Home  |  Ενημέρωση   |  Αρθρογραφία   |  Μελέτη που αμφισβητεί τις κυρίαρχες αντιλήψεις για τη δημοσιονομική πολιτική, του Πάμπου Παπαγεωργίου

Μελέτη που αμφισβητεί τις κυρίαρχες αντιλήψεις για τη δημοσιονομική πολιτική, του Πάμπου Παπαγεωργίου

images (1)Το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Κύπρου εκδίδει κάθε δύο χρόνια ένα ακαδημαϊκό περιοδικό με τίτλο “Cyprus Economic Policy Review”. Στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού αυτού (τεύχος 8, Ιούνιος 2014) δημοσιεύεται μια οικονομετρική μελέτη των Ν. Πασιουρτίδου, Χ. Σάββα και Ν. Συρίχα με τίτλο (μεταφράζω από τα αγγλικά) «Οι επιπτώσεις της δημοσιονομικής αναπροσαρμογής πάνω σε μακροοικονομικούς δείκτες στην Κύπρο» Η μελέτη των τριών ερευνητών στηρίζεται σε τριμηνιαία στατιστικά στοιχεία από το 1995 ως τα μέσα του 2013. Η επεξεργασία των στοιχείων αυτών καταλήγει σε ευρήματα τα οποία είναι ικανά να προκαλέσουν ένα μικρό σεισμό ανάμεσα στους ακαδημαϊκούς, τους οικονομικούς αναλυτές και όσους λαμβάνουν αποφάσεις οικονομικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, η μελέτη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι καταρρίπτει δύο αντιλήψεις οι οποίες υπήρξαν κυρίαρχες στην οικονομική σκέψη και πράξη στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια.

Ανατρεπτικά ευρήματα

Η πρώτη αντίληψη λέει ότι η δημοσιονομική εξυγίανση ( κοινώς «λιτότητα») φέρνει οικονομική ανάπτυξη, επιδρά δηλαδή θετικά, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν. Και τούτο γιατί , σύμφωνα με τους θιασώτες των προγραμμάτων  «δημοσιονομικής αναπροσαρμογής, αφαιρεί την αβεβαιότητα από την οικονομία  αυξάνοντας την κατανάλωση των νοικοκυριών και τις επενδύσεις. Οι ερευνητές βρίσκουν ότι η δημοσιονομική αναπροσαρμογή επιδρά αρνητική στην οικονομική ανάπτυξη, την απασχόληση την κατανάλωση και τις επενδύσεις. Δηλαδή με απλά λόγια, η λιτότητα μακράν του να θεραπεύει,  μεγαλώνει την ύφεση.

Η δεύτερη διαδεδομένη και κυρίαρχη αντίληψη λέει ότι οι αύξηση των φόρων είναι πιο επιβλαβής για την οικονομία σε σύγκριση με τη μείωση των δημόσιων δαπανών. Μάλιστα η προηγούμενη κυβέρνηση είχε επικριθεί ότι στα δημοσιονομικά μέτρα που είχε πάρει το 2011, η αναλογία μείωσης δαπανών και αύξησης των φόρων ήταν  ένα προς δύο , αντί του «σωστού» δύο προς ένα. Ο δε τότε Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας πιθανότατα θεωρούσε ότι έλεγε τα αυτονόητα όταν συμβούλευε την Κυβέρνηση «τάχιστα να διαμορφώσει στρατηγική δημοσιονομικής εξυγίανσης εστιασμένη στη μείωση των δαπανών» (δημοσιογραφική διάσκεψη 26.7.2010) .

Οι ερευνητές όμως βρίσκουν ότι «η δημοσιονομική αναπροσαρμογή η οποία στηρίζεται σε μείωση δαπανών επιφέρει μεγαλύτερη συρρίκνωση στην παραγωγή από ότι η αναπροσαρμογή με την αντίστοιχη αύξηση των φόρων, ειδικά σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα» (σελ. 93).

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη μελέτη, μείωση των δημοσίων δαπανών κατά 1% (ως ποσοστό του ΑΕΠ) οδηγεί σε μείωση του ΑΕΠ κατά 1,1% σε δυο χρόνια, ενώ αύξηση των φόρων κατά 1% (ως ποσοστό του ΑΕΠ) οδηγεί σε μείωση του ΑΕΠ κατά 0,6% σε δυο χρόνια. Η δε απασχόληση μειώνεται κατά 1% και 0,7% αντίστοιχα στο ίδιο διάστημα.

Με βάση τα ευρήματα αυτά, οι ερευνητές προχωρούν και σε εκτίμηση των επιπτώσεων των δημοσιονομικών μέτρων τα οποία συμπεριλαμβάνονται στο κυπριακό μνημόνιο. Τα μέτρα αυτά, σύμφωνα με τη μελέτη, συνεισφέρουν στη μείωση του ΑΕΠ κατά τρεις εκατοστιαίες μονάδες σε δυο χρόνια.

Λιτότητα από λάθος

  Ίσως να διερωτηθεί κανείς αν θα πρέπει να αποδοθεί τόση σημασία από πλευράς οικονομικής πολιτικής σε μια ακαδημαϊκή μελέτη.

