Home  |  Νεος Δημοκράτης   |  Ανδρέας Μιχαηλίδης – ο Στρατηγός (1915 – 2004)

Ανδρέας Μιχαηλίδης – ο Στρατηγός (1915 – 2004)

 

Συμπληρώνονται 106 χρόνια από την γέννηση και 23 χρόνια από τον θάνατο του ιστορικού ηγέτη του ΑΚΕΛ και της Αριστεράς στην επαρχία της Λάρνακας Ανδρέα Μιχαηλίδη. Η Σύνταξη του «Νέου Δημοκράτη», επιθυμώντας να κρατήσει άσβεστη την μνήμη των πρωτοπόρων συντρόφων μας, τιμώντας την μνήμη και ως ελάχιστη ένδειξη φόρου τιμής στον ανιδιοτελή και μαχητικό Στρατηγό, αφιερώνει λίγες σελίδες για το έργο και τη δράση του, που ήταν άμεσα συνυφασμένα με την δημιουργία και την ατσάλωση του μαζικού κινήματος της Αριστεράς στην Λάρνακα.

 

Μεταφέρουμε εκτενή αποσπάσματα από την αφηγηματική αυτοβιογραφία του αείμνηστου Ανδρέα Μιχαηλίδη, όπως κατατέθηκε στο πολιτικό μνημόσυνο προς την μνήμη του

στις 23 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2017

Ο Αντρέας Μιχαηλίδης γεννήθηκε στις 3 Οκτωβρίου του 1915, στην Αθηαίνου από φτωχή εργατο-αγροτική οικογένεια. Ο πατέρας του, Στυλιανός Χ΄΄ Μιχαήλ ασκούσε το επάγγελμα του πετροκόπου, κατασκευάζοντας γούρνες πλυσίματος, μάρμαρα για φούρνους και άλλα αντικείμενα από πέτρα. Ταυτόχρονα ασκούσε και το επάγγελμα του γεωργού  στα λίγα κτήματα, που είχε ενώ στην περίοδο του θερισμού δούλευε ως θεριστής σε μεγαλοκτηματίες της κοινότητας.

Από τις ενθυμίσεις του ίδιου του Στρατηγού:

Σε ηλικία 5 χρόνων, πήγα στο δημοτικό σχολείο της Αθηαίνου και αποφοίτησα το 1927.

Οι δυσκολίες για την επιβίωση με ανάγκαζαν, τις διακοπές του καλοκαιριού ακόμα και των γιορτών των Χριστουγέννων και του Πάσχα, να βοηθώ τον πατέρα μου στη δουλειά του, κυρίως στην κατασκευή των γουρνών. Πριν ακόμα γεννηθεί ο ήλιος ξεκινούσαμε για τον Αήλυκο, που απέχει 3 μίλια από την Αθηαίνου.

Εκεί, από το πρωί μέχρι αργά το απόγευμα είτε βοηθούσα τον πατέρα μου να κατασκευάζει γούρνες, είτε καθάριζα τα υπολείμματα από την λατόμευση πετρών.

Ύστερα μάζευα θρουμπιά για τις ανάγκες του μαγειρέματος, του πλυσίματος και του φουρνίσματος. Τα μεταφέραμε επιστρέφοντας από τη δουλειά με γαϊδούρια στο σπίτι.

Τόσο η οικογένεια μου – όσο και οι κάτοικοι της υπαίθρου γενικά – με ελάχιστες εξαιρέσεις, περνούσαν μια βασανισμένη και πολύ στερημένη ζωή.

Με αφορμή την διάκριση και βράβευσή του στην Στ΄ τάξη του Δημοτικού Σχολείου και κάτω από την πίεση του Διευθυντή και παρά την φτώχεια της οικογένειας οι γονείς του τελικά αποφάσισαν να τον στείλουν για συνέχιση των σπουδών του στο Παγκύπριο Εμπορικό Λύκειο Λάρνακας. Για να μπορέσει η οικογένειά να αντιμετωπίσει τις οικονομικές ανάγκες της φοίτησής του – τα δίδακτρα ήταν 3.50 λίρες τον πρώτο χρόνο, φθάνοντας σταδιακά μέχρι και τις 10 λίρες στον τελευταίο χρόνο – έμενε υποχρεωτικά τα πρώτα χρόνια στο σπίτι της οικογένειας ενός θείου του.

Στο σπίτι του θείου μου έμεινα τα πρώτα τρία χρόνια, όμως εκεί με δυσκόλευε η μελέτη των μαθημάτων. Έτσι νοίκιασα μια κάμαρη στην περιοχή της Ακρόπολης Λάρνακας.

Στο σπίτι του Παυλή Στρατουρά νοίκιαζαν κάμαρες ακόμα δύο μαθητές του Λυκείου και 10 μέχρι 12 εργαζόμενοι διαφόρων επαγγελμάτων (κουρείς, υποδηματεργάτες κ. ά.).

Η ζωή εκεί δεν ήταν εύκολη, γιατί δε δινόταν η ευκαιρία σ΄ ένα μαθητή να μελετήσει τα μαθήματά του. Όμως εκεί μου δόθηκε η ευκαιρία να ζήσω με την εργατική τάξη, να ακούσω και να ασχοληθώ με τα προβλήματα που αντιμετώπι­ζε. Την φτώχεια, την ανεργία και την άγρια εκμετάλλευση των εργοδοτών της. Ταυτόχρονα, όμως, είχα την ευκαιρία να πάρω τις πρώτες γνώσεις της ιδεολογίας του Μαρξισμού-Λενινισμού. Ένας υποδηματεργάτης του Αβρααμίδη, ονομαζόμενος Ευριπίδης, που ήρθε από την Αίγυπτο, έφερε κρυφά σε δεύτερο πάτωμα της βαλίτσας του διάφορα παράνομα προοδευτικά βιβλία όπως: «Η Μάνα» του Μαξίμ Γκόργκι, «Η Ιστορία των θρησκευμάτων» του Λουναρντζάσκι κ.ά.

Η μελέτη αυτών των βιβλίων και η συχνή επαφή με τους εργάτες, που αντιμετώπιζαν τόσες δυσκολίες, άρχισε να με προβληματίζει η ανάγκη του αγώνα για αλλαγή αυτής της κατάστασης. Πρέπει να τονίσω ότι και η δική μου οικονομική θέση δεν ήταν τόσο ανθηρή. Οι δυνατότητες των γονιών μου δεν ήταν παρά ένα καλάθι με ελιές και χαλούμι τη βδομάδα. Πολλές νύκτες κοιμόμουν νηστικός.

Κάθε νύκτα ύστερα από τη μελέτη των μαθημάτων μου, όλοι οι ενοικιαστές στο σπίτι που μέναμε, συζητούσαμε όλα τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα που παρουσιάζονταν.

Εδώ σ’ αυτό το σπίτι στήθηκε, την ίδια περίοδο, πυρήνας του παράνομου τότε Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου.

Λόγω του νεαρού της ηλικίας μου (16 χρόνων) δεν μπορούσα να γίνω μέλος του Κόμματος, αλλά βοηθούσα με κάθε τρόπο στην ομαλή λειτουργία του πυρήνα.

