Home  |  Νεος Δημοκράτης   |  Η σοσιαλιστική στιγμή και ο ριζοσπαστισμός των μαζών

Η σοσιαλιστική στιγμή και ο ριζοσπαστισμός των μαζών

Μάικολ ΝΤΕΙΒΙΝΤ ΛΙΝΤΣ

Μέλος της Εθνικής Επιτροπής του ΚΚ ΗΠΑ

Τζόε ΣΙΜΣ

Συμπρόεδρος του ΚΚ ΗΠΑ

 

Μια σοσιαλιστική στιγμή εμφανίστηκε στο αμερικάνικο πολιτικό τοπίο και αρχίζει να ριζώνεται σταθερά, όπως αποδεικνύεται πρόσφατα από την εκπληκτική νίκη της India Walton, εκπροσώπου της εργατικής τάξης στο Buffalo. Αν και δεν είναι ακόμη μια τάση, η εκλογή της Walton αποτελεί τη συνέχεια των επιτυχιών αριστερών υποψηφίων στο Κογκρέσο, τα νομοθετικά σώματα και τα δημοτικά συμβούλια σε ολόκληρη την επικράτεια της χώρας, αντικατοπτρίζοντας μια βαθιά δυσαρέσκεια, που υπάρχει στο εκλογικό σώμα.

Με μια λέξη, η Αμερική γίνεται πιο ριζοσπαστική. Αλλά όμως ποια είναι η έννοια αυτής της λέξης που τόσο εύκολα εκστομίζεται; Η ριζοσπαστικοποίηση είναι μια αντικειμενική διαδικασία, που γεννήθηκε μέσα από την ταξική πάλη και την καπιταλιστική κρίση. Ωστόσο, όπως όλες οι αντικειμενικές διαδικασίες έχει και τις υποκειμενικές παλινδρομήσεις. Αυτή η μαζική διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης αναπτύσσεται από τις πολύπλευρες αντιφάσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας, αντιφάσεις που ενώ επηρεάζονται από τις βασικές ταξικές συγκρούσεις, εντούτοις δεν περιορίζονται μέσα στα στενά αυτά πλαίσια. Ως αποτέλεσμα, διάφοροι άνθρωποι να ριζοσπαστικοποιούνται για διαφορετικούς λόγους. Το περιβάλλον, η αστυνομική βία, ο σεξισμός και άλλες μορφές διακρίσεων λόγω φύλου, η μεταχείριση των ζώων, εκτός από τη φτώχεια, τον ρατσισμό, τα δικαιώματα των μεταναστών, την απαξίωση των ψηφοφόρων, την ανεργία και τις διακρίσεις στον χώρο εργασία είναι αιτίες, που σπρώχνουν τους πολίτες στην αναζήτηση αποτελεσματικότερων και πιο ριζοσπαστικών λύσεων.

Το κομμουνιστικό κίνημα γενικά χαιρετίζει αυτήν την αυξανόμενη ριζοσπαστικοποίηση του ευρύτερου πληθυσμού, ιδίως δε της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, πράγμα που σημαίνει ότι οι άνθρωποι αφυπνίζονται. Αλλά, αφού ξεσηκωθούν οι άνθρωποι θα κινηθούν προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά; Αυτό όμως είναι ένα ερώτημα, που συχνά απορρίπτεται ως «πόλεμος για τον έλεγχο των λέξεων» (war over words), καθώς η λέξη «ριζοσπαστικό» στην κυριολεξία σημαίνει «σπάω την ρίζα» (Σημ. μετ.: πολιτικά: αρνούμαι το παρελθόν και υιοθετώ κάτι εντελώς καινούργιο όσον αφορά την πολιτική και κοινωνική συγκρότηση).

Αλλά οι ρίζες όμως είναι συστατικό μέρος ολόκληρου του δέντρου της ριζοσπαστικοποίησης, που όντως ως δένδρο έχει πολλούς κλώνους, τους οποίους οι άνεμοι της αλλαγής τους σπρώχνουν προς μυριάδες κατευθύνσεις. Σήμερα, στον δημόσιο λόγο οτιδήποτε στα αριστερά ή στα δεξιά του πολιτικού ή θρησκευτικού κέντρου συχνά χαρακτηρίζεται από την ηγεμονική κυρίαρχη τάξη ως «ριζοσπαστικό». Επομένως αυτός ο «πόλεμος λέξεων» δεν πρέπει να απορρίπτεται γιατί αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της ιδεολογικής πάλης.

