Ομιλία Γενικού Γραμματέα Κ.Ε. Στέφανου Στεφάνου στο 3ο Φόρουμ Οικονομίας
Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2024 και ώρα 09:15, Hilton Λευκωσίας
Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Σας καλωσορίζω στο 3ο Φόρουμ Οικονομίας που διοργανώνει το ΑΚΕΛ, κάτω από τον τίτλο: «Δυνατή Οικονομία για όλους, βιώσιμη, κοινωνικά προσανατολισμένη».
Είμαι βέβαιος ότι και φέτος τα θέματα που έχουμε επιλέξει για το Φόρουμ Οικονομίας θα δώσουν την ευκαιρία στους εισηγητές να σκιαγραφήσουν την κατάσταση της κυπριακής οικονομίας και της κοινωνίας, να κάνουν εισηγήσεις και να καταθέσουν προτάσεις για μια εύρωστη και βιώσιμη οικονομία η οποία με επάρκεια να στηρίζει την ευημερία της κοινωνίας.
Θέλω να ευχαριστήσω τους εισηγητές στο Φόρουμ, καθώς επίσης και όλους εσάς που ανταποκριθήκατε στην πρόσκλησή μας για να το παρακολουθήσετε.
Φίλες και φίλοι,
Προτού καταθέσω τις απόψεις και εκτιμήσεις μας για την οικονομία επιτρέψετέ μου ένα πρώτο πολιτικό σχόλιο. Το ΑΚΕΛ έχει πλήρη αντίληψη του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου πολιτικού και οικονομικού χάρτη. Γνωρίζει πολύ καλά πού βρίσκεται και έχει τα αντανακλαστικά να προσαρμόζεται στις συνθήκες, στις απαιτήσεις και τα δεδομένα των καιρών χωρίς βέβαια να αρνείται τον εαυτό του. Η οικονομική πολιτική βρίσκεται στον πυρήνα της γενικότερης πολιτικής παρέμβασης του ΑΚΕΛ στην κοινωνία αναγνωρίζοντας ότι η οικονομία αποτελεί τη βάση του κρατικού και θεσμικού εποικοδομήματος, αλλά και τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η κοινωνία. Διαχρονικά το ΑΚΕΛ διατηρεί κανάλια επικοινωνίας και διαλόγου με τους κοινωνικούς εταίρους και τους πρωταγωνιστές της οικονομικής δραστηριότητας έχοντας μια ολοκληρωμένη ρεαλιστική πολιτική πρόταση που συμπεριλαμβάνει τον άνθρωπο και τις ανάγκες του. Γιατί η οικονομία δεν είναι μόνο αριθμοί ούτε και μπορεί να εξετάζεται αποκομμένη από την κοινωνία.
Αυτό άλλωστε σθεναρά υποστηρίζει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ο οποίος θεωρεί απαραίτητη την άρρηκτη σύνδεση της οικονομίας και της κοινωνίας ευθαρσώς διατυπώνοντας τη θέση ότι η οικονομική ανάπτυξη πρέπει να στηρίζει την κοινωνική ευημερία και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Για να μπορούν να συμβαδίζουν οικονομία και κοινωνία, ο ΟΟΣΑ υποδεικνύει πέντε στρατηγικούς άξονες:
- Την περιεκτική ανάπτυξη, που σημαίνει ότι αυτή πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλα τα κοινωνικά στρώματα, να μειώνει τις ανισότητες και να ενισχύει την κοινωνική συνοχή. Με άλλα λόγια, ανάπτυξη για όλους και όχι για τους λίγους και προνομιούχους.
- Την επένδυση σε κοινωνικές υποδομές όπως η εκπαίδευση, η υγεία και η κοινωνική προστασία ως προϋπόθεση για να είναι η οικονομία ισχυρή και ανθεκτική.
- Το περιβάλλον και η βιωσιμότητα (αειφορία): ο ΟΟΣΑ θεωρεί προϋπόθεση την ορθολογική διαχείριση των πόρων και την πράσινη ανάπτυξη για να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα της οικονομίας και της ανάπτυξης.