Τελειώνοντας το Λύκειο εργάστηκε ως γραμματέας σε κατάστημα οικιακών συσκευών με μισθό 1 λίρα τον μήνα και επιπλέον φαγητό το μεσημέρι. Επειδή όμως η γραφική δουλειά – να κρατούνται τα λογιστικά βιβλία – ήταν ελάχιστη, υποχρεωτικά έκαμνε και άλλες χειρωνακτικές δουλειές του καταστήματος, συνειδητοποιώντας την άγρια εκμετάλλευση του εργοδότη, που κύρια επιδίωξη είχε να εξασφαλίσει περισσότερο κέρδος, ανεξάρτητα από τους συμφωνημένους όρους και τις συνθήκες εργασίας των υπαλλήλων του.

Στη συνέχεια εργάστηκε ως διερμηνέας στον αγγλικό στρατό και όταν δεν ήταν καθήκον, σύχναζε τις περισσότερες φορές στο οίκημα των συντεχνιών. Εκεί του δινόταν η ευκαιρία να μελετήσει διάφορα βιβλία από τη βιβλιοθήκη των συντεχνιών και να αναπτύξει φιλίες με αρκετά στελέχη τους.

Αυτή η φιλία μαζί τους με βοήθησε περισσότερο στην προσήλωσή μου στα σοσιαλιστικά ιδεώδη.

Με τις συχνές συζητήσεις με τους συντρόφους του συντεχνιακού κινήματος, με τη μελέτη των προοδευτικών βιβλίων, που είχε η βιβλιοθήκη της Συντεχνίας, με το χτύπημα της ανεργίας που μάστιζε, όχι μόνο εμένα, αλλά ένα σημαντικό αριθμό εργατοϋπαλλήλων σ’ όλη την Κύπρο και με την κοινωνική αδικία, που έβλεπα καθημερινά στη ζωή, έγινε πεποίθησή μου ότι τίποτε το προοδευτικό δεν μπορεί να υπάρξει μέσα στο αποικιοκρατικό καπιταλιστικό σύστημα και μόνο ο σοσιαλισμός, με βάση τις αρχές του Μαρξισμού-Λενινισμού, ήταν δυνατό να λύσει όλα τα κοινωνικά προβλήματα.

Στις αρχές του 1941 με τον τερματισμό της υπηρεσία του στον αγγλικό στρατό επιστρέφει στην Αθηαίνου, όπου μαζί με πρώην συνεργάτες του και άλλους φίλους και οπαδούς του αντιφασιστικού αγώνα, αποφάσισαν να ιδρύσουν τον Μορφωτικό Σύλλογο Αθηαίνου.

Τα πρώτα βήματα του συλλόγου ήταν πάρα πολύ δύσκολα, γιατί ο σύλλογος είχε να αντιμετωπίσει από τη μια την επίθεση του Διοικητή και της αστυνομίας και από την άλλη την δεξιά, που δραστηριοποιήθηκε και έπαιρνε όλα τα μέτρα για να παρεμποδίσει τους νέους από του να γίνουν μέλη του συλλόγου. Υπήρχαν δε περιπτώσεις, που γονείς έδιωξαν από το σπίτι τα παιδιά τους γιατί έγιναν μέλη του συλλόγου και υποχρεώθηκαν για μερικές μέρες να κοιμούνται μέσα στο οίκημα. Παρόλα τούτα, τίποτε δε στάθηκε ικανό να ανακόψει την προσπάθεια του συλλόγου για να μετατραπεί σε μια πλατιά οργάνωση, που να επιλαμβάνεται όλων των προβλημάτων, που απασχολούσαν το λαό της Αθηαίνου.

 

Η προώθηση και η λύση πολλών προβλημάτων βοήθησε στο να αναπτυχθεί η οργάνωση και από 22 μέλη να γίνει μια οργάνωση των 215 μελών.

Στις 14 Απριλίου του 1941 πραγματοποιήθηκε η ιδρυτική σύσκεψη του Ανορθωτικού Κόμματος του Εργαζόμενου Λαού (ΑΚΕΛ). Ο Αντρέας Μιχαηλίδης γίνεται μέλος του ΑΚΕΛ και αναλαμβάνει να οργανώσει την πρώτη κομματική ομάδα στην κοινότητα της Αθηαίνου. Επιλέγηκαν τα 7 πρώτα μέλη του κόμματος, που ήταν τα πιο δραστήρια και τα πιο πιστά στελέχη του μορφωτικού συλλόγου.

Εκτός από την προώθηση των προβλημάτων των εργατών, των αγροτών και άλλων κοινοτικών προβλημάτων, η Κομματική Ομάδα φρόντιζε για τη διαπαιδαγώγηση της νεολαίας με τα ιδανικά ταυ σοσιαλισμού και του παγκόσμιου αντιφασιστικού αγώνα.

Το 1943, ο Α. Μιχαηλίδης εκλέχθηκε μέλος της Επαρχιακής Επιτροπής του ΑΚΕΛ Λάρνακας και στη συνέχεια μέλος της Γραμματείας της.

Σημαντική ήταν η συμβολή του στην ίδρυση νέων συλλόγων στην επαρχία, μετά την απόφαση του Κόμματος στο Παγκύπριο συνέδριο, που πραγματοποιήθηκε στη Λάρνακα στο κινηματοθέατρο Μακρίδη το 1944, για την ίδρυση συλλόγων. Για τον συντονισμό και για παροχή καθοδήγησης στους συλλόγους ιδρύθηκε μέσα στον ίδιο χρόνο, η Παγκύπρια Επιτροπή Συλλόγων Κύπρου, στην οποία υπήρξε ένα από τα πέντε μέλη που την αποτελούσαν.

Το 1946 αναλαμβάνει Γραμματέας του Α΄ Συνεργατικού Παντοπωλείου και εκλέγεται επίσης, Επαρχιακός Γραμματέας της Ένωσης Αγροτών Κύπρου (Ε.Α.Κ.) σε μια περίοδο που το Κόμμα και γενικότερα ο λαός αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα, με μεγαλύτερο το πρόβλημα της μαζικής ανεργίας στην πόλη και στην ύπαιθρο της Λάρνακας. Για την αντιμετώπιση της ανεργίας έγιναν μια σειρά αγώνες με διαδηλώσεις, πικετοφορίες  και συγκρούσεις με την αστυνομία. Το 1949, σε διαδήλωση ανέργων, συλλαμβάνεται μαζί με άλλους συντρόφους του, όπως τον Γιώργο Χριστοδουλίδη και τον Πάμπο Ιωάννου, με την κατηγορία της παράνομης συγκέντρωσης και διαδήλωσης , δικάζονται σε ένα μήνα φυλάκισης και μεταφέρονται στις κεντρικές φυλακές.