Για παράδειγμα, στα κυρίαρχα ΜΜΕ το Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της Συρίας (ISIS) αναφέρονται συχνά ως «ριζοσπαστικά», όπως και τους δεξιούς «ριζοσπάστες», που επιτέθηκαν στο Καπιτώλιο αρχές αυτού του έτους. Από την άλλη πλευρά, οι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο επιτίθενται στην απαίτηση «Ιατρική Φροντίδα για Όλους» επειδή είναι μια «ριζοσπαστική σοσιαλιστική απαίτηση», ενώ καταδικάζονται οι πορείες της κίνησης Black Lives Matter (Οι ζωές των Μαύρων έχουν σημασία) ως προϊόν του «ριζοσπαστικού αναρχισμού».

Ακριβώς εδώ μια ταξική ανάλυση είναι και χρήσιμη και αναγκαία για τον προσδιορισμό του τί είναι πραγματικά ριζοσπαστικό, δηλαδή, τι πραγματικά φθάνει τελικά μέχρι την ρίζα και τι όχι.

Για εμάς, οι πολιτικές, που φτάνουν στη ρίζα για την επίλυση του προβλήματος της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και προωθούν την μεγαλύτερη δυνατή ισότητα και την δημοκρατία, είναι ριζοσπαστικές. Με απλά λόγια, ας πούμε αυτά που δεν είναι: Η απαξίωση της ψήφου δεν είναι ριζοσπαστικό – είναι πολύ συντηρητικό. Ούτε η αντίθεση στην ισότητα των διαφόρων γάμων. Από την άλλη πλευρά όμως η αναλογική εκπροσώπηση, ένα εκλογικό σύστημα, που θα μπορούσε να διευρύνει σημαντικά την δημοκρατία για τα κόμματα της μειοψηφίας, είναι μια θετική, ριζοσπαστική, δημοκρατική απαίτηση.

Ιστορικά, καθώς ο καπιταλισμός έγινε ένα παγκόσμιο σύστημα και εξελίχθηκε σε ιμπεριαλισμό, η ριζοσπαστικοποίηση ευρύτερων μαζών της εργατικής τάξης οδήγησε στην δημιουργία της ονομαζόμενης παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας. Απογοητευμένοι και εξοργισμένοι από την ανισότητα και την εκμετάλλευση, οι δυνάμεις των μεσαίων στρωμάτων και της εργατικής τάξης δημιούργησαν συνδικάτα και πολιτικά κόμματα για να διεκδικήσουν τα δίκαια αιτήματα και να προωθήσουν τα συμφέροντά τους. Η Οκτωβριανή Επανάσταση γεννήθηκε μέσα από αυτόν τον αγώνα και έθεσε στο προσκήνιο ένα νέο στάδιο στην επαναστατική διαδικασία, την περίοδο μετάβασης από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό.

Υπάρχει επίσης όμως και μια παγκόσμια αντεπαναστατική διαδικασία, που έχει οδηγήσει σε παγκόσμιους πολέμους, καθώς και σε μια σειρά περιφερειακές και τοπικές στρατιωτικές συγκρούσεις. Προώθησε την καταστολή και ανάθρεψε τον φασισμό. Ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ είναι ένας από τους κορυφαίους, αν όχι ο κορυφαίος χορηγός. Το κίνημα του Τραμπ και οι διεθνείς ομόλογοι του αποτελούν τα σύγχρονα παραδείγματα αυτών των προσπαθειών. Παρά τις σημαντικές διαφορές στην εσωτερική διακυβέρνηση, η πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν απέναντι στην Κίνα και την Βενεζουέλα συνεχίζει να είναι αντισοσιαλιστική.

Η σημερινή διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης προσελκύει εκατομμύρια. . . μερικούς και προς τον επαναστατικό μαρξισμό.

