Home  |  Γενικός Γραμματέας Κ.Ε. ΑΚΕΛ   |  Ομιλία Γενικού Γραμματέα Κ.Ε. ΑΚΕΛ Στέφανου Στεφάνου κατά τη συζήτηση του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2022

Ομιλία Γενικού Γραμματέα Κ.Ε. ΑΚΕΛ Στέφανου Στεφάνου κατά τη συζήτηση του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2022

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Η απόφαση του ΑΚΕΛ για καταψήφιση και αυτού του προϋπολογισμού έχει ήδη ανακοινωθεί.

Αυτό που εγώ θα κάνω σήμερα είναι να εκθέσω το πολιτικό μας σκεπτικό. Τους λόγους δηλαδή, που το Κόμμα μας επιλέγει να βρίσκεται σταθερά και απαρέγκλιτα απέναντι από τις κυβερνητικές επιλογές.

Θέλω να αξιοποιήσω τη δυνατότητα που μου δίνεται, για να απευθυνθώ όχι μόνο στην Ολομέλεια αλλά και στους εντολοδόχους μας. Στους πολίτες που μας ακούν και έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν τι είναι αυτό που καθορίζει τον κομματικό μας βηματισμό και προς ποιαν κατεύθυνση πορευόμαστε.

Με την κυβέρνηση Αναστασιάδη – ΔΗΣΥ μάς χωρίζει ένα βαθύ χάσμα, τόσο ως προς την φιλοσοφία διακυβέρνησης όσο και ως προς τις εφαρμοσμένες πολιτικές. Επιπρόσθετα, κάθετα διαφωνούμε μαζί της με το ύφος της διακυβέρνησής της, το οποίο χαρακτηρίζεται από αλαζονεία και ετσιθελισμό.

Αυτή τη διάσταση θα αναδείξουμε σε σχέση με τους βασικούς πυλώνες πολιτικής στους οποίους ακουμπά η ζωή και η καθημερινότητά μας.

Το 2021 ήταν μια δύσκολη χρονιά που μας έκανε σοφότερους. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην πανδημία η οποία συνεχίζει να δημιουργεί έναν ασφυκτικό κλοιό γύρω μας. Το 2021 ήταν μια δύσκολη χρονιά, γιατί αναδείχθηκε σε όλο του το μεγαλείο το τεράστιο ηθικό έλλειμα που αφήνει ανεξίτηλο το στίγμα του στη διακυβέρνηση Νίκου Αναστασιάδη – ΔΗΣΥ.

Διαπλοκή – Διαφθορά – Σύγκρουση Συμφέροντος.

Σε αυτό το τρίπτυχο αναφέρομαι, το οποίο όχι μόνο εκθέτει τη χώρα μας διεθνώς, αλλά απαξιώνει ακόμα περισσότερο την πολιτική στη συνείδηση των Κυπρίων πολιτών αναπαράγοντας το στερεότυπο «όλοι είναι ίδιοι».

Το ΑΚΕΛ αντιδρώντας σε αυτή την ισοπέδωση στέκεται με σθένος απέναντι στην κυβέρνηση ασκώντας αυστηρή  κριτική. Στάση που οι κυβερνώντες επιμένουν ν’ αποκαλούν «στείρα αντιπολίτευση», αναγκάζοντάς μας να τους υπενθυμίσουμε το αυτονόητο: ο θεσμικός μας ρόλος είναι να ελέγχουμε την εκτελεστική εξουσία. Επίμονα και καθημερινά, ως ασφαλιστική δικλείδα για την εύρυθμη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ειδικά έχοντας απέναντί μας αυτή την κυβέρνηση η οποία σε θεσμικό επίπεδο έχει τραβήξει την Κύπρο πολλά χρόνια πίσω. Έχει τραυματίσει σε μεγάλο βαθμό το κράτος δικαίου.

Επί των ημερών αυτής της κυβέρνησης οι σχέσεις μεταξύ εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας έχουν υποβαθμιστεί εξαιτίας βασικά της συμπεριφοράς της κυβέρνησης. Το παράδειγμα της μεταρρύθμισης της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι ενδεικτικό του τι συμβαίνει. Επειδή προφανώς δεν συμφωνεί με την εξέλιξη της συζήτησης στη Βουλή για τη μεταρρύθμιση του θεσμού, η κυβερνητική παράταξη δεν δίστασε να θέσει σε κίνδυνο την προσπάθεια για διακομματική συναίνεση και να λήξει επιτέλους μια εκκρεμότητα πολλών χρόνων.

Με πολιτικά πυροτεχνήματα και ξαναζεσταμένες ιδέες, όπως αυτή των πέντε δήμων, ο ΔΗΣΥ υπονομεύει τη μεταρρύθμιση υπενθυμίζοντάς μας τον  κακό του εαυτό, όταν έθετε εμπόδια στην υλοποίηση του ΓεΣΥ.

Το ΑΚΕΛ και τώρα, όπως ακριβώς κάναμε και τότε, θα συνεχίσει να λειτουργεί ως ανάχωμα κι ας γινόμαστε δυσάρεστοι στους κυβερνώντες. Αυτός είναι ο ρόλος μας ως αντιπολίτευση και αυτό τον ρόλο θα υπερασπιστούμε με συνέπεια.

Το ΑΚΕΛ, με μια ιστορία που συμπληρώνει σχεδόν ένα αιώνα ζωής, ποτέ δεν λειτούργησε ως κόμμα διαμαρτυρίας. Πάντοτε αναλαμβάνουμε την ευθύνη μας και  δεν αποφεύγουμε τα δύσκολα. Δεν καταφεύγουμε στη βολική σιωπή της πολιτικής ουδετερότητας, αλλά παίρνουμε θέση και τη διατυπώνουμε ακόμα κι αν δεν είναι δημοφιλής στην κοινωνία. Είμαστε υπεύθυνοι και ειλικρινείς.

Ένα ακόμα παράδειγμα, βγαλμένο από την τρέχουσα επικαιρότητα, είναι επίσης χαρακτηριστικό για το πώς συμπεριφέρεται η κυβέρνηση. Αναφέρομαι στο Κέντρο Υποδοχής Μεταναστών και Αιτητών Ασύλου «Πουρνάρα» και στις τραγικές συνθήκες που επικρατούν εκεί.

