Τοποθέτηση Γ. Λουκαΐδη στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση για το Μέλλον της Ευρώπης
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Θεωρούμε όχι απλά χρήσιμη, αλλά απαραίτητη την συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης. Εκτιμούμε, επίσης, ότι είναι θετικό το γεγονός ότι η συζήτηση αυτή γίνεται μετά τις ευρωεκλογές, γιατί στέλνει το μήνυμα ότι τα ευρωπαϊκά ζητήματα, οι πολιτικές της ΕΕ πρέπει να συζητούνται -όχι μόνο κάθε πέντε χρόνια, αλλά ολόχρονα- ως μέρος του καθημερινού πολιτικού διαλόγου. Άλλωστε, όπως πολλές φορές έχει ειπωθεί και το προηγούμενο διάστημα, το μεγαλύτερο μέρος των νομοθεσιών που έρχονται στα εθνικά κοινοβούλια αποφασίζονται και διαμορφώνονται στις Βρυξέλλες.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Το γεγονός ότι σήμερα τόσο εμείς ως κυπριακή Βουλή όσο και όλοι στην ΕΕ αναγκάζονται να συζητούν με αγωνία για το μέλλον της Ευρώπης, για το ποια Ευρώπη θέλουμε τελικά, αναδεικνύει ξανά τα αδιέξοδα της σημερινής Ευρώπης, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της σημερινής πορείας ενοποίησης της ηπείρου μας. Αν όλα ήταν καλά και άγια, όπως τα παρουσίαζαν ορισμένες πολιτικές δυνάμεις για δεκαετίες, τότε δεν θα είχαμε θέμα συζήτησης. Αντίθετα, όμως, η αναπόφευκτη αυτή συζήτηση επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις και τις προειδοποιήσεις που διατυπώνει εδώ και χρόνια η Αριστερά για το χαρακτήρα και την πορεία της Ε.Ε. Προειδοποιήσεις που μέχρι πρόσφατα απαξιώνονταν ως «ευρωσκεπτικισμός» και οπισθοδρομικότητα. Περαιτέρω, αυτή η συζήτηση γίνεται σήμερα –όχι σε θεωρητικό επίπεδο- αλλά στη βάση των απτών πραγματικοτήτων που βιώνουν οι Ευρωπαίοι πολίτες, στη βάση ενός αρνητιτικού απολογισμού, ο οποίος αναδεικνύει τη διάψευση των διακηρύξεων και των υποσχέσεων που ακούγονταν εδώ και δεκαετίες.
Αντί «ευημερίας», οι λαοί στην ΕΕ μετρούν σήμερα 16 εκατομμύρια άνεργους, πάνω από 110 εκατομμύρια φτωχούς και 4 εκατομμύρια άστεγους. Την ίδια ώρα διοχετεύονται δισεκατομμύρια για διάσωση τραπεζών και κόβονται πόροι από τα κοινωνικά προγράμματα και την αγροτική πολιτική για να δοθούν στις πολεμικές βιομηχανίες. Ο έλεγχος πάνω στα κράτη-μέλη για τη δημοσιονομική πειθαρχία είναι δρακόντειος και ασφυκτικός αλλά όταν έρχεται η ώρα των εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων υπάρχουν μόνο ευχολόγια.
Αντί «δημοκρατίας και ελευθερίας», τα λόμπι των πολυεθνικών καθορίζουν τις πολιτικές της ΕΕ. Εκλεγμένες κυβερνήσεις δέχονται ωμές απειλές και εκβιασμούς. Δημοψηφίσματα παραγνωρίζονται ή επαναλαμβάνονται μέχρι οι λαοί να ψηφίσουν σύμφωνα με τις επιθυμίες της ΕΕ. Νέοι μηχανισμοί φακελώματος των πολιτών και ελέγχου του διαδικτύου μπαίνουν σε εφαρμογή.
