Ομιλία του Στέφανου Στεφάνου, μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΑΚΕΛ σε εκδήλωση – συζήτηση που οργανώνει το Πανεπιστήμιο Uclan
Μπροστά στη λύση του Κυπριακού;
Δεν θα βάλω ερωτηματικό στο τέλος της πρότασης. Έχω αφαιρέσει το ερωτηματικό από το τίτλο της αποψινής εκδήλωσης όχι γιατί θεωρώ πως με βεβαιότητα αυτή τη φορά οι προσπάθειες θα τελεσφορήσουν και θα φτάσουμε σε λύση. Αυτό κανείς δεν μπορεί να το υποστηρίξει. Όποιος το κάνει αυτό σημαίνει ότι δεν έχει επίγνωση των δυσκολιών ή απλά αιθεροβατεί.
Έχω αφαιρέσει το ερωτηματικό, γιατί κατά την άποψή μας, την άποψη του ΑΚΕΛ εννοώ, από τη στιγμή που όλοι λέμε ότι η λύση του Κυπριακού είναι ο υπέρτατος στόχος, θα έπρεπε κανονικά να προετοιμάζαμε την κοινωνία για λύση εδώ και χρόνια. Θα έπρεπε κάθε μέρα και κάθε χρόνο να θέτουμε το ερώτημα στον εαυτό μας, τι χρειάζεται και τι πρέπει να κάνουμε έτσι ώστε όσα περνούν από το δικό μας χέρι να τα κάνουμε για να βοηθήσουμε στη λύση.
Τα στερεότυπα που κυριαρχούν
Κατά την άποψή μου, δυστυχώς, αυτό δεν το κάναμε στο βαθμό που θα έπρεπε. Ο κυρίαρχος λόγος δεν στοχεύει ούτε και εξυπηρετεί την αναγκαιότητα της επίτευξης λύσης όπως την περιγράφουν τα ΗΕ στα ψηφίσματα τους.
Στις επίσημες πολιτικές ομιλίες, στα μνημόσυνα, στα σχολεία, στις δηλώσεις πολιτικών στελεχών, στις αποφάσεις κομμάτων και οργανωμένων συνόλων, με εξαιρέσεις βέβαια που προέρχεται βασικά από το χώρο της Αριστεράς, κυριαρχεί μια ρητορική καταγγελίας και απόρριψης. Υπάρχει μια υπερ-προβολή των δυσκολιών και των εμποδίων και απουσιάζουν οι δυνατότητες, τα κίνητρα, οι δυναμικές και η προοπτική.
Ποια είναι τα στερεότυπα που κυριαρχούν στον πολιτικό λόγο; Θα αναφέρω κάποια:
- Η Τουρκία δεν πρόκειται ποτέ να συμφωνήσει σε μια λύση που να τερματίζει την κατοχή και να επανενώνει τη χώρα και το λαό. Αν ισχύει αυτή η λογική τότε η προσπάθεια για επίτευξη λύσης είναι μάταιη. Επομένως, όσοι έχουν αυτή τη θέση και μιλούν ταυτόχρονα για λύση και απελευθέρωση είτε δεν καταλαβαίνουν ότι φάσκουν και αντιφάσκουν ή κοροϊδεύουν τον κόσμο.
- Αν η Τουρκία συμφωνήσει σε λύση δεν πρόκειται να την εφαρμόσει. Κι εδώ υπάρχει αντίφαση. Αν εκ προοιμίου γνωρίζουμε ότι η Τουρκία δεν θα εφαρμόσει τη λύση γιατί συζητούμε για λύση; Η δε αντίφαση γίνεται ακόμα πιο μεγάλη, όταν αυτοί που εκφράζουν τη συγκεκριμένη θέση υποστηρίζουν ότι πρέπει να διαπραγματευόμαστε απευθείας με την Τουρκία και όχι με την τουρκοκυπριακή κοινότητα.