- Την εργασιακή ασφάλεια και την κοινωνική προστασία για να ενισχύονται η παραγωγικότητα και η κοινωνική σταθερότητα.
- Την καλή διακυβέρνηση, τη διαφάνεια και τους ισχυρούς θεσμούς: Αυτό το κεφάλαιο ο ΟΟΣΑ το θεωρεί κρίσιμο για τη θετική και βιώσιμη σχέση μεταξύ οικονομίας και κοινωνίας.
Συνήθως, όταν συζητούμε για την οικονομία περιοριζόμαστε σε μια αριθμοκεντρική προσέγγιση για να αξιολογήσουμε την κατάστασή της. Παραθέτουμε στατιστικές και δείχτες που ομολογουμένως είναι χρήσιμοι. Όμως αυτή η προσέγγιση έχει -κατά την άποψή μου- δύο βασικές αδυναμίες:
- Δεν σκιαγραφεί ολόκληρη την εικόνα της οικονομίας, αφού πολλές δομικές αδυναμίες και συστημικά προβλήματα μένουν έξω από τη συνολική εικόνα ή περνούν σε δεύτερο πλάνο.
- Υποτιμάται και συνήθως τίθεται εκτός αξιολόγησης η σχέση μεταξύ οικονομίας και κοινωνίας.
Χρησιμοποιώντας την προσέγγιση του ΟΟΣΑ για την αξιολόγηση της κυπριακής οικονομίας μπορούμε να έχουμε μια σφαιρική αντίληψη για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Μ’ αυτήν αναδεικνύονται οι προκλήσεις και τα διακυβεύματα που βρίσκονται ενώπιον μας, στα οποία θα πρέπει να ανταποκριθούμε έγκαιρα και αποτελεσματικά αν θέλουμε να διασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα της οικονομικής ανάπτυξης στον τόπο μας. Είναι γι’ αυτό που στην ομιλία μου θα επιχειρήσω συνοπτικά να αξιολογήσω μερικούς βασικούς τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας, μέσα από το πρίσμα των στρατηγικών αξόνων που θέτει ο ΟΟΣΑ.
Πρώτα απ’ όλα επιτρέψετέ μου να πω ότι η κυπριακή οικονομία από δημοσιονομικής άποψης βρίσκεται σε καλό επίπεδο. Το ίδιο συμβαίνει και με τον ρυθμό ανάπτυξής της. Αυτά τα θετικά στοιχεία όμως ποσώς δεν προσφέρονται για εφησυχασμό έχοντας υπόψιν αφενός, το δύσκολο περιφερειακό και διεθνές οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον και, αφετέρου, ότι η μικρή και ανοικτή κυπριακή οικονομία είναι πολύ ευάλωτη σε εξωτερικούς κινδύνους, γιατί συνεχίζει υπερβολικά να βασίζεται στον τουρισμό, τις κατασκευές και τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.
Δεν είμαστε μηδενιστές, ούτε και υποβαθμίζουμε τα επιτεύγματα της χώρας και του λαού μας. Είμαστε οι τελευταίοι που θα το κάνουμε. Από την άλλη όμως, αν θέλουμε να είμαστε προμηθείς και όχι επιμηθείς -όπως συνήθως είμαστε- πρέπει να κοιτάξουμε την πραγματικότητα και να φροντίσουμε έγκαιρα και αποτελεσματικά να προβούμε στις απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις και μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη ο τόπος για να δώσουμε την ισχυρή προοπτική που χρειάζεται η Κύπρος μας.
