Home  |  Ενημέρωση   |  Δηλώσεις και Ανακοινώσεις   |  Για το νομοσχέδιο περί ίδρυσης υφυπουργείου πολιτισμού

Για το νομοσχέδιο περί ίδρυσης υφυπουργείου πολιτισμού

Τοποθέτηση Χρίστου Χριστοφίδη, εκ μέρους της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΑΚΕΛ Αριστερά Νέες Δυνάμεις, για το νομοσχέδιο περί ίδρυσης υφυπουργείου πολιτισμού στην Ολομέλεια της Βουλής

Η ίδρυση ενός φορέα που να ασχολείται αποκλειστικά με την πολιτιστική δημιουργία και ανάπτυξη στον τόπο μας είναι πάγια επιδίωξη του ΑΚΕΛ εδώ και πολλά χρόνια. Είναι πολύ καλά γνωστή σε όλους η συστηματική ενασχόληση και δράση του ΑΚΕΛ σε σχέση με τον πολιτισμό. Στη βάση των γνωματεύσεων προηγούμενων γενικών Εισαγγελέων για την αντισυνταγματικότητα δημιουργίας υφυπουργείων, οι προσπάθειές μας επικεντρώθηκαν στη δημιουργία Ενιαίας Αρχής Πολιτισμού. Σήμερα, και στη βάση μιας νέας γνωμάτευσης, έχουμε μπροστά μας μια νέα πρόταση για δημιουργία υφυπουργείου, αυτή τη φορά υφυπουργείου πολιτισμού.

Μια τέτοια προσπάθεια δημιουργίας μιας δομής που να εξειδικεύεται στα ζητήματα πολιτισμού κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Κάθε πολιτική θέση όμως κρίνεται με βάση τρία στοιχεία: το περιεχόμενό της, από που προέρχεται και σε τι αποσκοπεί.

Το πρώτο που θέλουμε να πούμε είναι ότι εννιά χρόνια ξηρασίας και άπνοιας στο χώρο του πολιτισμού γίνεται προσπάθεια να διαγραφούν και να ξεχαστούν κάτω από την προσπάθεια να πείσει η κυβέρνηση ότι νοιάστηκε επιτέλους για τον πολιτισμό, επειδή μερικούς μήνες πριν να ολοκληρωθεί η δεύτερη της θητεία, θα λειτουργήσει υφυπουργείο πολιτισμού. Δυστυχώς όμως για τους κυβερνώντες ο κυπριακός λαός και ιδιαίτερα οι άνθρωποι του πολιτισμού θυμούνται.  Η διακυβέρνηση Συναγερμού θα μείνει στην ιστορία ως η κυβέρνηση που οδήγησε στους δρόμους εκατοντάδες δημιουργούς για να διεκδικήσουν 300 ευρώ το μήνα, η κυβέρνηση κατά τη θητεία της οποίας δεκάδες δημιουργοί ζητούν τη παραίτηση του αρμοδίου υπουργού γιατί δεν καταφέραμε να εκπροσωπηθούμε καν στη μπιενάλε της Βενετίας, η κυβέρνηση που είναι απούσα από την πολιτιστική δραστηριότητα, η κυβέρνηση της αισθητικής, της Άντζελας Δημητρίου.

Το δεύτερο το οποίο πρέπει να ξεκαθαρίσουμε, επειδή έγινε μεγάλος λόγος και σε προηγούμενες συνεδρίες για παρασκήνιο και για πιέσεις, είναι ότι το εξής: το παρασκήνιο που έγινε, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, είναι οι συνεχείς πρωτοβουλίες και πιέσεις του υπουργού παιδείας για να διασφαλίσει, όχι τόσο ότι θα έχουμε υφυπουργείο πολιτισμού, που γι΄ αυτό υπάρχει καθολική συμφωνία, αλλά για να διασφαλίσει ότι το υφυπουργείο θα είναι ακριβώς όπως το θέλουν οι κυβερνώντες.