2,500 άνθρωποι στοιβάχτηκαν σε ένα Κέντρο που σχεδιάστηκε και χρηματοδοτήθηκε από την ΕΕ για να φιλοξενεί 600. Ως αποτέλεσμα αυτής της απαράδεκτης κατάστασης είναι να ξεχειλίσει η ανθρώπινη δυστυχία στα γύρω χωράφια, με τους μετανάστες να υποφέρουν, τους κατοίκους της περιοχής να διαμαρτύρονται και την κυβέρνηση να παρακολουθεί αμήχανη το αποτέλεσμα της ανικανότητάς της να διαχειριστεί το πρόβλημα. Και την ίδια ώρα, να προσπαθεί να φορτώσει σε όλους τους άλλους τα προβλήματα που η ίδια προκαλεί με την ανικανότητα και την ανευθυνότητά της.

Το βολικό για εμάς θα ήταν να σιωπήσουμε και αγκιστρωμένοι στην πολιτική ουδετερότητα να κλείσουμε τα μάτια σε μια ανθρώπινη τραγωδία που μας προσβάλλει ως κράτος και ως πολίτες. Δεν το κάνουμε όμως γιατί -θα το επαναλάβω- ο ρόλος μας είναι να λειτουργούμε ως η φωνή των πολιτών, αλλά και ως η δύναμη που απαιτεί δικαιοσύνη και ανθρωποκεντρικές πολιτικές.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Για σχεδόν δύο χρόνια ζούμε κάτω από τη βαριά σκιά της πανδημίας. Υπό αυτές τις συνθήκες που διαμόρφωσε ο COVID-19, η διαφύλαξη της ζωής αποτελεί την πρώτη και μέγιστη προτεραιότητα.

Ως ΑΚΕΛ επενδύουμε τις ελπίδες για έξοδο από την εφιαλτική κατάσταση, στην επιστήμη. Το πρόγραμμα εμβολιασμών είναι μονόδρομος για να προστατευτούμε από αυτή την ασύμμετρη απειλή. Όταν πεθαίνουν άνθρωποι καθημερινά, δεν έχουμε το δικαίωμα να κρυβόμαστε πίσω από μισόλογα. Γι’ αυτό κρίνουμε τα κυβερνητικά μέτρα με υπευθυνότητα και με μοναδικό γνώμονα την προστασία των συνανθρώπων μας.

Δεν θα σχολιάσω από αυτό εδώ το βήμα τους κυβερνητικούς χειρισμούς αν και οι παλινωδίες, οι αντιφάσεις, οι αστοχίες και οι προχειρότητες είναι τέτοιες που συχνά προκαλούν. Θεωρούμε καθήκον μας να βλέπουμε τη μεγάλη εικόνα, από την οποία το ΑΚΕΛ ξεχωρίζει το μείζον ζήτημα που ανάδειξε αυτή η πρωτοφανής κρίση: το ρόλο των δημόσιων νοσηλευτηρίων.

Όλοι όσοι υποβάθμιζαν την αξία του δημοσίου ως στυλοβάτη του τομέα της υγείας, μετά από αυτή την τρομακτική εμπειρία των τελευταίων δύο χρόνων, θα πρέπει να κάνουν δεύτερες σκέψεις. Σε ό,τι δε αφορά στο έμψυχο δυναμικό, τους γιατρούς, τους νοσηλευτές, το παραϊατρικό προσωπικό αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω για ακόμα μια φορά ένα μεγάλο και από καρδιάς ευχαριστώ για το έργο τους.

Ευτυχώς, που τα «γιατρούθκια» και τα «νοσοκομούθκια», όπως τους αποκαλούσε το κυβερνητικό στρατόπεδο, δεν άκουσαν τον ηγέτη της κυβερνητικής παράταξης να «πάνε να εργαστούν αλλού αν δεν τους αρέσκει» και στέκονται μπροστάρηδες στον πόλεμο κατά της πανδημίας. Τα δημόσια νοσηλευτήρια δε, παρότι αφέθηκαν από την κυβέρνηση να φθίνουν, σήκωσαν -και σηκώνουν ακόμα- το κυρίως βάρος της τιτάνιας προσπάθειας ενάντια στην πανδημία.

Την ίδια ώρα που η πανδημία έβγαζε στην επιφάνεια τον καλύτερό μας εαυτό -μέσα από την ανιδιοτελή προσφορά των επαγγελματιών υγείας και όχι μόνο- και μέσα στη δίνη της υγειονομικής κρίσης, ένα βαρύ σύννεφο έπεσε πάνω από  τη χώρα μας. Πρόκειται για το σύννεφο των καθεστωτικών πρακτικών που βαραίνουν την κυβέρνηση του ΔΗΣΥ. Πρακτικές που έσυραν τη χώρα μας χρόνια πίσω, σε εποχές που ελπίζαμε ότι είχαν παρέλθει οριστικά.

  • Πώς αλήθεια  να χαρακτηρίσουμε την κατάσταση που προκαλεί μια κυβέρνηση η οποία σκίζει σελίδες από τα σχολικά βιβλία επειδή απλά διαφωνεί με αυτά που γράφουν;
  • Πώς αλλιώς να χαρακτηρίσουμε τη δίωξη ενός καθηγητή τέχνης για τις δημιουργίες του και μάλιστα εκτός ωρών εργασίας;
  • Πώς αλλιώς να χαρακτηρίσουμε το γεγονός ότι η Αστυνομία μπούκαρε σε ένα σπίτι, κατάσχεσε ένα υπολογιστή μετά από καταγγελία της Υπουργού Δικαιοσύνης γιατί εντόπισε στο διαδίκτυο ένα λογαριασμό που τη σατίριζε;

Τι άλλο να πρωτοθυμηθούμε;

