Home  |  uncat   |  Οικονομία και εργασία

Οικονομία και εργασία

  1. Η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας
  2. Η κυπριακή οικονομία σήμερα

I.Για βιώσιμη οικονομία

II.Επανασχεδιασμός της οικονομίας

III.Το τραπεζικό σύστημα

IV.Για τον τουρισμό

V.Ενεργειακή πολιτική

VI.Δημόσιοι Οργανισμοί Κοινής Ωφέλειας

  1. Εργαζόμενοι και εργασιακά δικαιώματα

I.Οι διεκδικήσεις των εργαζομένων για ρυθμισμένες εργασιακές σχέσεις

II.Εργασία και μισθοί

III.Κοινωνική ασφάλιση

IV.Ποιοτική εργασία με δικαιώματα

 

  1. Η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας

Η παγκόσμια οικονομία βγήκε από μια πρωτοφανή σε έκταση κρίση του καπιταλιστικού συστήματος με εφαρμογή πολιτικών λιτότητας και μεταφοράς του κόστους στις πλάτες των εργαζομένων. Η λιτότητα παρουσιάστηκε ως αναγκαία προσαρμογή για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης. Παραμένει όμως κυρίαρχη πολιτική και μετά την οικονομική κρίση. Είναι ο μηχανισμός μέσω του οποίου επαναπροσδιορίζονται προς τα κάτω οι αμοιβές και πλήττονται οι προσδοκίες των εργαζομένων προς όφελος νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Πρόκειται για συγκεκριμένη ταξική επιλογή η οποία παρουσιάζεται ως φυσική και αναπόφευκτη.

Οι πολιτικές λιτότητας έχουν θεσμοθετηθεί, έχουν υιοθετηθεί και εφαρμόζονται και στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τους κυρίαρχους κύκλους. Επικεντρώνονται στη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, στο ξήλωμα του κοινωνικού κράτους και στην επίθεση ενάντια στα δικαιώματα και στις κατακτήσεις των εργαζομένων. Μια πιο ακραία έκφρασή τους αποτελούν τα μνημόνια που επιβλήθηκαν σε χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας και είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση της κοινωνικής ανισότητας. Είναι τέτοιο το βάθος και η επίδραση των πολιτικών λιτότητας, ώστε η νέα γενιά σήμερα να είναι η πρώτη μετά από έναν αιώνα, που θα ζήσει χειρότερα από τη γενιά των γονιών της.

Οι πολιτικές αντιμετώπισης της κρίσης φόρτωσαν το κόστος στις ευάλωτες ομάδες, με αποτέλεσμα ο πλούτος να συγκεντρωθεί στα χέρια των πολύ λίγων και περισσότεροι άνθρωποι να φτωχοποιηθούν. Οι κοινωνικές ανισότητες έχουν πραγματικά εκτοξευτεί. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι μόλις το 0,9% του ενήλικου πληθυσμού του πλανήτη κατέχει το 44% του παγκόσμιου πλούτου. Στην «απέναντι όχθη», περίπου τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι, δηλαδή πάνω από το 55% του ενήλικου πληθυσμού της Γης κατέχουν 6,3 τρισ. δολάρια, δηλαδή μόλις το 1,8% του συνολικού παγκόσμιου πλούτου. Από αυτούς περίπου οι μισοί ζουν με λιγότερα από 5,5 δολάρια τη μέρα… (στοιχεία Οκτωβρίου 2019).

Ταυτόχρονα, το δημόσιο χρέος όχι μόνο δεν μειώθηκε, αλλά στις περισσότερες χώρες αυξήθηκε υπενθυμίζοντας την επισήμανση του Κ. Μαρξ ότι «το μοναδικό κομμάτι του λεγόμενου εθνικού πλούτου, που στους σύγχρονους λαούς ανήκει πραγματικά στο σύνολο του λαού, είναι το δημόσιο χρέος τους».

Επιπλέον, υπάρχουν ενδείξεις ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε πορεία επιβράδυνσης με ορατό τον κίνδυνο μιας νέας οικονομικής κρίσης. Μπροστά σε αυτό τον κίνδυνο, οι διάφοροι καπιταλιστικοί συνασπισμοί και οι μεγάλες οικονομικά δυνάμεις βρίσκουν καταφύγιο στον προστατευτισμό, τον οποίο για δεκαετίες είχαν δαιμονοποιήσει στο όνομα της παγκοσμιοποίησης και του ελεύθερου εμπορίου ή στη ρύθμιση των όρων εμπορίου ομάδων κρατών σε βάρος άλλων.

Ως αποτέλεσμα της έντασης της εκμετάλλευσης και των ιμπεριαλιστικών πολέμων, των επεμβάσεων και των πολεμικών συρράξεων εντάθηκε η μετανάστευση και οι ροές προσφύγων.

Χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι επίσης η ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων που προκύπτουν από την κλιματική κρίση, φαινόμενα τα οποία σε μεγάλο βαθμό σχετίζονται με την καπιταλιστική εκμετάλλευση των παραγωγικών πόρων του πλανήτη, χωρίς έγνοια και υποχρέωση για την προστασία του περιβάλλοντος. Οι αλλαγές που απαιτούνται δεν μπορούν να ληφθούν από ένα σύστημα που βάζει τα κέρδη πάνω από την ανθρώπινη ζωή στον πλανήτη.

Άλλο χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι η μεγάλη ανάπτυξη των τεχνολογικών δυνατοτήτων. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας όμως ελέγχεται από έναν μικρό αριθμό τεχνολογικών κολοσσών, οι οποίοι αποκομίζουν κέρδη δισεκατομμυρίων και ελέγχουν τη ροή των πληροφοριών και τα δεδομένα για τον καθένα μας.

  1. Η Κυπριακή οικονομία σήμερα

Μετά από την περίοδο της συστημικής κρίσης και της επιβολής του κουρέματος καταθέσεων που κατέστρεψε την οικονομία και δραστικά μετέφερε τον πλούτο από τους πολλούς στους λίγους και των μνημονιακών πολιτικών, η Κυπριακή οικονομία βρίσκεται σε περίοδο ανάκαμψης.

Παρότι η οικονομική δραστηριότητα βρίσκεται σε ανάκαμψη, η συνολική παραγωγή βρίσκεται στο ψηλότερο διαχρονικά σημείο, η ανεργία σημειώνει καθοδική πορεία και τα δημόσια οικονομικά είναι πλεονασματικά, εντούτοις αυτές οι εξελίξεις δεν έχουν ουσιαστικό θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία και την ευημερία της. Αυτό συμβαίνει γιατί η κυβέρνηση παραμένει δογματικά προσκολλημένη στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, με κύρια χαρακτηριστικά τη μείωση των δημόσιων επενδύσεων, την απορρύθμιση της εργασίας, το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου και τη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους.