Είναι γεγονός ότι μπροστά στην Επιτροπή Παιδείας της Βουλής έφτασε ένα πολύ πρόχειρο νομοσχέδιο από την κυβέρνηση το οποίο βελτιώθηκε αισθητά από τη δουλειά και τη προσπάθεια που έγινε στην Επιτροπή. Από την πρώτη στιγμή υπήρχε ένα βασικό ζήτημα διαφωνίας: η μεταφορά ή όχι του τμήματος αρχαιοτήτων στο υφυπουργείο πολιτισμού. Τη θέση αυτή υπερασπίστηκε με φανατισμό η κυβέρνηση Συναγερμού. Το επιχείρημα ήταν ότι όλοι οι φορείς που ασχολούνται με τον πολιτισμό πρέπει να είναι κάτω από το υφυπουργείο. Το επιχείρημα δεν ήταν ειλικρινές. Γιατί αν ήταν, δεν θα χρειαζόταν να προσθέσει η Επιτροπή τη Συμφωνική Ορχήστρα και άλλους οργανισμούς πολιτισμού οι οποίοι έντεχνα αποκλείστηκαν. Λέει επίσης η κυβέρνηση ότι δεν είναι δυνατόν να έχουμε υφυπουργείο πολιτισμού χωρίς τις αρχαιότητες, ειδάλως τι θα κάμνει αυτό το υφυπουργείο. Πρόκειται για την πιο κυνική ομολογία των κυβερνώντων, ότι επί ημερών τους ο πολιτισμός στην Κύπρο έχει ένδοξο παρελθόν αλλά ζοφερό παρόν και μέλλον.

Προσπαθήσαμε όλο αυτό το διάστημα να καταδείξουμε ότι η υπαγωγή του τμήματος αρχαιοτήτων θα δημιουργήσει λειτουργικές και πολιτικές περιπλοκές, αλλά η προσέγγιση του υπουργείου ήταν και πάλι κυνική. Στην πρόταση που έφερε η κυβέρνηση τι είναι το υφυπουργείο πολιτισμού ουσιαστικά; Είναι οι υπάλληλοι που υπάγονται στο Τμήμα Αρχαιοτήτων και οι υπάλληλοι που υπάγονται στις πολιτιστικές υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας. Αντί δηλαδή να σχεδιάσουν μια δομή με όραμα και προέκταση στο μέλλον, με στόχο την πολιτιστική ανάπτυξη κάνουν συρραφή δύο υπηρεσιών και διερωτούνται, αν χάσουν τους υπαλλήλους του Τμήματος Αρχαιοτήτων ουσιαστικά τι θα τους μείνει.

Η πιο σημαντική όμως πτυχή που αφορά το τμήμα αρχαιοτήτων είναι η πολιτική – συνταγματική πτυχή. Δεν είναι εμείς αγαπητοί συνάδελφοι και αγαπητές συναδέλφισσες που προτάξαμε πρώτοι το συσχετισμό με το κυπριακό και τις ενδεχόμενες εξελίξεις. Το Τμήμα Αρχαιοτήτων έγινε παράδειγμα λειτουργίας της «χαλαρής ομοσπονδίας» στα χείλη του προέδρου του συναγερμού Αβέρωφ Νεοφύτου και του κυρίου Αναστασιάδη. Η εργαλειοποίηση των αρχαιοτήτων και του Τμήματος Αρχαιοτήτων προς αυτή τη κατεύθυνση υπάρχει επίσης στο έγγραφο που ετοίμασε το Προεδρικό για τη «χαλαρή ομοσπονδία» και απεκάλυψη η εφημερίδα «Καθημερινή». Άρα να μην έχετε καμία αμφιβολία συνάδελφοι και συναδέλφισσες ότι υπερψηφίζοντας σήμερα την υπαγωγή του Τμήματος Αρχαιοτήτων στο υφυπουργείο πολιτισμού είναι τους σχεδιασμούς Αναστασιάδη – Αβέρωφ και άλλων για «χαλαρή ομοσπονδία», εγώ λέω στα όρια της συνομοσπονδίας, που ψηφίζετε.