Το γεγονός ότι ο ίδιος ο Πρόεδρος δήλωνε ανερυθρίαστα ότι για το μέγα σκάνδαλο των διαβατηρίων αν ήθελε θα μπορούσε «να  παρέμβει στις ανακριτικές αρχές για να παρουσιάσουν φάκελο, ο οποίος δεν θα δικαιολογούσε τη δίωξη από πλευράς Γενικού Εισαγγελέα», αλλά μάς έκανε τη χάρη να μην παρέμβει;

Το γεγονός ότι ξένοι δημοσιογράφοι, στο κατώφλι Ευρωπαϊκής Συνόδου, περίμεναν μέσα στη βροχή τον Πρόεδρο  για να τον ρωτήσουν για την εμπλοκή του στα Pandora  Papers; Πάλι καλά βέβαια που ο Πρόεδρος δεν έκλεισε και σ’ αυτούς …ραντεβού με τον διάβολο, όπως έκανε με συμπατριώτες μας δημοσιογράφους, γιατί τόλμησαν να τον ρωτήσουν κάτι δυσάρεστο. Οι κυβερνώντες δεν αντέχουν τα δυσάρεστα και τα επικριτικά δημοσιεύματα, γι’ αυτό και επιστράτευσαν μια στρατιά από συμβούλους στο προεδρικό για να τα ελέγχουν, τους οποίους φυσικά αδροπληρώνει ο φορολογούμενος πολίτης.

Το γεγονός ότι το BBC πρόβαλε ντοκιμαντέρ για την Κύπρο με τον απαξιωτικό τίτλο «The offshore president»;

Ή το ανεκδιήγητο επιχείρημα του Προέδρου, για τα περί εμπλοκής του οικογενειακού του περίγυρου στο σκάνδαλο των πολιτογραφήσεων, λέγοντας επί λέξει: «Μα τι θέλετε; Επειδή είναι παιδιά μου να μείνουν άνεργοι;».

Θα μπορούσαμε να απαριθμήσουμε και άλλα παραδείγματα όμως εδώ θα βάλω μια άνω τελεία.

Επί των ημερών του Νίκου Αναστασιάδη και του ΔΗΣΥ οι παθογένειες του πολιτικού συστήματος έχουν πληθύνει, έχουν πολλαπλασιαστεί, με τις περισσότερες μάλιστα να έχουν ονοματεπώνυμο που βγαίνει από το Προεδρικό και την Πινδάρου. Και μόνο από το κεφάλαιο «άριστοι των αρίστων» θα μπορούσαμε να αντλήσουμε εξαιρετικά διδακτικά παραδείγματα.

Θα αρκεστώ στην υπενθύμιση της θλιβερής περίπτωσης του τέως επιτρόπου εθελοντισμού, του Γιάννη Γιαννάκη, για να υπογραμμίσω ότι αυτή η κυβερνητική νοοτροπία που αναπαράγει και απογειώνει την αναξιοκρατία μάς προκαλεί. Κατά τον ίδιο τρόπο που προκαλεί το βόλεμα των ημετέρων στο προεδρικό, γεγονός που και πάλι είχε την τιμητική του στα πρωτοσέλιδα.

Το ηθικό έλλειμα της διακυβέρνησης του ΔΗΣΥ αποτελεί βασικό άξονα στην αντιπολιτευτική μας στάση. Κι αυτό όχι τυχαία. Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε μια χώρα είναι η εξουσία να μην έχει ηθικές αναστολές. Κι αυτό ακριβώς συμβαίνει στη χώρα μας.

Οι ενστάσεις μας όμως δεν εξαντλούνται στα θέματα που απαρίθμησα προηγουμένως, όσο σοβαρά κι αν είναι αυτά.

Ως κόμμα της Αριστεράς ιεραρχούμε ψηλά στις προτεραιότητές μας το κοινωνικό κράτος πρόνοιας. Και σε αυτό το θέμα η απόκλισή μας από τις κυβερνητικές επιλογές είναι τεράστια. Είναι προφανές ότι έχουμε διαφορετική φιλοσοφία καθώς στη δική μας αντίληψη το κράτος οφείλει να είναι αρωγός και συμπαραστάτης πρωτίστως των οικονομικά ασθενέστερων, πράγμα που σήμερα δεν συμβαίνει.

Ας αναρωτηθούν, όσοι διαθέτουν κοινωνικές ευαισθησίες:

  • Ποιου είναι η ευθύνη που οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας δεν μπορούν να προσφέρουν πραγματική στήριξη σε όσους την έχουν ανάγκη;
  • Ποιος έχει την ευθύνη για το τσουβάλιασμα σε στέγες ηλικιωμένων, ανήλικων παιδιών, ασυνόδευτων μεταναστών, ψυχικά ασθενών;
  • Αυτή είναι η έννοια της κοινωνικής προστασίας που η κυβέρνηση υπηρετεί;

Για τα ζητήματα της κοινωνικής πολιτικής και κοινωνικής ευημερίας συχνά παρουσιάζονται αριθμοί και στατιστικές. Εγώ δεν θα μπω σ’ αυτή τη λογική παρότι έχουν και οι αριθμοί τη σημασία τους. Δεν θα το κάνω, γιατί πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι, που έχουμε ευθύνη ως πολιτεία να τους φροντίσουμε. Και η πρώτιστη ευθύνη βρίσκεται στην κυβέρνηση, στην όποια κυβέρνηση. Δεν μπορώ, λοιπόν, να κάνω συζήτηση περί  success story, για το οποίο επαίρεται η κυβέρνηση, όταν ένας στους τέσσερις συμπολίτες μας βρίσκεται κάτω ή στο όριο της φτώχειας. Μιλάμε για σχεδόν 200 χιλιάδες  άτομα!

Δεν μπορώ να προσθαφαιρώ αριθμούς, όταν χιλιάδες νοικοκυριά αγωνίζονται να βγάλουν τον μήνα και είναι βυθισμένοι στο άγχος και την οικονομική ανασφάλεια.

