Ηλεκτρονικά Μέσα: Μια ισχυρή υλική και ιδεολογική δύναμη του σύγχρονου καπιταλισμού¹
του Καθηγητή Γιώργου Πλειού, Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Το κείμενο εξετάζει συνοπτικά το ρόλο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στην εξέλιξη του σύγχρονου καπιταλισμού, κυρίως από την επικράτηση της Οκτωβριανής επανάστασης μέχρι τις μέρες μας, καθώς και τι μπορούν και πρέπει να κάνουν τα αριστερά κόμματα στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Νοτιο-ανατολική Ευρώπη προκειμένου να συμβάλλουν στην αναχαίτιση και την ανατροπή του νεοφιλελεύθερου και πλέον εξελιγμένου τεχνολογικά και οργανωτικά, καπιταλισμού. Είναι ωστόσο απαραίτητο πριν απ’ όλα να κάνουμε αναφορά στην ίδια την Οκτωβριανή επανάσταση, τη σημασία της για τον κόσμο και την ιδιαίτερη σημασία της για την αριστερά και τους αριστερούς.
Μετά τη γενική κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, η Δύση, και ιδιαίτερα η Ευρωπαϊκή Δύση κατέβαλε συστηματικές προσπάθειες να δυσφημίσει όχι μόνο τον υπαρκτό σοσιαλισμό αλλά και τις σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές ιδέες και να ασκήσει μέσω ορισμένων εθνικών κυβερνήσεων διώξεις σε όσους αναρτούν ή εκφράζουν δημόσια την υποστήριξή τους προς αυτές τις ιδέες, εξισώνοντας τον κομμουνισμό με τον φασισμό, εξισώνοντας το θύμα με το θύτη, τον νικητή του ναζισμού με τον ίδιο τον ναζισμό.
Το 2021 η κυβέρνηση της Σλοβακίας πέρασε νόμο σύμφωνα με τον οποίο χαρακτηρίζεται το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σλοβακίας «εγκληματική και καταδικαστέα οργάνωση», ενώ το 2021 είχε εξεταστεί από την κυβέρνηση του δεξιού συνασπισμού η απαγόρευση του ΚΚ Τσεχίας. Το 2019, με απόφασή του το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο ζήτησε την απαγόρευση κομμουνιστικών συμβόλων, μνημείων και καταστολή σε βάρος Κομμουνιστικών Κομμάτων. Την άνοιξη του 2015 τέθηκε εκτός νόμου το ΚΚ Ουκρανίας, που στις τελευταίες, πριν τη απαγόρευση εκλογές, είχε αποσπάσει περίπου το 25% των ψήφων, και απαγορεύτηκε εξίσου η προβολή κομμουνιστικών και ναζιστικών συμβόλων στο πλαίσιο μιας ευρύτερης διαδικασίας «αποκομμουνιστικοποίσης». Ένα χρόνο πιο πριν «οι υπουργοί εξωτερικών της Ουγγαρίας, της Λιθουανίας, της Λετονίας, της Ρουμανίας, της Τσεχίας και της Βουλγαρίας, ζήτησαν να απαγορευτεί στην ΕΕ η χρήση των κομμουνιστικών συμβόλων. Επίσης ζήτησαν η άρνηση των εγκλημάτων του Κομμουνισμού, να διώκεται με τον ίδιο τρόπο που διώκεται η άρνηση των γενοκτονιών» Στην Ουγγαρία απαγορεύτηκε η χρήση κομμουνιστικών συμβόλων, απόφαση που ήρε το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας το 2013. Ακόμα πιο πριν, το 2010, στο κοινοβούλιο της Γεωργίας οργανώθηκε συζήτηση για την απαγόρευση των κομμουνιστικών συμβόλων.
Ωστόσο, θεωρώ ότι σημαντικότερη ακόμα και από την προσπάθεια της απαγόρευσης των κομμουνιστικών συμβόλων είναι η προσπάθεια επανεγγραφής της ιστορικής μνήμης. Μια σημαντική στιγμή αυτής της προσπάθειας ήταν ο ορισμός της 9ης Μαΐου όχι ως ημέρας της νίκης κατά του ναζισμού (Victory Day), αλλά ως ημέρα εορτασμού της Ευρώπης, ήτοι ως «Europe day», κι όχι έστω ως EU day όπως θα έπρεπε να ήταν. Κι αυτό διότι η μεγάλη συμβολή της ΕΣΣΔ, όπως και συνολικά του κομμουνιστικού κινήματος, στη νίκη του ναζιστικού τέρατος είναι ένα γεγονός που όχι μόνο δεν μπορεί να παρακαμφθεί από κανέναν, ιδιαίτερα τους ηγέτες της Δύσης εκείνη την εποχή, αλλά είναι και κάτι που ενοχλεί τη σημερινή Δύση για πολλούς λόγους.
Σε κάποιους εγείρει ενοχές, αλλά κυρίως κάνει δύσκολη την ταύτιση της ΕΣΣΔ με τη ναζιστική Γερμανία, όσα λάθη κι αν έγιναν ή αρνητικά πολιτικά φαινόμενα υπήρξαν πριν ή μετά τη νίκη. Η ΕΣΣΔ ήταν η χώρα που πλήρωσε τη μερίδα του λέοντος σε συνολική πολεμική προσπάθεια για την ήττα του φασισμού. Η συμβολή αυτή είναι αποτυπωμένη όχι μόνο στην επιστημονική παραγωγή αλλά και στην καλλιτεχνική.
Ωστόσο όσο κι αν δεν θέλουν, όσο κι αν προσπαθούν οι σημερινοί νεοφιλελεύθεροι και νεοσυντηρητικοί ηγέτες της Δύσης, ορισμένοι εκ των οποίων φλερτάρουν με την ακροδεξιά, όπως ο Μακρόν, ο Όρμπαν, η Μελόνι κ.ά. η Οκτωβριανή επανάσταση χαίρει αναγνώρισης από μεγάλο φάσμα ιστορικών, κοινωνιολόγων, πολιτικών επιστημόνων, αλλά και πολιτικών ανά τον κόσμο. Πολλοί την θεωρούν ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της ανθρώπινης ιστορίας και πάντως το σημαντικότερο γεγονός του 20ου αιώνα.
Βέβαια, κάθε πλευρά στο πεδίο της ιστορίας, της πολιτικής, της φιλοσοφίας, της τέχνη κοκ. θεωρεί σημαντική την επανάσταση του Οκτώβρη 1917 για τους δικούς της λόγους.
Όμως γιατί είναι σημαντική κατά την άποψή μου για τους αριστερούς- ενός μεγάλου φάσματος της αριστεράς;
Καταρχάς η Οκτωβριανή επανάσταση επιβεβαίωσε τη θέση του μαρξισμού ότι την ιστορία τη δημιουργούν οι μάζες. Οι προσωπικότητες, τα πρόσωπα που παίζουν ρόλο κλειδί, ρόλο ηγετικό στα μεγάλα ιστορικά γεγονότα, χωρίς να είναι διόλου ασήμαντη η συμβολή τους, είναι οι ευαίσθητες κεραίες που συλλαμβάνουν και κάνουν πράξη τις τάσεις της εποχής. Δίνουν ώθηση και συμβολή με το δικό τους μοναδικό ταλέντο, στις τάσεις της εποχής κι έτσι γίνονται η προσωποποιημένη έκφραση αυτών των τάσεων, αλλά και των μαζών που εμπλέκονται σε αυτές τις τεράστιες ιστορικές μετατοπίσεις.
