Home  |  Βουλή   |  Ομιλία βουλευτή ΑΚΕΛ, Άντρου Καυκαλιά | Ειδική συνεδρία της ολομέλειας της Βουλής των Αντιπροσώπων 20ή επέτειος της ένταξης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Ομιλία βουλευτή ΑΚΕΛ, Άντρου Καυκαλιά | Ειδική συνεδρία της ολομέλειας της Βουλής των Αντιπροσώπων 20ή επέτειος της ένταξης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Κυρία Πρόεδρε,

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

 

Η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτέλεσε αδιαμφισβήτητα κορυφαίο ορόσημο στην σύγχρονη ιστορία μας το οποίο επιτεύχθηκε με τη στήριξη όλων των πολιτικών δυνάμεων και διαδοχικών κυβερνήσεων του τόπου αλλά και με τον καθοριστικό ρόλο της Ελλάδας.

Αξίζει σε αυτή την επέτειο να υπενθυμίσουμε ότι η ένταξη επιτεύχθηκε παρά τις σφοδρές αντιδράσεις και απειλές της κατοχικής δύναμης. Ιδιαίτερα μάλιστα, το γεγονός ότι η ένταξη αφορούσε το σύνολο του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτέλεσε μια ισχυρή θωράκιση της κρατικής μας υπόστασης σε μια εποχή που το Διεθνές Δίκαιο και τα συμφέροντα των μικρών κρατών αμφισβητούνταν εντονότερα. Επισημαίνουμε ακόμα ότι όπως αποδείχθηκε διαχρονικά -και ισχύει και σήμερα- η αξιόπιστη βούληση της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ελληνοκυπριακής πλευράς για τη λύση του Κυπριακού αποτελεί ένα ισχυρότατο όπλο στην επίτευξη των στόχων μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Περαιτέρω, η πορεία των γεγονότων απέδειξε ότι η ενταξιακή πορεία και η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ σε συνδυασμό με τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Τουρκίας δημιούργησαν ισχυρές δυναμικές και κινητικότητα στην προσπάθεια λύσης του Κυπριακού. Επιπρόσθετα, τα ενοποιητικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στο κοινοτικό κεκτημένο, αξιοποιήθηκαν καταλυτικά στις διαπραγματεύσεις του Κυπριακού για να αποκρούσουμε τα συνομοσπονδιακά και διαιρετικά στοιχεία που ζητούσε και ζητά η τουρκοκυπριακή ηγεσία σε σχέση με την κρατική δομή της μελλοντικής ενωμένης Κύπρου, επιτυγχάνοντας έτσι σήμερα να έχουμε ένα συμφωνημένο διαπραγματευτικό κεκτημένο που διαφυλάσσει την ενότητα της χώρας μας. Υπογραμμίζουμε και αναγνωρίζουμε αυτά τα δεδομένα γιατί ήταν ανάμεσα στα κρίσιμα δεδομένα που διείδε και συνυπολόγισε το ΑΚΕΛ όταν συνηγόρησε τη δεκαετία του 1990, στην ένταξη στην ΕΕ. Είχαμε και έχουμε λοιπόν πρώτη έγνοια την υπόθεση της Κύπρου, τον αγώνα του λαού μας για απελευθέρωση και επανένωση.

Τούτων λεχθέντων βέβαια, σημειώνουμε ότι πόρρω απέχουμε από όσους καλλιέργησαν αυταπάτες ότι η ένταξη στην ΕΕ θα καταστούσε τους Ελληνοκύπριους πανίσχυρους, θα οδηγούσε σε λύση της αρεσκείας μας και γι’ αυτό δεν θα έπρεπε να συζητούμε οποιοδήποτε συμβιβασμό με τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας. Ή ακόμα, με όσους -πιο πρόσφατα- δημιουργούσαν ψευδαισθήσεις ότι θα γονατίσουμε την Τουρκία με ευρωπαϊκές κυρώσεις, παραγνωρίζοντας τα οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα που κυριαρχούν δομικά στην ΕΕ και τον τρόπο που πραγματικά αυτή λειτουργεί. Είκοσι χρόνια μετά την ένταξη, θα έπρεπε και θα πρέπει όλοι μας -κυβέρνηση, πολιτικές δυνάμεις, κοινωνία- να γνωρίζουμε τι πρέπει και τι δεν πρέπει να περιμένουμε από τις Βρυξέλλες αλλά και τι μπορούμε και οφείλουμε ρεαλιστικά να διεκδικούμε ως Κυπριακή Δημοκρατία μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.