Είναι βολικό να καμωνόμαστε ότι δεν τους βλέπουμε και δεν τους ακούμε. Είναι βολικό να γυρίζουμε το κεφάλι αλλού και με επικοινωνιακές τακτικές να αποκρύβουμε το γεγονός. Ως ΑΚΕΛ όμως θεωρούμε υποχρέωση όλους αυτούς τους ταλαιπωρημένους συνανθρώπους μας να τους δώσουμε φωνή ώστε μέσα σε αυτή την αίθουσα, στο ναό της δημοκρατίας, επιτέλους να ακουστούν.

  • Διακόσιες χιλιάδες άνθρωποι στο όριο της φτώχιας! Ας κρατήσουμε αυτό τον αριθμό.

Γιατί με την  κρίση της πανδημίας από τη μια και την ακρίβεια από την άλλη, ο κίνδυνος για φτωχοποίηση μεγαλύτερου ποσοστού του πληθυσμού είναι κάτι περισσότερο από ορατός.

Αυτός ο κίνδυνος γίνεται ακόμα πιο μεγάλος γιατί η κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης του ΔΗΣΥ εξαντλείται στο  Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα το οποίο αδυνατεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα πολλαπλά προβλήματα που υπάρχουν.

Το ΕΕΕ διαμορφώθηκε με τη λογική του περιορισμού των δικαιούχων αντί της παροχής βοήθειας σε αυτούς που πραγματικά έχουν ανάγκη. Το ΕΕΕ αδυνατεί να καταστεί ένα πραγματικό δίκτυ προστασίας των οικονομικά ασθενέστερων. Απλά μοιράζει τη φτώχεια σε περισσότερους.

Αν προσθέσουμε και τις διοικητικές δυσκολίες στην εφαρμογή του, οι οποίες μέχρι σήμερα δεν έχουν ξεπεραστεί, το ΕΕΕ δεν έχει πετύχει τον σκοπό του.

Κατά καιρούς έχουμε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις για την ουσιαστική βελτίωση του θεσμού. Βελτίωση επιβάλλεται να υπάρξει στα κριτήρια των δικαιούχων, αλλά και στο ύψος των επιδομάτων. Εάν τα 480 ευρώ ήταν υποφερτά το 2014 για ένα άτομο, σήμερα είναι απελπιστικά λίγα και ανεπαρκή. Είναι επιβεβλημένη η αναθεώρηση του καλαθιού των βασικών αναγκών καθώς και η αναπροσαρμογή όλων των επιδομάτων στα σημερινά πραγματικά δεδομένα.

  • Η θέση μας είναι ξεκάθαρη: χρειάζεται επανασχεδιασμός της κοινωνικής πολιτικής για τη δημιουργία ενός πραγματικά σύγχρονου κράτους πρόνοιας που θα στηρίζει αποτελεσματικά τους πολίτες.

Η Κύπρος χρειάζεται πολιτικές που να καταπολεμούν την οικονομική και κοινωνική ανισότητα και να διοχετεύουν επαρκείς πόρους στους χαμηλόμισθους και στις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.

Πολλή συζήτηση έγινε για την αναδιοργάνωση και τον εκσυγχρονισμό των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας. Έπειτα από μεγάλη αναμονή και συνεχείς εξαγγελίες που αποδεικνύονταν άνευ περιεχομένου, πριν από 2 χρόνια η κυβέρνηση δημοσιοποίησε τελικά το σχέδιο αναδιάρθρωσής τους. Έχουμε έντονες αμφιβολίες ότι η αναδιάρθρωση θα οδηγήσει σε βελτίωση του συστήματος. Κι αυτό γιατί διέπεται από φιλοσοφία περιορισμού του ρόλου των δημόσιων υπηρεσιών μόνο σε επιτελικό επίπεδο και αναθέτει τον κρίσιμο ρόλο της παρέμβασης και της εφαρμογής κοινωνικών προγραμμάτων στον ιδιωτικό τομέα και στην αγορά υπηρεσιών. Μ’ αυτή τη φιλοσοφία η εφαρμογή της κοινωνικής πολιτικής τίθεται κάτω από την προϋπόθεση της οικονομικής βιωσιμότητας και του κέρδους, γεγονός που θα προκαλέσει υποβάθμιση της ποιότητας της παρεχόμενης υπηρεσίας.

Η υποβάθμιση του κοινωνικού κράτους, οι στρεβλώσεις και οι αδυναμίες στο ΕΕΕ, η έλλειψη δομών παιδικής προστασίας, η απουσία δομών για τη φροντίδα ενήλικων παιδιών με αναπηρία, η απουσία αποτελεσματικής και ολοκληρωμένης  στεγαστικής πολιτικής και πολλά άλλα, οδηγούν σε απόγνωση τους χιλιάδες οικονομικά ευάλωτους συμπολίτες μας.

Συναδέλφισσες, συνάδελφοι,

Κάθε κράτος έχει ανάγκη από μια οικονομία ισχυρή και βιώσιμη, η οποία να έχει τη δυνατότητα να στηρίξει ένα αποτελεσματικό κοινωνικό κράτος. Να μπορεί να φέρει πρόοδο στη χώρα και να προσφέρει ευημερία στους πολίτες.

Η κυβέρνηση εστιάζει στον ρυθμό ανάπτυξης ώστε να δώσει τα εύσημα στον εαυτό της για την οικονομική πολιτική που εφαρμόζει. Κάτω όμως από το χαλί του ρυθμού ανάπτυξης η κυβέρνηση κρύβει τις παθογένειες, τις στρεβλώσεις και την έλλειψη προοπτικής της κυπριακής οικονομίας.

Είναι πεποίθησή μας ότι το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας μας βρίσκεται σε τέλμα. Έχει εξαντλήσει τα περιθώριά του και επειγόντως χρειάζεται ένα νέο μοντέλο που θα ανοίξει νέους ορίζοντες.

Η πανδημία έφερε στο προσκήνιο, με ακόμα πιο έντονο τρόπο, την ανάγκη να υπάρξει επανασχεδιασμός του αναπτυξιακού μοντέλου. Παρόλο που και γι’ αυτό υπήρξαν πολλές εξαγγελίες, στην πράξη ελάχιστα έχουν γίνει.