Η πορεία που ακολουθεί η κυπριακή οικονομία δεν μπορεί να στηρίξει τις ανάγκες της κοινωνίας και δημιουργεί σημαντικούς κινδύνους για το μέλλον. Η προσανατολισμένη προς την εξυπηρέτηση μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων ανάπτυξη, η διαρθρωτική επιδείνωση στην εργασία και στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών με την ανακατανομή του πλούτου και των εισοδημάτων προς όφελος των λίγων, καθώς και η απουσία ολοκληρωμένης κοινωνικής πολιτικής, έχουν φορτώσει το βάρος της κρίσης στον λαό και συνεχίζουν να κρατούν την κοινωνία καθηλωμένη.

Από το προηγούμενο Συνέδριο μέχρι σήμερα μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό πλήγμα ήταν η διάλυση του Συνεργατισμού από την κυβέρνηση Ν. Αναστασιάδη – ΔΗΣΥ, γεγονός που τροφοδότησε την ασυδοσία των τραπεζών και επέτεινε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

Η πλειοψηφία της κοινωνίας συνεχίζει να αντιμετωπίζει σημαντικές δυσκολίες, αβεβαιότητα και κοινωνική ανασφάλεια. Οι εισοδηματικές και κοινωνικές ανισότητες παραμένουν υψηλές, ιδιαίτερα σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και το ένα τέταρτο του πληθυσμού βρίσκεται στα όρια της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Το κόστος διαβίωσης έχει αυξηθεί σημαντικά, ιδιαίτερα στον τομέα της στέγασης, ενώ βασικά αγαθά (ηλεκτρικό ρεύμα, ψωμί, γάλα κ.λπ.) είναι από τα πιο ακριβά στην ΕΕ, απότοκο και της κατεύθυνσης που έχει δώσει η Κυβέρνηση στο αναπτυξιακό μοντέλο.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η οικονομία χρειάζεται νέο όραμα που να στοχεύει στη δικαιότερη κατανομή του παραγόμενου πλούτου, στη σμίκρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του λαού δημιουργώντας συνθήκες αύξησης της παραγωγής, ενίσχυσης του εισοδήματος και αξιοπρεπούς εργασίας.

  1. Για βιώσιμη οικονομία

Στόχος μας είναι η οικοδόμηση μιας οικονομίας στην οποία θα βρίσκονται σε αρμονία: η οικονομική ανάπτυξη, η κοινωνική ευημερία, η αειφόρος αξιοποίηση των φυσικών πόρων.

Με πολύπλευρη και πολυεπίπεδη οικονομική ανάπτυξη στην οποία να συνυπάρχουν, να συνεργάζονται και να αλληλοσυμπληρώνονται η κρατική, η ιδιωτική και η συνεργατική πρωτοβουλία. Με δράσεις που αμφισβητούν την κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη πολιτική και θέτουν στο επίκεντρο της οικονομικής πολιτικής τον άνθρωπο και τις ανάγκες του.

Η οικονομική φιλοσοφία του ΑΚΕΛ στηρίζεται στις ακόλουθες αρχές:

  • Στη βιώσιμη, ισορροπημένη και κοινωνικά προσανατολισμένη οικονομική ανάπτυξη.
  • Στη δικαιότερη κατανομή του πλούτου που δημιουργεί η κοινωνία και στον καταμερισμό των οικονομικών βαρών, ανάλογα με το εισόδημα και το οικονομικό εκτόπισμα του καθενός.
  • Στη διασφάλιση ποιοτικών θέσεων εργασίας, στη δημιουργία πράσινων θέσεων εργασίας και στη βελτίωση των δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους.
  • Στον σεβασμό του περιβάλλοντος και στην προστασία των φυσικών πόρων από την άναρχη ανάπτυξη.
  • Στον έλεγχο και στη ρύθμιση -στο βαθμό του δυνατού- της λειτουργίας της αγοράς για προστασία των οικονομικά ευάλωτων στρωμάτων της κοινωνίας.
  • Στην εγκαθίδρυση ισονομίας, δικαιοσύνης και χρηστής διοίκησης σε όλα τα επίπεδα της οικονομικής δραστηριότητας, τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στον δημόσιο τομέα.
  1. Επανασχεδιασμός της οικονομίας
  • Δημιουργία αποτελεσματικού και κοινωνικά ευαίσθητου Κράτους, το οποίο να προστατεύει και να στηρίζει τα οικονομικά ασθενέστερα στρώματα της κοινωνίας.
  • Μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος με στόχο τη δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών μέσω της φορολόγησης του πλούτου, την υιοθέτηση κινήτρων για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αποτελεσματική αντιμετώπιση των φαινομένων φοροδιαφυγής και διαφθοράς.
  • Δημόσια οικονομικά που να στηρίζουν τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη δημιουργία υποδομών, τη δικαιότερη κατανομή του παραγόμενου πλούτου, την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και την κάλυψη των αναγκών της κοινωνίας.
  • Εκσυγχρονισμός της οργάνωσης, λειτουργίας και διοίκησης των Δημόσιων Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας, διαφυλάσσοντας τον κοινωνικό χαρακτήρα τους και συνεχίζοντας τη στήριξή τους στην αναπτυξιακή στρατηγική του Κράτους.
  • Στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των αυτοτελώς εργαζόμενων που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της κυπριακής οικονομίας και ενίσχυση της θέσης τους μέσα από την τεχνολογική αναβάθμισή τους και την εξασφάλιση πρόσβασης σε προσιτή χρηματοδότηση.
  • Ανάπτυξη της συνεργατικής οικονομίας και επανασύσταση του συνεργατικού πιστωτικού τομέα με στόχο την προστασία των αγροτών, των μικρομεσαίων, των οικονομικά ασθενέστερων και τη βελτίωση των αναπτυξιακών προοπτικών της χώρας.
  • Δημιουργία της οικονομίας της γνώσης με αύξηση της επένδυσης στους τομείς της έρευνας, της καινοτομίας και της τεχνολογίας.
  • Αποφασιστική προώθηση του ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους και της οικονομίας για βελτίωση της παραγωγικότητας.
  • Ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα και ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας με στόχο τη στήριξη των αγροτών. Ανάπτυξη της υπαίθρου με ανάδειξη όλων των οικονομικών πολιτιστικών και περιβαλλοντικών πλεονεκτημάτων που την χαρακτηρίζουν.
  • Επέκταση των παραγωγικών δυνατοτήτων της οικονομίας με τον καταρτισμό νέας σύγχρονης βιομηχανικής πολιτικής με στόχο την εξάλειψη των διαρθρωτικών αδυναμιών και τον εκσυγχρονισμό του κυπριακού μεταποιητικού τομέα.
  • Ενίσχυση του ρόλου της Κύπρου ως διεθνές κέντρο παροχής επαγγελματικών και συμβουλευτικών υπηρεσιών καταπολεμώντας τη διαφθορά, ενισχύοντας τη διαφάνεια, καταπολεμώντας τη γραφειοκρατία και επιταχύνοντας την απόδοση δικαιοσύνης.
  • Περαιτέρω ανάπτυξη του τομέα της ναυτιλίας με την ενίσχυση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
  • Ενίσχυση της χώρας μας ως περιφερειακό εκπαιδευτικό κέντρο.
  1. Μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, το κλείσιμο του Συνεργατισμού σε συνδυασμό με πολιτικές των τραπεζών έχουν επιφέρει καίρια πλήγματα στη ραχοκοκαλιά της κυπριακής οικονομίας, την οποία αποτελούν οι μικρές και μεσαίες, οικογενειακές ως επί το πλείστον, επιχειρήσεις και οι αυτοεργαζόμενοι. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρά προβλήματα από τη μείωση του κύκλου εργασιών τους, την έλλειψη ρευστότητας και χρηματοδότησης και τα αλλεπάλληλα κτυπήματα που δέχονται από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση. Η κατάργηση των ωραρίων λειτουργίας των καταστημάτων είναι ένα από τα παραδείγματα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής των κυβερνώντων, η οποία αποβαίνει σε βάρος των εργαζομένων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Για αντιμετώπιση και αναστροφή της υφιστάμενης καταστροφικής πορείας το ΑΚΕΛ στηρίζει τα αιτήματα και τις διεκδικήσεις των μικρομεσαίων και των αυτοτελώς εργαζομένων.

