Ομιλία Γ.Γ. της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ Άντρου Κυπριανού στη Σύνοδο του Προεδρείου της ΕΕΑ/ΒΠΑ
Θέμα: Η παρούσα φάση του Κυπριακού Προβλήματος
4 Δεκεμβρίου 2015
Σας καλωσορίζω στο όμορφο και πολύπαθο νησί μας, στο νοτιοανατολικό σύνορο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε μια περιοχή που μοιάζει με ενεργό ηφαίστειο. Η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο και γενικότερα στη Μέση Ανατολή τείνει να προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και να οδηγήσει σε ευρύτερη σύρραξη. Είναι επιτακτική ανάγκη να αντιμετωπιστούν τα βαθύτερα αίτια που δημιουργούν ολοένα και περισσότερες εστίες έντασης και να πρυτανεύσουν πολιτικές ικανές να οδηγήσουν σε σταθερή και μόνιμη ειρήνη στην περιοχή. Η Ευρώπη δεν είναι άμοιρη ευθυνών για φαινόμενα τύπου ISIS. Η πιο τραγική ίσως πτυχή της άκρως επικίνδυνης και ανησυχητικής κατάστασης στην ταραγμένη περιοχή μας είναι οι ανθρώπινες ζωές που χάνονται καθημερινά στα νερά της Μεσογείου. Το μεταναστευτικό κύμα δεν αντιμετωπίζεται με σπασμωδικές ενέργειες που στόχο έχουν απλώς να αναχαιτίσουν τους απελπισμένους που θέτουν σε άμεσο κίνδυνο την ίδια τη ζωή τους στην προσπάθεια να ξεφύγουν από τη δίνη του πολέμου. Είναι καιρός η Ευρώπη να διερωτηθεί γιατί η λεγόμενη αραβική άνοιξη αποδείχθηκε τελικά βαρυχειμωνιά για τους λαούς της περιοχής.
Η Κύπρος βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από όσα τρομακτικά συμβαίνουν γύρω της και ασφαλώς έχουμε κάθε λόγο να ανησυχούμε διπλά. Όταν καίγεται το σπίτι του γείτονα σου δεν μπορείς να αισθάνεσαι ασφαλής. Μπορεί μεν οι φλόγες του πολέμου να μην μας έζωσαν προς το παρόν αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να εφησυχάζουμε. Άλλωστε, έχουμε και εμείς άλυτο το πολιτικό μας πρόβλημα. Για σαρανταένα χρόνια τώρα στην Κύπρο βρίσκονται τουρκικά στρατεύματα που κατέχουν το 40% των εδαφών μας. Η πατρίδα μας εξακολουθεί να είναι διχοτομημένη. Η Λευκωσία που σας φιλοξενεί είναι η τελευταία και η μόνη διχοτομημένη πρωτεύουσα της Ευρώπης. Σχεδόν ένας στους τρείς συμπατριώτες μας έχει προσφυγοποιηθεί στην ίδια του την πατρίδα. Δεκάδες χιλιάδες έποικοι από την Τουρκία έχουν εγκατασταθεί στα κατεχόμενα εδάφη μας έχοντας υπερβεί ήδη τον αριθμό των Τουρκοκυπρίων.
Σημαντικό βαρίδιο είναι και η παρουσία των αγγλικών βάσεων που μας επιβλήθηκαν με τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης του ’60. Προφανώς, το γεγονός ότι συχνά έχουν αποτελέσει ορμητήριο της Βρετανίας και του ΝΑΤΟ σε επεκτατικούς πολέμους και επιδρομές που έφεραν τη Μέση Ανατολή στη σημερινή κατάσταση, είναι για μας καταδικαστέο. Η κατάργηση των βάσεων παραμένει για το ΑΚΕΛ ένα δεύτερο πεδίο αγώνα. Είναι όμως ένα μέτωπο που δεν μπορούμε να ανοίξουμε την ώρα που όλες μας οι δυνάμεις πρέπει να εξαντληθούν στην κατεύθυνση της λύσης. Επισημαίνουμε αν και εφόσον εκπληρωθεί, την πρόθεση που έχει εκφράσει η Βρετανία για επιστροφή, με τη λύση, του 50% περίπου των εδαφών που σήμερα εντάσσονται στις βάσεις.