Το  1950 εκλέγεται Γραμματέας της Επαρχιακής Επιτροπής ΑΚΕΛ Λάρνακας, σε μια περίοδο που ο αντικομμουνισμός και αντιακελισμός και από πλευράς της αποικιοκρατικής κυβέρνησης και από πλευράς της άκρας δεξιάς είχαν ενταθεί με αποκορύφωμα την κήρυξη του ΑΚΕΛ εκτός νόμου στις 14 Δεκεμβρίου 1955 και  τις συλλήψεις στελεχών και μελών του Λαϊκού Κινήματος.

Την νύκτα της 15ης Δεκεμβρίου 1955 πήραμε μια πληροφορία ότι θα γίνουν έρευνες στα γραφεία μας, στην οδό Ερμού νούμερο 33 και έπρεπε να μετακινήσουμε τα έγγραφα.

Όμως φαίνεται ότι η πληροφορία αυτή δεν ήταν ολοκληρωμένη.

Έτσι αμέσως  μετά τα μεσάνυχτα και ενώ κοιμόμουν, διακόσιοι περίπου στρατιώτες και μερικοί αστυνομικοί, με έναν αξιωματικό της αστυνομίας, περικύκλωσαν το σπίτι μου, έσπασαν την πίσω αυλόπορτα και μπήκαν μέσα.

Με ξύπνησαν, μου είπαν να ντυθώ και θα πάμε για λίγο στην αστυνομία. Έτσι και έγινε. Ντύθηκα, αλλά αντί να μεταφερθώ στην αστυνομία, με μετάφεραν στη Δεκέλεια. Εκεί συνάντησα και πολλά άλλα στελέχη κι μέλη του Κόμματος, μεταξύ των οποίων και τον Γ.Γ.  φ. Ε. Παπαϊωάννου.

Εκεί έδωσαν στον καθένα έναν αριθμό και μας έβαλαν να μείνουμε μέσα σε τσαντίρια, μικρά μονά. Εγώ πήρα τον αριθμό 0.0.Ρ.32.

Η ζωή εκεί ήταν αφόρητη. Όλη μέρα μέσα στις λάσπες, μέσα στα τσαντίρια είχε νερό κολυμπωμένο και η διατροφή ήταν επικίνδυνη.

Μια νύκτα μας έφεραν ρέγκες σε κουτιά και πολλοί δηλητηριάστηκαν. Έτσι αποφασίστηκε, για πολιτικούς και άλλους λόγους, στις 25 του Δεκέμβρη να κηρύξουμε απεργία πείνας.

Αρχές του 1956 μάς μετέφεραν στις κεντρικές φυλακές.

Εκείνο που πρόσεξα όταν βγήκα από τα κρατητήρια είναι ότι το Κόμμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες δε σταμάτησε να λειτουργεί και ότι στο διάστημα αυτό αναδείχτηκαν στελέχη αφοσιωμένα στο Κόμμα και την ιδεολογία μας.

Αναδείχτηκαν στελέχη που έπαιξαν τη ζωή τους κορώνα-γράμματα για το Κόμμα. Αναδείχτηκαν στελέχη που με τόσους κινδύνους μετάφεραν φυλλάδια από τόπο σε τόπο, κρατούσαν ζωντανό και δραστήριο τον κομματικό μηχανισμό.

Γενικά εκείνο που ήταν ενδεικτικό της παρανομίας ήταν η πιστή εκτέλεση των αποφάσεων, οι παρουσίες όλων των μελών στις συνεδρίες στον καθορισμένο τόπο και χρόνο και η τόλμη που διάκρινε τα στελέ­χη και μέλη του Κόμματος.

Ο Αντρέας Μιχαηλίδης, από τη θέση του απλού μέλους του Κόμματος, του μέλους της Επαρχιακής Επιτροπής, της Κεντρικής Επιτροπής, του Πολιτικού Γραφείου και του Επαρχιακού Γραμματέα υπηρέτησε ακούραστα, σε όλη του τη ζωή, τους αγώνες της εργατικής τάξης. Έζησε μια πολυτάραχη  ζωή συνυφασμένη με τους αγώνες του λαού μας για λευτεριά, δικαιοσύνη και πρόοδο. Μια ζωή με κακουχίες και στερήσεις, με κατατρεγμούς, διώξεις και φυλακίσεις με το όραμα ενός καλύτερου κόσμου. Πιστός στα ιδανικά της ελευθερίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης , του σοσιαλισμού.

Στην διάρκεια της 20ης Επαρχιακής Συνδιάσκεψης, το 1989, ζήτησε από την νέα Επαρχιακή Επιτροπή  του ΑΚΕΛ Λάρνακας να τον απαλλάξει από τα καθήκοντα του Επαρχιακού Γραμματέα. Να πως ο ίδιος ο Ανδρέας Μιχαηλίδης αιτιολογεί την απόφαση του, μια απόφαση που υποδεικνύει το ήθος και την συνέπεια του συντρόφου:

Ποιοι οι λόγοι της έκκλησής μου για αντικατάστασή μου:  Το πρώτο ήταν η ηλικία. Ήμουν 73 χρονών και ένιωθα ότι δεν μπορούσα σ ‘αυτή την ηλικία να συνεχίσω να εκτελώ επάξια τα σοβαρά καθήκοντα του Γραμματέα της Ε.Ε.

Πίστευα και πιστεύω ότι το κάθε στέλεχος του Κόμματος κρίνεται όχι από το πόστο, που κατέχει, αλλά κατά πόσο έχει αποτελέσματα στην δουλειά του από το πόστο που κατέχει, μικρό ή μεγάλο.

Και όταν ένιωσα ότι δεν ήμουν σε θέση να ανταποκριθώ επάξια στο πόστο αυτό, στο οποίο με ανάδειξε η ηγεσία του Κόμματος στην Επαρχία για 40 σχεδόν χρόνια, έκαμα την έκκληση για αντικατάσταση μου.

Το δεύτερο γεγονός που με οδήγησε στην απόφασή μου είναι η αγάπη μου για το Κόμμα και την ιδεολογία μας.

Ένιωθα την ανάγκη να μπουν νέα στελέχη στη δουλειά του Κόμματος, να γίνει με λίγα λόγια μια ανανέωση.

Επιβαλλόταν να μπουν στην καθοδήγηση νέα στελέχη, πιο νέοι, για να μπορέσει το Κόμμα να αναπτύξει ακόμα πιο δραστήρια και ολόπλευρη δουλειά για την άνοδο της επιρροής του.

Ο Ανδρέας Μιχαηλίδης, ο Στρατηγός άφησε στις νεότερες γενεές των ΑΚΕΛιστών της Λάρνακας και όχι μόνο μια υπέρτατη παρακαταθήκη μεστή από νόημα και σημασία, που συμπυκνώνει όλο το νόημα της ζωής και δράσης του:

Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι το σοσιαλιστικό κοινωνικό σύστημα απαλλάσσει τον άνθρωπο από όλα τα αμαρτήματα του καπιταλισμού και ότι ο κάθε άνθρωπος στο σοσιαλισμό είναι σίγουρος για το αύριο. Η κοινωνία στον καπιταλιστικό κόσμο δεν έλυσε ούτε και θα λύσει τα προβλήματα, γιατί είναι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα που τα δημιουργεί. Δεν μπόρεσε και ούτε θα μπορέσει να λύσει τα προβλήματα της ανεργίας, της δυστυχίας, της πείνας και του πολέμου.