Το ΑΚΕΛ προτείνει τα εξής:

Δημιουργία κρατικού χρηματοδοτικού φορέα με στόχο τη διοχέτευση χρηματοδότησης και ρευστότητας προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Διαφοροποίηση των πολιτικών των τραπεζών στα θέματα χρηματοδότησης και χρεώσεων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Προστασία της επαγγελματικής στέγης.

Δια νόμου ρυθμισμένα ωφελήματα και λειτουργικά ωράρια κααστημάτων.

Δημιουργία φορέα και μονοθυρικής πύλης εξυπηρέτησης μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο Υπουργείο Εμπορίου.

Προώθηση προγραμμάτων στήριξης για τεχνολογική αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Προώθηση νομοθετικών ρυθμίσεων για σειρά επαγγελματικών ομάδων και κλάδων.

  • Το τραπεζικό σύστημα

Οι κακές τραπεζικές πρακτικές και η πλημμελής εποπτεία ήταν αυτά που προκάλεσαν, σύμφωνα και με Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, την οικονομική κρίση στη χώρα μας και όχι τα δημοσιονομικά. Τα γεγονότα που ακολούθησαν δημιούργησαν νέες πραγματικότητες στο τραπεζικό σύστημα, αρνητικές για τους μικρομεσαίους δανειολήπτες, τους πελάτες των τραπεζών και γενικότερα την κοινωνία. Η συγκεντροποίηση του τραπεζικού συστήματος, το ευνοϊκότερο θεσμικό και νομικό πλαίσιο λειτουργίας των τραπεζών σε βάρος των μικρομεσαίων δανειοληπτών, το κλείσιμο του Συνεργατισμού και το ξεπούλημά του σε ιδιωτική τράπεζα οδήγησαν στην ενίσχυση της αυθαιρεσίας των τραπεζών.

Στόχος της πολιτικής μας είναι η καθιέρωση ενός σταθερού και αξιόπιστου τραπεζικού συστήματος που να χρηματοδοτεί αποτελεσματικά τις ανάγκες των νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, να διασφαλίζει την προστασία τους από τις παράνομες χρεώσεις και τις καταχρηστικές πρακτικές και να σέβεται το δικαίωμά τους για αξιοπρεπή στέγη.

  1. Για τον τουρισμό

Το ΑΚΕΛ επιδιώκει τη διαμόρφωση ολοκληρωμένης στρατηγικής ανάπτυξης που θα έχει στο επίκεντρό της τα οφέλη προς την κοινωνία. Στρατηγικός στόχος πρέπει να είναι η αειφόρος τουριστική ανάπτυξη ικανοποιώντας οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες με την ταυτόχρονη διατήρηση της πολιτιστικής φυσιογνωμίας και της οικολογικής ισορροπίας. Για τούτο το ΑΚΕΛ έχει εκπονήσει ολοκληρωμένη μελέτη για τον τουρισμό.

Βασικός στόχος πρέπει να είναι η διαφοροποίηση του τουριστικού μας προϊόντος προς την κατεύθυνση:

  • των ποιοτικών παρεχόμενων υπηρεσιών,
  • την απεξάρτηση από την εποχικότητα,
  • τον απεγκλωβισμό του τουριστικού μας προϊόντος από την υπερεξάρτηση από τους τουριστικούς πράκτορες.