 

Κυρία Πρόεδρε,

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Δεν είναι μυστικό ότι το ΑΚΕΛ είναι η δύναμη που προσεγγίζει κριτικά την ΕΕ, τον χαρακτήρα, τις πολιτικές και τις δομές της, γιατί είμαστε η πολιτική δύναμη που πρεσβεύει το όραμα μιας ενωμένης Ευρώπης θεμελιακά διαφορετικής, κοινωνικά δίκαιης, ειρηνικής, δημοκρατικής και οικολογικής. Η Αριστερά ουδέποτε απέρριψε την προοπτική της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αφού άλλωστε στη δική μας αντίληψη οι περιφερειακές ενοποιήσεις αποτελούν αντικειμενικά βήμα προς τα εμπρός στην ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας. Αντίθετα, μόνο οι εθνικιστικές δυνάμεις -αυτές δηλαδή που συγκροτούν το ιδεολογικό ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού- απορρίπτουν το όραμα μιας ενωμένης ευρωπαϊκής ηπείρου, στην οποία να συνυπάρχουν ειρηνικά λαοί, έθνη, γλώσσες, θρησκείες, πολιτισμοί. Για εμάς λοιπόν, δεν υπάρχει δίλημμα υπέρ ή εναντίον μιας ενωμένης Ευρώπης, με την Κύπρο εντός της. Υπάρχει όμως -για εμάς αλλά και για εκατομμύρια Ευρωπαίους- το κρίσιμο ερώτημα: ΠΟΙΑ ενωμένη Ευρώπη θέλουμε;

Αυτό το ερώτημα δεν είναι θεωρητικό ή ρητορικό. Τίθεται καθημερινά σε όλα τα μικρά και μεγάλα ευρωπαϊκά ζητήματα που όχι απλά επηρεάζουν, αλλά καθορίζουν τις ζωές όλων των πολιτών των κρατών-μελών. Κατά τη γνώμη μας, υπάρχουν σήμερα τρία μεγάλα ερωτήματα, τρεις μεγάλες προκλήσεις για την Ευρώπη, για τα κράτη, τους λαούς, τους πολίτες της.

–        Πρώτον. Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα μπροστά σε ένα αδυσώπητο δίλημμα: πόλεμος ή ειρήνη; Στρατιωτικοποίηση και βαθύτερη σύζευξη της ΕΕ με το ΝΑΤΟ ή μια Ευρώπη με αυτόνομη εξωτερική πολιτική βασισμένη στο διεθνές δίκαιο και την ειρήνη; Κυριολεκτικά δίπλα στην Ευρωπαϊκή Ένωση -στην Ουκρανία και στη Γάζα- μαίνονται δύο αιματηροί πόλεμοι, που απειλούν την δική της αλλά και την παγκόσμια ασφάλεια. Ποια Ευρώπη λοιπόν θέλουμε μπροστά σε αυτά; Αυτήν που επιλέγει, μαζί με το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, τον συνεχή εξοπλισμό της κυβέρνηση Ζελένσκι με όπλα δισεκατομμυρίων ευρώ αντί να αξιοποιήσει το γεωπολιτικό της εκτόπισμα για να αναλάβει ειρηνευτικές πρωτοβουλίες για τερματισμό του πολέμου και της ρωσικής εισβολής; Αυτή που συγκαλύπτει τη γενοκτονία του Ισραήλ σε βάρος των Παλαιστινίων ή μια Ευρώπη που είχε αποφασιστική στάση υπέρ της κατάπαυσης του πυρός και της ειρήνης, με εφαρμογή των Ψηφισμάτων του ΣΑ του ΟΗΕ για ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος;