Η κυβέρνηση βολεύτηκε με τη βιομηχανία των «χρυσών διαβατηρίων», προκαλώντας όμως σοβαρές ανισορροπίες και προβλήματα στην αγορά που σήμερα καλείται να διαχειριστεί εξαιτίας της άρον άρον κατάργησης του προγράμματος.

  • Η περιβόητη στρατηγική για τον τουρισμό παραμένει κλειδωμένη στα συρτάρια.
  • Ο πρωτογενής και δευτερογενής τομέας έχουν αφεθεί να λειτουργούν χωρίς πλάνο και στρατηγική.
  • Στον τομέα της υγείας και της παιδείας η κυβέρνηση επιδίδεται σε ένα αγώνα υποβάθμισης των δημόσιων υποδομών, θεωρώντας προφανώς ότι με αυτό τον τρόπο θα αυξηθούν οι ευκαιρίες για τον ιδιωτικό τομέα.

Μιλώντας για τον τομέα της υγείας, είναι φανερό ότι το ΓΕΣΥ, που αποτελεί μια μεγάλη κατάκτηση για τον λαό μας για την οποία το ΑΚΕΛ διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο, χρειάζεται βελτιώσεις, διορθώσεις και αντιμετώπιση των στρεβλώσεων χωρίς φυσικά να αλλάξουμε τη φιλοσοφία, την αρχιτεκτονική και τον χαρακτήρα του. Πρώτα απ’ όλα επιβάλλεται η ουσιαστική στήριξη των δημόσιων νοσηλευτηρίων, τα οποία στη δική μας αντίληψη αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του συστήματος.

Στον δε τομέα της έρευνας και καινοτομίας, παρά τις βελτιώσεις που έγιναν, η Κύπρος συνεχίζει να παραμένει ουραγός στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ακόμα και πριν από την πανδημία η κυπριακή οικονομία είχε ν’ αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις, τις οποίες η κυβέρνηση του ΔΗΣΥ όχι μόνο δεν έχει αντιμετωπίσει αλλά δεν έχει εγκύψει σοβαρά σ’ αυτές.

Για σκοπούς οικονομίας του χρόνου συνοπτικά θα αναφέρω μόνο μερικά παραδείγματα:

  • Η κυβέρνηση του ΔΗΣΥ δεν έχει δώσει ουσιαστικές λύσεις για ν’ αντιμετωπίσει τις εισοδηματικές και κοινωνικές ανισότητες. Είναι αρκούντως ενδεικτικό το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια το μερίδιο των μισθών στο ΑΕΠ έχει μειωθεί σε αντίθεση με τα κέρδη που το μερίδιό τους έχει αυξηθεί.
  • Παραμένει επιτήδεια ουδέτερη σε σχέση με αιτήματα των εργαζομένων, όπως η νομοθετική κατοχύρωση των συλλογικών συμβάσεων και ο καθορισμός μηχανισμού για τη διαμόρφωση ελάχιστων όρων απασχόλησης μεταξύ των οποίων και ο κατώτατος μισθός.
  • Έχει στείλει στις ελληνικές καλένδες το δικαιολογημένο αίτημα της κατάργησης του 12% πέναλτι για σύνταξη στα 63.
  • Επιπρόσθετα, δεν δείχνει διατεθειμένη να συζητήσει την πλήρη επαναφορά της ΑΤΑ στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, ώστε να αποκατασταθεί η αγοραστική δύναμη των μισθών των εργαζομένων ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες αυξανόμενης ακρίβειας.

Λειτουργεί στην ουσία παρελκυστικά για να ροκανίσει το χρόνο που τις έχει απομείνει στην εξουσία. Το πρόβλημα όμως είναι ότι  ο λαός τελικά πληρώνει την αδυναμία, την ανικανότητα και την απροθυμία της να δώσει λύσεις υπέρ της κοινωνίας. Ενδιαφέρεται πρωτίστως να εξυπηρετήσει τα μεγάλα συμφέροντα των λίγων και προνομιούχων.

Ενδεικτικό αυτής της πολιτικής συμπεριφοράς είναι το γεγονός ότι κάθε φορά που οι τράπεζες απαιτούν νέες νομοθεσίες για να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους, η κυβέρνηση και ο ΔΗΣΥ τρέχουν με τη μορφή του κατεπείγοντος να τα εγκρίνουν στη Βουλή. Όταν πρόκειται για τους πολίτες η κυβέρνηση όχι μόνο βραδυπορεί, αλλά αν τύχει και τελικά εγκριθεί κάτι υπέρ της κοινωνίας ο πρόεδρος το αναπέμπει στη Βουλή ή το αναφέρει στο Ανώτατο. Όπως έκανε και τώρα με τη μείωση του συντελεστή ΦΠΑ στον ηλεκτρισμό την οποία ψήφισαν όλα τα κόμματα πλην του ΔΗΣΥ που την καταψήφισε.

Η κυβέρνηση μεθόδευσε τη χρεοκοπία, το κλείσιμο και το ξεπούλημα του Συνεργατισμού αφήνοντάς μας στο έλεος του ολιγοπωλίου δύο μεγάλων τραπεζών, οι οποίες ανήκουν σε ξένους.

  • Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο για την οικονομία του τόπου.

Η κυβέρνηση με τις πολιτικές της έχει δημιουργήσει κι άλλα επικίνδυνα φαινόμενα για τη χώρα και για την εθνική μας ασφάλεια. Παρέδωσε το μοναδικό εμπορικό λιμάνι της χώρας σε ιδιωτικά συμφέροντα με το επιχείρημα ότι θα καταστήσει την Κύπρο περιφερειακό κέντρο. Εταιρείες έφυγαν από τη χώρα μας, οι χρεώσεις αυξήθηκαν, τα προβλήματα πολλαπλασιάστηκαν.

Μεθόδευσε το κλείσιμο της Επιτροπής σιτηρών και παρ’ ολίγο η Κύπρος να ξεμείνει από σιτηρά αφού δεν είχε στρατηγικά αποθέματα ως όφειλε δια νόμου η κυβέρνηση να διατηρεί.

