Χάρης Πολυκάρπου: Η μεταρρύθμιση πρέπει να οδηγεί σε δίκαιο και απλό φορολογικό σύστημα
«Η μεταρρύθμιση πρέπει να οδηγεί σε δίκαιο και απλό φορολογικό σύστημα»
«Η πρόταση της κυβέρνησης δεν αποτελεί ούτε συνολική ούτε ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση»
«Είναι προκλητικό να ξεκινά ο διάλογος με απειλές, δεν θα αποδεχτούμε συζήτηση στο πόδι υπό εκβιασμούς»
Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Ζαχαρίου
Η φορολογική μεταρρύθμιση που προωθεί η κυβέρνηση «χτυπά» νοικοκυριά και επιχειρήσεις της χαμηλής και μεσαίας τάξης, ενώ ευνοεί τους λίγους, τονίζει στη Χαραυγή ο επικεφαλής του Τομέα Οικονομίας του ΑΚΕΛ, Χάρης Πολυκάρπου.
Υπογραμμίζει ότι η πρόταση δεν αποτελεί συνολική μεταρρύθμιση: αφήνει στο απυρόβλητο τον συσσωρευμένο πλούτο και τη μεγάλη ακίνητη ιδιοκτησία, ενώ επιβαρύνει δυσανάλογα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Παράλληλα, χαρίζει εκατομμύρια σε μεγαλομετόχους τραπεζών και μεγάλων επιχειρήσεων.
Παράλληλα, παρουσιάζει την εναλλακτική πρόταση του κόμματος, η οποία στοχεύει σε προοδευτική φορολόγηση, φορολόγηση πλούτου και μεγάλης ακίνητης ιδιοκτησίας, στήριξη μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων, τακτική αναθεώρηση του αφορολόγητου και μόνιμη μείωση ΦΠΑ σε ρεύμα και βασικά αγαθά. Στόχος, όπως τονίζει, είναι ένα δίκαιο, απλό και αποτελεσματικό σύστημα που ενισχύει κοινωνική πολιτική και αναπτυξιακή προοπτική.
Πώς αξιολογείτε τη φιλοσοφία της πρότασης που προωθείται από την κυβέρνηση για τη φορολογική μεταρρύθμισης; Αντανακλά τις ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας;
Η πρόταση της κυβέρνησης δεν είναι ούτε μια συνολική ούτε μια ολοκληρωμένη προσπάθεια μεταρρύθμισης. Πρώτο, διότι τα μέτρα που προτείνονται δεν θα βοηθήσουν την πλειοψηφία της κοινωνίας, τους εργαζομένους στα μεσαία και χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, τις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, τους αυτοτελώς εργαζόμενους. Δεύτερο, διότι απουσιάζουν σημαντικά κομμάτια μιας φορολογικής μεταρρύθμισης, όπως οι αλλαγές στο ΦΠΑ και στους φόρους κατανάλωσης που σήμερα δίνουν το μεγαλύτερο μέρος των δημοσίων εσόδων. Τέτοιοι φόροι είναι «εισοδηματικά τυφλοί», αφού δεν λαμβάνουν υπόψη το εισόδημα του κάθε ανθρώπου, με αποτέλεσμα να επιβαρύνουν περισσότερο τα πιο φτωχά στρώματα της κοινωνίας. Τρίτο, διότι ούτε και εδώ -όπως έγινε και με τα υπερκέρδη των τραπεζών και των εταιρειών στον τομέα της ενέργειας- αγγίζει η κυβέρνηση τον συσσωρευμένο πλούτο και τη μεγάλη ακίνητη ιδιοκτησία, βάζοντας και πάλι πλάτη στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.
Γενικά, σε ποιο βαθμό η μεταρρύθμιση μπορεί να μειώσει ή να αυξήσει τις κοινωνικές ανισότητες; Υπάρχει κίνδυνος τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα να επωμιστούν δυσανάλογα βάρη;
Ασφαλώς και θα αυξήσει τις ανισότητες αν μείνει η ίδια φιλοσοφία. Οι υψηλόμισθοι εργαζόμενοι θα πάρουν μεγάλες μειώσεις φόρων, ενώ οι χαμηλά αμειβόμενοι εργαζόμενοι θα πληρώνουν περισσότερους φόρους σε σχέση με προηγουμένως. Ποια δικαιοσύνη υπάρχει σε αυτό;
Οι πολύ μικρές, οικογενειακές επιχειρήσεις θα πάρουν ψίχουλα, την ώρα που οι μεγαλομέτοχοι τραπεζών και άλλων μεγάλων επιχειρήσεων θα πάρουν παχυλές μειώσεις στο φόρο που πληρώνουν στα κέρδη που λαμβάνουν ως μερίσματα. Τέτοιες ρυθμίσεις όχι μόνο δεν μειώνουν, αλλά εμβαθύνουν τις εισοδηματικές και κοινωνικές ανισότητες.