Όλα αυτά τα χρόνια έχουν καταβληθεί πολλές προσπάθειες για λύση του Κυπριακού, δυστυχώς όμως χωρίς αποτέλεσμα. Αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε εξέλιξη ακόμα μια προσπάθεια. Ελπίζουμε επιτέλους ότι αυτή θα έχει θετικό αποτέλεσμα. Επιδιώκουμε λύση βασισμένη στις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, του Χάρτη του ΟΗΕ καθώς και στις αρχές επί των οποίων εδράζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση. Λύση στη βάση των Συμφωνιών Υψηλού Επιπέδου μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων. Λύση που να κατοχυρώνει τη μία και μόνη κυριαρχία, διεθνή προσωπικότητα και ιθαγένεια της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας. Που θα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων των Κυπρίων χωρίς διάκριση. Λύση που να διασφαλίζει την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και των εποίκων. Λύση δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων όπως αυτή καθορίζεται σε σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Η διαπραγματευτική διαδικασία βρίσκεται σήμερα σε πλήρη εξέλιξη. Μπορούμε και πρέπει αυτή τη φορά να φθάσουμε σε αίσιο τέλος. Αυτό επιβάλλουν τα συμφέροντα του κυπριακού λαού στο σύνολο του∙ Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Αρμενίων, Μαρωνιτών και Λατίνων. Σωστή λύση του Κυπριακού είναι προς το συμφέρον της ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή. Μπορούμε να αποτελέσουμε φωτεινό παράδειγμα αρμονικής συμβίωσης διαφορετικών κοινοτήτων, πολιτισμών και θρησκειών. Πιστεύουμε, όμως, ότι και το καλώς νοούμενο συμφέρον της Τουρκίας επιβάλλει τη λύση του πολιτικού μας προβλήματος. Δεν αντιλαμβανόμαστε το λόγο για τον οποίο η Τουρκία διατηρεί κατοχικά στρατεύματα στο νησί, με μεγάλο πολιτικό και οικονομικό κόστος για την ίδια. Σαράντα ένα χρόνια θα έπρεπε να ήταν αρκετά για να αντιληφθεί η Άγκυρα ότι ο στόχος της ντε γιούρε αναγνώρισης δεύτερου κράτους στο νησί είναι ανέφικτος. Αυτό βέβαια δεν έχει να κάνει μόνο με την Κύπρο αλλά οφείλεται σε ευρύτερους λόγους που επιβάλλουν την αποφυγή προηγούμενου που να ενθαρρύνει αποσχιστικές τάσεις σε μια υφήλιο των 193 κρατών και 5 – 6 χιλιάδων διαφορετικών ομάδων πληθυσμού, εθνοτήτων, κοινοτήτων ή όπως άλλως ήθελαν ονομαστεί. Λέγοντας αυτά, βεβαίως, δεν υποτιμώ καθόλου τον κίνδυνο αναγνώρισης του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους υπό ένα καθεστώς τύπου Ταϊβάν αλλά σίγουρα όχι επίσημης αναγνώρισης. Για ποιο λόγο, λοιπόν, η Τουρκία να επιμένει σε διατήρηση ενός παράνομου και μη αναγνωρισμένου κατασκευάσματος τη στιγμή που γνωρίζει πολύ καλά ότι η λύση του Κυπριακού θα διασφαλίζει πλήρως τα δικαιώματα της τουρκοκυπριακής κοινότητας;
Επιπλέον, η Τουρκία δεν έχει εγκαταλείψει τις ευρωπαϊκές της φιλοδοξίες. Αντιθέτως, έχει ενθαρρυνθεί με τα τελευταία ανοίγματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τη Σύνοδο ΕΕ- Τουρκίας. Γνωρίζει όμως ότι το Κυπριακό είναι εμπόδιο σε αυτές τις φιλοδοξίες. Δραττόμενος της ευκαιρίας, θέλω εδώ να υπογραμμίσω ότι εμείς δεν είμαστε αντίθετοι με την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας αλλά θα μας βρει μπροστά της αν δεν υλοποιήσει τις κυπρογενείς της υποχρεώσεις. Το σίγουρο είναι ότι αν η Τουρκία συνεργαστεί για λύση του Κυπριακού θα παραμερίσει ένα από τα μεγαλύτερα, αν όχι και το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ευρωπαϊκή της προοπτική.
