Home  |  Ενημέρωση   |  Ομιλίες   |  Ομιλία Άντρου Κυπριανού – Eκδήλωση Μνήμης και Τιμής – 21 Ιουλίου 2014, Φρέναρος

Ομιλία Άντρου Κυπριανού – Eκδήλωση Μνήμης και Τιμής – 21 Ιουλίου 2014, Φρέναρος

Ομιλία Γενικού Γραμματέα Κ.Ε. του ΑΚΕΛ, Άντρου Κυπριανού, στην εκδήλωση Μνήμης και Τιμής στους πεσόντες της τουρκικής εισβολής

21 Ιουλίου 2014, Φρέναρος

 

Πέρασε ακόμα ένας Ιούλης δίχως να φέρει στην Κύπρος μας «δροσιάν τζιαι ποσπασιάν». Πέρασε ακόμα ένας Ιούλης που δεν έφερε μαζί του τον ήλιο της δικαίωσης, παρά μόνο την καυτή λάβα της πικρής θύμησης. Τη μνήμη της προδοσίας, του πολέμου, του ξεριζωμού και του θρήνου. Πέρασε ακόμα ένας Ιούλης που η ελπίδα δεν έγινε παρόν. Που τα συρματοπλέγματα είναι εκεί και χαράζουν μέρα τη μέρα όλο και πιο βαθιά τις ψυχές των ελληνοκυπρίων και των τουρκοκυπρίων. Πέρασαν πλέον 40 χρόνια. Τέσσερις ολόκληρες δεκαετίες κατοχής και προσφυγιάς. Τέσσερις δεκαετίες που το χώμα που μας γέννησε είναι εκεί, αλλά εμείς όχι.

Τι έφταιξε; Για ποιες αμαρτίες ασυγχώρητες πληρώνει ο λαός μας τόσο βαρύ τίμημα; Πρώτα από όλα πληρώσαμε και πληρώνουμε την ευχή και την κατάρα η πατρίδα μας να βρίσκεται σε σημαντική γεωστρατηγική θέση. Δεν ήταν τυχαία που οι αμερικανονατοϊκοί ήθελαν την Κύπρο να είναι βάση και ορμητήριο τους. Για το ΝΑΤΟ, η Κύπρος ήταν χρήσιμη ως «αβύθιστο αεροπλανοφόρο», «κατασκοπευτική βάση του ελεύθερου κόσμου» ενάντια στη Σοβιετική Ένωση, ορμητήριο για την κατάπνιξη των αραβικών απελευθερωτικών κινημάτων και κέντρο ελέγχου της ροής πετρελαίου προς τη Δύση.

Από αυτό το στόχο δεν παραιτήθηκαν ποτέ. Αντιθέτως εκπονούσαν σειρά διχοτομικών σχεδίων. Σχέδια Μπώλ, Λέμνιτσερ, Άτσεσον, Σάϋρους Βάνς κλπ. Όλα με τον ίδιο σκοπό. Απαλλαγή από το Μακάριο και την αδέσμευτη πολιτική που ακολουθούσε. Πρόσδεση της Κύπρου στο άρμα του ΝΑΤΟ και παραχώρηση μέρους του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Τουρκία. Για να το πετύχουν σχεδίαζαν να χρησιμοποιήσουν και την ελληνική μεραρχία που είχε εγκατασταθεί στην Κύπρο το 1964. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά του Πορίσματος για το Φάκελο της Κύπρου, σε μήνυμα του Μπωλ προς τις πρεσβείες των ΗΠΑ σε Αθήνα και Λονδίνο. Σ΄αυτό έλεγε ότι ο ελληνικός στρατός έχει την ισχύ να «κανονίσει το Μακάριο», αν υπάρξει εντολή από την Αθήνα και ότι ίσως ο Γρίβας θα μπορούσε να αναλάβει αυτή την ευθύνη.