Και λέω και τις κοινωνικές, διότι την ώρα που το κράτος δεν αγγίζει τον πλούτο, στερεί σημαντικά έσοδα που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν τη στεγαστική πολιτική του κράτους, την κοινωνική πρόνοια, την υγεία, την παιδεία.
Θεωρείτε ότι η μεταρρύθμιση θα δώσει ώθηση στην ανάπτυξη ή θα λειτουργήσει ανασταλτικά;
Θα έπρεπε να δίνει σαφή αναπτυξιακή προοπτική για το μέλλον. Τούτη είναι και η δική μας προσέγγιση. Αλλά δεν συμβαίνει με την πρόταση της κυβέρνησης. Η εισαγωγή πράσινων φορολογιών, η απουσία θέσης για μόνιμη μείωση του ΦΠΑ στο ηλεκτρικό ρεύμα, η αδυναμία της κυβέρνησης να μειώσει τους φόρους κατανάλωσης στα καύσιμα, θα φορτώσει στην πλειοψηφία της κοινωνίας περισσότερους φόρους. Τούτο ούτε κοινωνικά δίκαιο είναι, ούτε στηρίζει την οικονομική προοπτική της χώρας, αφού μειώνει ακόμα περισσότερο την κατανάλωση.
Επίσης, είναι μια μεταρρύθμιση που δεν δίνει περιεχόμενο βιωσιμότητας στο αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας. Δεν μπορεί να χαρίζονται εκατομμύρια σε μεγαλομετόχους τραπεζών και μεγάλων επιχειρήσεων, αλλά για την πλειοψηφία των κυπριακών επιχειρήσεων, που είναι μικρές οικογενειακές εταιρείες, ή ακόμα και για τους αυτοτελώς εργαζόμενους να δίνονται ψίχουλα. Αυτό καταρρακώνει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και ενισχύει τις μονοπωλιακές τάσεις, που ασφαλώς η παρούσα κυβέρνηση ενστερνίζεται και υιοθετεί σε συνέχεια και του δρόμου που χάραξε η διακυβέρνηση Αναστασιάδη – Συναγερμού.
Αυτό συνιστά πρόκληση και δεν μπορεί μια τέτοια προσέγγιση να μας πάρει μακριά.
Πώς αξιολογείτε τη διαδικασία της διαβούλευσης που έχει ακολουθήσει η κυβέρνηση;
Μέχρι στιγμής καμία διαβούλευση δεν έγινε με τα πολιτικά κόμματα, που στο τέλος της ημέρας θα καλεστούν να εγκρίνουν ή να απορρίψουν τις όποιες αλλαγές. Και αυτό αποτελεί πρόβλημα, διότι δύο χρόνια συζητά η κυβέρνηση μεταξύ της τι θα κάνει με τη μεταρρύθμιση, αλλά ποτέ δεν έβαλε σε αυτόν το διάλογο τις πολιτικές δυνάμεις.
Ασφαλώς και η συνάντηση που θα γίνει με τον Υπουργό Οικονομικών την ερχόμενη Δευτέρα είναι μια αφετηρία, αλλά την ίδια ώρα είναι προκλητικό να ξεκινά ο διάλογος με απειλές και εκβιαστικά διλήμματα. Δεν μπορεί η κυβέρνηση να διαβουλεύεται μεταξύ της για δύο χρόνια, αλλά να ζητά από το ΑΚΕΛ και τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις να μην τολμήσουν να επιφέρουν αλλαγές σε αυτά που θα φέρει. Αυτό είναι πρωτοφανές.