Επιπλέον, η Οκτωβριανή επανάσταση επιβεβαίωσε τη θέση του Μαρξ και του Λένιν ότι η σοσιαλιστική επανάσταση, η μεγάλη αυτή βαθιά κοινωνικο-πολιτική και οικονομική αλλαγή και όχι απλά η κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων είναι αναπόφευκτη. Άλλωστε είχε προηγηθεί η παρισινή κομμούνα και οι αστικές εξεγέρσεις, με αρκετά ωστόσο εργατικά αιτήματα, του 1848.
Η Οκτωβριανή επανάσταση έδειξε ακόμα ότι μπορεί να υπάρξει κοινωνία χωρίς ατομική ιδιοκτησία. Κάτι το οποίο ήταν και παραμένει αδιανόητο για τους συντηρητικούς, τους φιλελεύθερους ειδικά, αλλά και τους σοσιαλδημοκράτες. Έδειξε ακόμα ότι η συνεργασία, η αλληλεγγύη, η συντροφικότητα στις κοινωνικές σχέσεις είναι πιο ισχυρή από την επιδίωξη του ατομικού κέρδους έναντι όλων των άλλων. Κατάργησε στην πράξη την αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι λύκος για τον άλλον άνθρωπο. Μπορεί τα κράτη στον υπαρκτό σοσιαλισμό να απέκτησαν τεράστια δύναμη και να την χρησιμοποίησαν για να περιορίσουν κάποιες φορές ορισμένες ατομικές και πολιτικές ελευθερίες, ειδικά στο περιβάλλον της ψυχροπολεμικής σύγκρουσης (άλλωστε ανάλογα έγιναν και στην Ελλάδα, στη Γερμανία, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και άλλες δυτικές χώρες) ή να γνώρισαν διαφθορά. Ωστόσο ο κοινωνικός χώρος που μοιράζονταν οι πολίτες είχε απαλλαχθεί σε μεγάλο βαθμό από τη σκληρότητα, τον ανταγωνισμό, την επιβολή, τη βία, την οικονομική και σεξουαλική εκμετάλλευση.
Κάτι που επίσης είναι σημαντικό, ο Λένιν στις εργασίες του, εξήγησε συστηματικά πώς όταν οι ιδέες αρθρώνονται με οργανωμένες κοινωνικές δυνάμεις και υπό κατάλληλες συνθήκες μπορούν να αποτελέσουν ισχυρή δύναμη ιστορικών αλλαγών.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τις επικοινωνίες, ο Λένιν ήταν αυτός που αντιλήφθηκε πρώτος ότι ο Τύπος δεν είναι μόνο αγωγός σοσιαλιστικών ιδεών προς την εργατική τάξη, αλλά επίσης οργανώνει τις εργατικές μάζες. Είναι δηλαδή μια υλική δύναμη, ένα μέσο που με την υλικότητά του ξεπερνά τα όρια του «εποικοδομήματος» όπως αντιλαμβάνονταν τα Μέσα παλιότεροι μαρξιστές. Επιπλέον, εκεί που άλλοι έβλεπαν με καχυποψία τον κινηματογράφο, ή ακόμα και ως μέσο προώθησης πορνογραφικών προϊόντων, ο Λένιν είδε ένα ισχυρό μέσο προπαγάνδας, έτσι όπως οι μπολσεβίκοι αντιλαμβάνονταν την προπαγάνδα. Δηλαδή όχι ως προώθηση οποιονδήποτε ιδεών με κάθε τρόπο, ακόμα και με ψεύδη, όπως έκανε ο ναζισμός, αλλά αντίθετα ως επιμόρφωση των μαζών, ως άνοδο του μορφωτικού επιπέδου και της πολιτικής μόρφωσης εργατικών μαζών ώστε να στρατευτούν με την πλευρά της εργατικής εξουσίας.
Τα ΜΜΕ στη λειτουργία του καπιταλισμού – Ο φιλελεύθερος καπιταλισμός
Από την Οκτωβριανή επανάσταση μέχρι σήμερα οι κοινωνίες στη Δύση έχουν διανύσει μεγάλη απόσταση. Εκείνη η ιστορική στιγμή του 1917 μπορεί να αναλυθεί από πολλές πλευρές.
Στο παρών κείμενο το αναλύουμε από την πλευρά της επικοινωνίας και των ΜΜΕ. Και τούτο όχι μόνο διότι είναι το πεδίο στο οποίο έχω ειδικευθεί, αλλά κυρίως επειδή ο σύγχρονος καπιταλισμός είναι επικοινωνιακός. Είτε λόγω των ψηφιακών μέσων είτε λόγω και των προηγούμενων αναλογικών ηλεκτρονικών μέσων. Ο καπιταλισμός σήμερα είναι αδύνατος χωρίς τα ΜΜΕ, όπως ήταν αδύνατη στο παρελθόν η φεουδαρχία χωρίς την εκκλησία. Τα ΜΜΕ είναι για τον καπιταλισμό σήμερα ότι ήταν η θρησκεία για τους φεουδάρχες του παρελθόντος. Προκειμένου να γίνει αυτό κατανοητό ας κάνουμε μια σύντομη ιστορική επισκόπηση πριν έλθουμε στο σήμερα.
Κατά τον 19ο αιώνα και μέρος του 20ου τα ΜΜΕ, δηλαδή οι εφημερίδες, τα περιοδικά και άλλα έντυπα ανήκαν στο «εποικοδόμημα». Όπως προανέφερα έτσι τα αντιμετώπιζαν οι περισσότεροι από τους μαρξιστές που προηγήθηκαν.
Ως κοινωνικός σχηματισμός, ο καπιταλισμός χαρακτηρίζονταν ακόμα από τα μοντέλα εκτατικής ανάπτυξης και κερδοφορίας, γεγονός που είχε ως συνέπεια την ακραία εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και την εξαθλίωσή της. Μην ξεχνάμε ότι όχι μόνο για τους μαρξιστές, αλλά και για πολλούς άλλους που συμμερίζονταν κάποιες από τις σοσιαλιστικές ιδέες, το μεγαλύτερο πρόβλημα του 19ου αιώνα ήταν το κοινωνικό πρόβλημα, δηλαδή η εξαθλίωση της εργατικής τάξης, η οποία συχνά ξεκινούσε εξεγέρσεις, όπως η παρισινή κομμούνα το 1871 ή έπαιρνε μέρος σε αστικές εξεγέρσεις στην Ιταλία, στη Γαλλία κ.λπ. διεκδικώντας την ικανοποίηση των δικών της αιτημάτων.
Είναι γνωστό ότι οι εξεγέρσεις της εργατικής τάξης αντιμετωπίζονται κυρίως κατασταλτικά και όχι τόσο με τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους, για να χρησιμοποιήσω μια έκφραση του Αλτουσέρ, καθώς ο αναλφαβητισμός ειδικά των εργατικών στρωμάτων ήταν εξαιρετικά υψηλός και ως εκ τούτου οι περισσότεροι εργάτες δεν μπορούσαν να διαβάσουν εφημερίδες ή βιβλία.
