Home  |  Ενημέρωση   |  Ομιλία Γενικού Γραμματέα ΚΕ ΑΚΕΛ Σ. Στεφάνου στην επετειακή συνεδρία της Βουλής των Αντιπροσώπων για τις Μαύρες Επετείους

Ομιλία Γενικού Γραμματέα ΚΕ ΑΚΕΛ Σ. Στεφάνου στην επετειακή συνεδρία της Βουλής των Αντιπροσώπων για τις Μαύρες Επετείους

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2021 

Ήμουν εννιάμισι χρονών όταν το βράδυ της πρώτης μέρας της εισβολής, την 20η Ιουλίου 1974, μάς φόρτωσαν σ’ ένα φορτηγό και φύγαμε από τον Γερόλακκο. Κάμποσα άτομα. Γριές, γέροι, γυναίκες, παιδιά. Έλειπαν οι στρατεύσιμοι άντρες. Επιστρατεύτηκαν και βρίσκονταν στον Πενταδάκτυλο και την Κερύνεια για να αποκρούσουν την τουρκική εισβολή.

Φεύγαμε με την πεποίθηση ότι θα επιστρέψουμε. Έτσι έλεγαν οι ενήλικες στο φορτηγό και εμείς, παιδιά τότε, που δεν πολυκαταλαβαίναμε τις συνέπειες όσων γίνονταν, δεν είχαμε λόγο να τους αμφισβητήσουμε. Θα επιστρέψουμε! Αυτή ήταν η πεποίθηση τα πρώτα χρόνια από την εισβολή, η οποία με το πέρασμα των χρόνων ξεθώριασε. Η πεποίθηση σταδιακά μετατράπηκε σε ελπίδα που πάει να σβήσει. Από τότε πολλοί έφυγαν από τη ζωή με το όνειρο της επιστροφής ανεκπλήρωτο.

Το 1974 ζήσαμε μια τραγωδία που δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Ούτε και προέκυψε από το πουθενά. Ήταν σωρευτικό αποτέλεσμα αντικυπριακών σχεδιασμών, αλλά και αποφάσεων και ενεργειών. Το σενάριο του δίδυμου εγκλήματος οριστικοποιήθηκε το 1971 στη Σύνοδο Υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στη Λισαβόνα.

Ανεξαρτήτως όμως των όποιων σχεδιασμών, η Κύπρος δεν θα ζούσε την τραγωδία της τουρκικής εισβολής αν δεν γινόταν το πραξικόπημα της Χούντας των Αθηνών και της ΕΟΚΑ Β. Ήταν γνωστό ότι η συνταγματική ανατροπή θα έφερνε την Τουρκία στην Κύπρο. Οι πρωταγωνιστές του πραξικοπήματος λοιπόν δεν μπορούν να πιστωθούν με το ελαφρυντικό της αφροσύνης. Το πραξικόπημα αποτελεί πράξη εσχάτης προδοσίας και οι πρωταγωνιστές είναι προδότες.

Σαρανταεπτά χρόνια μετά το δίδυμο έγκλημα ακόμα ψάχνουμε την Ιθάκη μας. Ενώπιον κρίσιμων εξελίξεων, επιβάλλεται να αντλήσουμε τα σωστά συμπεράσματα από την ιστορική διαδρομή του Κυπριακού, η οποία είναι γεμάτη από προσδοκίες, απογοητεύσεις, ψευδαισθήσεις, αλλά και από ευκαιρίες που δεν αξιοποιήθηκαν όπως θα έπρεπε. Η συζήτηση για το παρελθόν είναι μια αναγκαία διαδικασία όχι για να μείνουμε καθηλωμένοι στο τι θα έπρεπε να κάνουμε τότε, αλλά για να δούμε τι πρέπει να κάνουμε τώρα, πριν να είναι εντελώς αργά.

