Παρέμβαση ΑΚΕΛ στη 18η Διεθνή Συνάντηση Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων στο Βιετνάμ,
Καπιταλιστική κρίση και ιμπεριαλιστική επιθετικότητα
Τακτικές και Στρατηγικές των Κομμουνιστικών κι Εργατικών Κομμάτων στην πάλη για την ειρήνη, τα εργατικά – λαϊκά δικαιώματα, το σοσιαλισμό
Το ΑΚΕΛ εκφράζει θερμές ευχαριστίες προς το Κομμουνιστικό Κόμμα του Βιετνάμ για τη φιλοξενία της 18ης Διεθνούς Συνάντησης των Κομμουνιστικών κι Εργατικών Κομμάτων. Είναι ιδιαίτερη τιμή και χαρά γιατί οι αγώνες του λαού Βιετνάμ, της πατρίδα του Χο Τσι Μινχ, αποτελούν παγκόσμιο σύμβολο της αντιμπεριαλιστικής πάλης.
Η 18η Διεθνής Συνάντηση των Κομμουνιστικών κι Εργατικών Κομμάτων πραγματοποιείται μέσα στις διεθνείς συνθήκες γενικευμένης καπιταλιστικής κρίσης. Η κρίση του συστήματος έχει ως αποτέλεσμα την βαθιά όξυνση των αντιθέσεων και των ανταγωνισμών ανάμεσα στα ισχυρά κέντρα του πλανήτη, την όξυνση των ταξικών αντιθέσεων μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Η κρίση του συστήματος, οι δεκάδες πολεμικές εστίες και ο κίνδυνος γενικευμένου πολέμου, η υπαρξιακή περιβαλλοντική απειλή για τον πλανήτη, οι εκρηκτικές ανισότητες, η ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, η φτώχεια, η πείνα, η εξαθλίωση και η ανεργία για δισεκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη, ο φαύλος κύκλος του δανεισμού που υπονομεύει την ίδια την κυριαρχία δεκάδων κρατών, η κρίση του αστικού πολιτικού συστήματος στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, η αναζωπύρωση των εθνικισμών και του φασισμού επιβεβαιώνουν τα δομικά αδιέξοδα του καπιταλισμού και την ίδια ώρα υπογραμμίζουν την επικαιρότητα και αναγκαιότητα του Σοσιαλισμού ως διέξοδο και ως νέο σκαλοπάτι στην Ιστορία της ανθρωπότητας.
Διεθνής Κατάσταση
Η διαδικασία διεθνοποίησης του κεφαλαίου διευρύνεται και βαθαίνει συνεχώς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της τάσης είναι οι κολοσσιαίες συμφωνίες για ενοποίηση των αγορών της ΕΕ με τις ΗΠΑ (TTIP) και τον Καναδά (CETA) αντίστοιχα, οι οποίες, παρά τις δυσκολίες που συναντούν σήμερα, θα σηματοδοτήσουν τη διαμόρφωση ενός «οικονομικού ΝΑΤΟ». Οι G7, ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σανγκάης, η Οργάνωση Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας καθώς και οι ιδιαίτερες διεργασίες που συντελούνται στα πλαίσια της BRICS και στη Λατινική Αμερική αποτυπώνουν αυτές τις τάσεις, παρά τις μεταξύ τους διαφορές στο είδος και στο βάθος της συνεργασίας. Πιο βαθιά και μόνιμη μορφή έχουν οι διάφορες περιφερειακές καπιταλιστικές ενοποιήσεις, με πιο εξελιγμένο παράδειγμα την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντίστοιχες διαδικασίες συντελούνται και σε άλλες περιοχές του πλανήτη όπως η Ευρασιατική Οικονομική Ένωση με επικεφαλής τη Ρωσία, η ASEAN στη Νοτιοανατολική Ασία, το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου. Εποπτικό ρόλο στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία ασκούν διεθνή κέντρα όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Παγκόσμια Τράπεζα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη.