- Το τρίτο στερεότυπο έχει να κάνει με το ρόλο που διαδραματίζει η τουρκοκυπριακή κοινότητα στις προσπάθειες για λύση. Εκφράζεται από διάφορους η θέση ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά είναι ένα απόλυτα πειθήνιο όργανο στα χέρια της Τουρκίας, για τίποτα δεν μπορεί να αποφασίζει, για όλα αποφασίζει η Τουρκία. Αυτή η θέση είναι απόλυτη και λανθασμένη. Η Τουρκία έχει τον αποφασιστικό ρόλο και λόγο στο Κυπριακό, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η τουρκοκυπριακή κοινότητα δεν έχει ρόλο. Κάθε άλλο. Άλλωστε το πρόσφατο παρελθόν καταρρίπτει αυτή τη θέση. Η παρουσία του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ στην ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας συνέβαλε στην επίτευξη πολύ σημαντικών συγκλίσεων με τον Δημήτρη Χριστόφια σε πολύ σημαντικά θέματα. Επομένως, είναι σημαντικός ο ρόλος της τουρκοκυπριακής κοινότητας ειδικά όταν ο ηγέτης της είναι οπαδός της λύσης και επανένωσης της χώρας και του λαού. Μια τέτοια συγκυρία έχουμε και τώρα που επικεφαλής της τουρκοκυπριακής κοινότητας είναι ο Μουσταφά Ακιντζί. Η ανάδειξή του στην ηγεσία της κοινότητας έχει δημιουργήσει ένα παράθυρο ευκαιρίας το οποίο πρέπει να αξιοποιήσουμε.
Τονίζω το ουσιαστικό «ευκαιρία» και το ρήμα «αξιοποιώ».
«Ευκαιρία», είναι η σύμπτωση κατάλληλων συνθηκών και περιστάσεων που επιτρέπουν την πραγματοποίηση ενός σκοπού. Μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι σήμερα υπάρχει ευκαιρία για επίλυση του Κυπριακού;
Η απάντησή μας είναι σαφής: ναι, υπάρχει. Δεν είναι μόνο η ανάδειξη του Μουσταφά Ακιντζί που έχει ενισχύσει το παράθυρο ευκαιρίας. Υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες που διαμορφώνουν τη σύμπτωση συνθηκών.
- Είναι η ανακάλυψη υδρογονανθράκων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, γεγονός που ενισχύει τη γεωστρατηγική της σημασία.
- Είναι η προσπάθεια της Τουρκίας να επωφεληθεί από την ανακάλυψη των υδρογονανθράκων και για να καλύψει τις δικές της ανάγκες, καθώς επίσης και για να υλοποιήσει τους σχεδιασμούς της για μετατροπή της σε ενεργειακό κόμβο.
- Είναι το εντονότερο διεθνές και ευρωπαϊκό ενδιαφέρον για την περιοχή, γεγονός που επιβάλλει την ύπαρξη σταθερών σημείων ομαλότητας για άσκηση πολιτικής. Στην περιοχή, δεν υπάρχει τέτοιο σημείο πέρα από την Κύπρο, η οποία όμως έχει την εκκρεμότητα της κατοχής και της ντε φάκτο διαίρεσης.
- Η Τουρκία δεν έχει εγκαταλείψει την ευρωπαϊκή της προοπτική παρότι έχει εξασθενίσει η διάθεση των κυβερνώντων για την ενταξιακή πορεία. Όμως, τόσο στο κυβερνών κόμμα όσο και μέσα στην ίδια την κοινωνία υπάρχουν ισχυρές φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις που θέλουν τη συνέχιση της ενταξιακής πορείας ανεξάρτητα αν αυτή καταλήξει σε πλήρη ένταξη ή σε ειδική προνομιακή σχέση.
Αυτοί οι παράγοντες αποτελούν αντικειμενικές συνθήκες δημιουργίας δυναμικών για ανάληψη πρωτοβουλιών λύσης. Αυτές οι συνθήκες παρέχουν κίνητρα σε πολλούς για επίτευξη λύσης, περιλαμβανομένης και της Τουρκίας.