Αντί «ειρήνης», η ΕΕ στρατιωτικοποιείται διαρκώς, βαθαίνει την οργανική σύνδεση της με το ΝΑΤΟ, πραγματοποιεί «επενδυτική στροφή» στην πολεμική βιομηχανία και επιτρέπει το μαζικό εμπόριο όπλων δισεκατομμυρίων ευρώ από κράτη-μέλη της προς εμπόλεμες περιοχές και αυταρχικά καθεστώτα.
Αντί «αλληλεγγύης», υψώνονται τείχη και συγκροτείται μια στρατιά συνοριοφυλάκων για να κρατηθούν έξω από την «Ευρώπη-φρούριο» οι πρόσφυγες, χιλιάδες των οποίων πνίγονται στα νερά της Μεσογείου. Την ίδια ώρα ξενοφοβικές κυβερνήσεις του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και της ακροδεξιάς όχι απλά κλείνουν τα σύνορα τους, αλλά πλέον επιβάλλουν πρόστιμα σε όσους διασώζουν ναυαγούς πρόσφυγες. Η «στρόφιγγα» των συνόρων ανοίγει μόνο όταν το μεγάλο κεφάλαιο χρειάζεται φτηνό εργατικό δυναμικό.
Αντί «προόδου», η ακροδεξιά και νεοφασισμός που είχαν ηττηθεί με τον αγώνα των λαών στον 20ο αιώνα, εμφανίζονται ξανά στην Ευρώπη ενώ ο αντικομμουνισμός και η παραχάραξη της ευρωπαϊκής ιστορίας παίρνει θεσμικό χαρακτήρα. Σε ορισμένα κράτη-μέλη οι ακροδεξιές δυνάμεις συμμετέχουν σε κυβερνήσεις, ενώ το σύστημα τούς αφήνει να σπέρνουν το δηλητήριο του ρατσιστικού μίσους, τη ξενοφοβία, τον σοβινισμό, το σεξισμό, την ομοφοβία.
Αδιέξοδα, προβλήματα, αντιφάσεις, πισωγυρίσματα σε διάφορα και διαφορετικά πεδία και μέτωπα. Ωστόσο, αν μπούμε σε μια πιο βαθιά και πιο ουσιαστική ανάλυση όλων όσων αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη –από το Brexit μέχρι το προσφυγικό, από την ακροδεξιά μέχρι την κλιματική αλλαγή- θα δούμε ότι υπάρχει μια κοινή ρίζα, μια κοινή αιτία.
Η σημερινή ΕΕ, σε αντίθεση με τις θεωρητικές διακηρύξεις της, θεμελιώθηκε θέτοντας ως υπέρτατη αρχή τους νόμους της αγοράς, τις οικονομικές ελευθερίες των ισχυρών, το κέρδος. Αυτό δεν είναι υποκειμενική εκτίμηση. Είναι ρητά εγγεγραμμένο στις Ιδρυτικές Συνθήκες της ΕΟΚ και σε όλες τις συνέχειες τους μέχρι τη Συνθήκη της Λισσαβόνας και διέπει τις βασικές στρατηγικές και πολιτικές της ΕΕ.
Εδώ λοιπόν βρίσκεται η ρίζα. Η ρίζα που οξύνει τις ανισότητες –και εντός των κρατών μελών αλλά και μεταξύ των κρατών μελών-, ενισχύοντας έτσι, όχι την διαφημιζόμενη «αλληλεγγύη» και «συνοχή», αλλά τις φυγόκεντρες τάσεις, τους νέους εθνικισμούς.
Αυτή είναι η αιτία που τα οικονομικά συμφέροντα των λίγων τίθενται πάνω από αξίες, αρχές, που τίθενται ακόμα και πάνω από το κοσμοϊστορικό χρέος να σωθεί ο πλανήτης και από το καθήκον να σταθούμε με αλληλεγγύη και ανθρωπιά στους πρόσφυγες.
Είναι τα οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα ισχυρών κρατών-μελών και των πολεμικών τους βιομηχανιών, που εμποδίζουν την απαιτούμενη και έμπρακτη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη προς ένα κράτος-μέλος –όπως για παράδειγμα η Κύπρος- που δέχεται την επιθετικότητα μιας τρίτης χώρας.