Από την άλλη πλευρά, στο ταξικό και δημοκρατικό τόξο σήμερα στις ΗΠΑ βρίσκεται σε εξέλιξη μια σε βάθος και διεξοδική διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης, ξεκινώντας πρώτα με το κίνημα «Κατάληψη της Γουώλ Στρίτ», ακολουθούμενο από το κίνημα «Η ζωή των Μαύρων» και τις μαζικές διαμαρτυρίες, που ηγούνταν γυναίκες κατά τις πρώτες ημέρες της διακυβέρνησης Τραμπ. Η σημερινή διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης προσελκύει εκατομμύρια ανθρώπους στις διάφορες εκδοχές της, μερικές από τις οποίες, δυνάμει του νόμου της βαρύτητας, έλκονται προς την εργατική τάξη και τον επαναστατικό μαρξισμό. Αυτή η διαδικασία έχει αποκρυσταλλωθεί σε αυτό που έχουμε ονομάσει στην αρχή του άρθρου μας «σοσιαλιστική στιγμή».

 

 

Οι κομμουνιστές εκτιμούν ιδιαίτερα την ανάπτυξη τέτοιων ριζοσπαστικών δημοκρατικών τάσεων. Οι συνεισφορές τους, οι νέες ιδέες και οι νίκες τους είναι πολύ σημαντικές. Αυτές οι τάσεις, που κινούνται προς την εργατική τάξη και τον μαρξισμό προσθέτουν νέες δυνάμεις μαζί όμως και νέες ευκαιρίες και προκλήσεις. Μια από τις προκλήσεις είναι η αύξηση της επιρροής μας σ’ αυτό που ονομάζεται «μεσαία στρώματα» ή «μικροαστικός ριζοσπαστισμός».

Με τον ριζοσπαστισμό των μεσαίων στρωμάτων εννοείται ένα μάλλον εκλεκτικό σύνολο ιδεών και πρακτικών, που ιστορικά προέρχονται από την απογοήτευση και την πρωτόγνωρη εξέγερση αυτών των στρωμάτων του πληθυσμού. Πιεσμένα από όλες τις πλευρές και ευρισκόμενα ανάμεσα στις δύο κύριες τάξεις του καπιταλισμού, οι ταξικές φιλοδοξίες της μικροαστικής τάξης συνθλίβονται ξανά και ξανά. Βλέποντας τον κόσμο από την προοπτική ενός βατράχου – πάντα κοιτώντας ψηλά – εντούτοις οι μικροαστοί συνεχώς ωθούνται ή εκπίπτουν στις γραμμές της εργατικής τάξης.

Οι πολιτικές πρακτικές και οι προοπτικές της μικροαστικής τάξης διαμορφώνονται σε μεγάλο βαθμό από αυτές τις συγκρουόμενες συνθήκες της πραγματικότητας. Χωρίς εμπειρία συλλογικής δράσης και ενεργούς συμμετοχής σε αριθμητικά μεγάλες οργανωμένες ομάδες, αναγκαζόμενη όμως να διαπραγματεύεται συλλογικά, τείνει να αναζητά βασικές αλλαγές μέσα από στενά, ατομικά μονοπάτια αντί να βλέπει την αναγκαιότητα μετακίνησης της σ’ ένα μαζικό αγώνα. Μια τέτοια προοπτική προσφέρεται για τον αναρχισμό, μεμονωμένες τρομοκρατικές πράξεις και μια αβάσιμη εμπιστοσύνη στις ενέργειες μικρών διάσπαρτων ομάδων και μιας ολιγάριθμης «πρωτοπορίας». Μικροαστικά στρώματα τείνουν να είναι αντι-πολυεθνικά, αλλά όχι ακόμα ενάντια στον καπιταλισμό, να είναι «ενάντια στο κατεστημένο», αλλά να μην έχουν σχέση ή  επαφή με τις ανάγκες της εργατικής τάξης, τις μεθόδους και τις πολιτικές της επιλογές.

Ο ριζοσπαστισμός των μεσαίων στρωμάτων

είναι μια συλλογική ιδέα και πολιτική τάση

Ως αποτέλεσμα, οι προαναφερθείσες τάσεις αντιτίθενται στις πραγματικότητες της πάλης, μια πραγματικότητα η οποία στις μέρες μας χαρακτηρίζεται από τον ευρύτερο δημοκρατικό αγώνα ενάντια στον κίνδυνο του φασισμού. Οι μαζικές προεκλογικές εκστρατείες τόσο της Δεξιάς, όσο και της Αριστεράς αποτελούν καθοριστικά χαρακτηριστικά των ημερών μας, όμως είναι αναγκαιότητα η οικοδόμηση πολιτικής πλειοψηφικής τάσης για πραγματικές αλλαγές, ιδιαίτερα στον εκλογικό στίβο, η οποία όμως σε μεγάλο βαθμό χάνεται μέσα στην επικρατούσα τάση, περιφρονείται υπέρ των φερόμενων δήθεν ως πιο μαχητικών, πιο επαναστατικών ενεργειών, όπως είναι οι αφηρημένες εκκλήσεις για γενικές απεργίες, ανεξάρτητα εάν υπάρχουν ή όχι οι προϋποθέσεις για τέτοιες σημαντικές πράξεις.