Η λύση αυτών των προβλημάτων θα γίνει με την αλλαγή του κοινωνικού συστήματος του καπιταλισμού με το σύστημα του σοσιαλισμού, που καταργεί κάθε εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, για μια ζωή για τον καθένα, απαλλαγμένη από όλα τα αμαρτήματα του καπιταλισμού.

 

Από τον Χαιρετισμό της Ε.Γ. ΑΚΕΛ  Λάρνακας, συν.  Χρ. Αντωνίου

Για 40 σχεδόν  χρόνια  (39 για την ακρίβεια) ο Αντρέας Μιχαηλίδης υπηρέτησε το κόμμα μας από το πόστο του Επαρχιακού Γραμματέα του ΑΚΕΛ Λάρνακας και διετέλεσε μέλος του Π.Γ. του ΑΚΕΛ.

Ο «στρατηγός»,  όπως τον αποκαλούσαμε όλοι – και όπως ήταν γνωστός,  μαζί με τους αείμνηστους συντρόφους Γιώργο Χριστοδουλίδη, Κυριάκο Κακουλλή, Νικόδημο Μέλισσο, Γιώργο Μαππουρίδη, Χρίστο Ρουσή, Αγνή Τσαγκάρη, Μιχάλη Καψερό, Ανδρέα Πασιουρτίδη, Νεόφυτο Γρηγορίου και σειρά πολλών άλλων στελεχών και μελών του ΑΚΕΛ και του Λαϊκού Κινήματος, έδωσαν τους δικούς τους αγώνες και έχουν βάλει τη δική τους σφραγίδα στην ιστορία του Λαϊκού Κινήματος, αλλά και στη Λάρνακα.

Συνέβαλαν στο οργανωτικό δυνάμωμα του κόμματος και η δράση τους έφερε επιτυχίες. Εκλογικές και οργανωτικές με θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία.

Άνθρωποι του μόχθου που συνειδητά επέλεξαν το δρόμο της οργανωμένης πάλης για το δίκιο των εργαζομένων και του λαού γενικότερα.  Υπηρέτησαν το κόμμα και τον τόπο μας σε δύσκολες εποχές. Μέσα σε αντίξοες συνθήκες και με πολλές θυσίες.

Το ραντεβού τους με την ιστορία κατέγραψε συμμετοχές σε διαδηλώσεις, φυλακίσεις, καταδιώξεις, διεκδικήσεις  και επιτυχίες.

Οράματα και στόχους, αρκετούς από τους οποίους ευτύχησαν και τους είδαν να γίνονται πραγματικότητα.

Για το σύντροφο  Αντρέα Μιχαηλίδη, οικογένεια, δεν ήταν μόνο η φυσική του οικογένεια. Κατάφερε  και ήταν «μέλος» πάρα πολλών οικογενειών συντρόφων του στη Λάρνακα.

Αυστηρός και απαιτητικός στην καθοδήγηση,  αλλά χαλαρός και  προσιτός τα βράδια,  για να «πιει τη μια του» με τους συντρόφους του.

Πρωτοστάτησαν οι σύντροφοι στα πολλά προβλήματα που αντιμετώπιζε η πόλη και η επαρχία μας, και συλλογικά συνέβαλλαν στην προώθηση και επίλυσή τους.

Είναι άνθρωποι που αν και «έφυγαν» από τη ζωή, δεν έπαψαν να υπάρχουν. Όχι γιατί το επιδίωξαν. Δεν έπαψαν να υπάρχουν στην ιστορία και στη μνήμη μας, επειδή δεν άφησαν τη ζωή τους να περάσει έτσι απλά.

Τη γέμισαν τη ζωή τους. Με την καθημερινή παρουσία τους στα μικρά και μεγάλα γεγονότα που απασχολούσαν το συνάνθρωπό τους.

Με τη συμμετοχή τους στο Λαϊκό Κίνημα της Αριστεράς για το οποίο δηλώνουμε και εμείς σήμερα τη περηφάνια μας που ανήκουμε στις γραμμές  του.

 

Αποσπάσματα από την Ομιλία του τότε Γ.Γ. της ΚΕ του ΑΚΕΛ, Άντρου Κυπριανού στο Πολιτικό Μνημόσυνο

(…) Τιμώντας σήμερα τον Ανδρέα Μιχαηλίδη, το ΑΚΕΛ τιμά ολόκληρη τη γενιά ΑΚΕΛιστών που έμεινε όρθια απέναντι σε διώξεις, φυλακίσεις, δολοφονίες, παρανομία, λάσπη και συκοφαντίες. Τη γενιά που νίκησε όλα τα εμπόδια και ενάντια σε όλες τις φουρτούνες και τους ανέμους της Ιστορίας, κράτησε το Κόμμα μας όρθιο, ρωμαλέο, σφιχτοδεμένο και βαθιά ριζωμένο στη συνείδηση του κυπριακού λαού. Τη γενιά που αναμετρήθηκε με τις διώξεις των Βρετανών, με τους μασκοφόρους του Γρίβα, με τα όπλα του εοκαβήτικου φασισμού και τον αντικομμουνισμό. Τη γενιά που, όταν το 1990 άλλοι υπέστελλαν τις σημαίες και τα ιδανικά, εκείνη ύψωνε ακόμα πιο ψηλά τα κόκκινα λάβαρα της εργατιάς και του σοσιαλισμού.

Δεν μπορούμε να εξιστορήσουμε την πορεία της ζωής του, χωρίς να ξετυλίξουμε μαζί της ολόκληρο το νήμα της Ιστορίας του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου – ΑΚΕΛ. Ο συν. Ανδρέας Μιχαηλίδης είχε ταυτίσει τη ζωή του με το Κόμμα και τους αγώνες του.

(…)  Ήταν η εποχή που οι πρωτοπόροι σύντροφοι μας, – μέσα σε συνθήκες άγριων διώξεων από τους αποικιοκράτες, την ηγεσία της Εκκλησίας και την άρχουσα τάξη – γίνονταν ζωντανοί πυρσοί που μεταλαμπάδευαν μέσα στα πιο καταπιεσμένα και φτωχά στρώματα της Κύπρου το όραμα μιας κοινωνίας χωρίς τάξεις, χωρίς μισθωτή σκλαβιά, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Για ένα κόσμο που θα έχει ψωμί, δουλειά και μόρφωση για όλους. Για ένα κόσμο όπου αυτοί που δουλεύουν και παράγουν τον πλούτο θα είναι και αυτοί που θα τον καρπώνονται˙ αυτοί που θα είναι αφέντες της χώρας τους. Για την ανατολή αυτού του κόσμου λοιπόν, ο σύντροφος Ανδρέας και τόσα άλλα παιδιά της κυπριακής φτωχολογιάς αφιέρωσαν ολόκληρη τη ζωή τους.