Προτείνουμε:

  • Επέκταση αεροπορικής σύνδεσης με υφιστάμενους και νέους προορισμούς, διείσδυση σε νέες αγορές παρέχοντας διευκολύνσεις, όπως π.χ. ηλεκτρονική έκδοση βίζας και συνεργασία με γειτονικές χώρες για προσέλκυση τουριστών μακρινών προορισμών.
  • Δημιουργία νέων υποδομών και αναβάθμιση υφιστάμενων τουριστικών μονάδων για ανάπτυξη του τουρισμού υγείας – ευεξίας, του αθλητικού, αγροτικού, συνεδριακού, οικογενειακού τουρισμού.
  • Υλοποίηση μεγάλων τουριστικών έργων ανάπτυξης, όπως θεματικά πάρκα, συνεδριακά κέντρα, αλιευτικά καταφύγια, προβλήτες ελλιμενισμού, καταδυτικά πάρκα με τεχνητούς υφάλους, ορεινά θέρετρα.
  • Έμφαση στον εσωτερικό τουρισμό με σχέδια για επιχορηγούμενο κοινωνικό τουρισμό (συνταξιούχοι, χαμηλόμισθοι, νεαρά ζευγάρια).
  • Αποφασιστική προώθηση της ανάπτυξης του τουρισμού στην περιοχή του Τροόδους.
  • Σεβασμό των ρυθμισμένων εργασιακών σχέσεων καθώς και εργοδότηση προσοντούχου προσωπικού μέσα από πρότυπα της ΑνΑΔ, μεταξύ των οποίων και η βασική γνώση της ελληνικής γλώσσας.
  • Θεσμοθέτηση της κατάρτισης για το ανειδίκευτο προσωπικό και προγραμμάτων συνεχούς κατάρτισης των εργαζομένων.
  1. Ενεργειακή Πολιτική

H ενεργειακή πολιτική πρέπει να έχει περιεχόμενο το οποίο θα οδηγεί στην κατοχύρωση της ενέργειας ως κοινωνικό αγαθό και καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας προς όφελος της κοινωνίας.

Στόχος της ενεργειακής πολιτικής πρέπει να είναι η μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, η μείωση της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας και η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας.

Βασικό εργαλείο για υλοποίηση της πιο πάνω πολιτικής αποτελεί η διαμόρφωση ενός Ολοκληρωμένου Ενεργειακού Στρατηγικού Σχεδιασμού που θα καλύπτει όλες τις πτυχές της ενεργειακής στρατηγικής στον ηλεκτρισμό, το φυσικό αέριο, τις μεταφορές και την οικονομία. Ενός σχεδιασμού που θα καλύπτει με διαφάνεια τα θέματα του περιβάλλοντος, της κλιματικής αλλαγής, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, της αειφόρου ανάπτυξης, της ενεργειακής αποδοτικότητας και του ασφαλούς εφοδιασμού της χώρας.

Αγορά Ηλεκτρισμού

Οι Κύπριοι καταναλωτές πληρώνουν σήμερα πολύ ακριβή ηλεκτρική ενέργεια. Αυτό οφείλεται στην πλήρη εξάρτηση της παραγωγής από ορυκτά καύσιμα, την ανικανότητα της κυβέρνησης να εισάξει έγκαιρα Φυσικό Αέριο και την αδυναμία της να εντάξει τις ΑΠΕ με τρόπο που να οδηγεί σε μείωση του κόστους για τους καταναλωτές.

Για την αντιμετώπιση αυτής της πολύ ανησυχητικής κατάστασης το ΑΚΕΛ προτείνει τα πιο κάτω:

  • Στροφή της ηλεκτροπαραγωγής στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ). Η εξέλιξη της τεχνολογίας στον τομέα σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα κλιματολογικά χαρακτηριστικά της Κύπρου μπορεί να προσφέρει φθηνή ηλεκτρική ενέργεια.
  • Συνέχιση και επέκταση του προγράμματος συμψηφισμού κιλοβατώρας (Net Metering) σε οικίες, επαγγελματικά υποστατικά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
  • Εισαγωγή το συντομότερο φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή.
  • Λειτουργία της αγοράς ηλεκτρισμού με τέτοιο τρόπο ώστε τα όποια οφέλη προκύπτουν να αντανακλώνται στο τελικό κόστος για τους πολίτες.
  • Καταρτισμό νέου Εθνικού Σχεδίου Δράσης μέχρι το 2030. Κύριος στόχος είναι η αύξηση της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, η μείωση θερμοκηπιακών αερίων, η αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας και η εξοικονόμηση ενέργειας.
  • Προώθηση συνεταιριστικών κοινοτικών ΑΠΕ.

Αξιοποίηση Υδρογονανθράκων

Ο εντοπισμός κοιτάσματος υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ το 2011, έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα για την Κύπρο, νέες προκλήσεις και νέες προοπτικές. Η κυβέρνηση Δημήτρη Χριστόφια κατάφερε να εντάξει την Κύπρο στον ενεργειακό χάρτη.

Δυστυχώς η κυβέρνηση αντιμετώπισε το θέμα των υδρογονανθράκων περισσότερο ως επικοινωνιακό εργαλείο για εσωτερική κατανάλωση παρά ως εργαλείο για προώθηση της λύσης του Κυπριακού και για οικονομική ανάπτυξη του τόπου.

Ελλείψει συνολικής ενεργειακής πολιτικής οι κυβερνώντες δίνουν έμφαση στην καλλιέργεια ψευδαισθήσεων στους πολίτες. Ψευδαισθήσεις ότι θα μετατραπούμε σε εναλλακτική αγορά για την Ευρώπη. Ψευδαισθήσεις ότι από μέρα σε μέρα ξεκινά ο αγωγός East-Med. Ψευδαισθήσεις για τα έσοδα από την πώληση ΦΑ.

Οι διεθνείς τιμές ΦΑ και οι εξελίξεις στην παγκόσμια αγορά ενέργειας είναι τέτοιες που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η αξιοποίηση των υδρογονανθράκων της Κύπρου δεν θα οδηγήσει σε μεγάλα έσοδα. Πολύ περισσότερο δεν θα ανατρέψει τα ισοζύγια δυνάμεων και δεν θα μετατρέψει την Κύπρο σε υπερδύναμη της περιοχής. Το ΦΑ πρέπει να αποτελέσει κίνητρο για λύση και επανένωση του τόπου και του λαού μας. Η επίλυση του κυπριακού παραμένει ο υπέρτατος στόχος και οι όποιοι σχεδιασμοί, πρέπει να τον εξυπηρετούν.

Έχοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω:

  • Πρέπει να συνεχιστεί το γεωτρητικό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Την ίδια ώρα η κυβέρνηση οφείλει να είναι απαιτητική από τις εταιρείες ώστε να ανταποκρίνονται στις συμβατικές τους υποχρεώσεις. Η ανάπτυξη κοιτασμάτων από εταιρείες πρέπει να έχει ως προϋπόθεση την ηλεκτροπαραγωγή στην Κύπρο από ΦΑ.
  • Προτεραιότητα στους σχεδιασμούς πρέπει να είναι το τερματικό υγροποίησης. Έτσι, δημιουργούμε πραγματική ανάπτυξη, αποκτούμε δυνατότητα πώλησης ΦΑ σε αγορές όπου οι τιμές είναι πιο συμφέρουσες και τροφοδοτείται η Κύπρος με ΦΑ για ηλεκτροπαραγωγή.
  • Βασική στρατηγική θα πρέπει να είναι η μετατροπή της Κύπρου σε περιφερειακό ενεργειακό κέντρο και σε ενεργειακή γέφυρα μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Μέσης Ανατολής.
  1. Δημόσιοι Οργανισμοί Κοινής Ωφέλειας

Το ΑΚΕΛ από θέση αρχής είναι ενάντια στην ιδιωτικοποίηση Δημόσιων Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας (ΔΟΚΩ). Η ιδιωτικοποίηση ΔΟΚΩ που έχουν στρατηγική σημασία για μια χώρα όπως είναι η Ενέργεια, οι Τηλεπικοινωνίες, το Νερό, τα Λιμάνια, τα Αεροδρόμια και άλλοι στρατηγικοί τομείς, λειτουργεί ενάντια στα συμφέροντα των εργαζομένων και της κοινωνίας.

Αυτοί οι τομείς είναι νευραλγικής σημασίας για την πολιτεία, την οικονομία και την κοινωνία. Είναι απαραίτητοι εκτός των άλλων για την ασφάλεια μιας χώρας και την επάρκεια στην παροχή υπηρεσιών. Χρειάζεται να υπόκεινται σε κοινωνικό έλεγχο και να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη πρόσβαση των πολιτών σε αυτούς. Τα κερδοσκοπικά ιδιωτικά συμφέροντα υπονομεύουν τον στρατηγικό χαρακτήρα και καθιστούν το κράτος και την κοινωνία δέσμιους και εξαρτώμενους σε ιδιώτες. Το επιχείρημα αυτό ενισχύεται ακόμα περισσότερο στην περίπτωση της Κύπρου, λόγω της γεωγραφικής θέσης και του μεγέθους της χώρας, αλλά και λόγω του ότι είμαστε ημικατεχόμενη χώρα.

Με τις ιδιωτικοποιήσεις, οι μεγάλες επενδύσεις που έγιναν από το κράτος και ο πλούτος που παράχθηκε παραχωρείται σε εξευτελιστικές τιμές στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Έχει αποδειχτεί από τη διεθνή εμπειρία ότι εκεί που γίνονται ιδιωτικοποιήσεις μακροπρόθεσμα υπονομεύεται το συμφέρον της κοινωνίας συνολικά, αυξάνονται οι τιμές για τους καταναλωτές και απορρυθμίζονται οι εργασιακές σχέσεις.

Η κυβέρνηση Αναστασιάδη, παρά τις περί αντιθέτου δεσμεύσεις της, από την πρώτη μέρα ανάληψης της εξουσίας στόχευσε σε σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις εκμεταλλευόμενη την κρίση, το Μνημόνιο και την υποστήριξη της Τρόικα.

Το ΑΚΕΛ έθεσε ως πολιτική προτεραιότητα την αποτροπή των ιδιωτικοποιήσεων. Σε συνεργασία με την ΠΕΟ και την καθοριστική συμμετοχή των εργαζομένων, έγινε κατορθωτό να κτιστούν ισχυρά μέτωπα αντίστασης τα οποία βρήκαν υποστήριξη εξελικτικά από την κοινωνία. Σε συνδυασμό δε με τη σταθερή και σθεναρή στάση του ΑΚΕΛ στη Βουλή, εμποδίστηκε μέχρι σήμερα το ξεπούλημα των πλέον σημαντικών Οργανισμών, της CYTA και της ΑΗΚ.

Παρά τη μεγάλη προσπάθεια δεν αποφεύχθηκε η ιδιωτικοποίηση του Λιμανιού της Λεμεσού. Αυτό που έγινε με το λιμάνι Λεμεσού είναι απόδειξη ότι οι ιδιωτικοποιήσεις δεν εξυπηρετούν το δημόσιο όφελος. Η ιδιωτικοποίηση μείωσε τα έσοδα του κράτους, έφερε ζημιές στους εμπορευόμενους και την οικονομία, υπερχρεώσεις και αβεβαιότητα και έθεσε υπό αμφισβήτηση τη βιωσιμότητα της Αρχής Λιμένων.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κυβέρνηση θα επανέλθει για τις ιδιωτικοποιήσεις. Ήδη, το έχει κάνει ξεκάθαρο για τη CYTA.

Την ίδια ώρα, το ΑΚΕΛ θα συνεχίσει:

  • Να υποστηρίζει τη διατήρηση του κοινωνικού χαρακτήρα των ΔΟΚΩ.
  • Να αντιστέκεται στο ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου.
  • Να απαιτεί το νοικοκύρεμα και τον εκσυγχρονισμό τους, ώστε να λειτουργήσουν αποτελεσματικότερα ως βραχίονες ανάπτυξης και περαιτέρω ενίσχυσης των οικονομικών του κράτους. Είναι επιβεβλημένος ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού τους πλαισίου για μεγαλύτερη αυτονομία και ευελιξία με τρόπο που θα τους επιτρέπει να αντέχουν και να είναι πρωταγωνιστές και σε περιβάλλον ανταγωνισμού.
  • Να υποστηρίζει την ίδρυση ή επανίδρυση ΔΟΚΩ εκεί που κρίνει ότι εξυπηρετεί το συμφέρον του λαού.

 

  1. Εργαζόμενοι και εργασιακά δικαιώματα
  1. Οι διεκδικήσεις των εργαζομένων για ρυθμισμένες εργασιακές σχέσεις

Στην Κύπρο, με την κορύφωση της κρίσης και με την άνοδο στην εξουσία της κυβέρνησης της δεξιάς με νεοφιλελεύθερη πολιτική στα εργασιακά και κοινωνικά θέματα, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων επιταχύνθηκε ραγδαία. Καθοριστικός παράγοντας σ’ αυτή την κατεύθυνση ήταν και η συμφωνία του Νίκου Αναστασιάδη με το Eurogroup και η υπογραφή του μνημονίου με την Τρόικα.

Με το μαζικό κλείσιμο επιχειρήσεων και την εκτόξευση της ανεργίας, το Συνδικαλιστικό κίνημα υποχρεώθηκε σε τακτική οργανωμένης υποχώρησης. Κύριο μέλημα ήταν να παραμείνουν ζωντανές οι συλλογικές συμβάσεις και να αποφευχθεί ο ορατός κίνδυνος μιας άτακτης υποχώρησης, έξω από τον έλεγχο του Συνδικαλιστικού κινήματος.