Εδώ είναι που ταιριάζει το ρήμα «αξιοποιώ». Αντικειμενικές συνθήκες για λύση υπάρχουν, αλλά αν δεν υπάρξει η κατάλληλη αξιοποίηση αυτών των συνθηκών είτε δεν θα υπάρξει καμία προσπάθεια είτε οι προσπάθειες που θα αναληφθούν δεν θα έχουν τις ορθές βάσεις και στοχεύσεις.
Αυτό επιβάλλει την ανάληψη πρωτοβουλιών, που θα βάζει την πλευρά μας στο κέντρο των εξελίξεων για να μπορούμε να επενεργούμε πάνω σ’ αυτές και να διαδραματίζουμε ρόλο. Έτσι, ασκείται με ορθολογισμό και προοπτικές επιτυχίες η πολιτική. Αξιοποιώντας συνθήκες και κίνητρα και όχι παθητικά ενατενίζοντας τις εξελίξεις.
Η φοβική στάση έναντι των διαπραγματεύσεων ή η επιμονή να περιμένουμε καλύτερες συνθήκες, μάς βάζει στο περιθώριο κι τότε άλλοι αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία. Όταν την πρωτοβουλία των κινήσεων την έχει η Τουρκία, αυτή προωθεί τη διχοτόμηση.
Η δε παρέλευση του χρόνου δεν ευνοεί τη λύση. Ευνοεί τη διαίρεση, τόσο επί του εδάφους όσο και στις συνειδήσεις των ανθρώπων, οι οποίοι εθίζονται στην προσωρινότητα η οποία όμως εμπερικλείει πολλούς κινδύνους.
Έχοντας αυτά υπόψη, καλώς εισήλθαμε στις διαπραγματεύσεις. Για δύο χρόνια πειραματιστήκαμε με διάφορες διαδικασίες και αποφάσεις κι αυτό κόστισε πολιτικά και διαπραγματευτικά στην πλευρά μας, αλλά αυτό δεν είναι της ώρας. Τώρα πρέπει να επικεντρωθούμε στην ουσία και η ουσία είναι οι διαπραγματεύσεις.
Για να ενισχύσουμε την προοπτική επιτυχίας των διαπραγματεύσεων:
- Πρέπει να διαφυλαχθεί και να αξιοποιηθεί το κεκτημένο των διαπραγματεύσεων της προηγούμενης διαπραγμάτευσης και ειδικά οι συγκλίσεις Χριστόφια – Ταλάτ. Αν αυτές οι συγκλίσεις υιοθετηθούν και οι δύο ηγέτες προχωρήσουν απ’ εδώ και πέρα αυτό σημαίνει ότι ουσιαστικά τρία από τα έξι κεφάλαια είναι σχεδόν συμφωνημένα κι αυτό θα εξοικονομήσει χρόνο και κόπο. Χρόνος και κόπος ο οποίος πρέπει να αναλωθεί για τα υπόλοιπα κεφάλαια.
- Στις διαπραγματεύσεις πρέπει να προσερχόμαστε με συγκεκριμένες θέσεις γιατί μόνο έτσι θα γίνεται ουσιαστική διαπραγμάτευση για να επιτυγχάνεται σύγκλιση ή να σμικρύνονται οι διαφορές.
- Με τη σμίκρυνση των διαφορών θα μπορούμε να μπούμε στο πάρε δώσε.
- Τα θέματα που αφορούν άμεσα την Τουρκία και που είναι τα θέματα των κατοχικών στρατευμάτων, της ασφάλειας, των εγγυήσεων και των εποίκων, θα συζητηθούν σε μια διεθνή διάσκεψη υπό την αιγίδα του ΣΑ του ΟΗΕ. Παρά ταύτα, πρέπει να επιδιώξουμε να συζητηθούν μεταξύ των δύο πλευρών. Αν οι δύο πλευρές κατορθώσουν να βρουν συγκλίσεις σε αυτά τα θέματα θα είναι λιγότερο δύσκολο να πεισθεί η Τουρκία να συναινέσει σε συμφωνία.