Τα ΜΜΕ, δηλαδή τα έντυπα, επιτελούσαν επικουρικό ρόλο στην καταστολή της εργατικής τάξης. Κι επιπλέον, λόγω της εξαθλίωσης και της οριακής επιβίωσης, η εργατική τάξη δεν μπορούσε να ενταχθεί σε κανένα σχεδόν θεσμό του αστικού κόσμου, και έτσι ζούσε στα όρια του δικού της λαϊκού πολιτισμού, που περιείχε αρκετές δημοκρατικές και προοδευτικές παραδόσεις. Σε κάθε περίπτωση ο ρόλος των ΜΜΕ, δηλαδή των εντύπων, καθώς μόνο τέτοια υπήρχαν, ήταν κατ’ εξοχήν ιδεολογικός. Γι’ αυτό η αστική φύση των εντύπων εκείνης της εποχής θα βοηθήσει ώστε να είναι «κυρίαρχες ιδέες οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης», όπως έγραψαν στο έργο τους η «Η Γερμανική Ιδεολογία» οι Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς. Όμως τα πράγματα θα αλλάξουν σημαντικά στο γύρισμα του αιώνα 19ου.
Τα ΜΜΕ στη λειτουργία του οργανωμένου καπιταλισμού
Η σύνθεση και λειτουργία του καπιταλιστικού κοινωνικο-οικονομικού καπιταλισμού αλλάζει σημαντικά στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, γεγονός που έχει πολλαπλές συνέπειες. Είναι μια περίοδος εντατικής ανάπτυξης όπου η κερδοφορία και η συσσώρευση κεφαλαίου προκύπτουν όχι τόσο από τη δημιουργία διαρκώς νέων επιχειρήσεων όσο από τη οργανωτική σύνθεση και ανασύνθεση αυτών που ήδη υπάρχουν, πρωτίστως δε από την κάθετη και οριζόντια συγκέντρωση.
Έτσι εμφανίζεται ο μονοπωλιακός καπιταλισμός και περαιτέρω η σύμφυση των μονοπωλίων με το κράτος, ο κρατικο-μονοπωλιακός καπιταλισμός. Συνολικότερα αυτό εκφράστηκε με τη διαμόρφωση του καπιταλισμού ως «οργανωμένου καπιταλισμού» που χαρακτηρίζεται από την παρέμβαση του κράτους στην οικονομία, είτε στο πεδίο της σχέσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, είτε, μετά την οικονομική κρίση του 1929, και με την παρέμβαση στις σχέσεις μεταξύ των επιχειρήσεων, μεταξύ βιομηχανικού και τραπεζικού κεφαλαίου κοκ.
Κρίσιμος παράγοντας αυτού του είδους ανάπτυξης είναι (και) ο εξω- οικονομικός έλεγχος της εργατικής δύναμης τόσο εντός όσο και εκτός της σφαίρας της εργασίας και των καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Τα (έντυπα) μέσα επικοινωνίας, που εν τω μεταξύ έχουν ήδη εμπορευματοποιηθεί και έτσι έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη διείσδυση και λαϊκότροπη φυσιογνωμία, αρχίζουν να αποκτούν και ένα πιο σημαντικό πολιτικό και οικονομικό ρόλο. Στην παλέτα των ΜΜΕ θα προστεθούν σταδιακά ο κινηματογράφος (1895) και το ραδιόφωνο (1920).
Αυτά τα ΜΜΕ έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στην προπαγάνδα, καθώς ξεπερνούσαν το εμπόδιο του αναλφαβητισμού, και έτσι μπορούσαν να προσελκύσουν τις μάζες των οποίων η συμμετοχή άρχισε να γίνεται καθοριστική στις ανάγκες των πολιτικών ρυθμίσεων του βιομηχανικού καπιταλισμού της εποχής. Η αξιοποίησή τους ήταν δε σημαντική στην ανακοπή των εργατικών κινημάτων που είχε ενισχύσει η άνοδος του κομμουνιστικού κινήματος, και φυσικά αργότερα η επικράτηση της Οκτωβριανής επανάστασης, με απώτερο σκοπό να ενταχθούν και να υποταχθούν στο σύστημα, είτε με (όπως στη Γερμανία) είτε χωρίς (όπως στη Δ. Ευρώπη ΗΠΑ) σημαντικό περιορισμό των πολιτικών ελευθεριών.
Σ’ αυτή την εικόνα θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και το γεγονός ότι η σημασία των ΜΜΕ γίνεται σημαντική για το κεφάλαιο όχι μόνο στην εσωτερική πολιτική του κράτους αλλά και στην εξωτερική. Στη διαμόρφωση του κρατικο-μονοπωλιακού καπιταλισμού, η δύναμη που έχει το κράτος γίνεται εργαλείο στον ανελέητο ανταγωνισμό μεταξύ των μονοπωλίων από διαφορετικές χώρες, κάτι που θα οδηγήσει στον ιμπεριαλισμό, στη διεκδίκηση της νομής του κόσμου και στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, στην εμφάνιση «αδύναμων κρίκων» μεταξύ των καπιταλιστικών χωρών και τέλος στην Οκτωβριανή επανάσταση.
Οι ανάγκες στράτευσης των πολιτών και επιρροής επί του έμψυχου δυναμικού των αντιπάλων που δημιούργησε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος θα συμβάλλουν στην εμφάνιση μιας πλειάδας προπαγανδιστικών υπηρεσιών, τακτικών και μέσων, όπως λ.χ. στη Μ. Βρετανία και τη Γερμανία. Σ’ αυτή τη συνθήκη όμως, τα ΜΜΕ γίνονται σταδιακά όχι μόνο ένα σημαντικό εργαλείο στον πολιτικό έλεγχο των μαζών και την ένταξή τους στο σύστημα, αλλά μέσο και στην επαναστατική δράση των εργατικών κομμάτων. Ο Λένιν όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, θα διατυπώσει την ιδέα ότι ο Τύπος δεν είναι απλά αγωγός ιδεών αλλά μπορεί να λειτουργήσει και ως οργανωτής των μαζών.
Βεβαίως, η κυριαρχία της αστικής τάξης εκτός εργασίας εξασφαλίζεται ακόμα κυρίως με τη βία – συντελείται όμως και η σταδιακή ανάδυση πολλαπλών ιδεολογικών μηχανισμών.
Εμφανίζονται τα πρώτα κύματα της μαζικής πολιτιστικής κατανάλωσης, που θα αποτελέσουν ένα τεραστίας σημασίας μοχλό πολιτιστικού και ιδεολογικού ελέγχου της εργατικής τάξης και των μαζών καθ’ όλον τον εικοστό αιώνα, και με ένα άλλο τρόπο από τα τέλη του 20ου μέχρι και σήμερα. Οι δυτικές χώρες ξεκινούν να εφαρμόζουν σταδιακά την υποχρεωτική εκπαίδευση των παιδιών, που αποσκοπεί να αναπτύξει σ’ αυτά την στάση πειθαρχίας και με τον τρόπο αυτό να τα εντάξει στο παραγωγικό και κοινωνικό σύστημα. Μέρος αυτής της διαδικασία θα γίνουν και τα νέα μέσα εκείνης της εποχής που θα εμφανιστούν, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο και αργότερα η τηλεόραση (1940).