Για την ενίσχυση της σταθερότητας της οικονομίας και τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης, η οικονομία μας έχει ανάγκη από ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης που να προάγει την ενίσχυση νέων τομέων και, ταυτόχρονα, να επενδύει σε παραδοσιακούς τομείς του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα που ιστορικά αποδείχθηκαν σημαντικοί. Πρέπει να επενδύσουμε περισσότερο στην τεχνολογία, στην έρευνα και την καινοτομία. Χρειάζεται να προχωρήσουμε πιο αποφασιστικά και γρήγορα στην ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών που καθυστερεί και συνεχώς παρουσιάζει αστοχίες (e-justice, Ιππόδαμος). Επιβάλλεται να αντιμετωπιστούν η γραφειοκρατία και οι χρονοβόρες διαδικασίες για αδειοδοτήσεις και δικαστικά ζητήματα, όπως επίσης επιβάλλεται η μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος για να γίνει πιο εύκολο, πιο απλό και πιο δίκαιο. Χρειάζεται επίσης η αντιμετώπιση των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής που δραματικά επηρεάζει τη Μεσόγειο, η επένδυση στην εκπαίδευση και τις δεξιότητες, η βελτίωση του Συστήματος Υγείας και της κοινωνικής Πρόνοιας.
Πιο κάτω θα προσπαθήσω να σκιαγραφήσω την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση της χώρας μας με πυξίδα, όπως έχω πει, τους στρατηγικούς άξονες του ΟΟΣΑ.
- Και πρώτα ας αναφερθούμε στην κατάσταση της κοινωνίας: τα τελευταία χρόνια οι ανισότητες στη χώρα μας αυξήθηκαν όπως και τα φαινόμενα φτώχειας. Σ’ αυτό συνέτεινε πολύ η τραπεζική κρίση που προκάλεσε πολλά δημοσιονομικά και κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα, το κούρεμα καταθέσεων το κόστος του οποίου μετακυλίστηκε σε ολόκληρη την κοινωνία, καθώς και η πανδημία. Στην αύξηση των ανισοτήτων και της φτώχειας συνέτειναν επίσης πολιτικές οι οποίες εφαρμόστηκαν τα τελευταία χρόνια και οδήγησαν στη μείωση των εισοδημάτων των εργαζομένων σε αντίθεση με τα κέρδη που αυξήθηκαν, στην αποψίλωση του κοινωνικού κράτους και στην απορρύθμιση της εργασίας. Η ακρίβεια, ο πληθωρισμός και η αύξηση των επιτοκίων έκαναν ακόμα πιο δύσκολη την κατάσταση για ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, το οποίο δεν μπορεί πλέον να καλύψει τις βασικές ανάγκες του, ακόμα και να εξασφαλίσει βασικά αγαθά. Στη δύσκολη κατάσταση προστέθηκε η κατακόρυφη αύξηση των τιμών στην ενέργεια, στα ακίνητα και στα ενοίκια, δεδομένα που έκαναν απρόσιτη τη στέγη, κυρίως για τη νέα γενιά και τις νέες οικογένειες.
Είναι ισχυρή η πεποίθησή μας ότι δεν λήφθηκαν επαρκή μέτρα για την άμβλυνση των επιπτώσεων από την ακρίβεια, αλλ’ ούτε και αποφάσεις διαρθρωτικού χαρακτήρα για τη βραχυπρόθεσμη και τη μακροπρόθεσμη αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων τα οποία σοβαρά μεγεθύνθηκαν. Είναι ενδεικτικό ότι σχεδόν σε όλους τους βασικούς κοινωνικούς δείκτες η Κύπρος βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το γεγονός ότι έστω και αργοπορημένα η κυβέρνηση αποφάσισε να διαβουλευτεί για μέτρα αντιμετώπισης της ακρίβειας αποδεικνύει την ορθότητα των θέσεων του ΑΚΕΛ που για μερικά χρόνια τώρα υποδεικνύει την ανάγκη για λήψη μέτρων υποβάλλοντας συγκεκριμένες προτάσεις.
Χρειάζονται μέτρα στοχευμένα, χωρίς όμως να αποκλείονται και οριζόντια μέτρα ανάλογα με την περίπτωση. Μέτρα που να μειώνουν το κόστος του ηλεκτρισμού, των καυσίμων και των επιτοκίων, να καθιστούν προσιτή την στέγη και να βελτιώνουν την κοινωνική πολιτική του Κράτους. Αυτοί είναι οι πυλώνες μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για την ακρίβεια. Όχι ημίμετρα, όχι αποσπασματικές λύσεις.