–        Το δεύτερο ερώτημα αφορά τον πυρήνα των πολιτικών της ΕΕ: Μπορεί η Ένωση να αντέξει περαιτέρω διόγκωση των ανισοτήτων μεταξύ των κρατών-μελών αλλά και εντός των κρατών-μελών της; Σήμερα, 95 εκατομμύρια Ευρωπαίοι είναι στον κίνδυνο της φτώχειας και την ίδια ώρα, οι 5 πλουσιότεροι πολίτες της Ένωσης αυξάνουν τον πλούτο τους τα τελευταία χρόνια κατά 6 εκατομμύρια ευρώ την ώρα. Είναι ή δεν είναι λοιπόν καιρός να μιλήσουμε για τις οικονομικές συνταγές που κυριάρχησαν τις προηγούμενες δεκαετίες στην Ένωση και κυριαρχούν ακόμη; Για τη λιτότητα, τις ιδιωτικοποιήσεις, την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, τις επιλογές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όλα αυτά δηλαδή που προκαλούν εκρηκτικές κοινωνικές αντιθέσεις και κοινωνική απόγνωση. Εμείς λέμε ότι πρέπει επιτέλους να μπουν σε πρώτο πλάνο οι ανάγκες των λαών της Ευρώπης, τα σύγχρονα κοινωνικά δικαιώματα, οι συλλογικές συμβάσεις και οι συνδικαλιστικές ελευθερίες, η προσιτή και κοινωνική στέγη, οι αξιοπρεπείς και πλήρεις θέσεις εργασίας, οι δημόσιες επενδύσεις στις κοινωνικές υπηρεσίες και υποδομές, στην πράσινη μετάβαση.

–        Το τρίτο διακύβευμα που έχει ενώπιον της η Ευρώπη και οι λαοί της είναι πλέον ορατό ακόμα για όσους το αρνούνταν τα προηγούμενα χρόνια. Είναι η άνοδος της ακροδεξιάς και του φασισμού που απειλεί την ειρήνη, τις δημοκρατικές ελευθερίες, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις εργατικές κατακτήσεις στην ήπειρό μας. Οι λαοί της Ευρώπης -όπως και ο λαός της Κύπρου- καλούνται να θυμηθούν την Ιστορία τους πριν να είναι και πάλι αργά. Είναι όμως αποκαλυπτικό το γεγονός ότι -όπως και στην πατρίδα μας, έτσι και σε ευρωπαϊκό επίπεδο- συστημικές δυνάμεις που μάλιστα αυτοαποκαλούνται ακραιφνείς ευρωπαϊστικές δεν διστάζουν να είναι σε ανοικτή συνδιαλλαγή με την ακροδεξιά. Θα έπρεπε να εξεγείρει κάθε δημοκράτη το γεγονός ότι μόλις προχθές η Πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν άνοιξε την πόρτα της επίσημης συνεργασίας της πολιτικής της οικογένειας -του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος δηλαδή- με την ευρωπαϊκή ακροδεξιά της Μελόνι και των ομοϊδεατών της. Η Ιστορία θα είναι αμείλικτη με όσους ανοίγουν παράθυρα και κερκόπορτες σε δυνάμεις που δηλητηριάζουν με μίσος τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και απειλούν να τις γυρίσουν δεκαετίες πίσω.

 

Κυρία Πρόεδρε,

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Πέρα από τις μικρές και μεγάλες διαφορές που αντικειμενικά υπάρχουν γύρω από τις ευρωπαϊκές πολιτικές και το περιεχόμενο της ευρωπαϊκής ενοποίησης, υπάρχουν και μια σειρά από ζητήματα στα οποία μπορούμε να συναντηθούμε και για τα οποία οφείλουμε να διεκδικήσουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ακόμα κι αν ορισμένοι θα πρέπει να βρεθούν απέναντι από τα ευρωπαϊκά κόμματά τους.