Ο κεϋνσιανικός / καταναλωτικός καπιταλισμός
Μετά την οικονομική κρίση 1929 – 1933 ο καπιταλισμός θα μπει πλέον στην πιο ανεπτυγμένη του μορφή ως οργανωμένος και ως καταναλωτικός καπιταλισμός όπου η σχέση μαζικής παραγωγής και μαζικής κατανάλωσης (τόσο της πολιτιστικής όσο και της υλικής όπως λ.χ. η εκπαίδευση και υγεία) γίνεται ο κινητήριος μοχλός της καπιταλιστικής κερδοφορίας και συσσώρευσης από τη μια και κομφορμιστικής ένταξης των εργατικών στρωμάτων στην καπιταλιστική κοινωνία (αποκήρυξη δηλαδή της προοπτικής σοσιαλιστικής επανάστασης) την οποία επιτυγχάνει η σοσιαλδημοκρατία. Σ’ αυτή την φάση, η κυριαρχία της αστικής τάξης εξασφαλίζεται μέσω της πολιτιστικής και ιδεολογικής της ηγεμονίας η οποία επιτυγχάνεται μέσω της εδραίωση της καταναλωτικής ιδεολογίας και της μαζικής κατανάλωσης, ιδιαίτερα της μαζικής πολιτιστικής κατανάλωσης και των ΜΜΕ.
Έτσι, τα ΜΜΕ παύουν πλέον να είναι μια ιδεολογική δύναμη. Γίνονται μια ισχυρή υλική δύναμη. Κάποιοι πιο τολμηροί μαρξιστές θα πουν ότι πλέον δεν ανήκουν μόνο στο εποικοδόμημα, αλλά και στη βάση. Τα ΜΜΕ εξασφαλίζουν την κυκλοφορία των εμπορευμάτων. Το κάνουν μέσω της διαφήμισης που συνοδεύει την πολιτιστική και ΜΜΕ παραγωγή, αλλά και μέσω αυτής καθαυτής της ΜΜΕ και πολιτιστικής παραγωγής, συμβάλλει ώστε αυτά να αγοράζονται και να καταναλώνονται, και κυρίως κάνει δικές του ο καταναλωτής τις αξίες και τις ιδεολογικές πεποιθήσεις που το περιβάλλουν και τις οποίες περιέχει.
Τα ΜΜΕ ελέγχονται στις ΗΠΑ από την αγορά και με τη στήριξη της πολιτικής ελίτ. Η ιδιοκτησία των ΜΜΕ από επιχειρηματικούς ομίλους, με επιχειρηματικές δραστηριότητες ακόμα και στην πολεμική βιομηχανία εκτός των άλλων κλάδων, η συνεργασία με πολιτικές ελίτ, δηλαδή τα δυο μεγάλα πολιτικά κόμματων των ΗΠΑ, και φυσικά με κατάλληλες ιδεολογικές σκευές όπως οι πηγές των ειδήσεων, η διαφήμιση και ο καταναλωτισμός, ο αντικομουνισμός κ.ά. είναι μερικά από τα εργαλεία που εξασφαλίζουν την ηγεμονία της αστικής τάξης μέσω των ΜΜΕ.
Στην Ευρώπη ο έλεγχος των ΜΜΕ είναι περισσότερο πολιτικός, γίνεται από κυβερνήσεις ή άλλους θεσμούς του κράτους και με τη στήριξη των οικονομικών ελίτ, χρησιμοποιώντας παρόμοιες ιδεολογικές σκευές όπως και στις ΗΠΑ. Εξαιρέσεις μπορούμε να συναντήσουμε κυρίως σε ορισμένες κινηματογραφικές, μουσικές, λογοτεχνικές και εικαστικές παραγωγές.
Η κατανάλωση (διαμέσου των ΜΜΕ, των πολιτιστικών προϊόντων και των δημόσιων αγαθών) εξασφαλίζει με μεγάλη σαφήνεια «εργασιακή ειρήνη» στη σφαίρα της εργασίας και παρέχει κίνητρα ενσωμάτωσης της εργατικής τάξης στο σύστημα, καθώς διατυμπανίζει τη βελτίωση της ζωής των εργαζομένων αν όχι τη δυνατότητα κοινωνικής ανόδου μέσω της διεύρυνσης της κατανάλωσης. Πέρα από αυτό εξασφαλίζει την πολυπόθητη «πολιτική σταθερότητα», στην ουσία την αποτροπή της σοσιαλιστικής επανάστασης. Κι αυτός είναι ο κομβικός ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας.
Στον κεϋνσιανικό, οργανωμένο, καταναλωτικό καπιταλισμό αναμφίβολα σημειώνεται βελτίωση της ζωής των εργατικών στρωμάτων σε σύγκριση με το παρελθόν. Σε μεγάλο βαθμό αυτή είναι συχνά (φυσικά) φαντασιακή και λιγότερο πραγματική και θα αναιρεθεί σταδιακά όταν ο οργανωμένος καταναλωτικός καπιταλισμός μπει σε κρίση από τη δεκαετία 1970 και μετά, όταν θα γίνει πιο επιθετικός τόσο στο εσωτερικό όσο και στο διεθνές περιβάλλον. Και φυσικά να αναιρεθεί προγραμματικά μετά την κατάρρευση του «ιδεολογικού μπαμπούλα», δηλαδή του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Οι τρεις μεγάλες αλλαγές στο μετα-κεϋνσιανικό καπιταλισμό
Έτσι σταδιακά προσεγγίζουμε προς το σημείο μηδέν, αν μ’ αυτό εννοήσουμε το σημείο που βρισκόμαστε σήμερα. Η κρίσιμη δεκαετία, όπως αναφέρθηκε ήταν η δεκαετία 1970- 1980. Από τότε μέχρι και σήμερα σημειώνονται τρεις μεγάλες αλλαγές, που επανακαθορίζουν με καταλυτικό τρόπο τα ΜΜΕ στη λειτουργία του καπιταλισμού. Μια κοινωνικοοικονομική, μια πολιτική και μια πολιτιστική.
Η οικονομική αλλαγή
Η πρώτη, αν και όχι άμεσα ορατή αλλαγή, αλλά πάντως πολύ σημαντική, είναι η εξάντληση του παραγωγικού μοντέλου του οργανωμένου, βιομηχανικού καπιταλισμού στο οποίο στηριζόταν το σοσιαλδημοκρατικό συμβόλαιο. Φυσικά αντίστοιχη κάμψη παρουσιάστηκε στην ΕΣΣΔ και πολλές λαϊκές δημοκρατίες. Ωστόσο, σε αντίθεση με τον υπαρκτό σοσιαλισμό που δεν μπορούσε να αγγίξει τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων (αυτό θα γίνει αργότερα από την πολιτική Γκορμπατσώφ), η Δύση αντιμετωπίζει αυτή την κρίση αφενός με τη μετανάστευση των επιχειρήσεων σε χώρες με πιο φτηνό εργατικό δυναμικό και αφετέρου με τις νέες τεχνολογίες και πάνω απ’ όλα με την κατάργηση μεγάλου μέρους των κοινωνικών δικαιωμάτων που είχε θεσπίσει η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή της αστικής πολιτικής. Και φυσικά με την κατάργηση των κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων (κοινωνική ασφάλιση, παιδεία, ανθρώπινα συνταξιοδοτικά όρια, υγεία κ.ά.).