Η Κοινή Δήλωση της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε, έχει δώσει στην Τουρκία όλα τα ερείσματα ώστε μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2016- που συμπίπτει χρονικά και με την προοπτική προόδου στο Κυπριακό- να αποδείξει έμπρακτα τις καλές προθέσεις που διακηρύττει. Εάν και εφόσον το πράξει, αν δηλαδή συμβάλει θετικά στα όσα τεκταίνονται σε σχέση με το Κυπριακό, αν πάψει να προκαλεί προβλήματα στην Κυπριακή Δημοκρατία και αν εκπληρώσει όσες νομικά δεσμευτικές υποχρεώσεις απορρέουν από το διαπραγματευτικό πλαίσιο, την αντιδήλωση του 2005, το Συμπληρωματικό Πρωτόκολλο και τις αποφάσεις των Συμβουλίων της ΕΕ, τότε θα αρθούν και οι δικές μας επιφυλάξεις. Και η αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης θα προχωρήσει και το άνοιγμα διαπραγματευτικών κεφαλαίων θα καταστεί δυνατό.
Το φυσικό αέριο συνιστά επιπρόσθετο παράγοντα που καθιστά συμφέρουσα για την Τουρκία τη λύση του Κυπριακού. Η Άγκυρα γνωρίζει ότι ο μόνος ειρηνικά προσφερόμενος τρόπος για να επωφεληθούν τόσο οι συμπατριώτες μας Τουρκοκύπριοι όσο και η ίδια από την ανακάλυψη υδρογονανθράκων στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι η λύση του Κυπριακού. Υπενθυμίζω συναφώς ότι μεταξύ Χριστόφια – Ταλάτ είχαν επιτευχθεί τέτοιας σημασίας συγκλίσεις στα θέματα των θαλάσσιων ζωνών, των φυσικών πόρων και της κατανομής των ομοσπονδιακών εσόδων που με τη λύση του Κυπριακού επιλύουν αυτομάτως και τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με το φυσικό αέριο.
Τέλος, κατά τη γνώμη μας πάντα, τα πολλαπλά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Τουρκία τόσο με πλείστα γειτονικά της κράτη όσο και εσωτερικά επιβάλλουν την οριστική της απαλλαγή από το Κυπριακό.
Πέραν, όμως, των σοβαρών λόγων που εξ αντικειμένου καθιστούν συμφέρουσα για την Τουρκία τη λύση του Κυπριακού, η κατάσταση στο νησί ανοίγει σήμερα ένα παράθυρο ευκαιρίας που όλοι οφείλουμε να αξιοποιήσουμε. Είναι η πρώτη φορά εδώ και πέντε χρόνια που παρατηρείται κινητικότητα στο πολιτικό μας πρόβλημα. Αυτό επειδή από τον Απρίλιο του 2010, από τότε δηλαδή που την ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας είχε αναλάβει ο κ. Έρογλου, όχι μόνο ανακόπηκε η σημαντική πρόοδος που είχε επιτευχθεί μεταξύ Χριστόφια – Ταλάτ αλλά σημειώθηκε και δραματική οπισθοδρόμηση. Ο Έρογλου δεν δίστασε να τορπιλίσει τις βασικές συγκλίσεις Χριστόφια – Ταλάτ, να απαιτήσει διαπραγμάτευση και στο τέλος να τερματίσει κάθε ουσιαστική συζήτηση με πρόσχημα την κυπριακή προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη συνέχεια είχαμε τις προεδρικές εκλογές του Φεβρουαρίου του 2013 τις οποίες κέρδισε ο Νίκος Αναστασιάδης.