Υπάρχει όντως ακόμα μια πολιτική πτυχή που αφορά στο κυπριακό: Δεν είναι τυχαίο που οι αρχαιότητες στο Σύνταγμα μας υπάγονται σε ένα από τα υπουργεία που προβλέπονται από το Σύνταγμα για την κεντρική κυβέρνηση. Ούτε είναι τυχαία η προσπάθεια που κατέβαλαν στις διαπραγματεύσεις οι προέδροι Παπαδόπουλος και Χριστόφιας για να είναι οι αρχαιότητες ομοσπονδιακή αρμοδιότητα ή αν θέλετε υπόθεση της κυβέρνησης της κυπριακής δημοκρατίας. Είναι γιατί εμείς δε θέλουμε να δούμε τις αρχαιότητες μας να τις χειρίζεται καμιά κοινότητα ξεχωριστή, με τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται για την ιστορία και τον πολιτισμό μας. Υπάρχουν τέλος και λειτουργικά θέματα, που δημιουργούνται με την υπαγωγή του Τμήματος Αρχαιοτήτων στο Υφυπουργείο.

Το Τμήμα Αρχαιοτήτων με τη μεταφορά του στο Υφυπουργείο αποστερείται της υποστήριξης των τεχνικών τμημάτων του Υπουργείου Μεταφορών Επικοινωνιών και Έργων (Δημόσια Έργα, Ηλεκτρομηχανολογικές, Διεύθυνση Ελέγχου), χωρίς να προβλέπεται ποιος θα τα αντικαταστήσει στη νέα κατάσταση. Αυτό το άλμα στο κενό γίνεται την ώρα, που το Τμήμα Αρχαιοτήτων έχει να υλοποιήσει τεράστιας σημασίας τεχνικά έργα, όπως το Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο στη Λευκωσία με προϋπολογισμό πέραν των 110 εκατομμυρίων, την ώρα που διενεργεί έργα συντήρησης σε δεκάδες Αρχαία Μνημεία, και άλλα πολλά.

Ο εισηγητής ισχυρίζεται ότι η παραμονή των αρχαιοτήτων στο κεντρικό κράτος διασφαλίζεται με την υπαγωγή του Υφυπουργού στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Όμως, απλή ανάγνωση του νομοσχεδίου καταδεικνύει ότι ο Υφυπουργός θα παίρνει οδηγίες και θα λογοδοτεί στο Υπουργικό Συμβούλιο και όχι στον Πρόεδρο. Παράλληλα, ο Υπουργός Παιδείας δηλώνει, ότι οι εξουσίες που σύμφωνα με τον Περί Αρχαιοτήτων Νόμο ανήκουν στον Υπουργό Μεταφορών θα παραμείνουν σε αυτόν. Οι αντιφάσεις στις τοποθετήσεις του Υπουργού Παιδείας αποκαλύπτουν  τις εγγενείς αδυναμίες του νομοσχεδίου, που θα περιπλέξουν το Τμήμα Αρχαιοτήτων σε περιπέτειες. Η σύγχυση που δημιουργεί το Νομοσχέδιο στη διάκριση των εξουσιών επί των αρχαιοτήτων μεταξύ ΠτΔ και Υπουργικού Συμβουλίου είναι βέβαιο ότι θα περιπλέξει τις δυνατότητες του Τμήματος Αρχαιοτήτων να ασκεί έγκαιρα και αποτελεσματικά το έργο του. Σύγχυση θα προκύψει και στη διάκριση των ρόλων μεταξύ Υφυπουργού και του αρμόδιου Υπουργού, αφού λόγω των γνωστών συνταγματικών κωλυμάτων, ουσιαστικές εξουσίες περί αρχαιοτήτων θα παραμείνουν σε Υπουργό και όχι στον Υφυπουργό.