Ο ριζοσπαστισμός των μεσαίων στρωμάτων δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως έκφραση του ενός, είτε του άλλου ατόμου ή οργάνωσης, αλλά μάλλον ως συλλογική έννοια και πολιτική τάση, που αναδύεται και υποχωρεί ανάλογα με την ένταση της ταξικής, δημοκρατικής και αντιιμπεριαλιστικής πάλης τόσο εντός της χώρας, όσο και παγκόσμια. Περιττό να αναφέρουμε ότι κάθε επεισόδιο φέρνει μαζί του τα μοναδικά χαρακτηριστικά του πολιτικού τοπίου μέσα στο οποίο γεννιέται και διαμορφώνεται.

Για παράδειγμα, μετά την ήττα κατά την περίοδο του Μακκάρθυ στην δεκαετία του 1960, οι αριστεροί εργάτες βρέθηκαν αντιμέτωποι με την αυξανόμενη επιρροή των ριζοσπαστών εκπροσώπων των μεσαίων στρωμάτων, οι οποίοι προσέγγιζαν, αλλά ακόμα δεν είχαν αφομοιώσει τις σταθερές θέσεις της εργατικής τάξης. Αυτές οι δυνάμεις αντιμετώπιζαν τον μαρξισμό-λενινισμό ως παλιομοδίτικο, τα κομμουνιστικά κόμματα ως ξεπερασμένα, την εργατική τάξη ως μια δύναμη μη επαναστατική, την ενότητα δράσης ένα μη ρεαλιστικό σύνθημα και την ταξική πάλη ένα απραγματοποίητο όνειρο. Εμπνευσμένοι από τους Ρεζίς Ντεμπρέ,  Χέρμπερτ Μαρκούζε και άλλους, επιδίωκαν να σφυρηλατήσουν μια Νέα Αριστερά, με νέες πηγές επαναστατικής δραστηριότητας.

Όσον αφορά την ταξική προέλευση τους, ο τότε ηγέτης του ΚΚ ΗΠΑ  Τζέιμς E. Τζάκσον έγραψε: «Έρχονται στο κόμμα από μη προλεταριακά στρώματα… από φτωχούς εργάτες στην γεωργία και τη μικροαστική τάξη της πόλης  – τους φοιτητές, τους διανοούμενους, τους επαγγελματίες».

Ο Τζάκσον, επικροτώντας αυτήν την εξέλιξη, προειδοποιούσε επίσης για δυνητικές συγκρούσεις: Είναι ένα καλό σημάδι των καιρών το γεγονός ότι μικροαστοί αγωνιστές – της πόλης και της υπαίθρου – δραστηριοποιούνται σε μαζικά κινήματα, ενώ οι καλύτεροι από αυτούς έρχονται στο Κόμμα μας. Την ίδια στιγμή όμως εξασκούν τρομερή πίεση και αποτελούν κύρια πηγή αμφισβήτησης βασικών, ζωτικών πολιτικών, που εφαρμόζει το Κομμουνιστικό Κόμμα στους τομείς της ιδεολογίας, της οργανωτικής δομής και της τακτικής του.

Στις μέρες μας εμφανίζεται ένα νέο κύμα ριζοσπαστισμού, όμως μέσα σ’ ένα κλίμα εντελώς διαφορετικό από αυτό που επικρατούσε στην εποχή του Τζάκσον και των συντρόφων του. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι μια Νέα Αριστερά αναδύεται και πάλι. Η διαφορά όμως τώρα σε σχέση με τότε έγκειται στο ότι οι ρίζες της είναι πιο κοντά στην εργατική τάξη και τα λαϊκά κινήματα. Αυτό οφείλεται, εν μέρει, στην ταξική διαφοροποίηση, που έχει συντελεστεί. Τμήματα του πληθυσμού, που προηγουμένως λογίζονταν στα μεσαία στρώματα, τώρα έχουν «προλεταριοποιηθεί», δηλαδή, βρίσκονται στην ίδια θέση με την εργατική τάξη. Ταυτόχρονα, ένα ευρύ τμήμα της εργατικής τάξης έχει πλέον πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και ως εκ τούτου πολιτικά είναι εγγράμματο. Προσθέστε σε αυτό το παζλ την αύξηση των νεοεισερχόμενων γυναικών, των έγχρωμων ανθρώπων στην παραγωγική διαδικασία και φυσικά την ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών, και όντως παρουσιάζεται μπροστά μας μια εντελώς διαφορετική εικόνα.