Αυτή η διαδικασία, εκ της φύσεως της αντιφατική, απελευθερώνει ταυτόχρονα και φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό των διαμορφωμένων μπλοκ αλλά και στο εσωτερικό κρατών ανάμεσα σε διάφορα τμήματα του κεφαλαίου που τα συμφέροντα τους αντιστοιχούν σε διαφορετικούς διεθνείς προσανατολισμούς (βλ. «ευρωσκεπτικισμός» ένταση εθνικιστικών αποσχιστικών τάσεων).
Όλα αυτά έχουν οξυνθεί δραματικά ένεκα της καπιταλιστικής κρίσης η οποία σπρώχνει σε ανακατατάξεις στη διεθνή πυραμίδα του ιμπεριαλισμού, αλλαγές στο συσχετισμό δύναμης, αναζωπύρωση παλαιών και νέων εστιών πολεμικής έντασης, διαμόρφωση νέων συμμαχιών, προώθηση διακρατικών συνεργασιών και εμβάθυνση περιφερειακών ενοποιήσεων που σκοπό έχουν να εξασφαλίσουν στα μονοπώλια των χωρών τους πρόσβαση σε αγορές, πηγές ενέργειας και πρώτες ύλες αλλά και εξαγωγή κεφαλαίων, προκειμένου να αντεπεξέλθουν στον αδυσώπητο ανταγωνισμό.
Η σχετική υποχώρηση στο μερίδιο των χωρών των G7 (ΗΠΑ, ισχυρές χώρες της ΕΕ, Ιαπωνία) στο παγκόσμιο ΑΕΠ, η αδυναμία της ΕΕ και της ευρωζώνης να ξεπεράσουν την κρίση, σε συνδυασμό με την άνοδο της Κίνας και της Ινδίας πρωτίστως, αλλά και των υπολοίπων χωρών της BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Νότια Αφρική) με σταδιακή μετακίνηση κεφαλαίου, εμπορίου και βιομηχανικής παραγωγής από τη Δύση προς τις αναπτυσσόμενες χώρες κατά τα τελευταία χρόνια, συνιστά τη βάση πάνω στην οποία μεταβάλλεται ο ανταγωνισμός για ηγεμονία στο παγκόσμιο σύστημα. Οι τάσεις αυτές αποτυπώνονται και σε σχέση με τη βιομηχανική παραγωγή για την οποία το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει προβλέψει ότι το επίκεντρό της, μέχρι και το 2030 θα είναι n Ανατολή και η Ασία.
Είναι ακριβώς αυτό το σκηνικό το οποίο έχει πυροδοτήσει νέα ένταση στην οικονομικοπολιτική και στρατιωτική επιθετικότητα από πλευράς ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ προκειμένου να προασπίσουν την ηγεμονία τους. Παράλληλα, η ενίσχυση της επιρροής των «μη-δυτικών» δυνάμεων αλλάζει και τη στάση τους στη γεωπολιτική σκακιέρα. Δεν διαφεύγει της προσοχής ότι η Ρωσία είναι μια καπιταλιστική οικονομία και ότι η ΛΔ της Κίνας έχει προχωρήσει σε σοβαρά ανοίγματα στην οικονομία της. Εντούτοις, το κύριο χαρακτηριστικό της εποχής είναι τα επιθετικά σχέδια του ευρωατλαντικού μπλοκ για γεωπολιτική περικύκλωση της Ρωσίας και της Κίνας αντίστοιχα, στα πλαίσια των ανταγωνισμών για τον έλεγχο των ενεργειακών πηγών. Η όξυνση αυτών των ανταγωνισμών καθίσταται εκρηκτική σε τρία χαρακτηριστικά σημεία του πλανήτη με τεράστια διακυβεύματα για τις ενεργειακές τιτανομαχίες της εποχής μας.