Ασφαλώς, ο πρώτος και καθοριστικός παράγοντας για τη μη λύση είναι η Τουρκία. Την κατοχική δύναμη τη βολεύει η ντε φάκτο κατάσταση. Αργά αλλά σταθερά αυτά τα σαράντα επτά χρόνια παγιώνει την παράνομη κατοχή της με τον εποικισμό, με το ξεπούλημα ελληνοκυπριακών περιουσιών και τον οικοδομικό οργασμό σε αυτές, με την αλλαγή της δημογραφικής σύνθεσης και του κοσμικού χαρακτήρα της Τουρκοκυπριακής κοινότητας. Με τη δημιουργία τετελεσμένων στη θάλασσα, στο έδαφος αλλά και εμπεδώνοντας τη διχοτόμηση στις συνειδήσεις των ανθρώπων.

Από την πρώτη στιγμή της εισβολής η Τουρκία γνώριζε ότι ο χρόνος δουλεύει υπέρ της υλοποίησης των στόχων της. Γι’ αυτό με υπομονή και επιμονή τον αξιοποιεί.

Στην ελληνοκυπριακή πλευρά υπήρχε σε πολλούς η ψευδαίσθηση ότι ο χρόνος εργάζεται υπέρ μας. Η Ιστορία όμως και οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων, ειδικά μετά την αποτυχία της διάσκεψης στο Κραν Μοντατά έχουν διαλύσει με τον πιο σκληρό τρόπο αυτή την ψευδαίσθηση στο μυαλό κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου.

Λογική συνέχεια αυτού του συμπεράσματος αποτελεί και το δεύτερο συμπέρασμα: το στάτους κβο δεν είναι μια σταθερή και αναλλοίωτη κατάσταση. Αντίθετα! Είναι μια διολισθαίνουσα κατάσταση προς το χειρότερο.

Δεν μας βολεύει η προσωρινότητα που δίνει μια ψευδαίσθηση σιγουριάς και ασφάλειας. Το στάτους κβο κάθε άλλο παρά διασφαλίζει όλα τα αγαθά, όλα τα δικαιώματα και όλα τα πλεονεκτήματα που έχουμε ως κράτος. Η αμφισβήτηση της κυπριακής ΑΟΖ από την Τουρκία, τα εμπόδια που προσβάλλει στην ανάπτυξη του ενεργειακού σχεδιασμού και στην εκμετάλλευση του φυσικού αερίου, οι κίνδυνοι για την ασφάλεια της χώρας, τα τετελεσμένα που δημιουργεί στην Αμμόχωστο και πολλά άλλα είναι απόρροια και προέκταση της παράνομης τουρκικής κατοχής. Μόνο η λύση θα θέσει οριστικό τέλος σε όλα αυτά τα προβλήματα. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι τη γεωγραφία δεν μπορεί κανείς να την αλλάξει. Τους όρους της γειτονίας όμως μπορούμε και πρέπει να τους αλλάξουμε. Με τη λύση του Κυπριακού!

Το τρίτο συμπέρασμα έχει να κάνει με τη βάση λύσης. Αποτελεί ψευδαίσθηση ότι έχουμε περισσότερες από μια επιλογές. Μια είναι η επιλογή και είναι αυτή που η Ελληνοκυπριακή κοινότητα συμφώνησε (υπογραμμίζω: συμφώνησε) με την Τουρκοκυπριακή κοινότητα από το 1977, υιοθετήθηκε από τον ΟΗΕ σε σωρεία ψηφισμάτων τα οποία εμείς επικαλούμαστε για να καταγγέλλουμε την Τουρκία ότι τα παραβιάζει. Όπως κάνει και τώρα με την προώθηση επίσημα της διχοτόμησης με τη μορφή της λύσης δύο κρατών.

Η βάση λύσης είναι η δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα όπως περιγράφεται στα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Και τα ψηφίσματα δεν μπορούμε να τα επικαλούμαστε αλά καρτ. Η ΔΔΟ είναι γερή βάση για να στηρίξει λύση η οποία να τερματίζει την τουρκική κατοχή, να επανενώνει τον τόπο και τον λαό. Να διασφαλίζει τη μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια και μία διεθνή προσωπικότητα. Να κατοχυρώνει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες ολόκληρου του λαού μας, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι θα συνδιαχειρίζονται την κοινή τους πατρίδα.