 

Το πρόβλημα λοιπόν σήμερα δεν είναι τόσο η εισροή ατόμων, που ανήκαν στα μεσαία στρώματα, όσο η εναπομένουσα ακόμα επιρροή των καταλοίπων της μικροαστικής ιδεολογίας, ένα πρόβλημα που επιδεινώθηκε και από μια σχετική αδυναμία της μαρξιστικής Αριστεράς να το αντιμετωπίσει αποφασιστικά, αλλά και από την ανάπτυξη του Διαδικτύου.

Η επίδραση του μικροαστικού κατάλοιπου δεν πρέπει κατ’ ουδένα λόγο να υποτιμάται. Όσον δε αφορά τις ιδεολογικές τάσεις, σ’ αυτές αντικατοπτρίζεται και η συνεχιζόμενη επιρροή καταλοίπων του μαοϊσμού, του τροτσκισμού και στον ένα ή στον άλλο βαθμό διαφόρων τάσεων αναρχισμού.

Ποια λοιπόν είναι τα κύρια ζητήματα, που εγείρει η ριζοσπαστικοποίηση των μεσαίων στρωμάτων;

Οι τακτικές, που δεν αντιστοιχούν στις πραγματικότητες της δεδομένης πολιτικής στιγμής.

Η άποψη ότι επίκειται, είτε είναι αναπόφευκτη η ένοπλη πάλη, απαξιώνοντας έτσι στην πράξη την κοινοβουλευτική δράση.

Οι στατικές έννοιες για το κόμμα, όπως π.χ. η άποψη ότι ένα κόμμα στελεχών είναι η καθολική και οριστική του μορφή,

Η πεποίθηση ότι η πιο ριζοσπαστική θέση είναι πάντα και η πιο επαναστατική.

Οι μονόπλευρες αναγνώσεις και ερμηνείες του μαρξισμού.

Είναι αναπόφευκτο ότι η αφομοίωση του μαρξισμού σε κάθε νεότερη γενιά δεν διαμορφώνεται μόνο από τις επικρατούσες συνθήκες και την επιρροή της συγκεκριμένης εποχής, αλλά απαραίτητα είναι και ατελής ένεκα των διαμορφωνόμενων κάθε φορά νέων καινοτομιών. Για παράδειγμα στην διάρκεια του κύματος ριζοσπαστικοποίησης, που σάρωνε την Ρωσία στις αρχές του 20ου  αιώνα ο Λένιν έκφραζε την δυσαρέσκεια του γιατί η διδασκαλία των Μαρξ και Ένγκελς αφομοιωνόταν με μια «εξαιρετικά μονόπλευρη και παραμορφωμένη μορφή». Στις ΗΠΑ, κατά την ριζοσπαστικοποίηση στην δεκαετία του 1960 επαναλήφθηκαν οι μονόπλευρες ερμηνείες του μαρξισμού, αυτή τη φορά υπό την επιρροή όχι μόνο της τότε Νέας Αριστεράς, αλλά και της ριζοσπαστικοποίησης των μεσαίων στρωμάτων, άμεσα επηρεαζόμενων από την ειδική μορφή άσκησης εξουσίας στην Κίνα υπό την καθοδήγηση του Μάο.

Από την άλλη πλευρά, το πρόβλημα επιδεινώνεται και από την διαμορφωνόμενη κατάσταση μέσα στο ίδιο το κομμουνιστικό κίνημα. Μετά την κατάρρευση του ονομαζόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» παρατηρήθηκε ένεκα δεξιών παρεκκλίσεων μια σοβαρή ιδεολογική κρίση και αποδιοργάνωση μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα. Σε αντίδραση, υπήρξε εμφανής η τάση μιας υπέρμετρης απόκλισης προς τα αριστερά. Αυτές λοιπόν οι δεξιές και αριστερές οπορτουνιστικές αμφιταλαντεύσεις εμφανίζονται μέχρι και τις μέρες μας, ως απάντηση στις επικρατούσες συνθήκες, αλλά  και στη σχετική ωριμότητα των κομμουνιστών να τις αντιμετωπίσουν. Όπως ορθά επεσήμαινε ο Γκας Χολ, τα ριζοσπαστικά αριστερίστικα λάθη των μεσαίων στρωμάτων δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά, αν δεν διορθωθούν και οι δεξιές αποκλίσεις.