  • Πρώτον. Επαναλαμβάνουμε και με αυτή την ευκαιρία την έκκλησή του ΑΚΕΛ προς την κυβέρνηση και τις πολιτικές δυνάμεις να διεκδικήσουμε ουσιαστική ευρωπαϊκή αλληλεγγύη στη διαχείριση του μεταναστευτικού, δηλαδή την εξαίρεση της Κύπρου από τον Κανονισμό του Δουβλίνο που εγκλωβίζει όλους τους πρόσφυγες στα κράτη πρώτης άφιξής τους στην ΕΕ, δηλαδή στην Κύπρο και στον υπόλοιπο μεσογειακό νότο. Να διεκδικήσουμε έκτακτα μέτρα για μετεγκαταστάσεις προσφύγων σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη καθώς κι ένα μόνιμο σύστημα φιλοξενίας των προσφύγων στα κράτη-μέλη ανάλογα με τον πληθυσμό και τις δυνατότητες του καθενός, όπως έγινε στην περίπτωση των προσφύγων από την Ουκρανία.
  • Δεύτερο. Έχουμε ιστορικό καθήκον ως πολιτική ηγεσία της χώρας να υπερασπιστούμε σύσσωμοι τη φωνή της Κύπρου στα ευρωπαϊκά όργανα και να αντιταχθούμε στην ιδέα της κατάργησης του βέτο στους τομείς που υφίσταται ακόμα ως τρόπος λήψης αποφάσεων. Όταν σήμερα 3 στους 4 Κύπριους απαντούν στο ευρωβαρόμετρο ότι δεν νιώθουν ότι η φωνή της Κύπρου ακούγεται στην Ευρώπη, δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά σθεναρή και ξεκάθαρη θέση. Όχι μισόλογα ούτε τοποθετήσεις ότι τάχα δεν είμαστε δογματικοί στο θέμα, όπως ακούσαμε από το κυβερνητικό στρατόπεδο.
  • Τρίτο, καλούμε όλους να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες των πολιτών για ουσιαστικές δημοκρατικές βελτιώσεις στη λειτουργία της Ένωσης. Η ενίσχυση του ρόλου του Ευρωκοινοβουλίου, του μοναδικού οργάνου που είναι άμεσα εκλεγμένο από τους λαούς, με το να αποκτήσει εξουσία νομοθετικής πρωτοβουλίας το Ευρωκοινοβούλιο και ταυτόχρονα, να αποκτήσει ρόλο στον διορισμό και την παύση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, θα συνιστούσαν θετικά βήματα.
  • Και τέλος, καλούμαστε όλοι μας να ανταποκριθούμε στο στοίχημα της διοργάνωσης της Κυπριακής Προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το πρώτο εξάμηνο του 2026. Η πρώτη και εξαιρετικά πετυχημένη κυπριακή προεδρία -επί διακυβέρνησης Χριστόφια, το δεύτερο εξάμηνο του 2012- απέδειξε ότι το πολιτικό και τεχνοκρατικό δυναμικό της χώρας μπορεί να συνεργάζεται σε μεγάλους στόχους που δυναμώνουν την ίδια τη χώρα και την παρουσία στην Ευρώπη. Δραττόμαστε της ευκαιρίας να καταθέσουμε ξανά τη θέση μας ότι οι προτεραιότητες της Κυπριακής Προεδρίας πρέπει να ιεραρχήσουν ψηλά τα ζητήματα των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων των Ευρωπαίων πολιτών και της κλιματικής κρίσης.

 

Κυρία Πρόεδρε,

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Είκοσι χρόνια μετά την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η πατρίδα και ο λαός μας γνωρίζουν ότι η θέση της Κύπρου στην Ευρώπη δεν είναι αυτή του χειροκροτητή, του απολογητή ή της μονοθεματικής παρουσίας. Η θέση της Κύπρου είναι η θέση του ισότιμου μέλους που συμμετέχει και διεκδικεί, που εργάζεται και συνεργάζεται με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, που συνδιαμορφώνει τις αποφάσεις και το μέλλον της Ευρώπης. Είναι η θέση αυτών που τολμούν να οραματίζονται μια διαφορετική Κύπρο, σε μια διαφορετική, καλύτερη Ευρώπη.

 

PREV

Χαιρετισμός Άριστου Δαμιανού, Μέλους Πολιτικού Γραφείου ΑΚΕΛ, Βουλευτή, στην Εκδήλωση Τιμής για την Επέτειο της Αντιφασιστικής Νίκης