Από όπου λοιπόν και αν πιάσουμε το νήμα της συζήτησης για το μέλλον της Ευρώπης, καταλήγουμε στον κοινωνικό και οικονομικό χαρακτήρα που έχει η ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Η απάντηση σε αυτή τη ζοφερή για τους λαούς και τους εργαζόμενους ευρωπαϊκή πραγματικότητα, θέλουμε ξανά να το υπογραμμίσουμε, δεν είναι ο ευρωσκεπτικισμός της ακροδεξιάς, οι εφεδρείες του συστήματος τύπου Λε Πεν, Σαλβίνι, Όρμπαν και όλες οι άλλες αποχρώσεις τους που φτάνουν μέχρι τη Χρυσή Αυγή και το ΕΛΑΜ. Δυνάμεις που δεν έχουν βέβαια ουσιαστική αντίθεση με τον καπιταλιστικό χαρακτήρα της ΕΕ και τις νεοφιλελεύθερες επιλογές που το συνοδεύουν. Άλλωστε, είναι πλέον φανερό ότι τα όρια της δεξιάς και της ακροδεξιάς έχουν γίνει πολύ δυσδιάκριτα και στην Ευρώπη, όπως άλλωστε και στην Κύπρο. Αλλού συγκυβερνούν, αλλού αλληλοψηφίζονται, ψηφίζουν τις ίδιες αντιλαϊκές πολιτικές, χρησιμοποιούν την ίδια ρητορική. Κάθε μέρα μοιάζουν περισσότερο.
Για το ΑΚΕΛ, η μοναδική, πραγματικά προοδευτική απάντηση στις προκλήσεις της εποχής είναι ο αγώνας για μια άλλη Ευρώπη. Δεν είχαμε ποτέ αμφιβολία ότι η ιδέα της ενοποίησης της ηπείρου μας σε ένα κοινό σπίτι όπου να συνυπάρχουν λαοί, έθνη, γλώσσες, θρησκείες και πολιτισμοί, αποτελεί βήμα προς τα εμπρός στην Ιστορία. Το μεγάλο ερώτημα ήταν και παραμένει το ποια Ευρώπη θέλουμε και ποιους αυτή να υπηρετεί. Εμείς απαντούμε ξεκάθαρα ότι θέλουμε μια άλλη Ευρώπη, την Ευρώπη που θα υπηρετεί τους εργαζόμενους και τους λαούς της. Γιατί, ρεαλιστικά ομιλούντες, μονάχα μια Ευρώπη της κοινωνικής ισότητας, της δημοκρατίας, της ισότιμης συνεργασίας, των ανοικτών πολυπολιτισμικών κοινωνιών, μονάχα μια Ευρώπη των Λαών μπορεί εκπληρώσει αυτό το όραμα, μπορεί να δώσει προοπτική και ελπίδα, μπορεί να κινήσει την ιστορία μπροστά.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Συζητώντας για το μέλλον της Ευρώπης, δεν τίθενται διλήμματα μόνο για το μακροπρόθεσμο μέλλον της ηπείρου μας και ως προς το μεγάλο ερώτημα για το ποια Ευρώπη θέλουμε, για τα οποία προφανώς υπάρχουν διαφορετικές απαντήσεις. Τίθενται σοβαρά ερωτήματα και για τις προκλήσεις του παρόντος και του άμεσου μέλλοντος. Κάθε πολιτική δύναμη του τόπου πρέπει να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις για τα τρέχοντα ζητήματα που έχει ενώπιον της η ΕΕ.