Η κυβέρνηση μεθόδευσε το κλείσιμο του εθνικού αερομεταφορέα. Ένα νησιωτικό και ημικατεχόμενο κράτος, απομονωμένο στην Α. Μεσόγειο όπως είναι η Κύπρος δεν έχει αερομεταφορέα. Τα εισιτήρια δεν έχουν γίνει πιο φτηνά, όπως προπαγάνδιζε η κυβέρνηση, και η ταλαιπωρία για να ταξιδέψει κάποιος κάπου έγινε μεγαλύτερη.

Ευτυχώς, η αντίδραση η δική μας μαζί με  άλλα κόμματα, απέτρεψε το ξεπούλημα της CYTA, για την οποία ο κ. Αβέρωφ Νεοφύτου προέβλεπε το 2010 ότι σε συνθήκες ανταγωνισμού έχει μόνο πέντε χρόνια ζωής. Έντεκα χρόνια από τότε η CYTA καταγράφει κέρδη ρεκόρ, τα οποία θα κατέληγαν στη τσέπη ιδιωτών και όχι προς όφελος του δημοσίου.

Συναδέλφισσες, συνάδελφοι,

Η κυβέρνηση πλείστες τόσες φορές στα χρόνια της διακυβέρνησής της έχει πείσει ότι δεν έχει όραμα για το αύριο. Αρκείται στη διαχείριση τού σήμερα προωθώντας το πρόσκαιρο κέρδος, την αρπαχτή και το βόλεμα των ημετέρων.

Για να καλύψει την έλλειψη οράματος και συγκροτημένης οικονομικής πολιτικής η κυβέρνηση κάθε χρόνο παρουσιάζει πολυδιαφημισμένα  σχέδια και δεσμεύεται για διάφορα τα οποία συνήθως μένουν στα χαρτιά. Η εμπειρία έχει δείξει ότι στην υλοποίηση των δεσμεύσεων της η κυβέρνηση Αναστασιάδη δεν έχει το καλύτερο όνομα εξού και επί των ημερών της το ρήμα «δεσμεύομαι» έγινε το πιο σύντομο ανέκδοτο.

Μιλώντας για εξαγγελίες και δεσμεύσεις αναπόφευκτα ερχόμαστε στο θέμα της υλοποίησης του αναπτυξιακού προϋπολογισμού του κράτους. Και σ’ αυτό τον τομέα η κυβέρνηση λαμβάνει πολύ χαμηλό βαθμό, τον χαμηλότερο απ’ όλες τις κυβερνήσεις. Το ποσοστό υλοποίησης συνήθως κυμαίνεται γύρω στο 65% γεγονός που σημαίνει ότι κάθε χρόνο ένα στα τρία έργα που εξαγγέλλει η κυβέρνηση δεν υλοποιείται. Και κάθε χρόνο η κυβέρνηση τα επανεξαγγέλλει εμπαίζοντας τους πολίτες.

Είναι αδήριτη ανάγκη να δημιουργήσουμε μια οικονομία κτισμένη σε στέρεες βάσεις, προσανατολισμένη προς μια βιώσιμη, ισορροπημένη και με κοινωνικό πρόσημο ανάπτυξη.

Επανεξετάζοντας το αναπτυξιακό μας μοντέλο, πρέπει να στηρίξουμε τον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα, οι οποίοι έχουν αφεθεί τα τελευταία χρόνια στο περιθώριο. Επιβάλλεται να στηρίξουμε τη γεωργία και την κτηνοτροφία, καθώς και την κυπριακή βιομηχανία.

Επιβάλλεται ουσιαστική στήριξη στις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις και τους αυτοτελώς εργαζόμενους  που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της κυπριακής οικονομίας.

Επιβάλλεται παροχή κινήτρων όχι μόνο για προσέλκυση επενδύσεων από το εξωτερικό αλλά και για να στηριχθεί η ανάπτυξη των κυπριακών επιχειρήσεων.

Την ίδια ώρα χρειάζεται να στραφούμε και σε νέους τομείς που όλο το προηγούμενο διάστημα βρέθηκαν σε δεύτερη μοίρα. Να δημιουργήσουμε μια οικονομία της γνώσης, αυξάνοντας την επένδυση στους τομείς της έρευνας, της καινοτομίας και της τεχνολογίας. Βελτιώνοντας τις υποδομές που είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη αυτών των τομέων.

Επιβάλλεται να προωθήσουμε την κυκλική και πράσινη οικονομία με αποφασιστικότητα και γρηγορότερο ρυθμό γιατί και πάλι καθυστερούμε.

Επιβάλλεται να βελτιώσουμε τη λειτουργία του Κράτους για να απαλλαγεί από τις στρεβλώσεις και τα προβλήματά του. Τα στελέχη της κυβερνητικής παράταξης, όταν ήταν στην αντιπολίτευση μιλούσαν για λίπος στη δημόσια υπηρεσία που έπρεπε να εξαλειφθεί. Εννιά χρόνια στην εξουσία και παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση διαθέτει πλέον από το 2017 νομοθεσία για οριζόντια κινητικότητα στην ευρύτερη δημόσια υπηρεσία, ο αριθμός των δημόσιων υπαλλήλων έχει ξεπεράσει τους αριθμούς του 2012. Και την ίδια ώρα, οι δαπάνες για αγορά υπηρεσιών έχουν αυξηθεί κατά πολύ.

Η πολυδιαφημισμένη λεγόμενη μεταρρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας δεν θα αλλάξει ουσιαστικά την κατάσταση, αφού περιορίζεται στην αξιολόγηση και την προαγωγή των δημόσιων υπαλλήλων και δεν αγγίζει πολύ πιο άμεσες ανάγκες.

Δεν αγγίζει:

  • Την ανάγκη η Δημόσια Υπηρεσία να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της κοινωνίας έγκαιρα και αποτελεσματικά.
  • Την ανάγκη να περιοριστεί η γραφειοκρατία και να αυξηθεί η διαφάνεια και η λογοδοσία.
  • Την ανάγκη να καταστεί η δημόσια υπηρεσία, και κατ’ επέκταση το Κράτος, πυλώνας διασφάλισης της κοινωνικής προστασίας και της αναπτυξιακής προοπτικής της χώρας.
  • Την ανάγκη η δημόσια υπηρεσία να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και πραγματικότητες της τεχνολογικής εξέλιξης και του ψηφιακού μετασχηματισμού.