Είναι εκατοντάδες τα τεκμήρια που συνδέουν το ΝΑΤΟ και τη CIA με την Χούντα, τον Γρίβα και την ΕΟΚΑ Β’. Είναι η παρέμβαση από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ υπερ των φασιστομητροπολιτών. Είναι η υπογραφή του με την οποία σφράγιζε τα σχέδια για τη βίαιη ανατροπή του Μακαρίου και την Τουρκική εισβολή. Είναι τα όπλα της ΕΟΚΑ Β΄, που σύμφωνα με τα στοιχεία που μάζεψε η Επιτροπή για το Φάκελο της Κύπρου αγοράστηκαν με χρήματα που στάληκαν από την Αμερική, στάθμευσαν στην Ελλάδα και κατέληξαν στην Κύπρο. Είναι  το «ευχαριστώ» του Ετζεβίτ προς τις Ηνωμένες Πολιτείες μετά την εισβολή. Είναι η συγκατάθεση των ΗΠΑ προς τους χουντικούς για την απόπειρα πραξικοπήματος του 1972. Είναι η «συγνώμη» του Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, χρόνια μετά.

Είναι η κατάθεση και αυτού ακόμα του Γλαύκου Κληρίδη, ο οποίος είπε χαρακτηριστικά στην Επιτροπή για το Φάκελο της Κύπρου:

 «Η δική μου η εκτίμηση είναι ότι ο Κίσσιγκερ ήταν πλήρως ενήμερος ότι θα γίνει πραξικόπημα στην Κύπρο. Και αυτή η δικαιολογία που δίδει ότι επειδή έγινε τότε το “Watergate” και ήτο απασχολημένος και του διέφυγε είναι κολοκύθια…Διότι, εγώ πιστεύω ότι είχαν ακόμα συμφωνήσει και ποιαν περιοχή θα καταλάβει η Τουρκία. Και ο λόγος που δεν μπήκαν μέσα στην Αμμόχωστο ήταν διότι ήταν εκτός της συμφωνίας με τους Αμερικάνους».

Μήπως πέσαμε θύματα των ραδιουργιών και των συνομωσιών που σχεδίασαν και εκτέλεσαν κάποιοι για εμάς, χωρίς εμάς; Μήπως όταν όλοι είχαμε διαπιστώσει ότι οι ξένοι θα έκαναν ό,τι μπορούσαν για να υποδαυλίσουν συγκρούσεις και να δημιουργήσουν αστάθεια στον τόπο μας, ενωθήκαμε και παλέψαμε για να μην περάσουν τα άνομα σχέδια τους; Δυστυχώς κάθε άλλο παρά αυτό κατέγραψε η Ιστορία. Αντιθέτως, είναι πιστοποιημένο από τα γεγονότα ότι δεν αγαπήσαμε όλοι το ίδιο την Κυπριακή Δημοκρατία ως το κοινό σπίτι ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων. Δεν πιστέψαμε όλοι το ίδιο ότι μπορούσε ο λαός μας να ζήσει μονιασμένος δίχως προστάτες και κηδεμόνες. Και το χειρότερο: οι λίγοι αποφάσισαν ότι έπρεπε να επιβάλουν το μέλλον στους πολλούς με τα όπλα.

Η Χούντα, ο Γρίβας και η ΕΟΚΑ Β΄ σχεδίασαν και εκτέλεσαν την προδοσία του πραξικοπήματος ψύχραιμα και συνειδητά πολύ καιρό πριν την υλοποιήσουν. Κατάρτιζαν τα πραξικοπηματικά σχέδια το ένα μετά το άλλο, άλλα με την εποπτεία και άλλα με την αποκλειστική επιμέλεια του Γρίβα. Προετοίμαζαν το έγκλημα τους σε όλα τα επίπεδα. Έσπερναν το φανατισμό και το μίσος σε σχολεία και σε στρατόπεδα. Οργάνωναν ανατινάξεις σε αστυνομικούς σταθμούς και σε κυβερνητικά κτίρια. Όπως ήταν φυσικό δεν χαρίστηκαν ούτε στα γραφεία του ΑΚΕΛ, ούτε και στην ηγεσία του, αφού στα σχέδια τους περιλαμβανόταν και επίθεση εναντίον του Εζεκία Παπαιωάννου. Αποκορύφωμα των ενεργειών τους ήταν οι κατά συρροήν πολιτικές δολοφονίες.