Όλα αυτά βεβαίως εξαρτώνται από το περιεχόμενο της λύσης. Περί τούτου καμία αμφιβολία. Έχουμε όμως την άποψη ότι και στο περιεχόμενο της λύσης έχουν γίνει πολλά βήματα κι αυτά αποτυπώνονται στις επιτευχθείσες συγκλίσεις. Έχουμε διανύσει αρκετό δρόμο προς την κατεύθυνση της λύσης ακόμα όμως απομένει αρκετή δουλειά να γίνει. Σ’ αυτό θα πρέπει να επικεντρωθούμε! Σ’ αυτό επιμένουν ο Γ.Γ. του ΟΗΕ και το Σ.Α. ζητώντας την ολοκλήρωση της προσπάθειας η οποία άρχισε το 2008 και με σκαμπανεβάσματα, προβλήματα και παλινωδίες έφτασε μέχρι το Κραν Μοντανά το 2017.

Εκεί, που σύμφωνα με τον κ. Γκουτέρες, αλλά και τον Υπουργό Εξωτερικών κ. Χριστοδουλίδη, βρεθήκαμε μια ανάσα από τη λύση. Για την αποτυχία της διάσκεψης ο ΓΓ του ΟΗΕ ρίχνει την ευθύνη στις δύο κυπριακές πλευρές και όχι στην Τουρκία. Το αφήγημα της κυβέρνησης ότι η αποτυχία οφείλεται στην Τουρκία δεν το υιοθετεί ο διεθνής παράγοντας. Αυτό όμως δεν απασχολεί τον Πρόεδρο και την κυβέρνηση. Τους αρκεί να πείθουν, όσο πείθουν, στο εσωτερικό.

Κι αυτό επίσης είναι μια παθογένεια της πολιτικής μας ζωής. Συνήθως δεν μας ενδιαφέρει και πολλές φορές αποκρύβουμε τι λένε και τι σκέφτονται οι ξένοι για εμάς, οι οποίοι έχουν τα συμφέροντά τους και βάσει αυτών καθορίζουν την πολιτική τους. Ακόμα και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, οι οποίοι για άλλες περιπτώσεις είναι πολύ ευαίσθητοι, στην περίπτωση της Κύπρου ουσιαστικά περιορίζονται σε φραστική έκφραση αλληλεγγύης.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Η κατάσταση στο Κυπριακό είναι όντως όσο ποτέ άλλοτε κρίσιμη και η Τουρκία όσο ποτέ άλλοτε προκλητική. Σε αναμονή της παράνομης επίσκεψης του Τούρκου Προέδρου στην κατεχόμενη Κύπρο ανήμερα της επετείου της εισβολής και τις πληροφορίες να εντείνονται για δημιουργία νέων τετελεσμένων στην Αμμόχωστο, επιβάλλεται να προβληματιστούμε για το τι κάνουμε.

Ασφαλώς, είναι επιβεβλημένο να αντιδρούμε, να κινητοποιούμαστε, να κάνουμε διαβήματα, να απαιτούμε έμπρακτη αλληλεγγύη από τη διεθνή κοινότητα για να τερματιστούν οι τουρκικές παρανομίες στην Αμμόχωστο και όχι μόνο.

Αυτό όμως δεν αρκεί. Ποτέ δεν ήταν αρκετό να περιοριζόμαστε στις καταγγελίες. Η λύση δεν επιτυγχάνεται μόνο με την αντίδραση ούτε και με το να λέμε τι δεν θέλουμε. Οφείλουμε να λέμε ξεκάθαρα τι θέλουμε και όχι να μασούμε τα λόγια μας. Η λύση πάντοτε είχε ανάγκη πρωτοβουλιών για να σπρώξουμε τα πράγματα προς τα μπροστά. Ούτε και σ’ αυτό είχαμε συνέπεια και συνέχεια ως ελληνοκυπριακή πλευρά. Πολλές φορές στο παρελθόν περιμέναμε από άλλους να μας λύσουν το δικό μας πρόβλημα και δεν αναλάβαμε εμείς πρωτοβουλίες. Στα χέρια της Τουρκίας βρίσκεται το κλειδί της λύσης, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν έχει ρόλο. Ρόλος της είναι να εξαντλεί με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες κάθε δυνατότητα, να αξιοποιεί κάθε εργαλείο και κάθε συγκυρία για να δημιουργεί δυναμική και να σπρώχνει προς τη λύση.