Από την αρχή το ΑΚΕΛ ξεκαθάρισε στο νέο Πρόεδρο ότι εμείς δεν σκοπεύαμε να ακολουθήσουμε ρεβανσιστική πολιτική. Ως εκ τούτου δεν επρόκειτο να πράξουμε ό,τι και ο ίδιος έπραττε κατά τα τρία τελευταία χρόνια της διακυβέρνησης Δημήτρη Χριστόφια. Όταν δηλαδή ασκούσε μηδενιστική αντιπολίτευση στο Κυπριακό με μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Θεωρούμε ότι η λύση του Κυπριακού είναι ύψιστης προτεραιότητας και ως εκ τούτου υποστηρίζουμε τη διαπραγματευτική διαδικασία, χωρίς αυτό βεβαίως να σημαίνει ότι δίνουμε λευκή επιταγή στον κ. Αναστασιάδη. Υπογραμμίζαμε ακούραστα στον Πρόεδρο ότι έπρεπε να συνεχίσει τη διαπραγμάτευση από εκεί που είχαμε μείνει με τον Ταλάτ και όχι να αρχίσει από μηδενική βάση. Όχι για λόγους αυτοδικαίωσης, ούτε επειδή πιστεύαμε ότι επί προεδρίας Χριστόφια όλα είχαν γίνει στην εντέλεια. Απλούστατα, πιστεύαμε ότι δεν ήταν δυνατό με τον Έρογλου να τροποποιηθούν υπέρ της ελληνοκυπριακής πλευράς συγκλίσεις που είχαν επιτευχθεί με τον Ταλάτ.
Δυστυχώς, σε αυτή μας τη θέση είμαστε τότε μόνοι. Όλα τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα και ο ίδιος ο Πρόεδρος ακολούθησαν τη λογική της απόρριψης των συγκλίσεων. Αυτό συνεχίστηκε ουσιαστικά μέχρι τον Απρίλιο του 2015 και το αποτέλεσμα ήταν η σημαντική διεύρυνση του χάσματος μεταξύ των δύο πλευρών. Ακόμα χειρότερα, μόλις ο Έρογλου αντιλήφθηκε ότι ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είχε πρόβλημα με τις συγκλίσεις, ξαφνικά και εκ του ασφαλούς τις υιοθέτησε ο ίδιος. Μπήκε δηλαδή στο παιχνίδι της επίρριψης ευθυνών και μάλιστα με επιτυχία, αφού στις αρχές του 2014 ο Γ.Γ. του ΟΗΕ υπέβαλε έκθεση προς το Συμβούλιο Ασφαλείας που ήταν η χειρότερη από το 2004 για την ελληνοκυπριακή πλευρά. Μάλιστα αυτό συνέβη την ώρα που το Barbaros πραγματοποιούσε έρευνες στο νότιο μέρος της ΑΟΖ της κυπριακής Δημοκρατίας, σε οριοθετημένη με γειτονικά κράτη περιοχή, μέσα σε αδειοδοτημένα οικόπεδα και απέναντι από τις ελεύθερες ακτές μας.
Τον Απρίλιο του 2015 ο Μουσταφά Ακιντζί ανέλαβε την ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Πρόκειται για μετριοπαθή πολιτικό που πάντα αγωνιζόταν για λύση του Κυπριακού. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης άρχισε πλέον να αξιοποιεί τις συγκλίσεις Χριστόφια – Ταλάτ, άρχισε να παρατηρείται πρόοδος στη διαπραγματευτική διαδικασία. Δεν θα αναλύσω λεπτομερώς πού βρίσκεται αυτή τη στιγμή η προσπάθεια επειδή θα ενημερωθείτε σχετικά κατά το δεύτερο μέρος της σημερινής μας συνάντησης. Θα ήθελα, όμως, να τονίσω ότι είναι σημαντικό το γεγονός ότι πλέον δεν έχουμε οπισθοδρόμηση ούτε και στασιμότητα. Αντιθέτως, παρατηρείται πρόοδος στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για πρώτη φορά ύστερα από πέντε ολόκληρα χρόνια. Αυτό όμως, απέχει από υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις ότι επίκειται λύση το αμέσως επόμενο διάστημα, ίσως και πριν τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές που θα διεξαχθούν τον επόμενο Μάιο.
Εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρά ζητήματα που πρέπει να συμφωνηθούν προτού να είμαστε σε θέση να μιλούμε για επικείμενη λύση. Για παράδειγμα, τα κρίσιμα κεφάλαια του εδαφικού, των εγγυήσεων και της ασφάλειας δεν έχουν ακόμα συζητηθεί. Ποιος μπορεί να προεξοφλήσει το αποτέλεσμα, πολύ περισσότερο που στα περισσότερα εναπομείναντα θέματα είναι η Τουρκία και κανένας άλλος που καλείται να πάρει σοβαρές αποφάσεις;
Το ΑΚΕΛ, προσηλωμένο πάντα στο στόχο της λύσης του Κυπριακού στη βάση των αρχών και του συμφωνημένου πλαισίου που περιέγραψα πιο πάνω, εργάζεται με συγκεκριμένο τρόπο για ξεπέρασμα των εμποδίων που απομένουν. Είμαστε κόμμα της επαναπροσέγγισης, την οποία προωθούμε διαχρονικά και χαιρόμαστε που πλέον και άλλα πολιτικά κόμματα αναγνωρίζουν αυτή την αναγκαιότητα. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια έχουμε εγκαθιδρύσει ομάδες εργασίας με τρία τουρκοκυπριακά κόμματα: Το Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα, Πρόεδρος του οποίου είναι ο πρώην Τουρκοκύπριος ηγέτης κ. Ταλάτ, το Κόμμα Κοινοτικής Δημοκρατίας το οποίο είχε ιδρύσει ο νυν Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί και το Κόμμα Ενωμένη Κύπρος του κ. Ιζέτ Ιτζάν. Πρόκειται για τα κόμματα που στηρίζουν τον κ. Ακιντζί και ασφαλώς ο λόγος τους έχει τη δική του βαρύτητα στη διαμόρφωση των θέσεων της τουρκοκυπριακής πλευράς. Στόχος αυτών των ομάδων εργασίας δεν είναι ασφαλώς η υποκατάσταση της διαπραγματευτικής διαδικασίας. Αυτό είναι ευθύνη των δύο ηγετών. Ο στόχος είναι η συμβολή στο ξεπέρασμα συγκεκριμένων εμποδίων στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μπορώ με ικανοποίηση να σας πω ότι είμαστε σε καλό δρόμο σε αυτή την προσπάθεια, κάτι που αντανακλάται και στις διαπραγματεύσεις. Παράλληλα βοηθούμε όσο μπορούμε τον Πρόεδρο Αναστασιάδη με συγκεκριμένες εισηγήσεις και απόψεις.
Η συγκυρία που υπάρχει σήμερα για λύση του Κυπριακού δεν πρέπει να χαθεί. Οι συγκυρίες έρχονται και παρέρχονται και καθήκον κάθε υπεύθυνης πολιτικής δύναμης είναι να κάνει ό,τι εξαρτάται από αυτήν για να τις αξιοποιεί. Ποτέ δεν ξέρεις αν και πότε θα υπάρξει επόμενη συγκυρία. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η ατίθαση ροή του χρόνου δημιουργεί καταστάσεις που δύσκολα μπορούν να ανατραπούν, ακόμα και αν υπάρχει η αναγκαία πολιτική βούληση όλων των πλευρών. Η λύση του Κυπριακού είναι, επαναλαμβάνω, προς το συμφέρον του κυπριακού λαού στο σύνολο του, της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των λαών της ταραγμένης περιοχής μας.
Αδιαμφισβήτητα, τα όσα συμβαίνουν στην περιοχή μας θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υποβάθμιση του ενδιαφέροντος για την ειρηνευτική διαδικασία στην Κύπρο. Υπογραμμίζουμε όμως ότι αντιθέτως, όσα συμβαίνουν στην περιοχή μας επιβάλλουν να ενταθεί η προσπάθεια και σε αυτό χρειαζόμαστε τη βοήθειά σας.
Σας ευχαριστούμε που είσαστε εδώ. Αυτό είναι έμπρακτο δείγμα της αλληλεγγύης της GUE στον αγώνα του κυπριακού λαού. Θέλω να σας ευχαριστήσω ολόψυχα γιατί διαχρονικά μας στηρίζετε στη βάση αρχών. Είμαι βέβαιος ότι η σημερινή μας συνάντηση θα συμβάλει στην περαιτέρω πολύτιμη συμβολή σας στην τιτάνια προσπάθεια που καταβάλλουμε για λύση, απελευθέρωση και επανένωση της χώρας και του λαού μας.