Βιογραφικό αδελφιών Τσιάκκιρου
ΑΔΕΛΦΙΑ ΤΣΙΑΚΚΙΡΟΥ: Πρωταθλητές των πρωταθλητών, ανεξίτηλη η σφραγίδα τους στον κλασσικό αθλητισμό και την εκπαίδευση, σε Κύπρο και Ελλάδα
Το Πραστειό είναι ένα μικρό χωριουδάκι στην καρδιά της Μεσαορίας. Ανέδειξε μεγάλους και ανυπέρβλητους πρωταθλητές. Από τη δεκαετία του 1920, δημιουργήθηκε ο γυμναστικός Σύλλογος Μεσαορία που στη συνέχεια καθιέρωσε τους Παναγροτικούς αγώνες.
Από το 1936 εμφανίστηκε ο νεαρός Ανδρέας Τσιάκκιρος. Ξεκίνησε να τρέχει με την ομάδα του χωριού στην επομένη 4ετία και να κερδίζει νίκες στους παναγροτικούς αγώνες. Συμμετείχε σε πολλούς αγώνες στους δρόμους, ταχύτητας και μέσων αποστάσεων. Στις αρχές της δεκαετίας του 1940 ήρθε στο προσκήνιο ο διάδοχος του. Επρόκειτο για τον αδελφό του Χριστόφορο Τσιάκκιρο, που αναδείχθηκε σε μεγάλο αθλητή στους δρόμους ημιαντοχής. Πρόλαβε και αγωνίστηκε με την ομάδα στίβου της Νέας Σαλαμίνας το 1948.
Αυτή την βαριά ιστορία και κληρονομιά καλούνταν να συνεχίσουν τα τρία αδέλφια που τιμούμε απόψε. Ο Γιώργος, ο Πέτρος και ο Μιχάλης Τσιάκκιρος. Οι τρείς λεβέντες που έφεραν στον κόσμο η μάνα τους Ελένη και ο πατέρας τους Ανδρέας Τσιάκκιρος. Γεννήθηκαν και οι τρείς στο Πραστειό, μυρίστηκαν το χώμα και ανάπνευσαν τον αέρα της Μεσαρκάς.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΙΑΚΚΙΡΟΣ
Ο Γιώργος Τσιάκκιρος γεννήθηκε το 1945 και χαρακτηρίστηκε αθλητής φαινόμενο. Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους αθλητές που ανέδειξε ο κυπριακός αθλητισμός. Ξεκίνησε να συμμετέχει σε επίσημους αγώνες σε ηλικία 15 χρόνων. Εντάχθηκε νωρίς στην ομάδα στίβου του ΓΣΕ. Ο Γιώργος Τσιάκκιρος επέλεξε ως αγωνίσματα του τους δρόμους των 800 και 1500 μέτρων. Εκπροσώπησε τη Νέα Σαλαμίνα και την Ανόρθωση σε επαρχιακούς και διασυλλογικούς αγώνες κατά τη δεκαετία του 1960.
Το 1966 ο ΓΣΕ του αρνήθηκε την υποτροφία που του υποσχέθηκε για την Ελλάδα. Ο Γιώργος δεν έμεινε στα αζήτητα. Γνωστός πλέον για το ταλέντο του, εντάχθηκε στην ομάδα στίβου του Παναθηναϊκού. Ταυτόχρονα ξεκίνησε να φοιτά στην Γυμναστική Ακαδημία. Συνδύασε τις σπουδές του με τον αθλητισμό με προπονητή τον Νίκο Γεωργόπουλο. Το 1968 σε ηλικία 23 χρόνων εντάχθηκε στην εθνική ομάδα στίβου της Ελλάδας. Οι επιτυχίες του υπήρξαν ατέλειωτες.