Χρειάζονται επίσης μέτρα για βελτίωση της θέσης των εργαζομένων με την ενίσχυση των εισοδημάτων τους και τη βελτίωση των όρων εργασίας τους. Ο ΟΟΣΑ υποδεικνύει ότι όσο καλύτερα είναι τα εισοδήματα των εργαζομένων και οι όροι εργασίας τους τόσο περισσότερο αποδίδουν, αλλά και περισσότερο καταναλώνουν, γεγονός που απολήγει προς όφελος της οικονομίας. Ο κοινωνικός διάλογος για την ΑΤΑ, τον κατώτατο μισθό κι άλλα εργασιακά ζητήματα πρέπει να προχωρήσει και να ληφθούν αποφάσεις.
Μιλώντας για την κατάσταση των κοινωνικών επενδύσεων σημειώνουμε την αδυναμία της δημόσιας Παιδείας να αντιμετωπίσει αποφασιστικά τη μάστιγα της παραπαιδείας που αφαιμάσσει τον οικογενειακό προϋπολογισμό και φορτώνει με περισσό άγχος τα παιδιά μας.
Σημειώνουμε επίσης την ανάγκη για σοβαρές βελτιώσεις που πρέπει να γίνουν στο Γενικό Σχέδιο Υγείας, αρχίζοντας από την κατάρτιση ενός υγειονομικού χάρτη (capacity plan) για τον υπολογισμό των πραγματικών αναγκών της δημόσιας υγείας. Αυτό έπρεπε να γίνει από την αρχή εφαρμογής του συστήματος για να γνωρίζουμε τι πραγματικά χρειαζόμαστε, πού και πόσα πρέπει να επενδύσουμε εκκινώντας από τη στήριξη των δημόσιων νοσηλευτηρίων.
Στον χώρο της δημόσιας υγείας διαφαίνεται σοβαρός κίνδυνος δημιουργίας μονοπωλίου από τις επιθετικές αγορές νοσηλευτηρίων που προβαίνει ξένο Ταμείο. Αν συμβεί αυτό -και θα συμβεί αν δεν ληφθούν μέτρα από μέρους της Κυβέρνησης- θα δημιουρηθούν πολλά προβλήματα γιατί με τη δεσπόζουσα θέση του το μονοπώλιο θα μπορεί να επιβάλει τους δικούς του όρους ανατρέποντας τον χαρακτήρα και τη φιλοσοφία του ΓΕΣΥ σε βάρος της κοινωνίας.
Η ύπαρξη μονοπωλίων και ολιγοπωλίων σε σημαντικούς τομείς της οικονομίας, όπως στον τομέα των τραπεζών, της ενέργειας και του λιανικού εμπορίου, είναι επίσης ένα σοβαρό πρόβλημα, γιατί η ύπαρξή τους νοθεύει τον ανταγωνισμό με αρνητικές συνέπειες για τους καταναλωτές.
- Το δεύτερο θέμα που θέλω να σχολιάσω είναι για το περιβάλλον, τη βιωσιμότητα και την αειφορία: η σημασία της βιωσιμότητας και της αειφορίας αφορά πρωτίστως τις επόμενες γενιές. Αξίζει να διερωτηθούμε: φροντίζουμε για τις επόμενες γενιές;
- Φροντίζουμε για τις επόμενες γενιές, όταν κτίζουμε παντού και τον όποιο σχεδιασμό συνήθως τον παραβιάζουμε με εξαιρέσεις που τείνουν να γίνουν ο κανόνας, ειδικά εκεί που υπάρχουν μεγάλα συμφέροντα;
- Φροντίζουμε για τις επόμενες γενιές, όταν ξεπουλούμε ανεξέλεγκτα τη γη μας σε ξένους στον βωμό ενός πρόσκαιρου κέρδους; Κάπως έτσι λειτουργήσαμε και με το ξεπούλημα της ευρωπαϊκής ιθαγένειας μέσω του εμπορίου των «χρυσών διαβατηρίων». Εδώ νιώθω την ανάγκη να σημειώσω ότι μπορεί να έχει διακοπεί η παραχώρηση «χρυσών διαβατηρίων», αλλά συνεχίζεται η παραχώρηση «χρυσής βίζας» για μόνιμη παραμονή στην Κύπρο και πάλι με αγορά ακινήτου αξίας 300 χιλιάδων ευρώ και κατάθεση ποσού 30 χιλιάδων ευρώ, με όρους και διαδικασίες όχι και τόσο διαφανείς, για να το πω όσο πιο ευγενικά γίνεται.