Σε σχέση με το φορολογικό σύστημα είναι πεποίθησή μας ότι αυτό θα πρέπει να μεταρρυθμιστεί ώστε να επιτυγχάνεται δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών. Ο πλούτος δεν μπορεί να παραμένει αφορολόγητος.

Πρέπει να υιοθετηθούν κίνητρα για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προκλήσεων.

Επιβάλλεται να αντιμετωπιστεί η φοροδιαφυγή η οποία συνεχίζει να είναι πολύ ψηλή παρότι η κυβέρνηση πήρε από τη βουλή όσα εργαλεία ζήτησε.

Σε σχέση με το ιδιωτικό χρέος η κυβέρνηση έχει σηκώσει τα χέρια ψηλά παρότι με τις ενέργειες και πολιτικές της το έχει εκτοξεύσει.

Το σχέδιο ΕΣΤΙΑ ακόμα και με επίσημες παραδοχές έχει αποτύχει. Οι πωλήσεις δανείων σε ιδιωτικά ταμεία αγοράς πιστώσεων προχωρούν ανεμπόδιστα. Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν έχει κάνει τίποτα για να προστατεύσει τους βιώσιμους δανειολήπτες, αλλά με στοχευμένες αλλαγές της νομοθεσίας τούς έχει αφήσει εκτεθειμένους. Η κυβέρνηση από την άλλη δηλώνει ικανοποιημένη για την πορεία του ιδιωτικού χρέους επειδή τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν μεν φύγει από τα βιβλία των τραπεζών, αλλά έμειναν στην οικονομία και στις πλάτες των δανειοληπτών.

Στο θέμα της ακρίβειας η επιπολαιότητα και η προχειρότητα της κυβέρνησης ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Όταν εμφανίστηκε το πρόβλημα άφηνε να νοηθεί ότι δεν θα μας επηρεάσει ιδιαίτερα.

Όταν το ΑΚΕΛ κατέθεσε πρόταση για μείωση του συντελεστή ΦΠΑ στον ηλεκτρισμό, κάτι που συστήνει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η κυβέρνηση την χλεύασε και προσπάθησε να την αποδομήσει. Τελικά υπαναχώρησε και αποφάσισε να καταθέσει πρόταση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία όμως είναι κατώτερη από αυτή που με μεγάλη πλειοψηφία ενέκρινε η Βουλή. Για να κάνει το δικό της όμως η κυβέρνηση, με διάταγμα προχωρεί στην εφαρμογή της δικής της πρότασης. Για ακόμα μια φορά η κυβέρνηση ήλθε να υπενθυμίσει τον ετσιθελισμό της.

Όλα αυτά οδηγούν σε μια διαπίστωση: Έχουμε απέναντί μας μια κυβέρνηση χωρίς όραμα που δεν πολιτεύεται με βάση τα υπαρκτά προβλήματα της κοινωνίας, αλλά με βασικό κριτήριο την εξυπηρέτηση συμφερόντων και για επικοινωνιακό κέρδος.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Συζητώντας για τον προϋπολογισμό δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στο Κυπριακό.

Όσα σήμερα ζούμε είναι ενδεικτικά της θλιβερής εικόνας που επικρατεί, με την οριστική διχοτόμηση να είναι πιο ορατή από ποτέ. Οι τεράστιες ευθύνες της κατοχικής Τουρκίας είναι δεδομένες, πολύ περισσότερο που με προκλητικές, επιθετικές και εν πολλοίς παράνομες ενέργειες οι οποίες ολοένα και πληθαίνουν, εδραιώνει καθημερινά τα διχοτομικά τετελεσμένα.

Είναι πρόδηλο ότι για να τερματιστεί αυτή η καταστροφική πορεία και να μπει φραγμός στην τουρκική επιθετικότητα και στη ρητορική για λύση δύο κρατών, η οποία τροφοδοτείται από το παρατεταμένο αδιέξοδο, πρέπει να επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις. Δυστυχώς, προς το παρόν τέτοια προοπτική δεν διαφαίνεται.

Η πολυτέλεια του χρόνου δεν μας παρέχεται αφού η άγονη παρέλευσή του απολήγει σε βάρος των προοπτικών της λύσης. Τα δεδομένα επί του εδάφους καθίστανται όλο και πιο αρνητικά όσο επενδύουμε σε αναποτελεσματικές πολιτικές και όσο επικεντρωνόμαστε στην πονεμένη ιστορία των κυρώσεων που ακόμα θα πονέσουν την Τουρκία.

Η διάρρηξη του ζημιογόνου αδιεξόδου μπορεί να επιτευχθεί αν εμείς αναλάβουμε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες προσπαθώντας να αναγεννήσουμε τη διαπραγματευτική διαδικασία στη σωστή της βάση.

  • Πρέπει να κατανοήσουμε ότι αν δεν κινηθούμε εμείς δεν πρόκειται να κινηθούν άλλοι για εμάς.

Κατά γενική παραδοχή, στο Κραν Μοντανά είχαμε φθάσει πολύ κοντά στην επίλυση των βασικών πτυχών του Κυπριακού, κάτι που θα καθιστούσε πλέον αναπόδραστη τη συνολική λύση.

Έτσι εξηγείται γιατί ο κ. Γκουτέρες στις εκθέσεις που υπέβαλλε στο Συμβούλιο Ασφαλείας, πλην της τελευταίας, επέμενε στη συνέχιση των διαπραγματεύσεων από το σημείο που είχαν μείνει. Αντιλαμβανόταν πλήρως ότι αν αυτό γινόταν αποδεκτό στην πράξη, θα μπορούσαμε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να καταλήξουμε στην πολυπόθητη λύση.

Το ΑΚΕΛ, ως υπεύθυνο και σοβαρό κόμμα που εργάζεται με συνέπεια για λύση εντός του συμφωνημένου πλαισίου, πριν από ένα χρόνο υπέβαλε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ολοκληρωμένη πρόταση, για διάρρηξη του διεξόδου.