Αυτό οφείλουμε να κάνουμε και τώρα, ειδικά τώρα που η οριστική διχοτόμηση μας απειλεί. Επιβάλλεται να αναλάβουμε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες οι οποίες αφενός, θα αποκαταστήσουν την τρωθείσα αξιοπιστία της ελληνοκυπριακής πλευράς και αφετέρου, θα αναιρέσουν τα ψευδο-επιχειρήματα της Τουρκίας και θα δημιουργηθεί πίεση για να επανέλθει στη συμφωνημένη βάση λύσης. Στον Πρόεδρο έχουμε καταθέσει συγκεκριμένη πρόταση από τον περασμένο Δεκέμβριο, η οποία στηρίζεται στη θέση του Γ.Γ. του ΟΗΕ τόσο για την ανάγκη συνέχισης της διαπραγματευτικής διαδικασίας από εκεί που είχε μείνει στο Κρανς Μοντανά όσο και για αξιοποίηση του Φυσικού Αερίου με τρόπο που να καταστεί καταλύτης  για λύση. Δεν ισχυριζόμαστε ότι η πρότασή μας ως δια μαγείας θα λύσει τα προβλήματα. Αξίζει όμως τον κόπο να δοκιμάσουμε. Στο χέρι του Προέδρου είναι, αυτός έχει την ευθύνη. Αν το πράξει η Τουρκία είτε θα αναγκαστεί να επιστρέψει στις ράγες του Κραν Μοντανά είτε θα είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για το συνεχόμενο αδιέξοδο.

Είναι δυνατόν η Τουρκία να εγκαταλείψει τις αδιάλλακτες θέσεις της; Είναι εφικτή η λύση μ’ αυτή την Τουρκία και τον εγκάθετό της Τατάρ; Αν εκ προοιμίου αποφασίσουμε ότι δεν πρόκειται να συνεργαστούν για λύση, είναι σαν να αποφασίζουμε ότι δεν θα κάνουμε τίποτα κι αυτό βολεύει απόλυτα την τουρκική πλευρά. Αφού δεν κινηθήκαμε ενόσω συνομιλητής μας ήταν ο Μουσταφά Ακιντζί, ας το επιχειρήσουμε έστω και τώρα. Άλλη επιλογή δεν έχουμε.

Κυρίες και κύριοι,

Πριν κατέλθω του βήματος νιώθω την ανάγκη από μέρους του ΑΚΕΛ, να απευθυνθώ στους πρόσφυγες, στους εγκλωβισμένους, στους τραυματίες, στους αιχμαλώτους, τους παθόντες, μα προπαντός στους συγγενείς των νεκρών και αγνοουμένων του δίδυμου εγκλήματος του 1974 και να εκφράσω τον σεβασμό και την αγάπη μας.

Σεβασμό και ευγνωμοσύνη νιώθουμε προς τους ήρωες και όλους όσοι αγωνίστηκαν για την απελευθέρωση της Κύπρου μας από τα δεσμά της αποικιοκρατίας, για την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας και της δημοκρατίας στη χώρα μας, για την αντιμετώπιση του φασισμού, του εθνικισμού και της μισαλλοδοξίας που τόσο πόνεσαν Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους.

Τιμή και δόξα στους ήρωες της δημοκρατικής αντίστασης.

Τιμή και δόξα σε όσους υπερασπίστηκαν την πατρίδα μας ενάντια στην εισβολή.

PREV

47 χρόνια από το φασιστικό πραξικόπημα: Αντίσταση – Δημοκρατία – Ελευθερία

NEXT

Επιστολή Νιαζί Κιζίλγιουρεκ στην Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: «όλοι εμείς οι Ευρωπαίοι πρέπει να κάνουμε περισσότερα για την Κύπρο»