Ένας σιδηρόδρομος γεμάτος δόξα και επιτυχίες. Πρώτες νίκες σε Παναγροτικούς, εφηβικούς, μαθητικούς, Πανελλήνιους φοιτητικούς και μαθητικούς και σε Παγκύπριους αγώνες με τον ΓΣΕ. Ο Γιώργος Τσιάκκιρος επέστρεψε στη Κύπρο το 1969. Ένα χρόνο αργότερα τερμάτισε τη καριέρα του, ύστερα από μια λαμπρή πορεία. Έτρεξε τη τελευταία του κούρσα στους Παγκύπριους αγώνες στο ΓΣΠ. Κέρδισε τη πρώτη θέση στη κούρσα των 800 μέτρων με τη φανέλα του ΓΣΕ.
Υπηρέτησε την εκπαίδευση του τόπου ως καθηγητής Φυσικής αγωγής. Τιμήθηκε για την προσφορά του από διάφορους αθλητικούς φορείς.
Ο Γιώργος Τσιάκκιρος ένωσε τη ζωή του με τη Βαλεντίνη και παντρεύτηκαν τον Μάη του 1970. Απέκτησαν τρία παιδιά τον Λούη, τον Ανδρέα και την Έλενα η οποία χάρισε στον Γιώργο τα καλύτερα κύπελλα της ζωής του. Τα δυο του εγγονάκια.
ΠΕΤΡΟΣ ΤΣΙΑΚΚΙΡΟΣ
Ο Πέτρος Τσιάκκιρος γεννήθηκε το 1956. Έγινε ένα από τα πιο λαμπρά ονόματα, πέραν από τα σύνορα της Κύπρου. Σε ηλικία 15 χρόνων εντάχθηκε στον ΓΣΕ και στα 17 του στην εθνική Ελλάδας. Ήταν τόσο μεγάλο, αυθεντικό ταλέντο. Σταμάτησε το ποδόσφαιρο χάριν του κλασσικού αθλητισμού. Στα 18 του χρόνια αναδείχθηκε παγκυπριονίκης στα 400 μέτρα, πέτυχε διπλή νίκη στα 200 και 400 μέτρα στους Παγκύπριους Εφηβικούς και σε διασωματειακούς. Την ίδια χρονιά περιλήφθηκε στους 50 καλύτερους Έλληνες αθλητές. Ο Πέτρος έγινε ένα μεγάλος αθλητής, ένας κλασσικός τετρακοσιάρης.
Τον Νιόβρη του 1974 κατατάγηκε στην Εθνική Φρουρά. Τον Μάρτη του 1975, ο ΣΕΓΑΣ ζήτησε την απόσπαση του στην Αθήνα και ταυτόχρονα εγγράφηκε στην Εθνική Ακαδημία Σωματικής Αγωγής. Συμμετείχε σε τρείς Βαλκανιάδες, το 1975, 1976 και 1978. Το 1977 ολοκλήρωσε τις σπουδές του και διορίστηκε καθηγητής σε εκπαιδευτήρια της Αθήνας, όπου υπηρέτησε για 12 χρόνια. Οι επιτυχίες για τον Πέτρο συνέχισαν να έρχονται και το 1980 μαζί με τον ΓΣΕ κέρδισαν τους Πανελλήνιους αγώνες.
Εκείνη τη περίοδο άρχισαν συζητήσεις για τον διαχωρισμό του Κυπριακού από τον Ελληνικό στίβο και ο ΣΕΓΑΣ ξεκίνησε να παραγκωνίζει του κύπριους αθλητές. Ο Πέτρος τον Οκτώβρη του 1981 κατάγγειλε δημόσια το γεγονός αυτό και δέκα μήνες αργότερα, τον Αύγουστο του 1982 τον «πλήρωσαν» ανάλογα. Ενώ είχε εξασφαλίσει τη πρόκριση για την εθνική ομάδα τον απέκλεισαν και έτσι έχασε την ευκαιρία να συμμετάσχει στους Βαλκανικούς και πανευρωπαϊκούς αγώνες.