Από τα μαθητικά του χρόνια ο Ανδρέας Μιχαηλίδης συμμετείχε στην αντιαποικιακή πάλη του κυπριακού λαού. Πήρε μέρος στη μαθητική διαδήλωση ενάντια στις προσπάθειες των Βρετανών να θέσουν κάτω από τον έλεγχο τους το Παγκύπριο Εμπορικό Λύκειο. Λίγο αργότερα, όταν ξέσπασε η λαϊκή εξέγερση των Οκτωβριανών του 1931, πήρε μέρος στις συγκρούσεις με την αποικιακή αστυνομία.

(…) Το 1941 ήταν η χρονιά της ίδρυσης του ΑΚΕΛ, ως αποτέλεσμα της απόφασης του παράνομου Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου να αποκτήσει νόμιμη πολιτική έκφραση που θα του επέτρεπε την πλατιά μαζικοποίηση στον κυπριακό λαό. Ο Ανδρέας Μιχαηλίδης έγινε μέλος του Κόμματος από την πρώτη κιόλας χρονιά ίδρυσης του, στην 8-μελή κομματική ομάδα, που δημιουργήθηκε στην κοινότητά του. Η ένταξη στο Κόμμα, στο οποίο αφιέρωσε ολόκληρη του τη ζωή, ήταν η φυσιολογική εξέλιξη για έναν άνθρωπο που είχε ήδη ζήσει στο πετσί του την ταξική αδικία, αλλά και την σκλαβιά της αποικιοκρατίας. Την ίδια ώρα είχε γνωρίσει και τη δύναμη που έχει η ιδεολογία μας και η οργανωμένη πάλη. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η ζωή του «Στρατηγού» κύλησε σαν ένα ποτάμι δράσης και αγώνων.

(…) Ακόμα μεγαλύτερη ήταν η συμμετοχή του στο κίνημα των Μορφωτικών Συλλόγων, ξεκινώντας από πρωτεργάτης του συλλόγου της Αθηαίνου, ακολούθως στην Επιτροπή των Συλλόγων της Λάρνακας, το 1945 ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής όλων των Μορφωτικών Συλλόγων της Κύπρου αλλά και της Πενταμελούς Επιτροπής της, μαζί με άλλες ιστορικές φυσιογνωμίες του κινήματος όπως ο Γιάννης Σοφόκλη, ο Χρίστος Πέτα, ο Ισίδωρος Μαρκουλλής και ο Ιάκωβος Νικολάου. Ο Ανδρέας Μιχαηλίδης ανήκει στους πρωτοπόρους και στους στυλοβάτες των Μορφωτικών Συλλόγων που είναι διάσπαρτοι σε όλη την Κύπρο. Ένα πραγματικό λαϊκό κίνημα που γεννήθηκε μέσα στα σπάργανα της εργατικής τάξης και της φτωχής αγροτιάς της υπαίθρου, με την καθοδήγηση και τη στήριξη που είχε από το Κόμμα. Οι Μορφωτικοί Σύλλογοι σε κάθε κοινότητα και συνοικία της Κύπρου δεν ήταν απλά τα οικήματα του Κόμματος και των οργανώσεων του μαζικού κινήματος. Ήταν το καταφύγιο της φτωχολογιάς του τόπου. Ήταν φυτώρια για θεατρικές παραστάσεις, χορευτικά συγκροτήματα, μουσικά σχήματα, αθλητικές ομάδες. Ένα ολόκληρο πολιτιστικό κίνημα που ξεπήδησε από τον ίδιο το λαό. Ήταν ο χώρος για πολιτικές συζητήσεις, για μόρφωση και αυτομόρφωση. Για να γνωριστούν οι εργαζόμενοι με την προοδευτική λογοτεχνία, την ποίηση και το μαρξιστικό βιβλίο. Αυτό το κίνημα γεννήθηκε και εδραιώθηκε με τη συμβολή συντρόφων όπως ο Ανδρέας Μιχαηλίδης. Όταν σήμερα συζητούμε και προβληματιζόμαστε για την ανάγκη να συνεχίσουν να υπάρχουν οι Μορφωτικοί Σύλλογοι προσαρμοσμένοι στις σημερινές ανάγκες της κοινωνίας, οφείλουμε να στρέφουμε το βλέμμα προς τα πίσω –όχι για να αντιγράψουμε- αλλά για να αντλήσουμε από τη σκέψη και τη δράση των συντρόφων μας εκείνης της εποχής.

(…) Στις δύο, ίσως πιο κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας του ΑΚΕΛ- το 1955 και το 1974 – ο σύντροφος Ανδρέας μαζί με την υπόλοιπη ηγεσία του Κόμματος και τις χιλιάδες των ΑΚΕΛιστών σε όλη την Κύπρο, το κράτησαν όρθιο.

Το 1955 οι Βρετανοί, εκμεταλλευόμενοι την κατάσταση που δημιούργησε ο ένοπλος αγώνας, είχαν θέσει εκτός νόμου τη δύναμη που ήταν το πραγματικό εμπόδιο στα σχέδια τους για την Κύπρο: το ΑΚΕΛ μαζί με τις Λαϊκές Οργανώσεις και την τότε εφημερίδα μας, το «Νέο Δημοκράτη». Ταυτόχρονα, εκείνη τη μέρα του Δεκέμβρη του 1955, οι αποικιοκράτες πραγματοποίησαν εφόδους σε οικήματα του Κινήματος και σπίτια στελεχών μας, συλλαμβάνοντας 135 ηγετικά στελέχη του ΑΚΕΛ από όλη την Κύπρο, με πρώτο βέβαια τον αείμνηστο Γενικό Γραμματέα Εζεκία Παπαϊωάννου. Ο σύντροφος Ανδρέας Μιχαηλίδης ρίχθηκε στη φυλακή και κρατήθηκε ως πολιτικός κρατούμενος στα στρατόπεδα της Δεκέλειας, της Πύλας, της Κοκκινοτριμιθιάς και στις Κεντρικές Φυλακές για 17 μήνες. Εκείνη η εποχή ήταν μία από τις πιο σκληρές δοκιμασίες που πέρασε το Κόμμα μας. Από τη μια το Κόμμα έπρεπε να λειτουργεί στην παρανομία και να αντιμετωπίζει τις διώξεις των Βρετανών. Από την άλλη, ο Γρίβας είχε εξαπολύσει όργιο αντικομμουνιστικής τρομοκρατίας θέτοντας στο στόχαστρο τις ζωές των στελεχών του ΑΚΕΛ και τα οικήματα των Λαϊκών Οργανώσεων. Το Κόμμα μας κατάφερε να βγει πιο δυνατό από εκείνη τη διμέτωπη δοκιμασία γιατί γεννούσε και ατσάλωνε στελέχη της ηθικής και ιδεολογικής κράσης του Ανδρέα Μιχαηλίδη. Στελέχη που έβαζαν το Κόμμα πάνω από το εγώ, πάνω από την οικογενειακή γαλήνη και την προσωπική καλοπέραση. Όχι μόνο δεν κατάφεραν οι αποικιοκράτες και οι γριβικοί ακροδεξιοί να διαλύσουν το ΑΚΕΛ, αλλά αντιθέτως το Κόμμα μας τριπλασίασε τον αριθμό των μελών του σε σχέση με τα χρόνια πριν την παρανομία. Αυτή η στάση ζωής και η πολιτική συμπεριφορά των στελεχών εκείνης της εποχής πρέπει να γίνουν πρότυπο για μας τους νεότερους. Να αντλήσουμε διδάγματα από αυτούς και να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων για να οδηγήσουμε το κόμμα μας ακόμα πιο ψηλά.