Ειδικότερα πρέπει να απαντήσουμε:
- Ποιοι από εμάς συμμερίζονται την ανάγκη για θεμελιακές αλλαγές στις ίδιες τις Συνθήκες προκειμένου να οριστεί με τρόπο νομικά δεσμευτικό ότι τα κοινωνικά και εργατικά δικαιώματα στην έννομη τάξη της ΕΕ υπερισχύουν έναντι των οικονομικών ελευθεριών και της λειτουργίας των αγορών; Ποιοι είναι έτοιμοι και διατεθειμένοι να συγκρουστούν με τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο για να διεκδικήσουμε αποτελεσματική προστασία των συλλογικών συμβάσεων και του δικαιώματος συνδικαλιστικής οργάνωσης, την επέκταση της άδειας μητρότητας και πατρότητας, της πληρωμένης γονικής άδειας;
- Πώς θα εφαρμόσουμε κοινωνικές πολιτικές, προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που να ανακουφίζουν τους εργαζόμενους, αν παραμένει άθικτος ολόκληρος ο μηχανισμός της Οικονομικής Διακυβέρνησης της ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, η ΟΝΕ και η Τραπεζική Ένωση που είναι ακριβώς αυτά που παράγουν ανεργία, ανισότητα, φτώχεια και ανισότητες μεταξύ κρατών-μελών και περιφερειών της ΕΕ; Πώς θα υπάρξει πιο κοινωνική Ευρώπη όταν η ευρωπαϊκή δεξιά δια στόματος του κυρίου Βέμπερ είναι αυτή που –ενώ λέει ότι θέλει «περισσότερη Ευρώπη»- απορρίπτει κατηγορηματικά τη δημιουργία ευρωπαϊκού ταμείου στήριξης ανέργων, την κατοχύρωση κατώτατου μισθού και την ευρωπαϊκή ασφάλιση καταθέσεων.
- Στα θέματα περιβάλλοντος, ποιοι συμμερίζονται την ανάγκη η ΕΕ να θέσει πολύ πιο φιλόδοξους και δεσμευτικούς στόχους για τη μείωση εκπομπών ρύπων, γιατί διαφορετικά η Ευρώπη και η ανθρωπότητα θα χάσουν οριστικά το στοίχημα της Κλιματικής Αλλαγής; Το ΑΚΕΛ ενώνει τη φωνή του με το περιβαλλοντικό κίνημα και εκατομμύρια πολίτες στην Ευρώπη που απαιτούν μια τολμηρή πολιτική αντιμετώπισης της Κλιματικής Αλλαγής. Έξω από τις λογικές της αγοράς. Και πολύ πιο φιλόδοξη από τη Συμφωνία του Παρισιού. Αντίθετα, το ΕΛΚ (μαζί με το ΔΗΣΥ) καταψήφισαν –και ευτυχώς μειοψήφησαν- πρόσφατα σε σχετικό ψήφισμα στην Ευρωβουλή, ενώ σε σειρά κρίσιμων ψηφοφοριών για θέματα περιβάλλοντος και ευημερίας των ζώων, πήραν το μέρος των μεγαλοεπιχειρηματικών συμφερόντων.
- Πώς ακριβώς οραματιζόμαστε την Ευρώπη να αξιοποιεί και να εξελίσσει την αλματώδη τεχνολογική της ανάπτυξη, την επιστημονική έρευνα και γνώση, τα επιτεύγματα της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης; Και εδώ υπάρχουν αντίθετες απόψεις. Γιατί για παράδειγμα, ο Προϋπολογισμός της ΕΕ που ψηφίζουν οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις προβλέπει να δοθούν την επόμενη διετία 525 εκατομμύρια ευρώ για την ανάπτυξη πολεμικών drones και την ένταξη της τεχνητής νοημοσύνης στην στρατιωτική τεχνολογία. Ενώ, αντίθετα, η Αριστερά και άλλοι ευρωβουλευτές καταθέτουν προτάσεις όπως για παράδειγμα η χρηματοδότηση ενός ευρωπαϊκού επιστημονικού προγράμματος για την αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης στην καταπολέμηση του παιδικού καρκίνου.