Από αυτή την άποψη, η βραδύτητα στην αναγνώριση και την ανταπόκριση στις νέες προκλήσεις επιδεινώνει το πρόβλημα. Μια από τις επικρίσεις προς το Κομμουνιστικό Κόμμα από πλευράς των αναδυόμενων νέων επαναστατικών δυνάμεων είναι η πολιτική προσέγγιση του Κόμματος μας στα ζητήματα του ενιαίου μετώπου, των εκλογικών αναμετρήσεων και της καταπολέμησης της ακροδεξιάς. Εδώ ήταν δύσκολο να  κατανοήσουν την ορθότητα της πολιτικής μας όσον αφορά την πάλη κατά του φασιστικού κινδύνου από το γεγονός ότι δεν αναλάβαμε πρωτοβουλία και δεν υποδείξαμε δικούς μας υποψηφίους. Ως αποτέλεσμα, το ΚΚ ΗΠΑ κατηγορήθηκε ότι είχε μετατραπεί σε ουρά του Δημοκρατικού Κόμματος. Πρόσφατα όμως η Εθνική Επιτροπή του ΚΚ ΗΠΑ υιοθέτησε την από καιρό ώριμη θέση για συμμετοχή στις εκλογές, υποδεικνύοντας κομμουνιστές υποψήφιους.

Όσον αφορά την ακολουθούμενη τακτική, είναι ζωτικής σημασίας να υπάρχει μια συνεχής ακριβή αξιολόγηση σε πιο επίπεδο βρίσκεται ο αγώνας την οποιαδήποτε δεδομένη χρονική στιγμή. Η τακτική, όπως έλεγε ο Γκας, είναι ένα χρονοδιάγραμμα. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, το ζήτημα της κατάργησης των φυλακών και του τερματισμού χρηματοδότησης της αστυνομίας, δύο κεντρικά συνθήματα, που προέκυψαν κατά την διάρκεια της πάλης ενάντια στην αστυνομική βία που ασκείται, ιδιαίτερα μετά τις δολοφονίες από αστυνομικά όργανα με βάση ρατσιστικά κίνητρα. Το βασικό ερώτημα όμως είναι πότε και πώς μπορούν να επιτευχθούν και υλοποιηθούν αμετάκλητα αυτοί οι συγκεκριμένοι στόχοι.

Οι κομμουνιστές κατανοούν ότι τα συγκροτήματα των φυλακών και η αστυνομία είναι θεσμοί του καπιταλιστικού κράτους. Το μακροπρόθεσμο όραμά μας προβλέπει τον «μαρασμό» του κράτους, χρησιμοποιώντας λόγια του Μαρξ. Σ’ αυτό όμως υπεισέρχεται βέβαια και το σοσιαλιστικό κράτος. Σ’ αυτό περικλείεται η όλη ουσία του κομμουνισμού – η πλήρη απελευθέρωση του Ανθρώπου.

Πώς, λοιπόν, είναι δυνατόν να οικοδομήσουμε ένα μαζικό κίνημα αρκετά ισχυρό, ώστε να επιτευχθεί η υλοποίηση του στόχου μας; Ο τελικός στόχος έχει τεθεί – υπάρχουν άραγε ενδιάμεσα στάδια στην πορεία, υπάρχουν άραγε ριζικές μεταρρυθμίσεις, που θα μας οδηγήσουν στο ένα τέταρτο ή στο ήμισυ του δρόμου προς τον τελικό μας στόχο;

Η σταθερή μας απάντηση είναι ότι φυσικά και υπάρχουν.