Η δεύτερη μεγάλη δοκιμασία ήταν το 1974, όταν τέθηκε σε εφαρμογή το ΝΑΤΟϊκό σχέδιο για το διαμελισμό της Κύπρου με το πραξικόπημα και την εισβολή. Με την εκδήλωση του πραξικοπήματος, το Κόμμα κάλεσε το λαό σε καθολική αντίσταση. Όπως έγινε εδώ στη Λάρνακα, έτσι και στις άλλες επαρχίες οργανώθηκαν συγκεντρώσεις δημοκρατικής αντίστασης, οι οποίες όμως χτυπήθηκαν από τους εοκαβητατζήδες. Χιλιάδες μέλη του ΑΚΕΛ παρουσιάστηκαν στους αστυνομικούς σταθμούς ζητώντας όπλα για να υπερασπιστούν το κράτος. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αντί να τους δοθούν όπλα ρίχτηκαν στις φυλακές από πραξικοπηματίες αστυνομικούς. Την ίδια ώρα, σε κάθε χωριό και συνοικία της Κύπρου οι φασίστες επέδραμαν στις Λαϊκές Οργανώσεις, στα σπίτια ΑΚΕΛιστών και άλλων μακαριακών, για να συλλάβουν, να βασανίσουν, να δολοφονήσουν. Ο Ανδρέας Μιχαηλίδης ήταν ο μόνος από τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος που είχε συλληφθεί από τους πραξικοπηματίες αφού στις 17 του Ιούλη, γύρω στους 60 εοκαβητατζήδες περικύκλωσαν το σπίτι του στο Κίτι, όπου είχε καταφύγει προσωρινά. Ακολούθως, τον οδήγησαν στο ΚΕΝ Λάρνακας όπου έμεινε κρατούμενος των πραξικοπηματιών μέχρι και τη μέρα της τουρκικής εισβολής.

Αυτά αποτελούν τίτλους τιμής για το σύντροφο Ανδρέα Μιχαηλίδη. Αυτά αποτελούν  τιμή για το ίδιο το ΑΚΕΛ, γιατί είχε στις τάξεις του ανθρώπους με ατσάλινη πίστη στα ιδανικά μας. Με αγάπη για τη δημοκρατία και την πατρίδα. Με το ήθος και την αφοσίωση ανθρώπων «φτιαγμένων από άλλη πάστα» όπως έλεγε ο αείμνηστος Εζεκίας Παπαϊωάννου. Την ίδια ώρα, αξίζει να αναφερθεί ακόμα ένα ιστορικό γεγονός που φανερώνει την ιδεολογική και κομματική συνείδηση του Ανδρέα Μιχαηλίδη. Όταν έφτασε σε  ώριμη ηλικία παρόλο που συνέχιζε να επανεκλέγεται συνεχώς στην επαρχιακή ηγεσία του Κόμματος,  οικειοθελώς ζήτησε από το Κόμμα να προχωρήσει στην ανανέωση και στην αντικατάστασή του. Συνέχισε ως απλό κομματικό στέλεχος να υπηρετεί το Κόμμα με την ίδια αφοσίωση.  Αυτή ακριβώς η στάση του, φανερώνει την υψηλή συνείδηση και τη βαθιά κατανόηση που είχε ο σύντροφος Μιχαηλίδης για το ρόλο μας ως ΑΚΕΛιστές και καθοδηγητικά στελέχη. Δεν είμαστε ιδιοκτήτες αξιωμάτων, ούτε υπηρέτες καμιάς καρέκλας. Δεν είμαστε πάνσοφοι, ούτε αναντικατάστατοι. Είμαστε υπηρέτες του λαού και των ιδανικών του Κόμματος, έτοιμοι κάθε στιγμή να υπηρετήσουμε από όποιο μετερίζι μας ζητηθεί αλλά και να δώσουμε τη σκυτάλη και τα λάβαρα στην επόμενη γενιά που πρέπει να φροντίζουμε ότι θα αποδεικνύεται καλύτερη από τη δική μας. (…)

 

Ο συν. Ανδρέας Μιχαηλίδης από τη θέση του Επ. Γραμματέα του ΑΚΕΛ Λάρνακας καθοδηγούσε επί καθημερινής βάσης τόσο την επαρχιακή οργάνωση, όσο και τα στελέχη του Κόμματος να ασχολούνται και να προβάλλουν τα προβλήματα, που ταλάνιζαν τους απλούς πολίτες, αλλά και να εισηγούνται τρόπους επίλυσης τους. Είναι παραστατικός ο τρόπος με τον οποίο έθετε τέτοια ζητήματα, όπως αυτός διαγράφεται στο δημοσιευμένο άρθρο του στο τεύχος Αρ. 41 του Νέου Δημοκράτη (Ιούνης 1974), με τον τίτλο «Το πρόβλημα της στέγης και της υγείας».

Το κόμμα μας, κόμμα των εργατών και των εργαζομένων της Κύπρου από της ίδρυσης του, ένα και μοναδικό σκοπό είχε και έχει. Να υπηρετήσει τον λαό, να προσφέρει όλες του τις δυνάμεις για το καλό της Κύπρου και του κυπριακού λαού. Μακριά από ιδιοτελή και άλλα συμφέροντα., το ΑΚΕΛ παντού και πάντα έθετε πρώτα απ’ όλα και πάνω απ’ όλα τα συμφέροντα των εργατών και των εργαζομένων, τα συμφέροντα της Κύπρου και του κυπριακού λαού.

Είναι γι’ αυτό ακριβώς το λόγο που ο κυπριακός λαός εκτιμά το ΑΚΕΛ, είναι γι’ αυτό που μέρα με την μέρα μεγαλώνει η δύναμη και η επιρροή του Κόμματος μας μέσα στο λαό.

Ακόμα και οι εχθροί του Κόμματος όσοι βέβαια δεν εθελοτυφλούν, αναγνωρίζουν ότι η μεγάλη επιρροή του Κόμματος μας οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην ορθότητα της πολιτική και της τακτικής του και στους 50χρονους αγώνες και τις θυσίες των στελεχών και μελών του για την προώθηση και λύση των πολιτικών, οικονομικών και άλλων προβλημάτων των εργαζομένων.

