Παρουσίαση των υποψηφίων για τις Ευρωεκλογές στην Επαρχία Αμμοχώστου
Απόσπασμα από την ομιλία του Γενικού Γραμματέα Κ.Ε. ΑΚΕΛ, Άντρου Κυπριανού
«Ένα χρόνο μετά την πρωτοφανή απόφαση της Κυβέρνησης Αναστασιάδη και των υπόλοιπων Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης για κούρεμα καταθέσεων στις κυπριακές τράπεζες, έχει αποδειχθεί πέραν πάσης αμφιβολίας ότι οι αποφάσεις που λήφθηκαν τότε, πέραν της αδικίας που εμπεριέκλειαν, έχουν δημιουργήσει πρωτοφανή αρνητικά οικονομικά δεδομένα για την Κύπρο.
Τα αποτελέσματα των αποφάσεων είναι δυστυχώς ορατά από τους πρώτους κιόλας μήνες. Στασιμότητα στην οικονομική ανάπτυξη, κλείσιμο μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αλματώδης αύξηση της ανεργίας και ένταση των κοινωνικών ανισοτήτων και της φτώχειας. Κίνδυνος εκποίησης περιουσιών και ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου συμπληρώνουν το παζλ. Αυτή είναι δυστυχώς η εικόνα της κυπριακής κοινωνίας, όσα εύσημα και αν μας δίνουν οι δανειστές μας, όσα συγχαρητήρια και αν εισπράξουμε από τους οίκους αξιολόγησης.
Αυτό που μας προβληματίζει περισσότερο είναι η στάση που τηρεί η Κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση με την Τρόικα. Την βλέπουμε κάθε φορά την Κυβέρνηση να χρησιμοποιεί την εφαρμογή του μνημονίου ως άλλοθι για την εφαρμογή των πιο αντιδραστικών οικονομικών πολιτικών. Τη βλέπουμε να προτρέχει σε κάθε αξιολόγηση να προσθέσει ακόμα ένα κομμάτι από τις διαχρονικές νεοφιλελεύθερες θέσεις της.
Δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά η εισαγωγή απαγορεύσεων για ρύθμιση των ενοικίων και για προστασία της πρώτης κατοικίας τη στιγμή που τα ίδια τα μέλη της Τρόικας δήλωναν ότι δεν προσεγγίζουν αρνητικά τέτοιες ρυθμίσεις. Δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά η ευκολία με την οποία η Κυβέρνηση αποδέχθηκε τη σύνδεση της δόσης με την έγκριση του νομοσχεδίου για τις ιδιωτικοποιήσεις. Είχαν αναγνωρίσει την κοινωνική αντίδραση, είχαν αντιληφθεί το αβάσιμο των επιχειρημάτων που χρησιμοποίησαν για να πείσουν την κοινή γνώμη και για αυτό γνώριζαν ότι οι εκβιασμοί προς το Λαό για τη χρεωκοπία ήταν η μόνη επιλογή που είχαν για να εφαρμόσουν τη διαχρονική αξίωση τους για ιδιωτικοποιήσεις.
Βέβαια τον ίδιο ζήλο δεν έχουν επιδείξει για το ΓεΣΥ, αφού φρόντισαν στο νέο μνημόνιο να μεταφέρουν για αργότερα το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης του. Το ίδιο έπραξαν και για το χρηματοοικονομικό επίτροπο και τη δυνατότητα του να χειρίζεται υποθέσεις αναδιάρθρωσης δανείων, αφού στο νέο μνημόνιο έχουν συμπεριλάβει επιπλέον καθυστέρηση μέχρι να γίνει σχετική μελέτη. Η αναβολή για το χρηματοοικονομικό επίτροπό είναι μια ακόμα δέσμευση που δεν υλοποιείται, και παρά τα όσα επικαλείτο ο κ. Αναστασιάδης σε απαντητική επιστολή που μου απέστειλε στις 21 Νοεμβρίου 2013. Σημείωνε σε αυτή ότι «έχει εγκριθεί και οριστεί επίτροπος προς τον οποίο μπορούν να υποβάλλονται τα όποια παράπονα έχουν οι οφειλέτες σε σχέση με την αναδιάρθρωση των δάνειων τους.»
Δέσμευση παρέμεινε και η δήλωση του υπουργού Οικονομικών ότι δεν θα υπάρξουν άλλα μέτρα για το 2014. Η Κυβέρνηση έχει προτρέξει στο νέο μνημόνιο να αλλάξει και πάλι το πλαίσιο για την ακίνητη περιουσία, φορτώνοντας ακόμα περισσότερα βάρη στις ασθενέστερες ομάδες. Μόνο δέσμευση ήταν και η δήθεν μείωση των δανειστικών επιτοκίων ως συνέπεια της μείωσης στα καταθετικά επιτόκια. Δυστυχώς η Κύπρος συνεχίζει να διατηρεί τα υψηλότερα δανειστικά επιτόκια στην Ευρωζώνη.