Πέντε μέρες μετά το πραξικόπημα, η τουρκική εισβολή ολοκλήρωσε το έγκλημα του 1974. Η Χούντα ως άλλος Πόντιος Πιλάτος «ένιψε» τα χέρια της στο αίμα του λαού μας. Πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί η μαρτυρία ενός εκ των ελλαδιτών πρωτεργατών του πραξικοπήματος, ο οποίος παραδέχθηκε ότι γνώριζε από τα χαράματα της 20ης Ιουλίου για την έναρξη της απόβασης αλλά «είχε ιεραρχήσει άλλα πράγματα να κάνει» γι΄αυτό δεν επικοινώνησε με το ΓΕΕΦ; Πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί το γεγονός ότι τα βομβαρδιστικά ήταν πανέτοιμα και τα πληρώματα περίμεναν διαταγές που ποτέ δεν έλαβαν; Ότι η ΕΛΔΥΚ δεν αξιοποιήθηκε όσο και όπως έπρεπε; Ότι τα φυλάκια στις ακτογραμμές της Κερύνειας εκκενώθηκαν;

Ο τουρκικός επεκτατισμός βρήκε την ευκαιρία και το πρόσχημα που έψαχνε από καιρό. Όπως το είχε προβλέψει ο Ντενκτάς από τη δεκαετία του 1960, η ευκαιρία για να διχοτομηθεί η Κύπρος τους δόθηκε στο πιάτο. Και την άρπαξαν.  Η Τουρκία παραβιάζοντας κάθε αρχή διεθνούς δικαίου, εισέβαλε τελικά στην Κύπρο σκορπώντας την καταστροφή. Διαχώρισε βίαια ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους. Έστησε το συρματόπλεγμα της κατοχής και φόρτωσε την Κύπρο με πάνω από 40,000 τούρκους στρατιώτες. Εποίκισε και εποικίζει μέχρι σήμερα τα κατεχόμενα, απειλώντας την επιβίωση και των ελληνοκύπριων και των τουρκοκυπρίων στη γη που τους γέννησε. Ο λαός μας ζει από τότε μονίμως με την απειλή μέσα στην ίδια του την πατρίδα.

Σαράντα χρόνια μετά, εξακολουθούμε να αγωνιζόμαστε για να παραδώσουμε στα παιδιά μας Κύπρο ελεύθερη, επανενωμένη και ειρηνική.

Για να το καταφέρουμε αυτό πρέπει πρώτα από όλα να διδαχθούμε από την ιστορία μας. Να αντλήσουμε διδάγματα από το παρελθόν, που θα γίνουν πυξίδα για το μέλλον. Να αναγνωρίσουμε εμείς και να μεταδώσουμε στη νέα γενιά αυτού του τόπου, την αλήθεια. Να πάψουμε να κατασκευάζουμε «στρατηγούς», «στρατηλάτες» και «υπερπατριώτες» και να γκρεμίσουμε τους μύθους. Να βάλουμε το δάχτυλο στην πληγή και να μιλήσουμε καθαρά για τους προδότες και για τους ήρωες. Να μιλήσουμε για την ιδέα της πατρίδας και για το ιδεολόγημα της εθνικοφροσύνης. Πάνω από όλα να τους διδάξουμε πως ο πατριωτισμός δεν κρίνεται στα λόγια, αλλά στην πράξη, την κρίσιμη στιγμή.

Έπειτα πρέπει να παλέψουμε ενωμένοι για να δικαιώσουμε τον τόπο μας. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το Κυπριακό παραμένει άλυτο εδώ και σαράντα χρόνια, εξαιτίας της τουρκικής στάσης. Εξαιτίας του γεγονότος ότι ενώ τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και οι συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου προνοούν για ένα κράτος με μία και μόνη κυριαρχία, διεθνή προσωπικότητα και ιθαγένεια και λύση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή ηγεσία όλα αυτά τα χρόνια εμμένουν σε θέσεις που παραπέμπουν σε συνομοσπονδία. Το δικό μας καθήκον, το καθήκον όλων των πολιτικών δυνάμεων είναι να μη διευκολύνουμε την Τουρκία. Να μην της δίνουμε προφάσεις για να σκληραίνει ολοένα και περισσότερο τη θέση της.