Από το 2015 και μετά το Κίνημα έχει περάσει στην αντεπίθεση και διεκδικεί αποφασιστικά επαναφορά όσων έχουν παραχωρηθεί και δικαιότερη ανακατανομή του παραγόμενου πλούτου. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέσα σ’ αυτές τις αντίξοες συνθήκες, μαζί με την ΠΕΟ, είχαμε λόγω της σθεναρής μας στάσης και σημαντικές επιτυχίες, οι οποίες πρέπει να καταγράφονται. Εκτός από τη διατήρηση των συμβάσεων και τη συνέχιση της λειτουργίας του συστήματος συλλογικών διαπραγματεύσεων, καταφέραμε να εμποδίσουμε την ιδιωτικοποίηση της CYTA και της ΑΗΚ. Καταφέραμε επίσης να διασώσουμε τον θεσμό της ΑΤΑ, έστω και προσωρινά κουτσουρεμένης, με προοπτική να τον επαναφέρουμε πλήρως.

Η κατάσταση των εργασιακών σχέσεων

Το σύστημα εργασιακών σχέσεων της Κύπρου, το οποίο ιστορικά βασίστηκε στη υψηλή συνδικαλιστική πυκνότητα και οργάνωση που οδηγούσε σε ρύθμιση των όρων απασχόλησης μέσα από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και στην παρέμβαση του κράτους με τη νομοθετική κατοχύρωση βασικών εργασιακών δικαιωμάτων (κοινωνική ασφάλιση, ετήσια άδεια, χρόνος εργασίας, ίση αμοιβή κ.λπ.) άρχισε να ανατρέπεται τα τελευταία χρόνια. Αρχικά, κυρίως ως αποτέλεσμα αλλαγών στη σύνθεση της απασχόλησης: αφενός μείωση της απασχόλησης στους παραδοσιακούς κλάδους του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα και αφετέρου διόγκωση της απασχόλησης σε τομείς με χαμηλή συνδικαλιστική εκπροσώπηση (π.χ. εμπόριο) ή με την ανάδυση νέων κλάδων οικονομικής δραστηριότητας, όπου το συνδικαλιστικό κίνημα αδυνατούσε να διεισδύσει. Τα τελευταία χρόνια όμως, αυτή η ανατροπή επιτείνεται λόγω της επικράτησης του νεοφιλελευθερισμού και των ιδεολογικών αφηγημάτων που τον συνοδεύουν.

Όπως σε όλη την Ευρώπη και στον κόσμο γενικότερα, έτσι και στην Κύπρο το κεφάλαιο και οι πολιτικοί του εκπρόσωποι χρησιμοποίησαν την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνέχεια στη ζώνη του Ευρώ, καθώς και την αλματώδη αύξηση της ανεργίας, για να υποσκάψουν τη ρύθμιση και προστασία της εργασίας μέσα από τις συλλογικές συμβάσεις. Προώθησαν την ευελιξία στην απασχόληση και νέες μορφές οργάνωσης της εργασίας για να πλήξουν το συνδικαλισμό των εργαζομένων με τον εκφοβισμό των εργαζομένων και την απαξίωση της συλλογικής διεκδίκησης και του συλλογικού αγώνα.

Αυτές οι εξελίξεις έχουν οδηγήσει στη συρρίκνωση του ποσοστού συμμετοχής σε συνδικαλιστικές οργανώσεις -που σήμερα κυμαίνεται γύρω στο 50% και κατά συνέπεια στην ανατροπή του ισοζυγίου δυνάμεων. Ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων, ιδιαίτερα νέων εργαζομένων, έχουν αποξενωθεί από τη διαδικασία της συλλογικής διεκδίκησης με αποτέλεσμα να στερούνται βασικών εργασιακών δικαιωμάτων και προστασίας και να αμείβονται με χαμηλούς μισθούς.

Μέσα στην κρίση, οι εργοδοτικοί σύνδεσμοι συνεπικουρούμενοι από την κυβέρνηση επανέφεραν και το θέμα της νομοθετικής ρύθμισης του δικαιώματος της απεργίας στις ουσιώδεις υπηρεσίες. Η προσπάθεια τερματίστηκε, λόγω της σθεναρής αντίστασης του Κόμματός μας και όλου του συνδικαλιστικού κινήματος. Η πρόθεση, όμως, αν και αδρανής παραμένει ζωντανή.

Όμως, το σύστημα εργασιακών σχέσεων που λειτουργεί για δεκαετίες, έχει ως βασική προϋπόθεση την ισορροπία ισχύος μεταξύ συνδικάτων και εργοδοτικών συνδέσμων. Από τη στιγμή που αυτή η ισορροπία ισχύος έχει δραστικά ανατραπεί σε βάρος της εργασίας, η πολιτεία οφείλει να στηρίξει τα εργασιακά δικαιώματα με θεσμικά και νομοθετικά μέτρα, ώστε να κατοχυρωθεί ότι οι συλλογικές συμβάσεις όχι μόνο θα συνομολογούνται αλλά και θα εφαρμόζονται από όλους.

  1. Εργασία και μισθοί

Με ιδιαίτερα έντονο και οξύ τρόπο εφαρμόστηκαν αυτές οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές την περίοδο της κρίσης. Η πολιτική που ασκήθηκε από την κυβέρνηση της Δεξιάς και τους θεσμούς (ΔΝΤ, ΕΕ και ΕΚΤ) για την αντιμετώπιση της βαθιάς οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού, που στην Κύπρο εκδηλώθηκε στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αποτέλεσε το όχημα μιας γενικευμένης επίθεσης του κεφαλαίου για την προώθηση της ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις και την απαξίωση της εργασίας.

Το φαινόμενο της απορρύθμισης της εργασίας προσέλαβε εκτεταμένες διαστάσεις με διάφορους τρόπους όπως, τη μη εφαρμογή των συμφωνημένων συλλογικών συμβάσεων εργασίας από όλες τις επιχειρήσεις, την προώθηση προσωπικών συμβολαίων για τους νεοπροσλαμβανόμενους και τους κοινοτικούς εργαζόμενους, την εξωτερική ανάθεση εργασιών (το λεγόμενο outsourcing), την ψευδοαπασχόληση με τη μέθοδο της αγοράς υπηρεσιών (ενός μηχανισμού απασχόλησης που αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα).

Αποτέλεσμα αυτής της διαχείρισης ήταν το κόστος της κρίσης να φορτωθεί αποκλειστικά και μόνο στους ώμους των εργαζομένων: οι απολαβές και οι συντάξεις των εργαζομένων δέχτηκαν ένα πρωτοφανές πλήγμα, ενώ δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι βρέθηκαν στην ανεργία και άλλοι οδηγήθηκαν στην υποαπασχόληση ή στην αποδοχή απαράδεκτων όρων και συνθηκών εργασίας.