Με το νομοσχέδιο, ο νομικός καθορισμός του όρου «αρχαιότητα» αναθεωρείται (σε σχέση με τον ορισμό στον Περί Αρχαιοτήτων Νόμο) με αρνητικό τρόπο περιορισμού και συρρίκνωσης της έννοιας. Οι αρμοδιότητες του Τμήματος Αρχαιοτήτων επί των αρχαιοτήτων στα Κατεχόμενα επίσης συρρικνώνονται και περιορίζονται απλά στην ανάγκη «καταγραφής και τεκμηρίωσης». Διεκδικούμε την εφαρμογή όλων των εξουσιών που προβλέπει ο Περί Αρχαιοτήτων σε ολόκληρη την επικράτεια.

Μέσα από τη συζήτηση στην επιτροπή Παιδείας καταφέραμε να επιφέρουμε σημαντικές βελτιώσεις στο νομοσχέδιο. Σταχυολογούμε τις σημαντικότερες:

–           Η αναφορά, η στήριξη και συνεργασία των κοινοτήτων και των θρησκευτικών ομάδων της πατρίδας μας

–           Η υπαγωγή στο Υφυπουργείο της Συμφωνικής Ορχήστρας Κύπρου

–           Η υποχρέωση του Υφυπουργείου να καταθέσει κανονισμούς που να ρυθμίζουν με διαφάνεια και αξιοκρατία τις χορηγίες προς τους πολιτιστικούς φορείς.

Αυτή την τελευταία βελτίωση επιχειρεί να καταργήσει ο Συναγερμός με τροπολογία που έχει υποβάλει και με την οποία φυσικά διαφωνούμε έντονα.

Υποβάλλουμε σήμερα μια σειρά από τροπολογίες για περαιτέρω βελτίωση του κειμένου, από τις οποίες ξεχωρίζουμε την πρόταση για σύσταση Συμβουλευτικών Επιτροπών, κάτι που θα επιτρέψει την ουσιαστική εμπλοκή των ανθρώπων του πολιτισμού και των οργανωμένων τους φορέων στα του Υφυπουργείου.

Σημαντική είναι και η τροπολογία που υποβάλλουμε για να στηριχθεί και να υπογραμμιστεί ο ρόλος του ΘΟΚ και του Κρατικού Θεάτρου.

Κυρία πρόεδρε, συνάδελφοι και συναδέλφισσες

Ψηφίζουμε σήμερα τη δημιουργία ενός υφυπουργείου πολιτισμού το οποίο θα λειτουργήσει για περίπου ένα εξάμηνο πριν να εκπνεύσει η θητεία της παρούσας διακυβέρνησης. Οι δομές από μόνες τους δεν παράγουν αποτελέσματα , ούτε εκφράζουν πολιτικές. Το πλέον κρίσιμο λοιπόν στοιχείο παραμένει, το ποια και τι πολιτική θα εφαρμόζει αυτό το Υφυπουργείο. Θα υπάρχει όραμα για τον Πολιτισμό; Επιτρέψετέ μου να σημειώσω ότι όπως αποδεικνύει η εμπειρία της τελευταίας δεκαετίας εάν συνεχιστεί η διακυβέρνηση Συναγερμού, ακόμα και με την ύπαρξη Υφυπουργείου δεν πρόκειται να βελτιωθούν ουσιωδώς τα πράγματα. Η πατρίδα μας αντιμετωπίζει μια σοβαρή κρίση η οποία είναι και πολιτιστική κρίση και αξιακή κρίση. Χρειάζεται ένα ισχυρό όραμα και βούληση για να αξιοποιήσουμε τον τεράστιο ιστορικό πλούτο που διαθέτουμε, τα σύγχρονα ρεύματα στην Κύπρο και διεθνώς, τον πλούτο των ανθρώπων του πολιτισμού, των δημιουργών μας, για να τραβήξουμε μπροστά και να μετατρέψουμε την κρίση και την παρακμή σε καλλιέργεια και πολιτιστική ακμή.

31/03/2022

PREV

Ανακοίνωση ΑΚΕΛ

NEXT

Δήλωση Άριστου Δαμιανού, Βουλευτή ΑΚΕΛ, μετά τη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εσωτερικών