Αντιθέτως θα πρέπει με τη στάση μας να πείθουμε τη διεθνή κοινότητα και τους τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας ότι αγωνιζόμαστε για δίκαιη, λειτουργική και βιώσιμη λύση του κυπριακού προβλήματος. Η τουρκική αδιαλλαξία είναι δεδομένη αλλά δεν μπορεί να αποτελεί το άλλοθι για δικά μας λάθη και παλινδρομήσεις από το συμφωνημένο στόχο της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, τα οποία δυστυχώς δεν αποφύγαμε. Ενώ λοιπόν η ευθύνη για τη μη λύση βαραίνει την Τουρκία χρειάζεται να δούμε τις δικές μας ενέργειες και δράσεις.

Δυστυχώς δεν έχουμε καταφέρει μέχρι σήμερα να ενωθούμε γύρω από το στόχο της συμφωνημένης λύσης. Βλέπουμε σήμερα να διεξάγεται μια δημόσια συζήτηση η οποία έγινε κατά κόρον και στο παρελθόν. Πρέπει ή όχι να αλλάξουμε στρατηγική; Πρέπει ή όχι να εγκαταλείψουμε το στόχο για διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία; Αν θέλουμε να κλείσουμε μια για πάντα το Κυπριακό με το χειρότερο δυνατό τρόπο, τότε μπορούμε να εγκαταλείψουμε την ομοσπονδία αύριο το πρωί. Αυτό δεν το λέμε επειδή θεωρούμε τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία ως ιδανική λύση.  Αλλά επειδή αν αναλογιστεί κανένας το μέγεθος και τις συνέπειες του διπλού εγκλήματος του 1974 και των σαράντα χρόνων της κατοχής, ιδανική λύση δεν υπάρχει.

Ο Μακάριος συνειδητοποιώντας τα δύσκολα δεδομένα που δημιουργήθηκαν μετά την τουρκική εισβολή και την κατοχή και τη στάση μερίδας της διεθνούς κοινότητας, προέβηκε το 1977 σ΄ένα οδυνηρό συμβιβασμό. Αυτό το έπραξε για να αφήσει ανοιχτή την προοπτική απελευθέρωσης και επανένωσης της πατρίδας μας. Όλες εξάλλου οι προσπάθειες που ξεκίνησαν μετά την τουρκική εισβολή για λύση του Κυπριακού προβλήματος βασίστηκαν, όπως και πριν, σε  συγκεκριμένο πλαίσιο διαπραγμάτευσης. Πλαίσιο το οποίο είναι καταγεγραμμένο στις συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου και σε σειρά εγγράφων των Ηνωμένων Εθνών. Σήμερα, σαράντα χρόνια μετά, αν θέσουμε ζήτημα για αλλαγή του στρατηγικού μας στόχου υπάρχει κανένας που να μας εγγυάται ότι θα πετύχουμε κάτι καλύτερο; Υπάρχει κανένας που μας εγγυάται ότι οι ισχυροί της γης θα θέλουν να κακοκαρδίσουν την Τουρκία και να της καταστρέψουν την ευκαιρία που θα της δώσουμε εμείς σε μια τέτοια περίπτωση, να θέσει επίσημα το αίτημα της για διχοτόμηση του τόπου μας;

Είναι ιστορικά διαπιστωμένο πως κάθε φορά που εγκαταλείπουμε όσα συμφωνήσαμε, κάθε φορά που επιλέγουμε να κάνουμε έστω και ένα βήμα πίσω από το συμφωνημένο πλαίσιο, για μικροπολιτικούς και άλλους λόγους, μπαίνουμε σε περιπέτειες.

Γι΄αυτό δεν πρέπει να χάσει άλλο χρόνο ο Πρόεδρος Αναστασιάδης και να προχωρήσει αποφασιστικά. Να εγκαταλείψει τις παλινωδίες και τους ακροβατισμούς και να αφαιρέσει από τον κ. Έρογλου τη δυνατότητα να παίζει το παιχνίδι σε διπλό ταμπλό, υπερασπιζόμενος στα λόγια τις συγκλίσεις που καταγράφηκαν την περασμένη πενταετία, την ώρα που οι προτάσεις του ξεφεύγουν από αυτές και παραμένουν απαράδεκτες.