Μια νέα αρχή ρύθμισης της σχέσης κεφαλαίου και εργασίας, όπως και μεταξύ διαφόρων τμημάτων του κεφαλαίου αναδύεται: Το «δίκαιο του καταναλωτή». Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι τίθενται σε λειτουργία τρεις οικονομικοί βασικοί μηχανισμοί που όλοι μαζί οδηγούν στην οικονομική, αλλά και την ιδεολογική κυριαρχία της αγοράς ως μοντέλου οικονομικής πολιτικής: α) εξατομίκευση της κατανάλωσης και των εργασιακών υποχρεώσεων των εργαζομένων, β) εμπορευματοποίηση όλο και περισσότερων πρώην δημόσιων αγαθών τα οποία απολαμβάνουν, γ) ιδιωτικοποίηση της παραγωγής και διάθεσης αυτών των αγαθών τα οποία καταναλώνουν.
Η κοινωνικοπολιτική αλλαγή
Ο εργαζόμενος προτάσσεται και εκλαμβάνεται μέσω διαφόρων δημοσίων πολιτικών και πρωτίστως της οικονομικής, αλλά και ιδεολογικά, όχι πλέον ως καταπιεσμένης κοινωνικής δύναμης, που πρέπει να απελευθερωθεί και να βελτιωθεί η θέση της έστω με το σοδιαλδημοκρατικό συμβόλαιο, αλλά ως μέρος της επιχειρηματικής ομάδας, ως συνιδιοκτήτης της επιχείρησης και κατά προέκταση ως «μονομάχος» στην οικονομία, απέναντι σε άλλους εργαζόμενους που εργάζονται τόσο στην ίδια όσο και στις άλλες επιχειρήσεις.
Κι αυτό προτάσσεται ως οδός κοινωνικής ανόδου, κινητικότητας. Σειρά ρυθμίσεων σπρώχνουν τους εργαζόμενους να λειτουργούν αφενός ως επιχειρηματίες και αφετέρου ως ακόμα πιο φανατικοί κυνηγοί του καταναλωτικού ονείρου, χωρίς αλληλεγγύη, χωρίς αμοιβαιότητα, με μοναδικό σκοπό και κριτήριο την ατομική προβολή, την ατομική απόλαυση και κυριαρχία έναντι των άλλων.
Ο εργαζόμενος ωθείται να ενεργεί ως καταναλωτικός λύκος απέναντι στους άλλους. Αυτό που δεν μπορούσε να κάνει στην αρχή ο υπαρκτός σοσιαλισμός το έκανε με άνεση η Δύση. Η ηγεσία της ΕΣΣΔ και άλλων λαϊκών δημοκρατιών θα μιμηθούν, αλλά με ποιοτική και χρονική απόσταση στη δεκαετία 1980 τις αλλαγές της Δύσης οι οποίες θα επιφέρουν το τέλος της πορείας που χάραξε η Οκτωβριανή Επανάσταση.
Μέσω της πολιτικής κυριαρχίας των ΗΠΑ και της Δύσης, αλλά και των επιχειρήσεων που μετανάστευσαν δίνοντας ώθηση στη νέα φάση της παγκοσμιοποίησης, ο καπιταλισμός επιδιώκει οικουμενική κυριαρχία, επιδιώκει να είναι το τελευταίο στάδιο των μεγάλων ιστορικών μεταβολών, καθώς και το πολιτισμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο απορροφώνται όλοι οι άλλοι εθνικοί και τοπικοί πολιτισμοί.
Αναγορεύει εαυτόν ως παγκόσμιο μέτρο στην οικονομία, στην πολιτική και τα δικαιώματα, στον πολιτισμό, τις αξίες και τις νοοτροπίες, και απόκλιση από το μέτρο του βέλτιστου κάθε προσπάθεια διαφοροποίησης. Το δυτικό μοντέλο επεκτείνεται παγκοσμίως είτε με τη μίμηση, είτε με την υποταγή είτε με την επιβολή. Τα ΜΜΕ, οι πολιτιστικές βιομηχανίες συνολικά, ιδιαίτερα τα διεθνή ΜΜΕ όπως λ.χ. το CNN, και οι παγκόσμια εξαπλωμένες δυτικές εταιρείες γίνονται μια από τις ατμομηχανές αυτής της αλλαγής.
Μέρος και αρχή αυτής της διαδικασίας σε διεθνές επίπεδο ήταν η επιθετική στάση που άρχισε ξανά να ακολουθεί η Δύση, και κυρίως οι ΗΠΑ, στις διεθνείς σχέσεις, γεγονός που οδήγησε σε οξεία αναθέρμανση του Ψυχρού Πολέμου με την εγκατάσταση πυραυλικών συστημάτων στη Δ. Ευρώπη, τον «Πόλεμο των άστρων» κ.ά. Η πορεία αυτή ενίσχυσε τη θέση των ΗΠΑ στον δυτικό κόσμο και άσκησε στρατηγική και οικονομική πίεση στη ΕΣΣΔ. Τα δυτικά μέσα βοήθησαν σημαντικά με την στράτευσή τους στη σχετική προπαγάνδα (λ.χ. ταινίες Ράμπο, Ρόκυ, Τζέιμς Μποντ, αι σταθμοί όπως Ράδιο Ελευθερία, Ράδιο Ελεύθερη Ευρώπη), ειδικά σε ένα περιβάλλον οικονομικής υποχώρησης του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Πολιτιστική και επικοινωνιακή αλλαγή – η εποχή του διαδικτύου
Στη σφαίρα της επικοινωνίας συντελούνται σημαντικές αλλαγές, άλλωστε είχε πρωταγωνιστήσει στην πρόκληση οικονομικών και πολιτικών διεργασιών. Η αποκαλούμενη «εξατομίκευση», η ακραία εμπορευματοποίηση και η ιδιωτικοποίηση πρώην κρατικών και ραδιοφωνικών σταθμών ή εμφάνιση νέων εμπορικών (λ.χ. TF1 στη Γαλλία, RTL και Pro7 αστη Γερμανία, MEDIASET στην Ιταλία, Antenna και Mega στην Ελλάδα, Sigma στην Κύπρο κ.ά.) είναι ένα πρώτο υλικό αποτέλεσμα.
