Πρόταση νόμου για την προστασία των πληροφοριοδοτών
Ανακοίνωση Ειρήνης Χαραλαμπίδου, βουλευτού ΑΚΕΛ – Αριστερά – Νέες Δυνάμεις, μετά τη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών
Από το 2016 κατέθεσα -εκ μέρους της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΑΚΕΛ- πρόταση Νόμου για την προστασία πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος (ο περί Αποκάλυψης Πληροφοριών προς όφελος του Δημοσίου Συμφέροντος Νόμος του 2016). Σε όλη την Ευρώπη κρίνεται υψίστης σημασίας η υιοθέτηση ενός τέτοιου θεσμικού πλαισίου, το οποίο αποτελεί και την αιχμή του δόρατος σε θέματα πάταξης της διαφθοράς. Το κυβερνητικό νομοσχέδιο κατατέθηκε το 2017 και επί τούτου είχαμε σοβαρές παρατηρήσεις.
Τέσσερα χρόνια μετά, βρισκόμαστε στον ίδιο παρονομαστή και μάρτυρες τραγελαφικών γεγονότων όπου, αντί να προστατεύονται αυτοί που δίνουν πληροφορίες, ανώτατοι αξιωματούχοι και αρχές του κράτους απαιτούν την αποκάλυψη της ταυτότητάς τους, αφήνοντάς τους εκτεθειμένους σε σοβαρούς κινδύνους ή υπό την απειλή της δίωξης.
Προφανώς, έχει μεγαλύτερη σημασία για κάποιους να κυνηγούν την πηγή της πληροφόρησης, παρά την ουσία που είναι η αποκάλυψη της διαφθοράς και η πάταξή της. Οι πολίτες με τέτοιες τακτικές εκφοβίζονται.
Γι’ αυτό και η σχετική Ευρωπαϊκή Οδηγία που βρίσκεται στα χέρια της Κυπριακής Δημοκρατίας από τον Οκτώβρη του 2019 είναι υψίστης σημασίας και επιβάλλεται άμεσα να υιοθετηθεί, αφού περιλαμβάνει ιδιαίτερα αυστηρές πρόνοιες για την προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος. Είναι να απορεί κανείς γιατί μέχρι σήμερα αυτό δεν έχει γίνει. Το αρμόδιο Υπουργείο οφείλει και πρέπει να μας ενημερώσει.
Αν όντως εννοούμε την πάταξη της διαφθοράς, η Ευρωπαϊκή Οδηγία επιβάλλεται άμεσα να γίνει νόμος της Κύπρου.
Ολοένα και περισσότεροι πολίτες, μη ανεχόμενοι φαινόμενα διαφθοράς, δίνουν πληροφορίες και έγγραφα. Κάποιοι εξ’ αυτών έχουν διωχθεί εντός των υπηρεσιών τους, επειδή δεν ανέχθηκαν την συγκάλυψη, ή ταλαιπωρήθηκαν στη διαδικασία ερευνών, οι οποίες εμπεριείχαν και το στοιχείο του εκφοβισμού.
Σήμερα στην Επιτροπή Νομικών αποφασίστηκε όπως την ερχόμενη βδομάδα κληθεί η Υπουργός Δικαιοσύνης και ο Γενικός Εισαγγελέας, για να ενημερώσουν αν έχει ξεκινήσει η ενσωμάτωση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας και των προνοιών της.
04.11.2020