- Η Ανατολική Ευρώπη και ο Καύκασος: εδώ εντάσσεται η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά, η δραστική στρατιωτικοποίηση της Ανατολικής Ευρώπης και η οικονομικοπολιτική διείσδυση της ΕΕ στην Ανατολική Ευρώπη και τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Πιο πρόσφατο και χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πραξικόπημα στην Ουκρανία, με τη στήριξη ΗΠΑ-ΕΕ-ΝΑΤΟ και με τη συμμετοχή φασιστικών δυνάμεων, που στόχο είχε να διαλύσει τους δεσμούς της χώρας με τη Ρωσία, ώστε να αποσπαστεί η Ουκρανία από τη ρωσική επιρροή και να ενταχθεί στο μπλοκ ΕΕ-ΝΑΤΟ. Τη στρατηγική αυτή υπηρετούν και οι αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Βαρσοβία, τον Ιούλη του 2016, για περαιτέρω συγκέντρωση ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στα σύνορα με τη Ρωσία και για ολοκλήρωση της «αντιπυραυλικής ασπίδας». Επίσης, προωθείται περαιτέρω η πορεία ενσωμάτωσης των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, η οποία ωστόσο διαπλέκεται με σημάδια έξαρσης των εθνικισμών στην εύθραυστη περιοχή.
- Νοτιοανατολική Ασία: η διακηρυγμένη από τις ΗΠΑ «στροφή προς την Νοτιοανατολική Ασία και τον Ειρηνικό» σήμανε διοχέτευση επενδύσεων και δραστική ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας κι ευρύτερα στον Ειρηνικό. Εμπλοκή στις διμερείς διαφορές της περιοχής επιχειρεί και η ΕΕ ενώ μόνο ανησυχία μπορεί να προκαλεί η πορεία στρατιωτικοποίησης της Ιαπωνίας.
- Ανατολική Μεσόγειος (Μέση Ανατολή – Βόρεια Αφρική): Η πολύπαθη γειτονιά της Ανατολικής Μεσογείου ξανά στο μάτι του ιμπεριαλιστικού κυκλώνα. Το αμερικανόπνευστο σχέδιο για τη «Νέα Μέση Ανατολή», που επικουρείται από την Ευρωπαϊκή Στρατηγική Ασφάλειας της ΕΕ του 2003 και την εξέλιξη της στην εξωτερική και αμυντική πολιτική της ΕΕ, αποτελεί την πυξίδα για την ολική αναδιάταξη της περιοχής στα μέτρα της Δύσης, η οποία συντελείται κυριολεκτικά με το αίμα των λαών.
Την ίδια ώρα, καταγράφεται τάση επαναποικιοποίησης της πολύπαθης ηπείρου της Αφρικής, αφού πέρα από όσα εκτυλίσσονται στις μεσογειακές αφρικανικές χώρες, παρατηρείται έντονη δραστηριοποίηση ξένων επιχειρηματικών ομίλων στην υποσαχάρια Αφρική (η ΕΕ δημιούργησε Ταμείο Επενδύσεων για την Αφρική), δεδομένου ότι η εργατική δύναμη είναι πάμφθηνη και ο ανεκμετάλλευτος ορυκτός πλούτος τεράστιος. Οι εμφύλιες διενέξεις και η δράση τρομοκρατικών οργανώσεων στην περιοχή αξιοποιούνται για να δικαιολογηθούν οι ξένες επεμβάσεις και η στρατιωτικοποίηση της ηπείρου. η ΕΕ είναι παρούσα με στρατιωτικές αποστολές στη Σομαλία, στο Κέρας της Αφρικής, στο Μάλι, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία ενώ η αμερικανική Στρατιωτική Διοίκηση Αφρικής αναπτύσσει δυνάμεις, ασκήσεις και στρατιωτικές συνεργασίες με τα πλείστα κράτη της ηπείρου.
Στη Λατινική Αμερική, η κοινωνικοοικονομική πρόοδος που επιτεύχθηκε κατά τα προηγούμενα ως αποτέλεσμα της εκλογή προοδευτικών κυβερνήσεων, τις οποίες στηρίζουν και ΚΚ, κατά τα προηγούμενα χρόνια, συναντούν πλέον την ανοικτή πολεμική των δεξιών δυνάμεων, με την ευθεία καθοδήγηση των ΗΠΑ, οι οποίες επιδίδονται σε πόλεμο φθοράς αυτών των κυβερνήσεων, απόπειρες ενόπλων πραξικοπήματος και ολοένα και περισσότερο τη διενέργεια πολιτικών πραξικοπημάτων με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη Βραζιλία. Παράλληλα, εντείνεται η πολύμορφη προσπάθεια ανατροπής της κυβέρνησης της Βενεζουέλας.