Σε επίπεδο περιεχομένου, η ανάδυση της ενημερωδιασκέδασης, της φτηνής ψυχαγωγίας χωρίς όρια, της αποπολιτικοποίησης της πολιτικής και της δημόσια ζωής και της διαδικασίας λήψης των σχετικών αποφάσεων, ο πολιτισμικός και πολιτικός ρατσισμός και ξενοφοβία προς τις μη δυτικές χώρες, αλλά και τις λιγότερο αναπτυγμένες δυτικές, ο πολιτικός και πολιτιστικός αντικομουνισμός και αργότερα η ισλαμοφοβία και η ρωσοφοβία, συχνά η χυδαιότητα και η καλυμμένη πορνογραφία γίνονται σημαντικές τάσεις στα δυτικά ΜΜΕ.
Όμως η μεγαλύτερη πολιτιστική αλλαγή είναι η ανάδυση και η σταδιακή κυριαρχία του διαδικτύου. Το διαδίκτυο ξεκίνησε ως τεχνολογική προσπάθεια να αντιμετωπίσουν οι ΗΠΑ την περισσότερο προηγμένη στην διαστημική επιστήμη και τεχνολογία ΕΣΣΔ, αλλά σταδιακά έγινε το μέσο της οικονομικής και πολιτιστικής κυριαρχία του παγκοσμιοποιημένου, δυτικότροπου και κυρίως αμερικανότροπου ψηφιακού καπιταλισμού.
Το διαδίκτυο δεν είναι μόνο (ή τόσο), οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης που αποτελούν πεδία επιχειρηματικής δράσης κατ’ εξοχήν αμερικανικών επιχειρήσεων και μέσα επικοινωνίας και ψυχαγωγίας για τους χρήστες τους. Πριν απ’ όλα και πάνω απ’ όλα το διαδίκτυο είναι η τεχνολογική, οργανωτική και επικοινωνιακή προϋπόθεση του παγκόσμιου καπιταλισμού, ακριβέστερα των παγκόσμιων εταιρειών. Χωρίς το διαδίκτυο δεν μπορούν να συντονιστούν και να λειτουργήσουν οι παγκόσμιες εταιρείες. Ταυτόχρονα, το διαδίκτυο είναι ένα τεχνολογικό μέσο με το οποίο μπορεί να μειωθεί η τιμή της εργατικής δύναμης και έτσι η φτωχοποίηση της εργατικής τάξης, ιδιαίτερα της διανοητικής, αυτής του λευκού κολάρου.
Το διαδίκτυο μπορεί να προσφέρει σε ψηφιακή μορφή και έτσι σε πολύ πιο χαμηλή τιμή ή και δωρεάν, ψηφιακά έκδοχα των επικοινωνιακών και πολιτιστικών εμπορευμάτων με τα οποία συντελούνταν παλιότερα η διευρυμένη κατανάλωση της εργατικής τάξης και έτσι συντηρούνται το όνειρο της κοινωνικής ανόδου που υπόσχονταν η καταναλωτική ιδεολογία. Πλέον, μουσική, κινηματογράφος, επισκέψεις σε μουσεία, λογοτεχνία, το θέαμα του χορού, ειδήσεις, ακόμα και εκπαίδευση ή υγειονομική περίθαλψη κοστίζουν το υποπολλαπλάσιο όταν προσφέρονται σε ψηφιακή μορφή μέσω διαδικτύου.
Αυτό επιτρέπει στο κεφάλαιο να πραγματοποιεί μεγάλες περικοπές ή έστω στασιμότητα στις αμοιβές των εργαζομένων χωρίς να χάνουν κάτι από τη διευρυμένη κατανάλωση, αντίθετα τώρα γίνεται πιο πλούσια μέσω του κυβερνοχώρου και έτσι αυτή εξακολουθεί να παραμένει ενταγμένη στο σύστημα της καπιταλιστικής κοινωνίας. Το κεφάλαιο τώρα μπορεί να κερδίσει από αυτές τις περικοπές προκειμένου να εμπλουτίσει τη συσσώρευση κεφαλαίου και έτσι να ριχτεί πιο ενισχυμένο στον παγκόσμιο ανταγωνισμό προκειμένου να εξασφαλίσει ακόμα μεγαλύτερα, παρασιτικά κέρδη. Υπό την έννοια αυτή το διαδίκτυο γίνεται το επικοινωνιακό ισοδύναμο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, ενώ οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης συχνά λειτουργούν ως ψηφιακά καφενεία εκτόνωσης της κοινωνικοπολιτικής, ταξικής εντέλει δυσαρέσκειας και καταπιεσμένων σκέψεων και συναισθημάτων.
Ένας κόσμος που αλλάζει – τι συμβαίνει με τα ΜΜΕ;
Με άλλα λόγια, η διαδρομή που διανύσαμε μετά την κατάρρευση του οργανωμένου καπιταλισμού και την εδραίωση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού μας φέρνει μπροστά σε έναν κόσμο που πλέον διέρχεται μια μεγάλη αλλαγή, την πρώτη μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Στην περιοχή της οικονομίας, η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση οδηγεί στην ανάδυση νέων κέντρων παγκόσμιας οικονομικής ισχύος όπως η Ρωσία, η Κίνα, η Ινδία, τα οποία πλέον δεν μπορούν να ελέγξουν οι δυτικές χώρες που τα δημιούργησαν στην προσπάθειά τους να τα εκμεταλλευτούν. Οι BRICS, ο οργανισμός της Σαγκάης, ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας, και άλλες παρεμφερείς συνεργασίες, η επαναφορά δασμών στην αμερικανική οικονομία και άλλες δυτικές χώρες για τα κινεζικά προϊόντα είναι ορισμένα από τα αποτελέσματα αυτής της αλλαγής.
Στην περιοχή της πολιτικής οι παλιές μεγάλες καπιταλιστικές χώρες και κυρίως οι ΗΠΑ αν δεν έχουν απωλέσει, έχουν στερηθεί ένα μεγάλο μέρος της ηγεμονίας που διέθεταν παλιότερα όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στην πολιτική.
Μετά το 1989 οι ΗΠΑ βομβάρδιζαν όποτε ήθελαν όποια χώρα ήθελαν, κατέβαζαν κυβερνήσεις όποτε ήθελαν σε όποια χώρα διάλεγαν. Ήδη από το 2006 είχαν περιγράψει με σαφήνεια στη Νέα Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας (NSS) τις χώρες που επρόκειτο να πλήξουν. Ιράκ, Συρία, Λιβύη, Ιράν, Κορέα κ.ά. Ο πόλεμος στην Ουκρανία αλλά και στη Γάζα δείχνει πως η διαδικασία αυτή έχει πληγεί σοβαρά. Αυτό πιθανότατα να είναι και ο λόγος της όξυνση της επιθετικότητας των μεγάλων καπιταλιστικών χωρών και ιδιαίτερα των ΗΠΑ.
Ενώ η αμερικανική οικονομία εισέρχεται σε φάση νέας κρίσης, ενώ η οικονομία των χωρών της ΕΕ και κυρίως της Γερμανίας έχει μπει σε αρνητική τροχιά, η εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία και στη Γάζα δείχνει πως αυτές οι χώρες εντείνουν την πολεμική σύγκρουση.