- Πώς απαντούμε στις μεγάλες προκλήσεις του μεταναστευτικού και του προσφυγικού; Με το ρατσισμό και τη ξενοφοβία της δεξιάς και της ακροδεξιάς; Εμείς υποστηρίζουμε μια απάντηση αλληλεγγύης. Αλληλεγγύης προς τους πρόσφυγες αλλά και στην αλληλεγγύη ανάμεσα στα κράτη-μέλη. Και αυτό σημαίνει να δημιουργηθεί ένας μόνιμος μηχανισμός για τη φιλοξενία όλων των προσφύγων σε όλα τα κράτη-μέλη ανάλογα με τις δυνατότητες του καθενός. Όμως το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα είναι αυτό που μπλοκάρει αυτή την πρόταση με αποτέλεσμα τα κράτη του μεσογειακού νότου να αναλαμβάνουν ένα δυσανάλογο μερίδιο της ευθύνης.
- Και τέλος, πώς απαντούμε στον κίνδυνο της ακροδεξιάς, η οποία βέβαια δεν έπεσε από τον ουρανό αλλά είναι προϊόν ενός οικονομικού συστήματος και των πολιτικών επιλογών των εκπροσώπων του; Άραγε, αντιμετωπίζεται η ακροδεξιά με το να υιοθετείς τα συνθήματα και τα ιδεολογήματά της.
Γίναμε μάρτυρες τους προηγούμενες μήνες στο πλαίσιο των ευρωεκλογών, μιας νέας ιδεολογικής μετατόπισης του ΔΗΣΥ προς τη συντήρηση και την ακροδεξιά με το να καλλιεργεί την καχυποψία και την εχθρότητα προς τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας. Να αρνείται να απαντήσει το ερωτηματολόγιο μιας ΜΚΟ για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΙ ατόμων. Να υιοθετεί εξωφρενικές αντεπιστημονικές θέσεις της ακροδεξιάς όπως η εναντίωση στον υποχρεωτικό εμβολιασμό των παιδιών. Να υιοθετεί τη ξενοφοβική ρητορική έναντι των μεταναστών. Να μην αντιλαμβάνεται θεμελιακές αρχές του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού όπως ο διαχωρισμός Εκκλησίας-Κράτους και να κυβερνά κάνοντας κάθε χατίρι στον Αρχιεπίσκοπο.
Αυτά είναι πλέον καταγραμμένα στην ιστορία και δεν μπορούν να εκλαμβάνονται ως ψηφοθηρική τακτική αλλά ως αναπόσπαστο τμήμα της φυσιογνωμίας του ΔΗΣΥ. Αντίθετα, για το ΑΚΕΛ και πιστεύουμε για πολλούς άλλους συμπολίτες μας, με τους οποίους δεν συμφωνούμε σε όλα, η ακροδεξιά και ο φασισμός αντιμετωπίζονται με ανειρήνευτο και ασυμβίβαστο αγώνα σε όλα τα επίπεδα. Με αγώνες για την αλληλεγγύη και τη δημοκρατία. Την κοινωνική πρόοδο και τα δίκαια των εργαζομένων.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Κλείνοντας αυτή την τοποθέτηση, υπογραμμίζουμε ότι ως Βουλή των Αντιπροσώπων πρέπει να αναβαθμίσουμε δραστικά τον κοινοβουλευτικό έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας και στα ευρωπαϊκά θέματα, όπως το θέσαμε κατ’ επανάληψη στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή. Η κυβέρνηση πρέπει να διαβουλεύεται, να λογοδοτεί και να ελέγχεται από το κοινοβούλιο για τις θέσεις που εκφράζει σε επίπεδο Συμβουλίου της ΕΕ και Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Πρέπει να αξιοποιήσουμε την εμπειρία άλλων εθνικών κοινοβουλίων στην ΕΕ όπου η κυβέρνηση ενημερώνει εκ των προτέρων για τις τοποθετήσεις της στα όργανα της ΕΕ, για όλα τα ζητήματα. Ελπίδα μας είναι η σημερινή συζήτηση να έχει συνέχεια, γιατί η κυπριακή κοινωνία πρέπει να γίνεται πραγματικά κοινωνός όλων όσων αποφασίζονται, διακυβεύονται και τεκταίνονται στην Ευρώπη.
Σας ευχαριστώ.