Για να αντιληφθεί κανείς τη συσχέτιση μεταξύ ακαδημαϊκών μελετών και τρέχουσας οικονομικής πολιτικής θα πρέπει να λάβει υπόψη του κάποια συμβάντα στη διεθνή σκηνή τα τελευταία τέσσερα τουλάχιστον χρόνια. Το 2010 οι Reinhardt και Rogoff, καθηγητές στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ  δημοσίευσαν μια μελέτη για τη σχέση του δημοσίου χρέους με την οικονομική ανάπτυξη («Growth in The Time of Debt»). Υποτίθεται ότι η μελέτη αυτή στηριζόταν σε στοιχεία 20 χρόνων των ανεπτυγμένων χωρών μελών του ΟΟΣΑ και κατέληγε στο εύρημα ότι το υψηλό χρέος (πάνω από 90% του ΑΕΠ) «σκοτώνει» τη δυνατότητα οικονομικής ανάπτυξης. Η μελέτη αυτή έτυχε πολιτικής εκμετάλλευσης από τους θιασώτες των περιοριστικών πολιτικών ειδικά στην αμερικανική βουλή και διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό την πολιτική του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ενώ το 2009 η Ε.Ε προσπάθησε να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση με πακέτα τόνωσης της οικονομίας, με την κλασική δηλαδή αντίδραση, το 2010 άλλαξε ρότα και στράφηκε προς τα πακέτα λιτότητας. Όσον αφορά  το ΔΝΤ, η υιοθέτηση της αντίληψης των Reinhardt και Rogoff  ότι το δημόσιο χρέος είναι απαγορευτικό για την ανάπτυξη εξηγεί τη στάση του το 2012 στις διαπραγματεύσεις για το κυπριακό μνημόνιο. Το ΔΝΤ θεωρούσε το δημόσιο χρέος της Κύπρου (το οποίο θα υπερέβαινε το 90%) ως «μη βιώσιμο».

Το 2013 ένας μεταπτυχιακός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης, ο Thomas Herndon, εξέτασε προσεχτικά τα στατιστικά στοιχεία της μελέτης των  Reinhardt και Rogoff  και με έκπληξη διαπίστωσε ότι σε μεγάλο βαθμό αυτά ήταν παραποιημένα. Αν είχαν χρησιμοποιηθεί τα πραγματικά στοιχεία χωρίς παραλείψεις και παραποιήσεις το κεντρικό συμπέρασμα θα ήταν διαφορετικά. (Herndon, Ash, Pollin, “Does High Public Debt Consistently Stifle Economic Growth?”)

Κατά παρόμοιο τρόπο, οι θιασώτες της λιτότητας  ως αναπτυξιακού εργαλείου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικαλούνταν περισσότερο το έργο  του οικονομολόγου Alberto Alesina. Όμως και αυτού οι ισχυρισμοί του ότι η λιτότητα φέρνει, αν όχι πάντα, τουλάχιστον τις περισσότερες φορές ανάπτυξη έχουν αμφισβητηθεί έντονα από τις μελέτες και δημοσιεύσεις  ακόμα και του ίδιου του ΔΝΤ.

Επιστρέφοντας στα δικά μας Οι τρείς ερευνητές (Πασιουρτίδου, Σάββα και Συρίχας) στη μελέτη τους για την Κύπρο, αναφέρονται επίσης στο εύρημα του Alesina ότι οι αυξήσεις στη φορολογία είναι σε σχέση με την παραγωγή πιο επιζήμιες από ότι η μείωση των δαπανών. Η επεξεργασία όμως των στοιχείων της κυπριακής οικονομίας, όπως αυτή γίνεται από το μοντέλο τους καταλήγει, όπως σημειώθηκε πιο πάνω στο ακριβώς  αντιθεεύρημα.

Τεχνικά δεν είμαι σε θέση να αξιολογήσω τη μεθοδολογία των ερευνητών. Οι ίδιοι όμως λένε ότι το μοντέλο τους θα μπορούσε να βελτιωθεί για να διαχωρίσει τα διάφορα είδη δαπανών και τις διάφορες μορφές φορολογίας, ώστε να καταλήξει σε πιο λεπτομερή συμπεράσματα.

Είναι όμως εμφανές ακόμα και σε ένα μη ειδικό ότι η μελέτη των Πασιουρτίδου, Σάββα και Συρίχα καταρρίπτει τη θεωρητική βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε τόσο η κριτική προς την προηγούμενη κυβέρνηση για την απροθυμία της να μειώσει δραστικά τις δημόσιες δαπάνες, η συνομολόγηση του μνημονίου με κύριο άξονα τη λιτότητα και η κυρίαρχη αντίληψη πως η λιτότητα θα φέρει οικονομική ανάπτυξη.

Πρόκειται πραγματικά για ένα πολύ σημαντικό άρθρο, τόσο σημαντικό ώστε να απορεί κανείς γιατί μετά τη δημοσίευση του δεν αξιώθηκε  της όποιας συζήτησης, αναφοράς ή σχολίου.

PREV

Σε πόλεμο με το θεριό που ανάθρεψαν και η Κύπρος το αεροπλανοφόρο τους, του Ηλία Δημητρίου

NEXT

Η καρδιά της Τουρκίας κτυπά κουρδικά, του Τάκη Χατζηγεωργίου