Ανησυχητικές ιδιαίτερα είναι ενδείξεις σύμφωνα με τις οποίες θέλουν να παρασύρουν κάποιοι την εξ’ συστάσεώς ουδέτερη Κυπριακή Δημοκρατία στα γρανάζια της πολεμικής μηχανής του ΝΑΤΟ. Στο εσωτερικό των δυτικών χωρών κορυφώνεται η πόλωση, όπως έδειξε η προεκλογική αντιπαράθεση για την ανάδειξη Προέδρου τις ΗΠΑ κατά τις τελευταίες τρεις αναμετρήσεις.
Τέλος όπως πριν έναν αιώνα, επιστρέφει η ακροδεξιά, όχι μέσω προσωπικοτήτων και πολιτικών κέντρων της κορυφής, αλλά μέσω κινημάτων με λαϊκή βάση. Αυτή τη φορά η ακροδεξιά δεν φοράει τη στρατιωτική στολή του ναζισμού ή του φασισμού αλλά το φτηνό κουστούμι της εταιρείας στην οποία εργάζονται ως μονομάχοι οι εργαζόμενοι, που τώρα τους δείχνουν ως εχθρούς όχι τους εβραίους αλλά τους μετανάστες και φυσικά πάντα τους αριστερούς.
Σε παλιότερες μορφές του φασισμού οι κοινωνίες ήταν οργανωμένες και λειτουργούσαν ως στρατώνες. Στις σύγχρονες ως εταιρείες. Όπου αυτό δεν αρκεί ενεργοποιείται και η στρατιωτική μορφή του φασισμού. Έτσι ο νέος φασισμός, ο φασισμός εταιρικού τύπου συνεργάζεται με τον παλιό φασισμό στρατιωτικού τύπου.
Στην κοινωνική σφαίρα νέες ανισότητες εμφανίζονται, οι παλιές εντείνονται και η δομική φτώχεια, ήτοι η διαμόρφωση ενός υψηλού ποσοστού του πληθυσμού που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, γίνεται σταθερό σημείο αναφοράς. Οι εξελίξεις αυτές συνοδεύονται από την ένταση της μετανάστευσης, όχι μόνο από τις αναπτυσσόμενες χώρες προς της ανεπτυγμένες, αλλά και από τις ανεπτυγμένες προς άλλες λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες της Ασίας ή του ευρωπαϊκού Νότου. Και τέλος ο κατακερματισμός της κοινωνίας ανισοτήτων μέσα στο πέλαγος της παγκοσμιοποίησης.
Όλα αυτά διαμορφώνουν μια εξαιρετικά εύφλεκτη ύλη που μπορεί να αναφλεγεί με την παραμικρή αφορμή τόσο στο εσωτερικό, όπως λ.χ. στη Γαλλία με το κίνημα των κίτρινων γιλέκων, τα ακροδεξιά πογκρόμ στη Ν. Βρετανία, τα κινήματα των αγανακτισμένων παλιότερα κ.λπ., όσο και στο εξωτερικό, όπως στη Γάζα, στη Γεωργία και αλλού.
Τέλος στη σφαίρα του πολιτισμού εξ ίσου σημαντικές εξελίξεις λαμβάνουν χώρα. Με αφορμή την καραντίνα εντάθηκε η κατοικιοποίηση της ζωής (η εκ του μακρόθεν και από το σπίτι εργασία, σπουδές, αγορές, ψυχαγωγία, επικοινωνίες κ.λπ.). Η διεύρυνση της πολιτικής απάθειας, η κυριαρχία κακής ποιότητας πολιτιστικών και επικοινωνιακών προϊόντων που εκρέουν μίσος, ρατσισμό, υποτίμηση του άλλου και της ανθρώπινης ζωής, περιφρόνηση για το αυθεντικά λαϊκό και εκείνο που δεν ανήκει στον επίζηλο αστικό κόσμο κοκ, επίσης είναι μερικές από τις τάσεις στο σύγχρονο καπιταλισμό.
Την ίδια στιγμή καταγράφεται μια νεοφιλελεύθερη αντιδραστική στάση των ελίτ στην περιοχή της επικοινωνίας και των ΜΜΕ. Πιο συγκεκριμένα από το 2018 (αλλά πιο πριν βήμα – βήμα) εισάγεται λογοκρισία στο διαδίκτυο με τη συνεργασία των εταιρειών που κατέχουν τις πλατφόρμες με τις κυβερνήσεις. Οι ίδιες οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης προβαίνουν σε συστηματική αφαίρεση ανεπιθύμητων πολιτικά αναρτήσεων, ενώ συνολικά τα ΜΜΕ ακολουθούν στάση απόκρυψης γεγονότων, πράξεων και σκέψεων τις οποίες θεωρούν ότι συνιστούν πολιτική απειλή.
Κλιμακώνεται η περιστολής μιας βασικής αστικής ελευθερίας αυτής της «ελευθερίας του Τύπου» με ποικίλους τρόπους: επιθέσεις σε δημοσιογράφους, αποκλεισμός τους από την πληροφορία, προσαγωγές, συλλήψεις, μηνύσεις και δίκες, δυσφήμιση, ακόμα και δολοφονίες, όπως την Ελλάδα, τη Μάλτα, τη Σλοβακία και τη Βουλγαρία. Τα εναλλακτικά ΜΜΕ αποκλείονται ποικιλοτρόπως από την επίσημη ενημέρωση των χωρών.
Μια παγκόσμια βιομηχανία παραποιημένων ειδήσεων εξαπλώνεται και χειραγωγεί τους πολίτες και την ίδια ώρα πολλοί οργανισμοί που αυτοαποκαλούνται οργανισμοί ελέγχου της αξιοπιστίας των ειδήσεων ενεργούν μονομερώς διαψεύδοντας ειδήσεις ορισμένης πλευράς αφήνοντας τις παραποιημένες ειδήσεις άλλων πλευρών να συνεχίζουν. Είναι δηλαδή πολιτικά στρατευμένοι και μετέχουν σε μια νέα μορφή προπαγάνδας, αυτής που φορά το ένδυμα του fact- checking.
Γίνεται εντατική χρήση ιδεολογικών σκευών – διαζευκτικών μεν, αλληλοσυμπληρούμενων συχνά δε, όπως ο εθνικιστικός ρατσισμός, η ρητορική περί «Ισλαμικής τρομοκρατίας, η αριστεροφοβία, η ρωσοφοβία, ο νεοφιλελεύθερος δικαιωματισμός που σωστά εστιάζει στην καταπολέμηση της οριζόντιας ανισότητας (φύλο, φυλή, σεξουαλικές ταυτότητες κ.λπ.) αλλά κάνει σαν να μην υπάρχει εκείνη η ανισότητα που προέρχεται από την ταξική διαίρεση της κοινωνίας, και έτσι στη μάχη κατά των ανισοτήτων εν τέλει το πρώτο λειτουργεί ως συγκάλυψη του.
«Τι να κάνουμε;»
Ένα από τα διδάγματα του Οκτώβρη αλλά και της μαρξιστικής θεωρίας είναι ότι η αριστερά δεν μπορεί και δεν πρέπει να επαναπαύεται στη θεωρητική μόνο ανάλυση όσο σωστή και να είναι. Πρέπει να προσπαθεί έμπρακτα να αλλάξει τον κόσμο. Αυτό διατυπώθηκε με υπέροχο τρόπο στο ερώτημα όπως το έθεσε ο Λένιν: Τι να κάνουμε. Αν λοιπόν υπάρχει χώρος να διατυπωθούν προτάσεις σχετικά με το τι μπορεί να κάνει η αριστερά στα ζητήματα που αφορούν τα ΜΜΕ, την επικοινωνία, αλλά και πέρα από αυτήν, θα έλεγα συνοπτικά τα εξής.