Φωτεινός φάρος και πηγή έμπνευσης για τους λαούς του κόσμου παραμένει η Κούβα, όπου η σοσιαλιστική οικοδόμηση συνεχίζεται παρά το συνεχιζόμενο οικονομικό αποκλεισμό των ΗΠΑ αλλά και τις αντικειμενικές δυσκολίες. Οι εξελίξεις στις σχέσεις ΗΠΑ-Κούβας δεν συνιστούν με κανένα τρόπο τερματισμό της επιθετικότητας και των σχεδίων ανατροπής του σοσιαλισμού στην Κούβα. Οι ΗΠΑ υποχρεώθηκαν να αλλάξουν τακτική, δεν έχουν όμως αλλάξει στόχο.
Οι διεθνείς εξελίξεις συνοδεύονται με μια άνευ προηγουμένου στρατιωτικοποίηση του πλανήτη και των διεθνών σχέσεων. Η Νέα Στρατηγική Αντίληψη του ΝΑΤΟ εξελίσσει περαιτέρω την παγκοσμιοποίηση της δράσης του (με συνεχή διεύρυνση, εγκαθίδρυση περιφερειακών συνεταιρισμών, γενίκευση της στρατιωτικής δράσης εκτός της περιφέρειας του) και την ισχυροποίηση της πολεμικής του μηχανής. Το ΝΑΤΟ έχει διευρύνει το πεδίο δράσης του, εντάσσοντας στο είδος των απειλών που «νομιμοποιούν» τις επεμβάσεις του, τη μετανάστευση, τις απειλές στο κυβερνοχώρο, την ασφάλεια ενεργειακών υποδομών μέχρι και την εσωτερική ασφάλεια στα κράτη-μέλη του. Την ίδια ώρα, η πολεμική χρήση των φονικών drones από τις ΗΠΑ/ΝΑΤΟ (και η ανάπτυξη αντίστοιχων τεχνολογικών προγραμμάτων από την ΕΕ) οδηγεί σε νέα κούρσα εξοπλισμών και εγκαινιάζει ένα νέο είδος πολέμων. Η στρατιωτικοποίηση του Διαστήματος αποτελεί επίσης στρατηγική επιλογή των ΗΠΑ και της ΕΕ. Ο κίνδυνος πυρηνικού ολέθρου παραμένει αμείωτος αφού τα ΝΑΤΟϊκά πυρηνικά κράτη εμποδίζουν την προοπτική του παγκόσμιου πυρηνικού αφοπλισμού και ταυτόχρονα συγκαλύπτουν πλήρως το Ισραήλ που διαθέτει πυρηνικό οπλοστάσιο κατά παράβαση της Συνθήκης Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων. Ως απάντηση σε όλα αυτά, η Ρωσία αναβαθμίζεται στρατιωτικά και διευρύνει τη στρατιωτική της παρουσία διεθνώς. Στο οπλοστάσιο του διεθνούς ιμπεριαλισμού, περιλαμβάνεται επίσης το εκτεταμένο δίκτυο για νόμιμες και παράνομες παρακολουθήσεις που διαθέτουν οι μυστικές υπηρεσίες των ισχυρών κρατών του πλανήτη, με πρώτες βέβαια τις ΗΠΑ και τη Βρετανία (NSA και GCHQ), οι τρομονόμοι της ΕΕ, το μαζικό φακέλωμα, η περιστολή δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, η αξιοποίηση του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από πολυεθνικούς ομίλους και μυστικές υπηρεσίες. Παράλληλα, εμπεδώνεται περαιτέρω η κατάφωρη καταστρατήγηση του διεθνούς δικαίου και των αρχών της μη επέμβασης στο εσωτερικό κυρίαρχων κρατών, η εργαλειοποίηση των θεμάτων δημοκρατίας, ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μειονοτικών ζητημάτων, καθώς και η ποδηγέτηση του ΟΗΕ από ΗΠΑ-Βρετανία.