Φαίνεται ότι η Κυβέρνηση έχει επιλέξει να υλοποιεί μόνο όσες δεσμεύσεις αντιστρατεύονται τα συμφέροντα του Λαού.
Η πορεία του τελευταίου έτους πέραν των επιπτώσεων στην οικονομία καταρρίπτει ακόμα ένα μύθο που επιμελώς καλλιέργησαν ο Δημοκρατικός Συναγερμός και ο κ. Αναστασιάδης. Ότι η πρωταρχική ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση της Κυπριακής οικονομίας βαραίνει τα δημόσια οικονομικά. Δεν μπορεί να διατυμπανίζει συνεχώς η Κυβέρνηση ότι έχει σταθεροποιήσει τα δημόσια οικονομικά και μάλιστα να λαμβάνει τα εύσημα της Τρόικα αλλά το δημοσιονομικό έλλειμμα για το 2013 να είναι μεγαλύτερο από το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2012. Δεν μπορεί σε κάθε αξιολόγηση της η Τρόικα να επαναλαμβάνει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα για την Κυπριακή οικονομία παραμένει η αστάθεια στον τραπεζικό τομέα, αλλά Πρόεδρος και Δημοκρατικός Συναγερμός να συνεχίζουν να επικαλούνται την προηγούμενη Κυβέρνηση και το ΑΚΕΛ για τα προβλήματα της Οικονομίας.
Για χάρη τεκμηρίωσης αξίζει να σημειώσουμε ότι τα πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας της περιόδου 2008 – 2012 δείχνουν ότι οι δημόσιες δαπάνες στην Κύπρο ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν κάτω από το μέσο όρο τόσο της Ευρωζώνης όσο και της ΕΕ. Η Κυβέρνηση θα πρέπει επιτέλους να πει την αλήθεια στον Κυπριακό Λαό και να σταματήσει να επικαλείται ευφυολογήματα ως άλλοθι για τις μέχρι σήμερα πολιτικές τους αποφάσεις.
Θα πρέπει επίσης η Κυβέρνηση να απαντήσει στον κυπριακό Λαό γιατί ενώ οι δημόσιες δαπάνες έχουν μειωθεί δεν έχει επέλθει η ανάπτυξη, όπως μας διαβεβαίωναν νυχθημερόν προεκλογικά.
Τα αποτελέσματα από την πρόσφατη αξιολόγηση φανερώνουν ότι η μεγαλύτερη πρόκληση για την Κυπριακή οικονομία παραμένει ο τραπεζικός τομέας. Παρά τη δήθεν διάσωση και το κούρεμα, παρά τις αναδιαρθρώσεις τραπεζών, ο τραπεζικός τομέας είναι απονευρωμένος και δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει την οικονομία· τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αυξάνονται λόγω της ύφεσης ενώ συνεχίζουν να υφίστανται περιορισμοί στη διακίνηση χρημάτων προς το εξωτερικό.
Η κατάσταση στον τραπεζικό τομέα χρειάζεται συλλογική αντιμετώπιση και σίγουρα δεν ωφελούν ενέργειες που υποσκάπτουν τους θεσμούς και την ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας. Δεν μπορεί να περνά απαρατήρητο το γεγονός ότι ο Διοικητής δέχτηκε πρωτοφανή πολεμική, εκβιασμούς και απειλές από πλευράς κυβέρνησης Αναστασιάδη που είχαν ως στόχο τον εξαναγκασμό του σε παραίτηση. Αυτά τα φαινόμενα μας προβληματίζουν, όχι μόνο για τα αποτελέσματα που επιφέρουν στην οικονομία αλλά γιατί δημιουργούν πολύ επικίνδυνο προηγούμενο ως προς τα πολιτικά θέσμια. Επαναλαμβάνω το ερώτημα που έχουμε ως ΑΚΕΛ θέσει προς την Κυβέρνηση: αν ένας ανεξάρτητος θεσμός που προστατεύεται από το Σύνταγμα, τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς και το Ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, τυγχάνει τέτοιας μεταχείρισης, σε ποιο βαθμό μπορούν να προστατευτούν οι απλοί πολίτες ή άλλοι περισσότερο ευάλωτοι θεσμοί, από τον πρωτοφανή αυταρχισμό της κυβέρνησης Αναστασιάδη;
Αν τελικά υπάρχει μια κυβέρνηση που καθόλου δεν την ενδιαφέρει η συναίνεση αλλά μόνο το πώς να επιβάλει τις δικές της προτιμήσεις και τις δικές της ιδεολογικές θέσεις, προβάλλοντας ακόμα και την Τρόικα ως άλλοθι τι άλλο να περιμένουμε από αυτήν;»