- Φροντίζουμε για τις επόμενες γενιές, όταν είμαστε υποχρεωμένοι να πληρώνουμε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο για αγορά ρύπων αφού δεν αξιωθήκαμε να φέρουμε φυσικό αέριο για παραγωγή ηλεκτρισμού έστω κι αν διθυραμβικά τέσσερις φορές εξήγγειλε την έλευσή του η προηγούμενη κυβέρνηση; Και κατά πως φαίνεται, το φυσικό αέριο δεν πρόκειται να έρθει σύντομα. Σημειώνω επίσης την απουσία συνολικής ενεργειακής πολιτικής, καθώς και τα σοβαρά προβλήματα ενεργειακής επάρκειας και ασφάλειας που αντιμετωπίζει η χώρα μας εξαιτίας του γεγονότος ότι τα τελευταία χρόνια δεν έγιναν οι απαραίτητες επενδύσεις και έργα. Στους ώμους της παρούσας κυβέρνησης πέφτει το βάρος να προχωρήσει γρήγορα και έγκαιρα στο ενεργειακό πεδίο, κάτι για το οποίο δυστυχώς δεν έχει πείσει μέχρι σήμερα.
- Επιπρόσθετο σοβαρό πρόβλημα είναι και το ζήτημα της διαχείρισης αποβλήτων που σοβαρά νοσεί αφού τόσο στον ΟΕΔΑ Πεντακώμου όσο και στην Κόσιη έχουμε σοβαρότατα προβλήματα. Κι εδώ η ανικανότητα της προηγούμενης κυβέρνησης έκανε το θαύμα της αφού όζει κι εδώ η μυρωδιά σκανδάλων, πέραν του γεγονότος ότι κινδυνεύουμε με σοβαρά πρόστιμα από την Ε.Ε.
Συμπερασματικά, αναπτυσσόμαστε ρυπαίνοντας, σπαταλώντας πολύτιμους πόρους και καταστρέφοντας το φυσικό και αστικό περιβάλλον. Τι θα αφήσουμε, αλήθεια, στις επόμενες γενιές;
- Στον τομέα της διακυβέρνησης, της διαφάνειας και των θεσμών δεν έχουμε να επιδείξουμε κάτι για το οποίο μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι. Αντίθετα! Τα τελευταία χρόνια η διαπλοκή και η διαφθορά απογειώθηκαν και μετατράπηκαν σε θεσμικό φαινόμενο, το κράτος δικαίου κατακρημνίστηκε και η εμπιστοσύνη των πολιτών έναντι των θεσμών βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό. Το όνομα της Κύπρου διεθνώς συνδέθηκε με εκείνες τις χώρες που χαρακτηρίζονται φορολογικοί παράδεισοι κι αυτό δυσχεραίνει την προσπάθεια της χώρας μας να προσελκύσει παραγωγικές επενδύσεις που να προσδίδουν προστιθέμενη αξία στην οικονομία και να δημιουργούν ποιοτικές θέσεις εργασίας.