Οι πραγματικοί μισθοί, μέχρι το τέλος του καλοκαιριού του 2014 είχαν υποστεί μείωση κατά 11%. Στην περίοδο της επιστροφής της κυπριακής οικονομίας σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που ακολούθησε, και παρότι οι μισθοί επωφελήθηκαν από τον αποπληθωρισμό και μικρές αυξήσεις, στο μέσο του 2019 οι πραγματικοί μισθοί εξακολουθούν να υστερούν κατά 8% έναντι του 2010.

Τα εισοδήματα της εργατικής οικογένειας έχουν επηρεαστεί και από την αλματώδη αύξηση της ανεργίας ή/και επιδείνωση της ποιότητας της εργασίας. Κατά τη διάρκεια της κρίσης η ανεργία, η μακροχρόνια ανεργία και η ανεργία των νέων, η μερική και προσωρινή απασχόληση, γνώρισαν εκρηκτική αύξηση. Την ίδια περίοδο χιλιάδες εργαζόμενοι εγκαταλείπουν, λόγω απαισιοδοξίας, την προσπάθεια εξεύρεσης εργασίας ή μεταναστεύουν στο εξωτερικό.

Η κατάσταση στην αγορά εργασίας παρουσιάζει βελτίωση. Tο ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 6,7%, ωστόσο παραμένει κατά τρεις μονάδες ψηλότερο από το προ της κρίσης επίπεδο. Οι επιμέρους δείκτες της απασχόλησης παρουσιάζουν επίσης βελτίωση, ωστόσο, και αυτοί δεν έχουν υποχωρήσει στα προ της κρίσης επίπεδα. Ιδιαίτερα υψηλή παραμένει η ανεργία ανάμεσα στους νέους, 20,4%.

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω διαδικασιών, κατά τη διάρκεια της κρίσης και εφαρμογής του μνημονιακού προγράμματος, συντελέστηκε μία πρωτόγνωρη μετατόπιση στη διανομή του εθνικού εισοδήματος στον επιχειρηματικό τομέα προς όφελος του κεφαλαίου. Το εισοδηματικό μερίδιο των εργαζομένων, με αφετηρία το 2013 και μέχρι το 2015 μειώθηκε κατά 7,5%, από 55,5% σε 48%. Στη διάρκεια της ανάκαμψης της οικονομίας παρουσιάστηκε μία οριακή μόνο αύξηση του μεριδίου και σταθεροποίηση κάτω από το 50%, γεγονός που υποδηλοί ότι ενδεχομένως να έχει εγκατασταθεί ένα νέο καθεστώς διανομής των εισοδηματικών μεριδίων που ευνοεί τα κέρδη και τα εισοδήματα του κεφαλαίου.

  • Κοινωνική Ασφάλιση

Η κοινωνική ασφάλιση, που είναι ο βασικότερος πυλώνας κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης, έχει επίσης δεχτεί κτυπήματα κατά τη διάρκεια της κρίσης και εφαρμογής του μνημονιακού προγράμματος. Επιβλήθηκαν μία σειρά από αλλαγές, που αφενός δυσχεραίνουν την πρόσβαση σε ωφελήματα και δικαιώματα και αφετέρου καταργούν βοηθήματα ή κουτσουρεύουν το ύψος άλλων επιδομάτων. Από αυτές ξεχωρίζουν η αναλογιστική μείωση για πάντα, ύψους 12% των συντάξεων γήρατος για όσους επιλέγουν να πάρουν τη σύνταξη στο 63ο έτος και η προσαρμογή (αύξηση) του ορίου συνταξιοδότησης ανάλογα με την εξέλιξη του προσδόκιμου ζωής. Πλήγμα δέχθηκε το βιοτικό επίπεδο των συνταξιούχων και από τις πολιτικές λιτότητας και περικοπών στις κοινωνικές δαπάνες που εφαρμόστηκαν από την κυβέρνηση. Χιλιάδες χαμηλοσυνταξιούχοι απώλεσαν το επίδομα χαμηλοσυνταξιούχου, η παραχώρηση πασχαλινού επιδόματος περιορίστηκε μόνο για μερικές χιλιάδες από τους χαμηλοσυνταξιούχους, ουσιαστικά καταργήθηκαν τα ωφελήματα της κάρτας συνταξιούχου.

  1. Ποιοτική εργασία με δικαιώματα

Το Κόμμα μας έχει επίγνωση της κατάστασης που επικρατεί στην αγορά εργασίας, στα δικαιώματα, στις απολαβές και στην κοινωνική προστασία της λαϊκής οικογένειας και των εργαζομένων. Δεν παραμένει θεατής των εξελίξεων. Αναλύει τις εξελίξεις, διατυπώνει και παλεύει τις θέσεις του, συντονίζεται και βρίσκεται στα χαρακώματα μαζί με το ταξικά προσανατολισμένο κίνημα των εργαζομένων. Αξιολογεί τη δράση του και διαμορφώνει μεσοπρόθεσμα προγράμματα δράσης για τη στήριξη των αγώνων των εργαζομένων, την ενίσχυση της μαζικότητας του εργατικού κινήματος, την αποκατάσταση των εισοδημάτων της εργατικής οικογένειας, την αποτίναξη των βαρών που η μνημονιακή πολιτική φόρτωσε στους ώμους των εργαζομένων.

Η προσπάθεια του κεφαλαίου και των φορέων που το εκπροσωπούν συνδικαλιστικά και πολιτικά για προώθηση της απορρύθμισης και ευελιξίας στην απασχόληση, για απαξίωση της εργασίας και μετατροπή της σε ένα απλό εμπορικό αγαθό, που η τιμή του ανεβοκατεβαίνει ανάλογα με τις ορέξεις του κεφαλαίου, προσέκρουσε στην οργανωμένη πάλη και αντίσταση του συνδικαλιστικού κινήματος και στα μέσα που αυτό διαθέτει για να προασπίζεται τα συμφέροντα των εργαζομένων.