Πώς θα κινηθείτε στη Βουλή εάν η κυβέρνηση επιμείνει στη δική της πρόταση;
Η φορολογική μεταρρύθμιση πρέπει να προχωρήσει, αλλά αυτό δεν θα γίνει με την κυβέρνηση να στέλνει τελεσίγραφα, ούτε με τη λογική να γίνει κάτι απλά για να γίνει.
Η κυβέρνηση σε συνεργασία με τις πολιτικές δυνάμεις θα πρέπει να συζητήσει τις τεχνικές παραμέτρους και τις επιπτώσεις των μέτρων που θα συμπεριληφθούν στη φορολογική μεταρρύθμιση. Θα πρέπει να είναι σε θέση να μελετήσει την επίπτωση των μέτρων στην οικονομία και να τεκμηριώσει τις προτάσεις της. Να κοστολογήσει τα μέτρα που εισηγείται ώστε να δώσει πειστικές απαντήσεις για το δημοσιονομικό κόστος. Και ασφαλώς να αξιολογήσει τη νομιμότητα και τη συνταγματικότητα των εισηγήσεών της.
Όλα τούτα πρέπει να συζητηθούν σε βάθος, διότι, πέραν από τις γενικές προσεγγίσεις, κάθε αλλαγή που γίνεται στη νομοθεσία έχει συγκεκριμένες επιπτώσεις στην οικονομία. Ως εκ τούτου, εμείς δεν θα δεχθούμε να γίνει συζήτηση στο πόδι υπό το βάρος εκβιασμών «όλα ή τίποτα».
Ποια είναι η εναλλακτική πρόταση του ΑΚΕΛ;
Για το ΑΚΕΛ η μεταρρύθμιση θα πρέπει να είναι ευκαιρία για ένα πιο δίκαιο, πιο απλό και πιο αποτελεσματικό σύστημα. Αυτό περιλαμβάνει μια διαφορετική φιλοσοφία στη μεταρρύθμιση.
Αρχικά πιστεύουμε ότι η φορολογία του εισοδήματος φυσικών προσώπων θα πρέπει να αποκτήσει πιο προοδευτικό χαρακτήρα, έτσι ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη στήριξη των μεσαίων και χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων και η αύξηση του αφορολόγητου να ανταποκρίνεται στις σημερινές οικονομικές πραγματικότητες. Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να εξεταστούν μηχανισμοί τακτικής αναθεώρησης του αφορολόγητου ορίου με βάση τον πληθωρισμό.
Για τη στήριξη των δημοσίων οικονομικών είναι απαραίτητη η διεύρυνση της φορολογικής βάσης με μέτρα φορολογίας του πλούτου και ειδικότερα της μεγάλης ακίνητης ιδιοκτησίας, αλλά και η κατάργηση άδικων ρυθμίσεων που στερούν έσοδα, όπως η παραχώρηση του μειωμένου συντελεστή 5% για αγορά πρώτης κατοικίας σε πολίτες τρίτων χωρών που αγοράζουν υπερπολυτελείς κατοικίες. Η ενίσχυση των δημοσίων εσόδων στοχεύει στη χρηματοδότηση ενός πιο προοδευτικού φορολογικού συστήματος και στη διεύρυνση της κοινωνικής πολιτικής του κράτους.
Τρίτο, αξιώνουμε τη μείωση του φορολογικού και διοικητικού βάρους για τις μικρές-οικογενειακές επιχειρήσεις του τόπου μέσα και από ρυθμίσεις που θέλει να περάσει η κυβέρνηση. Η διευκόλυνση μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων θα πρέπει να συνδέεται και με την υλοποίηση στόχων για ένα βιώσιμο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης.
Τέλος, μέρος της μεταρρύθμισης θα πρέπει να αποτελέσει και η έμμεση φορολογία, με μόνιμη μείωση του ΦΠΑ στο ηλεκτρικό ρεύμα, καθώς και σε προϊόντα πρώτης ανάγκης, με κατάργηση της διπλής φορολογίας στα καύσιμα και με την απόσυρση των πράσινων φορολογιών από την κυβέρνηση.
Ασφαλώς, σε αυτή την εξίσωση δεν μπορεί να μένει εκτός η αποτελεσματική πάταξη της φοροδιαφυγής και η προστασία ζωτικών συμφερόντων της χώρας από την ανεξέλεγκτη πώληση γης σε υπηκόους τρίτων χωρών.