(…) Το πρόβλημα της στέγης γίνεται ολοένα και οξύτερο. Εκτιμούμε φυσικά τις προσπάθειες που έκαμε και κάμνει η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας για τη λύση του. Εκτιμούμε επίσης τις προσπάθειες που γίνονται από το ιδιωτικό κεφάλαιο για το στεγαστικό. Όμως παρά τις προσπάθειες αυτές το πρόβλημα βασικά παραμένει. Χιλιάδες οικογένειες στην πόλη και στην ύπαιθρο ζουν σε ανθυγιεινές κατοικίες, σε παράγκες, σε σπίτια με ένα ή το πολύ δυο δωμάτια. Τα ενοίκια ανεβαίνουν συνεχώς. Το 1970 – 71 και 72 τα ενοίκια ανέβηκαν πάνω από 80% για να καλύψουν το 30 – 35 % του μισθού των εργατοϋπαλλήλων. Και αυτό όταν είναι γνωστό, ότι διεθνώς τα ενοίκια κυμαίνονται μεταξύ 15 -20% των μισθών και όταν στη Σοβιετική Ένωση το ενοίκιο δεν υπερβαίνει το 3 – 4% του προϋπολογισμού μιας οικογένειας.

Όσο για την ανέγερση ιδιόκτητης κατοικίας, με τις τιμές των οικοπέδων και των οικοδομικών υλικών, θα παραμείνει όνειρο απραγματοποίητο για μια εργατική οικογένεια και τα φτωχά στρώματα των αγροτοβιοτεχνών. Γιατί θα χρειαστεί να δουλεύει σκληρά ολόκληρη η οικογένεια, για δεκάδες χρόνια, να στερείται των πάντων για να μπορέσει να εξασφαλίσει το ποσό των 10 χιλιάδων λιρών για να μπορέσει να εξασφαλίσει, ένα σπίτι, για να αποκατασταθεί ένα παιδί της οικογένειας.

Όταν σήμερα με πλήρη απασχόληση μια οικογένεια εργαζομένων μόλις και μετά βίας μπορεί να αντιμετωπίζει την άνοδο των τιμών και να ζει μια υποφερτή ζωή, σκεφτείτε πόσα χρόνια θα χρειαστεί και τι πρέπει να στερηθεί για να εξασφαλίσει το ποσό των 10 χιλιάδων που χρειάζεται για το κτίσιμο μιας κατοικίας.

Το πρόβλημα της στέγης είναι ταυτόχρονα και πρόβλημα υγείας του λαού, αλλά και πρόβλημα βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.

Μέσα στις σημερινές συνθήκες η λύση αυτού του προβλήματος επιβάλλει την κρατική επέμβαση, την κρατική παρεμβολή. Η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας θα πρέπει να συμβάλει πιο αποφασιστικά στη λήψη των παρακάτω μέτρων:

Να οικοπεδοποιηθεί όλη η χαλίτικη γη που βρίσκεται κοντά σε κατοικημένες περιοχές και να παραχωρηθεί στην εργατική τάξη και άλλα φτωχομεσαία στρώματα των εργαζομένων.

Να τροποποιηθεί η νομοθεσία κατά τέτοιο τρόπο που να τεθεί φραγμός στην άνοδο των ενοικίων, για την προστασία του ενοικιαστή

Να διατεθεί από τον προϋπολογισμό ένα σεβαστό ποσό για την ανέγερση κατοικιών όχι μόνο σε μια ή δυο πόλεις, αλλά παντού όπου αντιμετωπίζουν αυτό το πρόβλημα.

Να δανειοδοτηθούν οι Δήμοι για την ανέγερση κατοικιών οι οποίες να παραχωρηθούν στους εργαζόμενους με χαμηλά ενοίκιο ή με το σύστημα της ενοικιαγοράς.

Να παταχθεί η αισχροκέρδεια από την αγοραπωλησία των οικοπέδων.

Μόνο με τα μέτρα αυτά και άλλα παρόμοια μπορεί να προωθηθεί αποφασιστικά προς τη λύση του το οξύ αυτό πρόβλημα της στέγης.

(…) Το πρόβλημα της υγείας του λαού είναι εξίσου σοβαρό όπως και το πρόβλημα της στέγης. Είναι αλήθεια ότι από την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει προσεχθεί αυτό το πρόβλημα και έχουν ληφθεί μερικά μέτρα για την αντιμετώπιση του.

Όμως παρ’ όλα τα μέχρι σήμερα ληφθέντα μέτρα το πρόβλημα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης παραμένει άλυτο.

Φυσικά εκτιμούμε τη δουλειά των κυβερνητικών νοσοκομείων, των ιατρείων των συνδικαλιστικών οργανώσεων και των ιδιωτικών ιατρείων. Όμως κανένας δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η τεράστια πλειοψηφία των εργαζομένων δεν έχει τις δυνατότητες σήμερα να τύχει μια πλήρους ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Χιλιάδες εργαζόμενοι στις πόλεις και στα χωριά αδυνατούν να επισκεφτούν γιατρό και καταφεύγουν σε γιατρό όταν είναι πολύ βαριά άρρωστοι ή όταν πια είναι πολύ αργά.

Καθημερινά ένα συνεχής συνωστισμός παρατηρείται έξω από τα επαρχιακά νοσοκομεία. Και είναι βέβαιο, ότι με τέτοιο συνωστισμό και με το προσωπικό που διαθέτουν σήμερα τα νοσοκομεία, είναι ανθρωπίνως αδύνατο όση ευσυνειδησία κι αν έχει το ιατρικό προσωπικό, να τυγχάνουν οι ασθενείς μιας υποφερτής εξέτασης.

Υπάρχουν κοινότητες που απέχουν δεκάδες μίλια από το πλησιέστερο νοσοκομείο ή από μια ιατρική μονάδα ή έστω από γιατρό. Αυτό και μόνο το γεγονός αποβαίνει κάποτε μοιραίο σε περίπτωση γέννας, δηλητηρίασης, σοβαρής κρίσης ή ατυχημάτων.

Εκτός τούτου δεκάδες άρρωστοι περιμένουν  πολλές φορές μήνες ολόκληρους για να πάρουν σειρά για τις εγχειρήσεις. Οι τιμές των φαρμάκων συνεχώς ανεβαίνουν. Τα φάρμακα έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης του λαού. Είναι πολλές οι περιπτώσεις που για την πληρωμή μιας συνταγής χρειάζεται να διατεθεί ολόκληρο το εβδομαδιάτικο εισόδημα ενός εργαζομένου.