Είναι αδήριτη ανάγκη η διαφθορά να αντιμετωπιστεί, το όνομα της Κύπρου να αποκατασταθεί, όπως και η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους θεσμούς. Πρώτο βήμα για να επιτευχθεί αυτό είναι η ουσιαστική και γρήγορη διερεύνηση των διαφόρων σκανδάλων που ταλανίζουν τα τελευταία χρόνια την Κύπρο και η προσαγωγή των πρωταγωνιστών τους στο δικαστήριο. Μέχρι σήμερα τίποτα ουσιαστικό δεν έχουμε δει, ούτε από μέρους της Κυβέρνησης αλλ’ ούτε και από τους θεσμούς που είναι υπεύθυνοι γι’ αυτό.
Συνεχίζει να κυριαρχεί η ατιμωρησία. Από το σκάνδαλο του χρηματιστηρίου περάσαμε στο σκάνδαλο της τραπεζικής κρίσης που προκλήθηκε από τις κακές τραπεζικές πρακτικές -όπως διαπιστώνει η Κομισιόν σε σχετική Έκθεσή της το 2013- συνεχίσαμε με το σκάνδαλο της χρεοκοπίας και του ξεπουλήματος του Συνεργατισμού, αλλά κανένας δεν τιμωρήθηκε παρότι υπάρχουν σχετικά πορίσματα. Ύστερα διερωτόμαστε γιατί οι πολίτες είναι απογοητευμένοι από το πολιτικό σύστημα και το τιμωρούν με εξεζητημένες αποφάσεις και συμπεριφορές.
Φίλες και φίλοι,
Πριν κατέλθω του βήματος θεωρώ αναγκαίο να αναφερθώ στην εκκρεμότητα του Κυπριακού. Όχι γιατί έτσι μάθαμε στα πενήντα χρόνια από την τραγωδία του 1974, αλλά γιατί η λύση του Κυπριακού έχει άμεση σχέση με τη διασφάλιση του μέλλοντος της χώρας μας.
Δεν είναι καθόλου υπερβολή όταν λέμε πως στις συνθήκες της ημικατοχής ό,τι κτίζουμε το κτίζουμε στην άμμο. Αυτό που θέλω να υπογραμμίσω, ειδικά αυτή την περίοδο που καταβάλλονται προσπάθειες από τον διεθνή παράγοντα να διαρρηχθεί το αδιέξοδο και να επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις, είναι να κυνηγήσουμε τις πιθανότητές μας. Να τις κυνηγήσουμε με ανάληψη συγκεκριμένων πρωτοβουλιών και καταθέτοντας συγκεκριμένες προτάσεις. Μπορεί η λύση να φαίνεται απομακρυσμένη -κι αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό έχοντας υπόψιν την παρατεταμένη στασιμότητα, αλλά και την αρνητική στάση της τουρκικής πλευράς- αλλά οι πιθανότητες δεν εξέλειπαν.
Αν οι διαπραγματεύσεις επαναρχίσουν από το σημείο που διακόπηκαν και διαπραγματευτούμε στη βάση του Πλαισίου Γκουτέρες διαφυλάσσοντας τις συγκλίσεις, η απόσταση που πρέπει να διανύσουμε για τη λύση δεν είναι μεγάλη. Κι αυτό γιατί τα σημαντικά ζητήματα που έχουν μείνει σε εκκρεμότητα είναι λίγα. Ανεξαρτήτως της συμπεριφοράς της τουρκικής πλευράς, εμείς πρέπει να επιμένουμε στην επανέναρξη των διαπραγματεύσεων από το σημείο που διακόπηκαν διαφυλάσσοντας το διαπραγματευτικό κεκτημένο. Αν συμφωνηθεί και επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις, τότε οι πιθανότητες για επίτευξη λύσης θα αυξηθούν σημαντικά, σε συνάρτηση βέβαια με την πολιτική βούληση που θα επιδείξουν τα εμπλεκόμενα μέρη και, κυρίως, η Τουρκία.
Η λύση του Κυπριακού θα δημιουργήσει νέες μεγάλες προοπτικές για τη χώρα μας, τον λαό μας, αλλά και για την οικονομία μας. Είναι μ’ αυτό το μήνυμα που θέλω να κλείσω την ομιλία μου.