεκτικά δεμένο ζευγάρι. Η «ελευθερία» της κυκλοφορίας πρέπει απαραίτητα να συνυπάρχει μαζί με την ανελευθερία της παραγωγής.
Ταυτόχρονα η καπιταλιστική ανελευθερία προϋποθέτει την καπιταλιστική «ελευθερία». Ο εργαζόμενος είναι ανελεύθερος ακριβώς επειδή εξάσκησε την ελευθερία του ως κάτοχος εμπορεύματος στην αγορά. Δηλαδή πούλησε την εργατική του δύναμη. Και βέβαια, η ελευθερία του να πουλά κανείς την εργατική του δύναμη ως εμπόρευμα είναι και αυτή αποτέλεσμα υπαγόρευσης και ανελευθερίας: η νεωτερικότητα (βλέπε ο καπιταλισμός) δημιούργησε ιστορικά τέτοιες συνθήκες κάτω από τις οποίες δεν υπάρχει κανένας άλλος τρόπος για την διατήρηση των ανθρώπων στη ζωή.
Ο καπιταλιστικός άνθρωπος από αγωγή και από συνήθεια ταυτίζει αυτή την καπιταλιστική ψευδο-ελευθερία με την πραγματική ανθρώπινη χειραφέτηση. Έχει εδώ και δεκαετίες εκπαιδευτεί να παίρνει αποφάσεις ανάμεσα σε προϋποτιθέμενες επιλογές που του προσφέρονται έτοιμες στο πιάτο. Η συμμετοχή του στις αποφάσεις γίνεται στο τελικό στάδιο όπου τα ερωτήματα έχουν ήδη τεθεί. Ιδιαίτερα μέσα στο σημερινό πλαίσιο της παγκόσμιας δομικής κρίσης του καπιταλισμού, έχουν στενέψει ακόμη περισσότερο τα όρια εντός των οποίων μπορεί ο άνθρωπος να αποφασίζει. Οι επιλογές που προϋποτίθενται διαφέρουν ολοένα και λιγότερο μεταξύ τους (βλέπε Φιλελεύθερα, Συντηρητικά και Σοσιαλδημοκρατικά Κόμματα). Είναι επομένως εξαιρετικά δύσκολο για ένα τέτοιο άνθρωπο, να βρεθεί σε ένα περιβάλλον πραγματικής ελευθερίας επιλογής, καθώς ένα τέτοιο περιβάλλον συνεπάγεται και σε κάποιο βαθμό το άγνωστο, το μη προϋποτιθέμενο.
Επιστρέφοντας στα συγκεκριμένα, μπούμε να δούμε χαρακτηριστικά πως λειτουργεί αυτός ο φόβος για το άγνωστο στην περίπτωση που περισσότερο ενδιαφέρει την αριστερά, τον άνθρωπο που χτυπήθηκε πραγματικά από την κρίση. Που έμεινε άνεργος, ή δουλεύει μερική απασχόληση. Που του μείωσαν το μισθό ή τον πληρώνουν με κουπόνια. Που το σπίτι του θα το πάρει οσονούπω η Τράπεζα. Γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος, που πρακτικά δεν έχει πλέον τίποτε να χάσει, να βρίσκει την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης λανθασμένη;
Η προφανής απάντηση είναι ότι αυτός ο άνθρωπος φοβάται. Φοβάται το άγνωστο μέλλον που μπορεί να είναι χειρότερο από το παρόν του. Φοβάται το μικρό βήμα που μπορεί να μείνει μετέωρο. Φοβάται να χάσει τη σιγουριά που του δημιουργεί η αμεσότητα του παρόντος του, ακόμη και αν αυτό το παρόν είναι μια σκέτη αθλιότητα. Τον φόβο, όμως, που προπαγανδίζουν τα αστικά ΜΜΕ δεν τον δημιουργούν τα ΜΜΕ από το τίποτε. Για να μπορεί ο φόβος να αγκαλιάσει τον ανθρώπινο ψυχισμό πρέπει να βασίζεται πάνω σε υφιστάμενη κοινωνική συνείδηση. Να έχει ρίζες σε κοινωνικές σχέσεις× στην προκειμένη περίπτωση τις κοινωνικές σχέσεις που δημιουργούνται στη σφαίρα της καπιταλιστικής κυκλοφορίας.
Αυτός ο άνθρωπος είναι ο άνθρωπος του σουπερμάρκετ. Για κάθε επιλογή που τίθεται μπροστά του αναμένει την αντίστοιχη ενημέρωση για τις εναλλακτικές επιλογές, τη γνώση για όλες τις συνέπειες της κάθε μιας, το κόστος και το όφελος. Θέλει να αποφασίσει για όλα όπως αποφασίζει για το απορρυπαντικό του. Προσαρμόζει όλη του τη λειτουργία ωσάν και πρόκειται για επιλογές οικονομικού χαρακτήρα: ανάλυση cost-benefit και άγιος ο θεός (βλ. το χρήμα, δηλ. το κεφάλαιο που δεν έχει). Το γεγονός ότι πρόκειται για τους απόκληρους του καπιταλισμού δεν σημαίνει ότι οι νόμοι και οι εσωτερική λογική αυτού του συστήματος παύουν να δρουν πάνω τους. Αντίθετα έχουμε εδώ την πιο άθλια μορφή εκδήλωσης της εσωτερικευμένης καπιταλιστικής λειτουργίας. Εδώ οι αλυσίδες των προλετάριων έχουν γίνει μέρος του κοινωνικού τους DNA. Πρόκειται για εκείνο τον «βουβό εξαναγκασμό των οικονομικών σχέσεων» που αναφέρει ο Μαρξ ότι αντικαθιστά την σωματική βία όταν ο καπιταλισμός αναπτυχθεί σε πλήρη μορφή (το Κεφάλαιο 1ος τόμος σ.762).
Η ανθρώπινη χειραφέτηση συνεπάγεται μιας άλλης ποιότητας ελευθερία την οποία ο καπιταλιστικά συγκροτημένος άνθρωπος ενστικτωδώς φοβάται. Επομένως και οι δυνάμεις που ενδιαφέρονται να προτάξουν ένα όραμα και μια κατεύθυνση προς την ανθρώπινη χειραφέτηση πρέπει να ασχοληθούν, πέραν από τον αγώνα σε πρακτικό επίπεδο, και με το ξεπέρασμα των περιορισμών που σχετίζονται με την καπιταλιστικά συγκροτημένη συνείδηση.
Κωνσταντίνος Στυλιανού
1/7/2015