Η προσέγγιση μας, που έχουμε προωθήσει μαζί με άλλους, ιδίως την Εθνική Συμμαχία κατά της Ρατσιστικής και Πολιτικής Καταπίεσης, θεωρεί ότι η εκλογή Συμβουλίων πολιτικού ελέγχου αποτελεί ένα τέτοιο βήμα. Πιστεύουμε ότι ο αγώνας για δημιουργία τέτοιων θεσμών είναι αναπόσπαστο μέρος του αγώνα για δημοκρατία, διεύρυνση των δικαιωμάτων και δυνατοτήτων παρέμβασης της εργατικής τάξης. Ας σκεφτούμε λίγο: Αυτά τα Κοινωνικά Συμβούλια, όπως προτείνουμε, θα ελέγχουν τις προσλήψεις, τις απολύσεις, την χρηματοδότηση με δυο λόγια τα πάντα. Θα συνέβαλαν στην δημιουργία τέτοιων συνθηκών, μέσα στις οποίες θα μπορούσαν να αναληφθούν δράσεις εναλλακτικές της αστυνόμευσης, συμπεριλαμβανομένης και της διάθεσης ακόμα και οικονομικών πόρων για την εφαρμογή τους.

Αυτή η προσέγγιση όμως συχνά βρίσκεται στο στόχαστρο εκείνων, που εναντιώνονται κάθετα στην αστυνομία και στην παρούσα στιγμή δεν θεωρούν αρκετά «ριζοσπαστικό» ένα τέτοιο βήμα. Γιατί όμως πρέπει να αντιπαραβάλλουμε στον τελικό στόχο ένα ενδιάμεσο βήμα προς την κατεύθυνση της επίτευξής του;

Αυτή η αμοιβαία σχέση μεταξύ των μέσων και των επιδιωκόμενων σκοπών δημιουργεί μια συνεχή ένταση σχεδόν σε όλους τους τομείς δράσης. Οι μάξιμουμ στόχοι τίθενται υπεράνω των επί μέρους μέτρων για την επίτευξη τους. Στον αγώνα για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη προτεραιότητα δίνεται στην Εθνική Υπηρεσία Υγείας έναντι του προγράμματος Medicare for All. Στην πάλη για τον τερματισμό του πολέμου στο Αφγανιστάν η απαίτηση «Άμεση επιστροφή των στρατευμάτων τώρα» αντίκειται στον καθορισμό συγκεκριμένης ημερομηνίας, ενώ στον αγώνα για τερματισμό των ρατσιστικών ενεργειών της αστυνομίας η κατάργηση της Αστυνομίας ως τέτοιας θεωρείται πιο επαναστατική από την «ρεφορμιστική» θέση του κοινωνικού ελέγχου.

Κατανόηση της σχέσης μεταξύ μεταρρύθμισης και επανάστασης

Το διακύβευμα, το οποίο ουσιαστικά υπάρχει έγκειται στην δημιουργία μιας αμοιβαίας σχέσης μεταξύ της μεταρρύθμισης και της επανάστασης. Το ερώτημα που πάντοτε τίθεται είναι πώς η εργατική τάξη και το λαϊκό κίνημα κινητοποιούν τις αναγκαίες δυνάμεις, απαραίτητες για την επίτευξη των στόχων τους. Η «υποσχόμενη γη» βρίσκεται στο λόφο στην αντίπερα όχθη του ποταμού. Πώς λοιπόν χτίζουμε μια γέφυρα για να δυνηθούμε να φτάσουμε εκεί; Σήμερα, ο αγώνας για προηγμένη δημοκρατία, δηλαδή προχωρημένες δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, είναι ακριβώς αυτή η γέφυρα.

Εδώ εγείρεται το ζήτημα – οι μαρξιστές-λενινιστές το αποκαλούν αγώνας για «συνεπή δημοκρατία» – για την αναγκαιότητα συνέπειας στην προώθηση θέσεων της εργατικής τάξης σε σχέση με τα συμφέροντα του συνόλου της τάξης. Δεδομένου ότι η εργατική τάξη της χώρας μας είναι πολυφυλετική και πολλών φύλων, το επαναστατικό κόμμα οφείλει να υπερασπίζεται και τα ειδικά μέτρα, απαραίτητα για την ικανοποίηση των απαιτήσεων κάθε ξεχωριστού τμήματος της εργατικής τάξης, ιδίως των φυλετικών και σεξουαλικά καταπιεσμένων, συμπεριλαμβανομένων και των προηγμένων δημοκρατικών δικαιωμάτων, όπως είναι ο κοινωνικός έλεγχος. Η αδυναμία προώθησης μιας τέτοιας πολιτικής υποβαθμίζει τον αγώνα για ταξική ενότητα με δυνητικά καταστροφικές συνέπειες.