- θα πρέπει η αριστερά να επιδιώκει να έχει διαρκή παρουσία στα ΜΜΕ, αλλά χωρίς να πέφτει στην παγίδα των συστημικών Μέσων – είναι ελεγχόμενη. Θα πρέπει να ελέγχει η ίδια αυτή τη συμμετοχή. Όχι να ελέγχεται κατά τη διάρκεια αυτής της συμμετοχής.
- θα πρέπει να αξιοποιεί τα νέα μέσα, όπως και τα παλιά αλλά να μην περιορίζεται σε αυτό. Τα μέσα είναι χρήσιμα για την αριστερά μόνο όταν συνδυάζονται με την εκτός ΜΜΕ δράση. Πολύ περισσότερο δεν μπορεί να είναι η αριστερά ένα κόμμα του διαδικτύου. Θα είναι απόλυτα ελεγχόμενη.
- πρέπει να αντιμετωπίσει ένα σύγχρονο φαινόμενο στα ΜΜΕ που είναι ο κατακερματισμός κοινού. Έτσι θα πρέπει να διαθέτει περισσότερα και περισσότερο διαφοροποιημένα Μέσα που απευθύνονται σε διαφορετικά ακροατήρια με το ιδιαίτερο περιεχόμενο που αρμόζει κάθε φορά. Ειδήσεις, ντοκιμαντέρ, μουσική και άλλα καλλιτεχνικά είδη κοκ.
- θα πρέπει να αξιοποιήσει τη μάχη της ενημέρωσης και της προπαγάνδας περισσότερο και περισσότερους «λοχαγούς» της πειθούς. Δεν πρέπει να περιμένει τον ΓΓ ή το πολιτικό γραφείο ή άλλες πολιτικές κορυφές να ενεργήσουν, να ξεκινήσουν τη δράση. Ταυτόχρονα δεν πρέπει ποτέ να ξεχνά η αριστερά ότι δεν χρειάζεται τρολς. Τα τρολς δεν είναι πρακτική που αρμόζει στην αριστερά, είναι πρακτική των αστικών κομμάτων και επί της ουσίας είναι ακροδεξιάς κοπής.
- η αριστερά πρέπει να θυμάται ότι προπαγάνδα δεν είναι μόνο η πολιτική ανάλυση. Η πολιτική ανάλυση και μόνο είναι βαρετή
- και αναποτελεσματική. Χρειάζονται και άλλα: ντοκιμαντέρ, μουσική, διάφορα άλλα καλλιτεχνικά είδη κοκ. Σημαντική δε είναι η οπτικοποίηση. Ζούμε σε ένα πολιτισμό της εικόνας και είμαστε περισσότερο εξοικειωμένοι πλέον με αυτό.
- η αριστερά πρέπει να κρατά ψηλά τη σημαία και τη δράση υπέρ της ελευθερίας του Τύπου. Πρόκειται για μια αστική αξία μεγάλης όμως σημασίας για τη διεύρυνση της δημοκρατίας και τελικά για τη σοσιαλιστική αλλαγή της κοινωνίας. Και πρέπει να τη διαφυλάξει τόσο πριν όσο και μετά από αυτήν την αλλαγή, δίνοντας τη δυνατότητα για ελευθερία του Τύπου πραγματικά σε όλους και όχι μόνο στις ελίτ και τα αστικά συγκροτήματα.
- • η αριστερά πρέπει να επιδιώκει να έχει διαρκώς την πρωτοβουλία των κινήσεων. Για το σκοπό αυτό πρέπει να δημιουργεί διαρκώς επικοινωνιακά γεγονότα και όχι να περιμένει το ημερολόγιο ή πρωτοβουλίες άλλων να δώσουν την ευκαιρία να μιλήσει.
- η αριστερά πρέπει να επαναφέρει στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου τα μεγάλα θέματα, τα ιδεολογικά. Όχι μόνο τα τρέχοντα πολιτικά της κεντρικής πολιτικής σκηνής ή της εφαρμοσμένης πολιτικής. Και φυσικά πρέπει να μένει έξω από το πολιτικό κουτσομπολιό. Αν κάπου πάσχει περισσότερο η αριστερά εδώ και χρόνια είναι στον τομέα της ιδεολογίας. Στον τομέα του μεγάλου οράματος. Αν δεν επεξεργαστεί ένα τέτοιο, κι αυτό θέλει πολλή, ανοιχτή και χωρίς προκαταλήψεις και προ-ιδεασμούς δουλειά, θα επικρατούν στην πολιτική οι διαχειριστικές φωνές και διαρκώς θα χάνει από αυτές.
- θα πρέπει να επιχειρήσει η αριστερά τη δημιουργία εναλλακτικών δικτύων. Τα αριστερά κόμματα ποτέ δεν ήταν μόνο χώροι ανταλλαγής και διάδοσης πολιτικών ιδεών, αλλά και υλικής και κάθε μορφής αλληλεγγύης. Έτσι άλλωστε άντεξε σε δυσκολότερες εποχές διώξεων και φυλακίσεων.
- • θα πρέπει να καταβάλει κάθε προσπάθεια να αξιοποιεί τις νέες τεχνολογίες. Εδώ και λίγο καιρό έχουν ξεκινήσει φρενήρεις συζητήσεις και ενέργειες για την αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης. Νομίζω ότι η αριστερά δεν έχει ακόμα καν αντιληφθεί της σημασία της τόσο ως πηγή κινδύνων όσο και ως εργαλείο πολιτικής δράσης.
- η αριστερά θα πρέπει να βγαίνει όσο περισσότερο και όσο πιο συχνά μπορεί από τα στενά παπούτσια του εθνικού κράτους. Η διεθνοποίηση ήταν πάντα ένα από τα όπλα της αριστεράς, που πλέον έχει περάσει σε μεγάλο βαθμό στον έλεγχο της αστικής τάξης. Θεωρώ ότι αριστερά θα πρέπει να ξεπεράσει και τον ταξικό της αντίπαλο και τον εαυτό της στον τομέα αυτό. Θα πρέπει να επιδιώξει μεγαλύτερη διεθνοποίηση της επικοινωνιακής δράση και αντίστροφα
1 Ομιλία στην Ημερίδα που διοργανώθηκε από το ΑΚΕΛ και το Ινστιτούτο Ερευνών ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ προς τιμήν της Οκτωβριανής Επανάστασης με θέμα: «Η Αριστερά στο παγκόσμιο σκηνικό του 21ου αιώνα», Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2024.
Παρακολουθείστε την ομιλία του Γιώργου Πλειού στην ημερίδα που διοργανώθηκε από το ΑΚΕΛ και το Ινστιτούτο Ερευνών ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ προς τιμήν της Οκτωβριανής Επανάστασης με θέμα: «Η Αριστερά στο παγκόσμιο σκηνικό του 21ου αιώνα», Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2024.