Η αγάπη του Πέτρου και της Μαρίας, πήγαινε χρόνια πίσω. Το 1988 επέστρεψαν στην Κύπρο και ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου. Απόκτησαν δυο παιδιά, τον Αντώνη και την Έλενα που χάρισε στους γονείς της τα καλύτερα μετάλλια της ζωής τους. Δυο εγγονάκια. Ο Πέτρος μετά την αφυπηρέτηση του από την εκπαίδευση, αφιερώνει χρόνο στα εγγονάκια του και αναπολεί τις όμορφες στιγμές που έζησε στην Αμμόχωστο…
ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΑΚΚΙΡΟΣ
Ο μικρός των τριών αδελφών. Γεννήθηκε το 1960 και ακολούθησε στα αχνάρια της οικογένειας και των αδελφών του. Ξεκίνησε τον αθλητισμό στα 10 του χρόνια όπου συμμετείχε σε περιφερειακούς μαθητικούς αγώνες. Συνέχισε στο Δημοτικό και στην 1η τάξη του Γυμνασίου, τον ανέλαβε ως προπονητής ο Ανδρέας Πανταζής. Στη συνέχεια ξεκίνησε προπονήσεις στο ΓΣΕ. Το καλοκαίρι του 1974 ήρθε η τραγωδία και, πρόσφυγες πλέον, μαζί με την οικογένεια του, κατέληξαν στη Λεμεσό.
Εκείνη την περίοδο προκηρύχθηκαν υποτροφίες στην Ελλάδα για παιδιά προσφύγων. Ο Μιχάλης καταλήγει σε κέντρο φιλοξενίας σε μοναστήρι έξω από την Αθήνα. Μπαίνει αμέσως στα βαθειά του αθλητισμού και ξεκινά προπονήσεις με προπονητή τον Νίκο Γεωργόπουλο. Στη συνέχεια υπογράφει και συμβόλαιο στον Παναθηναϊκό. Όμως δεν ήταν γραφτό του Μιχάλη. Ο ΣΕΓΑΣ, ύστερα από απόφαση του Ανώτατου Συμβουλίου Αθλητισμού Ενόπλων Δυνάμεων, απαγόρευσε τις εγγραφές Κύπριων αθλητών σε ελληνικούς συλλόγους. Με το τέλος της υποτροφίας του επιστρέφει στην Κύπρο και συνεχίζει το σχολείο του στην 1η Λυκείου. Ήταν 16 χρονών.
Εγγράφεται στον ΓΣΕ και με προπονητή των Νική Γεωργίου, εξειδικεύεται στο άθλημα των 400 μ. Αναδείχθηκε ο καλύτερης έφηβος 400άρης και συμμετείχε στην Παγκόσμια Γυμνασιάδα.
Στη διάρκεια της θητείας του στην Εθνική Φρουρά, το 1978, βρέθηκε στη Λευκωσία όπου γυμναζόταν με τον Ντίνο Μιχαηλίδη. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε σε στρατόπεδο αθλητών στη Λεμεσό και προπονείτο με τον αδελφό του. Δημιούργησε ατομικό ρεκόρ στα 400 εμπόδια ενώ λίγους μήνες αργότερα, μετά την απόλυση του, εγγράφηκε στην Αθλητική Ακαδημία Αθηνών και με προπονητή των Σμυρνιώτη πέτυχε τη 2ο καλύτερη επίδοση στα 400 εμπόδια, πίσω από τον Τζιωρτζή.
Με την ολοκλήρωση των σπουδών του, ο Μιχάλης παρέμεινε στην Αθήνα, όπου το 1992 διορίστηκε στα ελληνικά εκπαιδευτήρια, όπου υπηρετεί μέχρι σήμερα στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Νότιας Εύβοιας. Απέκτησε δυο κόρες, τη Σταυρούλα και την Ορνέλα.