Την περασμένη πενταετία, καταγράφηκαν αρκετές και σημαντικές συγκλίσεις. Ελπίζουμε έστω και τώρα, μετά το πάθημα του κοινού ανακοινωθέντος, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης να καταφέρει να τραβήξει τη διαδικασία μπροστά. Να κτίσει πάνω στις υπόλοιπες συγκλίσεις, που πέτυχε ο Δ. Χριστόφιας, προτού είναι αργά. Ασφαλώς και διατηρεί ως Πρόεδρος το δικαίωμα του να επανέλθει σε ζητήματα στα οποία έχει έντονες απόψεις. Δίχως όμως να αφήνει να χάνεται πολύτιμος χρόνος και να διαγράφει ό, τι συμφωνήθηκε. Λόγω της μέχρι τώρα στάσης του Προέδρου Αναστασιάδη στη διαδικασία, πήγαμε πίσω. Η ζημιά θα είναι ανεπανόρθωτη αν συνεχιστεί η ίδια συμπεριφορά όταν θα συμπληρωθεί η υποβολή θέσεων σε όλα τα κεφάλαια και θα αρχίσει το τρίτο στάδιο, της διαπραγμάτευσης θέσεων. Ως ΑΚΕΛ απευχόμαστε ειλικρινά να φτάσουμε σε τέτοια κατάσταση. Γι΄αυτό και είμαστε διατεθειμένοι να συνεισφέρουμε με τις εκτιμήσεις και τις προτάσεις μας στο διάλογο που πρόκειται να γίνει στο Εθνικό Συμβούλιο. Έχουμε ήδη ανακοινώσει πως αυτό θα είναι το αποκλειστικό αντικείμενο Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής που θα συνέλθει το φθινόπωρο.

«Στις 20 Ιουλίου στις 4:30 το πρωί μας ξύπνησε μια βόμβα. Τότε καταλάβαμε τι μας περίμενε…φύγαμε από το σπίτι μας, όμως αφήσαμε εκεί την καρδιά μας, το είναι μας…Τον Οκτώβρη ζήτησα από τον τούρκο διοικητή να μας πάρει πίσω στο χωριό μας. Το σπίτι μου έμοιαζε σαν ακατοίκητο, ξένες κουρτίνες στα παράθυρα. Μου άνοιξε ένας ξένος, μου είπε να πάρω τις λαμπάδες του γάμου μου, το μόνο δικό μου πράγμα που είχε πια απομείνει εκεί…δεν τις πήρα όμως γιατί είχα την ελπίδα ότι θα γύριζα ξανά πίσω..». Αυτή είναι η αφήγηση μιας από τις χιλιάδες γυναίκες που ήπιαν το πικρό ποτήρι της προσφυγιάς. Μια ολόκληρη γενιά που άφησε ολόκληρη ζωή πίσω της, με την ελπίδα να γυρίσει κάποια μέρα και να είναι όλα όπως πριν. Σε αυτή τη γενιά, στους νεκρούς της, στους αγνοούμενους της, στους χιλιάδες αδικοχαμένους της, χρωστάμε τη δικαίωση. Στην επόμενη γενιά, στα παιδιά μας και στα εγγόνια μας, χρωστάμε το μέλλον. Μέλλον λαμπερό σε Κύπρο κοινή πατρίδα ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων. Κύπρο επανενωμένη, ειρηνική και ελεύθερη απ΄άκρη σε άκρη.

Σαράντα χρόνια είναι πολλά. Ας είναι αυτό το τελευταίο καλοκαίρι που βρίσκει τον τόπο μας μοιρασμένο.

PREV

Επιμνημόσυνος λόγος Νεοκλή Συλικιώτη, μνημόσυνο των πεσόντων Χριστάκη Αχιλλέως, Νικόδημου Χαραλάμπους και Ερωτόκριτου Γαλήνη

NEXT

Ομιλία Νεοκλή Συλικιώτη, στην εκδήλωση αλληλεγγύης της Κ.Ε. ΑΚΕΛ στο ΚΚ Ουκρανίας