Κάτω από τέτοιες  συνθήκες  χρειάζεται η πιο αποφασιστική παρεμβολή του κράτους. Η υγεία του λαού δεν μπορεί και δεν πρέπει να παραμείνει ζήτημα φιλανθρωπίας όπως αναφέρει και η έκθεση της Κ.Ε., αλλά πρέπει να θεωρείται σαν κοινωνική υποχρέωση. Το κράτος πρέπει αποφασιστικά να προχωρήσει στην εφαρμογή του σχεδίου για δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Μέχρις ότου  όμως εφαρμοστεί το σχέδιο αυτό, η κατάσταση δεν μπορεί και δεν πρέπει να παραμείνει όπως είναι σήμερα. Θα πρέπει να συμπληρωθούν όλες οι ελλείψεις που υπάρχουν στα επαρχιακά νοσοκομεία και να αυξηθεί ο αριθμός των στρωμάτων. Να διοριστεί όσον το δυνατό πιο γρήγορα το κατάλληλο ειδικευμένο και άλλο προσωπικό. Τα επαρχιακά νοσοκομεία πρέπει να εφοδιαστούν με όλα τα είδη φαρμάκων και να επιβληθεί έλεγχος στις τιμές. (…)

Συνεχής ήταν η έγνοια του Ανδρέα Μιχαηλίδη στο δυνάμωμα και τη συνεχή μαζικοποίηση του Κόμματος, αλλά και στην διαπαιδαγώγηση και την καλύτερη ενσωμάτωση των νεοεισερχόμενων μελών μέσα στις κομματικές γραμμές. Η παρακολούθηση της υλοποίησης των συνεδριακών αποφάσεων, αλλά και ο τακτικός απολογισμός αποτελούσαν κεντρικό καθήκον στην κομματική δουλειά του. Να τί ανέφερε ανάμεσα σ’ άλλα  σε άρθρο του, που δημοσιεύτηκε στο τεύχος Αρ. 62 του Νέου Δημοκράτη (Δεκέμβριος 1980) υπό τον τίτλο «Η μαζικοποίηση του Κόμματος ένα σοβαρό οργανωτικό καθήκον».

Το14ον Παγκύπριο Συνέδριο του Κόμματος μας στάθηκε με ιδιαίτερη προσοχή στο καθήκον για την πάρα πέρα μαζικοποίηση του κόμματος.

«Να συνεχίσουμε, τονίζει η απόφαση του 14ου Συνεδρίου, ακόμη πιο αποφασιστικά την στρατολογία χιλιάδων νέων μελών στο κόμμα ανάμεσα σ’ όλα τα στρώματα του κυπριακού λαού, έτσι που το κόμμα μας να ριζώσει παντού, όπου ζει και δουλεύει ο εργαζόμενος λαός, στον τόπο κατοικίας, στο εργοστάσιο, στο εργαστήρι, στα γραφεία και επιχειρήσεις, στα ιδρύματα, γενικά στο κάθε τόπο δουλειάς όπως και στο χωριό και στην συνοικία».

Τα καθήκοντα του Κόμματος έναντι της Κύπρου και τον κυπριακό Λαό, και ιδιαίτερα στο σημερινό αντικατοχικό, απελευθερωτικό και αντιιμπεριαλιστικό στάδιο αγώνα που διέρχεται η Κύπρος, επιβάλλουν την άμεση ανάγκη ακόμα μεγαλύτερης αύξησης της αριθμητικής δύναμης του κόμματος.

Τώρα που το κομματικό σύνολο προετοιμάζεται για την Παγκύπρια Οργανωτική Συνδιάσκεψη τίθεται το ερώτημα. Μέχρι ποιο βαθμό ανταποκριθήκαμε σ’ αυτήν τη συνεδριακή απόφαση;

Το 1979 με βάση τα στοιχεία του παγκύπριου οργανωτικού πλάνου, αυξήθηκε η αριθμητική δύναμη του κόμματος κατά 525 μέλη και υπερκαλύφθηκε ο στόχος κατά 180%.

Το 1980 με βάση τα τελευταία στοιχεία που έχουμε, φαίνεται καθαρά ότι θα υπερκαλυφθεί ο στόχος που καθορίστηκε στο οργανωτικό πλάνο.

Όταν μέχρι αρχές του Ιούνη αυξήθηκε η αριθμητική δύναμη του κόμματος κατά 600 μέλη και υπερκαλύφθηκε ο στόχος του οργανωτικού πλάνου κατά 200%, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το 1980 θα έχουμε ακόμα μεγαλύτερες επιτυχίες στην εκτέλεση αυτού του καθήκοντος.

Όμως αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε αυτό-ικανοποίηση και επανάπαυση.

Πρέπει να εκτιμήσουμε αυτό που έγινε, και έγινε μια αξιόλογη προσπάθεια, όμως πρέπει να συνεχίσουμε με ακόμα πιο εντατικούς ρυθμούς για την εγγραφή νέων εκατοντάδων μελών στο κόμμα.

Προς τον σκοπό αυτό υπάρχουν όλες οι ευνοϊκές αντικειμενικές συνθήκες.

Το κόμμα μας με τη δράση του στα 54 χρόνια από την ίδρυση του με τους αγώνες και τις θυσίες των στελεχών και μελών του απέκτησε την αγάπη και την εκτίμηση των εργαζομένων.

Το κόμμα μας με τη σωστή γραμμή και τακτική του, με τη σωστή θέση του πάνω στα οικονομικά, κοινωνικά και άλλα προβλήματα του λαού, πρόσφερε όσο κανένα άλλο κόμμα για την υπόθεση της Κύπρου και του κυπριακού λαού, και κατέκτησε την εμπιστοσύνη των πλατιών λαϊκών μαζών.

Ύστερα χρόνο με το χρόνο χιλιάδες κύπριοι πυκνώνουν τις γραμμές της εργατικής τάξης.

Μέσα σε τρία μόνο χρόνια αυξήθηκε το εργατικό δυναμικό της Κύπρου κατά 20 307 άτομα, από τα οποία11 741 άνδρες και 8 566 γυναίκες. Από 119 336 εργατοϋπάλληλους που είχε το1976 το 1979 έγιναν 139 643.

Οι χιλιάδες αυτές των εργατοϋπαλλήλων υφίστανται καθημερινά την εκμετάλλευση του κεφαλαίου και νιώθουν πιο κοντά στο κόμμα μας σαν κόμμα της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων.

Όλα αυτά δημιουργούν τες πιο ευνοϊκές αντικειμενικές συνθήκες για την αύξηση της αριθμητικής δύναμης του κόμματος και πρέπει να τες αξιοποιήσουν για το καλό του κυπριακού λαού.

Γι’ αυτό επιβάλλεται όπως το κομματικό σύνολο εντείνει τες προσπάθειες του για την στρατολογία εκατοντάδων νέων μελών ανάμεσα σ’ όλα τα στρώματα των εργαζομένων, ιδιαίτερα ανάμεσα στη νεολαία, τες γυναίκες και τους επιστήμονες.

Όμως όση προσοχή χρειάζεται για τη στρατολογία νέων μελών στο κόμμα, άλλη τόση προσοχή χρειάζεται για την αφομοίωση των νέων μελών μέσα στο κόμμα.

Και για να πετύχουμε χρειάζεται πολύμορφη και πολύπλευρη δουλειά.

Πρέπει να δεχόμαστε τα νέα μέλη με στοργή, με αγάπη και φροντίδα.

Πρέπει να δώσουμε στα νέα μέλη όλα τα απαραίτητα εφόδια, για να κατανοήσουν σωστά τους σκοπούς και τις επιδιώξεις του κόμματος μας και να τα βοηθήσουμε να αποκτήσουν σταδιακά τες γνώσεις, την πείρα και τις ικανότητες των παλιών μελών. (…)

 

PREV

Στον σημερινό κόσμο διαμορφώνεται πολυπολισμός

NEXT

Το Σύνταγμα του 1960 και οι βελτιώσεις που προκύπτουν μέσα από τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ομοσπονδία