Η δυσαρέσκεια των ριζοσπαστικών μεσαίων στρωμάτων αναφορικά με τον κοινωνικό έλεγχο τα απομακρύνει από την κατανόηση διαχρονικών θέσεων της εργατικής τάξης. Αντικειμενικά λοιπόν κάτι τέτοιο μειώνει την δυνατότητα του έγχρωμου πληθυσμού να έχει τον έλεγχο για την ζωή του.

 

 

Ένα άλλο παράδειγμα  μη ανάληψης συνεπών δημοκρατικών θέσεων είναι η τροτσκιστική κριτική του «1619 Project»[1], το οποίο τοποθετεί τον ρατσισμό στα θεμέλια ίδρυσης των πρώτων αποικιών στην Αμερική. Ισχυρίζονται ότι το «1619» είναι η κορωνίδα της συνθηκολόγησης του Δημοκρατικού Κόμματος σε ζητήματα «πολιτικής ταυτότητας». Αλλά αποστασιοποίηση από ποιον; Τι είδους ενότητα μπορεί να δημιουργηθεί, αρνούμενοι το δουλεμπόριο, όπως και τη γενοκτονία εναντίον των ιθαγενών Αμερικανών και της παρουσίας τους στο ίδιο το DNA της αποικιακής τότε αμερικάνικης δημοκρατίας; Παραφράζοντας εδώ τον Μαρξ, η εργασία του λευκού δεν μπορεί να είναι δωρεάν, ενώ η εργασία του μαύρου δεσμεύεται και επιπλέον χαρακτηρίζεται από ιστορικές συγκαλύψεις και ψέματα.

Επαναλαμβανόμενα αυτά τα ζητήματα θέτουν το ερώτημα – τί πρέπει να γίνει ώστε να επιτευχθούν «ριζοσπαστικές» αλλαγές σ’ αυτή την χώρα; Πού και πότε θα υπάρξει το σημείο ανατροπής; Ως διαλεκτικοί υλιστές δεν μπορούμε να αναφερόμαστε συνέχεια για το πόσο βαθιά μπορεί να φθάσει η καπιταλιστική κρίση. Γνωρίζουμε όμως ότι οι πραγματικές αλλαγές απαιτούν μια ευρύτατη ενότητα της εργατικής τάξης με τον λαό.

«Η ενότητα, το ενιαίο μέτωπο» όπως γράφει ο Γκας Χολ «είναι έννοιες των μαζών». Υποστήριζε ότι στο παρελθόν οι ριζοσπάστες των μεσαίων στρωμάτων «δεν θεωρούσαν τον εαυτό τους ως εκμεταλλευόμενο ή καταπιεζόμενο ως τάξη. Δεν αντιδρούσαν ως τάξη στην καταπίεση».

Τα καλά νέα, όπως ήδη προαναφέραμε, είναι ότι αυτή η αντίληψη πλέον αλλάζει. Σήμερα όλο και πιο πλατιά αναγνωρίζονται τα κοινά ταξικά και δημοκρατικά συμφέροντα. Και στην βάση αυτής της σημαντικής αλλαγής πιστεύουμε ότι υπάρχει ελπίδα. Ας αναγείρουμε όλοι μαζί γέφυρες προς το μέλλον, συνεχίζοντας να προβάλουμε πάντα τους ευγενικούς μας στόχους, ενώ ταυτόχρονα από κοινού διερευνούμε πώς τους προωθούμε και τους επιτυγχάνουμε.

[1]  Το «1619 Project» είναι ένα μακροχρόνιο πρόγραμμα δημοσιογραφίας, το οποίο στοχεύει στην αναδιαμόρφωση της ιστορίας της χώρας, τοποθετώντας στο κέντρο της εθνικής αφήγησης των Ηνωμένων Πολιτειών τις συνέπειες της δουλείας και τις συνεισφορές των Μαύρων Αμερικανών. Το πρόγραμμα πρωτοδημοσιεύτηκε  στο περιοδικό The New York Times τον Αύγουστο του 2019 με την ευκαιρία της 400-ης επετείου από την άφιξη των πρώτων υπόδουλων Αφρικανών στην αγγλική αποικία της Βιρτζίνια.

 

PREV

Η έννοια της «αντί-ηγεμονίας» στον Γκράμσι και η εμπειρία του ΑΚΕΛ

NEXT

Η ΒΡΑΖΙΛΙΑ ΑΠΕΙΛΕΙΤΑΙ [1] Περιβάλλον και εθνική κυριαρχία