Η πρόταση του ΑΚΕΛ υπηρετεί δύο βασικούς στόχους. Αρχικά, με συγκεκριμένα βήματα μπορούμε να πείσουμε ότι είναι ειλικρινής η διακηρυγμένη ετοιμότητα της ελληνοκυπριακής πλευράς για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. Έτσι θα αποκατασταθεί η ανύπαρκτη αξιοπιστία και πειστικότητα του Προέδρου στο Κυπριακό έναντι του διεθνούς παράγοντα, όπως διαπιστώνει ο διαπραγματευτής της ε/κ πλευράς κ. Μαυρογιάννης.

Ανταποκρινόμενοι στη θέση του Γ.Γ. του ΟΗΕ για να αξιοποιηθεί το ΦΑ ως καταλύτης για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, υποβάλαμε πρόταση για το πώς μπορεί αυτό να επιτευχθεί. Μια πρόταση, η οποία δεν παραβιάζει κόκκινες γραμμές της πλευράς μας ούτε και εισηγείται απαράδεκτες υποχωρήσεις

Η πρόταση για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων αρχίζει με υπογράμμιση της επιμονής μας σε λύση δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, όπως αυτή καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του ΣΑ, χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Μπορεί αυτή η θέση να φαίνεται αυτονόητη αλλά ιδιαίτερα μέσα στις σημερινές συνθήκες αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα αφού μετά το Κρανς Μοντανά η Άγκυρα, καθώς και η νέα τουρκοκυπριακή ηγεσία, εμμένουν ουσιαστικά σε λύση δύο κρατών.

Περαιτέρω εκφράζουμε την ετοιμότητά μας να συνεχίσουμε τη διαπραγμάτευση από εκεί που είχε μείνει στη βάση της Κοινής Διακήρυξης του 2014, στο Πλαίσιο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ και διαφυλάσσοντας τις συγκλίσεις.

Ασφαλώς δεν μπορεί να εγγυηθεί κανείς ότι αν η  πρότασή  μας γίνει αποδεκτή και υποβληθεί από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, η Τουρκία και ο κ. Τατάρ θα συνεργαστούν για επανέναρξη των ουσιαστικών διαπραγματεύσεων και για κατάληξη σε λύση εντός του συμφωνημένου πλαισίου. Τουλάχιστον, όμως,  θα πιεστούν προς αυτή την κατεύθυνση αφού αν δεν το πράξουν θα μείνουν εκτεθειμένοι.

Αν δοθεί το αναγκαίο βάρος στην πρόταση του ΑΚΕΛ, η οποία συγκεκριμενοποιεί επίμονες και παραγωγικές εισηγήσεις του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ,  μπορούμε να ευελπιστούμε ότι θα υπάρξει προοπτική διάρρηξης του σημερινού αδιεξόδου. Αυτός είναι ο πιο ασφαλής και αποτελεσματικός τρόπος για να αντιμετωπιστεί το ντελίριο αδιαλλαξίας της Τουρκίας. Κάτι που δεν μπορούν να πετύχουν οι λεγόμενες νέες ιδέες που προβάλλονται τόσο εσωτερικά όσο και από τρίτους. Αυτές οι ιδέες αχρηστεύουν βασικές συγκλίσεις που χρειάστηκαν δεκαετίες για να επιτευχθούν και στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου νέες. Αντίθετα, μας παίρνουν τουλάχιστον είκοσι χρόνια πίσω και αν τελικά επικρατήσουν θα μας σύρουν στις ατέρμονες συζητήσεις του παρελθόντος.

Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας αντί να εκτιμήσει το γεγονός ότι το Κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης τού εισηγείται μια συγκεκριμένη πρόταση για έξοδο από το επικίνδυνο αδιέξοδο, όχι μόνο της απέρριψε χωρίς συζήτηση, αλλά μάς κατηγορεί κιόλας για δήθεν απαράδεκτες υποχωρήσεις.

Ένα θα πούμε: εμείς ποτέ δεν δεχθήκαμε και δεν πρόκειται ποτέ να δεχθούμε έστω να συζητήσουμε για λύση δύο κρατών. Την απορρίπτουμε κατηγορηματικά. Ο πρόεδρος μπορεί να πει το ίδιο;

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Άρχισα  την ομιλία μου με το «δια ταύτα» και με αυτό θα τελειώσω: Το ΑΚΕΛ τιμώντας τον ρόλο του ως αξιωματική αντιπολίτευση δεν μπορεί να υπερψηφίσει τον προϋπολογισμό. Θα είναι σαν να αναιρούμε τον πολιτικό μας εαυτό. Όχι μόνο επειδή δεν θέλουμε να γίνουμε ανακόλουθοι, αλλά και γιατί αυτό δεν συνάδει με τον ρόλο που ο λαός μάς ανάθεσε: να ελέγχουμε την κυβέρνηση Αναστασιάδη – ΔΗΣΥ και να προστατεύουμε τα συμφέροντα της πλειοψηφίας της κοινωνίας  από τις αντιλαϊκές της πολιτικές.

Στην αρχή της ομιλίας μου είχα πει ότι θέλω να αξιοποιήσω αυτή την ευκαιρία για να απευθυνθώ στους εντολοδόχους μας. Τους συμπολίτες μας. Τον λαό. Για να τους στείλω ένα μήνυμα αισιοδοξίας ότι απέναντι στις ετεροβαρείς κυβερνητικές πολιτικές μπορεί να υπάρξει μια αναπτυξιακή πολιτική με κοινωνικό πρόσημο.

Ως ΑΚΕΛ σε αυτό το δρόμο θα συνεχίσουμε να βαδίζουμε, με συνέπεια, μέχρι να επιτύχουμε την προοδευτική αλλαγή.

PREV

Συνάντηση ΑΚΕΛ με αντιπροσωπεία του Κινήματος κατά των εκποιήσεων

NEXT

Ομιλία Βαλεντίνου Φακοντή, Βουλευτή ΑΚΕΛ, κατά τη συζήτηση του Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2022