- Για τις διαπραγματεύσεις πρέπει να υπάρχει ενημέρωση και συλλογική διαβούλευση με τις πολιτικές δυνάμεις. Αυτό είναι ευθύνη του ΠτΔ. Από την άλλη, οι πολιτικές δυνάμεις έχουν υποχρέωση να τηρούν εχεμύθεια και να συμπεριφέρονται με δημιουργικό τρόπο για να μην δυσκολεύουν τον ΠτΔ και γενικότερα την πλευρά μας στη διαπραγμάτευση.
- Η συζήτηση και η εφαρμογή για ΜΜΕ πρέπει να συνεχιστεί παράλληλα με τη συζήτηση της ουσίας του Κυπριακού. Στόχος μ’ αυτό είναι να συντηρείται ένα καλό πολιτικό κλίμα και να ενισχύεται η εμπιστοσύνη ανάμεσα στις δύο κοινότητες.
- Να εφαρμόσουμε μια πολυεπίπεδη εξωτερική πολιτική για στήριξη των προσπαθειών για λύση η οποία να είναι ικανή να παρέχει μόνιμη ειρήνη, ασφάλεια, ομαλότητα και συνεργασία στην περιοχή, καθώς και για άσκηση επιρροής στην Τουρκία να συνεργαστεί για λύση.
Πρωτοβουλίες προς την κοινωνία
Παράλληλα με τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων πρέπει να αναληφθούν διάφορες πρωτοβουλίες προς την κοινωνία.
- Πρέπει να μιλήσουμε στους πολίτες για τη λύση, η οποία δεν είναι αόριστη είναι συγκεκριμένη. Πρόκειται για τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα όπως αυτή περιγράφεται στα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ. Η λύση θα πρέπει να προνοεί για ένα κράτος με μια μόνη και αδιαίρετη κυριαρχία, μια ιθαγένεια και μια διεθνή προσωπικότητα. Τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι βασικές ελευθερίες ολόκληρου του λαού θα πρέπει να διασφαλίζονται. Η εμπειρία που έχουμε αποκομίσει ως ΑΚΕΛ στα διάφορα σεμινάρια και συζητήσεις που για δεκαετίες οργανώνουμε σε ολόκληρη την Κύπρο για τη δ/δ ομοσπονδία, είναι ότι σε περιόδους συνομιλιών, το ενδιαφέρον των πολιτών για το Κυπριακό και τη λύση μεγαλώνει.
- Πρέπει να μιλήσουμε με ειλικρίνεια και χωρίς διάθεση ρεβανσισμού ή εκδίκησης για το πικρό παρελθόν στις σχέσεις των δύο κοινοτήτων. Να αναδείξουμε τα θετικά της συμβίωσης και να επενδύσουμε σ’ αυτά.
- Θα πρέπει να εξηγηθούν στους πολίτες τόσο οι κίνδυνοι από τη συνεχιζόμενη διαίρεση όσο και οι προοπτικές που ανοίγονται για την Κύπρο και το λαό μας από τη λύση και την επανένωση.
- Θα πρέπει να ενισχυθεί και να μαζικοποιηθεί η δικοινοτική δράση και συνεργασία για τη λύση, τόσο στο επίπεδο των κομμάτων όσο και στο επίπεδο άλλων οργανωμένων συνόλων και της κοινωνίας των πολιτών.
- Να αναπροσαρμόσουμε το περιεχόμενο της παιδείας έτσι ώστε αυτό να υπηρετεί την ανάγκη της λύσης και της συνεργασίας και όχι να συντηρεί και να ανατροφοδοτεί το εθνικό μίσος και το διαχωρισμό.
Έχει σημασία όταν εργαζόμαστε για τη λύση να σκεφτόμαστε και να δρούμε και για την επόμενη μέρα της λύσης, γιατί στη σκέψη μας δεν πρέπει να είναι μόνο η λύση, αλλά και πώς αυτή θα στηριχθεί και πώς θα ξεπερνιούνται οι δύσκολες στιγμές που θα υπάρξουν.
Και το τελευταίο, αλλά όχι έσχατο. Να πιστέψουμε στη λύση και στην προοπτική που θα ανοίξει για τη χώρα μας, το λαό μας, τις επόμενες γενιές.