Σημαντική επιτυχία του συνδικαλιστικού κινήματος είναι για παράδειγμα το γεγονός ότι έχει επιβληθεί από το Συνδικαλιστικό κίνημα ως τριμερής συλλογική συμφωνία, η νομοθετική υποχρέωση για εφαρμογή βασικών προνοιών της συλλογικής σύμβασης στις δυο μεγάλες κλαδικές συμβάσεις, των οικοδόμων και των ξενοδοχοϋπαλλήλων, επιβάλλοντας έτσι παρέμβαση της πολιτείας στην επαναρρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Αυτή η επιτυχία ανοίγει δρόμο και για την καθιέρωση ελάχιστων μισθών σε όλο το φάσμα της οικονομίας, οι οποίοι να μην είναι αυθαίρετοι αλλά να συνδέονται άμεσα με τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τις συλλογικές συμβάσεις.

Το ΑΚΕΛ έχει την πεποίθηση ότι το σύστημα εργασιακών σχέσεων της Κύπρου, που στηρίζεται στη διαμόρφωση των όρων εργασίας μέσα από τη συνομολόγηση συλλογικών συμβάσεων μεταξύ των οργανώσεων των εργαζομένων και εργοδοτών και τριμερών συμφωνιών για τις συνθήκες εργασίας μεταξύ της κυβέρνησης και των οργανώσεων των εργαζομένων και των εργοδοτών, απαιτεί μαζικά και ισχυρά συνδικάτα. Το πιο ισχυρό εχέγγυο για την εφαρμογή μίας σύμβασης ή συμφωνίας είναι η δύναμη του συνδικαλιστικού κινήματος.

Με στόχο την αντιμετώπιση των φαινομένων της απορρύθμισης και την αποκατάσταση της ισορροπίας δυνάμεων που έχει ανατραπεί τα τελευταία χρόνια προς όφελος του κεφαλαίου το ΑΚΕΛ στηρίζει τους αγώνες του συνδικαλιστικού κινήματος για:

  • Νομοθετικές ρυθμίσεις που να υποχρεώνουν τους εργοδότες να εφαρμόζουν τις συμφωνημένες συλλογικές συμβάσεις.
  • Τερματισμό της αγοράς υπηρεσιών για κάλυψη μόνιμων αναγκών από τον δημόσιο και ημιδημόσιο τομέα.
  • Νομικές ρυθμίσεις που να καθορίζουν τα χαρακτηριστικά που διέπουν τη σχέση εργοδότη – εργοδοτούμενου. Προς τον σκοπό αυτό έχει ήδη κατατεθεί πρόταση νόμου από το ΑΚΕΛ.
  • Νομοθετική θέσπιση μηχανισμού τριμερούς διαβούλευσης και διαπραγμάτευσης μέσα από τον οποίο θα διαμορφώνονται ελάχιστοι όροι μισθών και βασικών εργασιακών δικαιωμάτων (13ος μισθός, υπερωρίες, αργίες) για όσους εργαζόμενους δεν καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις.

Η απαίτηση ώστε μέσα από νομοθετικές παρεμβάσεις να προστατευτούν οι εργασιακές σχέσεις από το ξεχαρβάλωμα και την απορρύθμιση, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει και επιθυμία ανατροπής του συστήματος της ελεύθερης συλλογικής διαπραγμάτευσης. Αντίθετα, στόχος είναι η διάσωση και προστασία αυτού του συστήματος μέσα από την ενίσχυση στην πράξη της αποτελεσματικότητάς του.

Το ΑΚΕΛ θεωρεί ότι η κάθε νομοθετική πρωτοβουλία θα πρέπει να είναι η κατάληξη μίας δομημένης συλλογικής διαπραγμάτευσης και συμφωνίας. Η νομοθετική ρύθμιση αποτελεί συγκυριακή ανάγκη και δεν είναι σίγουρα το υποκατάστατο της συλλογικής δράσης και πάλης των εργαζομένων μέσα από μαζικά και ισχυρά συνδικάτα.

Ταυτόχρονα, την επόμενη περίοδο οι αγώνες των εργαζομένων, που το Κόμμα θα στηρίξει με κάθε μέσο θα πρέπει να επικεντρωθούν στην αποκατάσταση του χαμένου εισοδήματος της εργατικής οικογένειας και των συνταξιούχων, στη στήριξη των ανέργων, των κοινωνικά ευάλωτων εργαζομένων και των χιλιάδων εργαζομένων που η ανάγκη τους σπρώχνει σε κακοπληρωμένες ή/και ανασφάλιστες θέσεις εργασίας. Ενδεικτικά και όχι εξαντλητικά, το ΑΚΕΛ υποστηρίζει και διεκδικεί:

  • Επέκταση του επιδόματος ανεργίας από έξι σε εννέα μήνες, ώστε να διευρυνθεί η στήριξη προς τους μακροχρόνια ανέργους που τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί σημαντικά,
  • Διευκόλυνση της πρόσβασης των μακροχρόνια ανέργων στο Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα με στοχευμένη διαφοροποίηση των προϋποθέσεων, με στόχο την εξασφάλιση εισοδήματος μετά τον τερματισμό του επιδόματος ανεργίας,
  • Πλήρη αποκατάσταση της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής χωρίς εκπτώσεις στη φιλοσοφία που τη διέπει ως μέσο αναπλήρωσης της αγοραστικής δύναμης των μισθών,
  • Ενίσχυση του μηχανισμού επιθεώρησης εργασίας και αύξηση της συχνότητας ελέγχων για την καταπολέμηση της παραβίασης της εργατικής νομοθεσίας, ιδιαίτερα αυτής που αφορά στην αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία,
  • Βελτίωση και απλούστευση της διαδικασίας εξέτασης αιτήσεων με στόχο την επίσπευση της πρώτης καταβολής βοηθήματος, επιδόματος ή σύνταξης,
  • Προοδευτική αναθεώρηση της φιλοσοφίας που διέπει τις παροχές από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΤΚΑ), ώστε αυτές να προσαρμόζονται στις σύγχρονες ανάγκες της εργατικής οικογένειας,
  • Ενεργοποίηση της πολιτικής που χάραξε η κυβέρνηση Χριστόφια για τη δημιουργία πραγματικού αποθεματικού του ΤΚΑ και εκπόνηση προγράμματος αποπληρωμής του κυβερνητικού χρέους προς το Ταμείο,
  • Θέσπιση κατάλληλου νομοθετικού πλαισίου για την επενδυτική πολιτική του ΤΚΑ με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων,
  • Απενεργοποίηση και κατάργηση του μηχανισμού προσαρμογής της συντάξιμης ηλικίας ανάλογα με την πρόοδο του προσδόκιμου ζωής.
PREV

Απάντηση στο Δημοκρατικό Συναγερμό

NEXT

Κυπριακό