Σε σχέση με το ιδεολογικό πεδίο, τα διάφορα εθνικά και υπερεθνικά κέντρα του συστήματος έχουν μια ποικιλία εργαλείων που αξιοποιούνται αναλόγως συμφερόντων. Ο αντικομμουνισμός, ο εθνικισμός-σοβινισμός, η υποδαύλιση ιδεολογημάτων περί «πολέμου των πολιτισμών», ο αντιτρομοκρατικός αγώνας ενάντια στη «ριζοσπαστικοποίηση», ο φιλελεύθερος κοσμοπολιτισμός, ο θρησκευτικός φανατισμός, η ισλαμοφοβία, η αποπολιτικοποίηση και ο αντικομματικός λαϊκισμός αποτελούν εργαλεία για την χειραγώγηση των μαζών προκειμένου να επιτευχθεί η συμμετοχή ή συναίνεση τους σε ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις και σχέδια.
Ειδικότερα ο αντικομμουνισμός, που συνδυάζεται με την επιχείρηση εξίσωσης φασισμού-κομμουνισμού και την αυθαίρετη ορολογία περί «ολοκληρωτισμών», αποτελεί στρατηγική επιλογή του συστήματος προκειμένου να απωθήσουν τις λαϊκές μάζες και ιδιαίτερα τη νέα γενιά, από την κομμουνιστική Αριστερά, τη δύναμη εκείνη που μπορεί να οργανώσει και να προσανατολίσει καίρια τους αγώνες. Συνδεδεμένη είναι και η ανερχόμενη τάση ιστορικού αναθεωρητισμού προκειμένου να διαγραφούν από την συλλογική μνήμη της ανθρωπότητας τα εγκλήματα που έχουν τη σφραγίδα του ιμπεριαλισμού και του φασισμού, η προσφορά του σοσιαλιστικού συστήματος και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος κατά τον 20ό αιώνα, οι ιστορικές εμπειρίες από τη δύναμη που μπορούν να έχουν οι λαϊκοί αγώνες αλλά και η θεωρητική ανωτερότητα του μαρξισμού-λενινισμού στην κατανόηση του σύγχρονου κόσμου και της εκμεταλλευτικής φύσης του καπιταλισμού.
Ανατολική Μεσόγειος
Η Ανατολική Μεσόγειος είναι εξαιρετικά σημαντική περιοχή στο επίκεντρο της νέας περιφερειακής τάξης πραγμάτων. Τα στοιχεία για την Ανατολική Μεσόγειο επιβεβαιώνουν τη σημασία της, όπως και τις πηγές έντασης των ανταγωνισμών. Σύμφωνα με στοιχεία του 2012, το 75%-80% του παγκόσμιου εμπορίου διεξάγεται από τη θάλασσα. Την ίδια περίοδο τα κέρδη από το θαλάσσιο εμπόριο έφτασαν τα 400 δισ. δολάρια. Τα στοιχεία του ίδιου χρόνου δείχνουν ότι το 30% του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου διεξάγεται στην Ανατολική Μεσόγειο όπως και το 25% της θαλάσσιας μεταφοράς πετρελαίου. Περίπου 200.000 πλοία διακινούνται ετησίως στην Ανατολική Μεσόγειο. Το 2010, το Κέντρο Γεωλογικών Ερευνών των Η.Π.Α. σε έκθεσή του, εκτίμησε ότι η αξία των ενεργειακών αποθεμάτων της Ανατολικής Μεσογείου είναι περίπου 1,5 τρισεκατομμύρια δολάρια. Η Μέση Ανατολή που είναι η αιμάσσουσα καρδιά της περιοχής είναι η πιο στρατιωτικοποιημένη περιοχή του πλανήτη και ταυτόχρονα διαθέτει το 49% των αποθεμάτων πετρελαίου του πλανήτη.
Πάνω σε αυτό το έδαφος, ξετυλίγονται τα σχέδια των δυτικών ιμπεριαλιστών για την περιοχή. Εδώ και δύο δεκαετίες, προωθείται η στρατηγική για τη «Νέα Μέση Ανατολή» που εκπονήθηκε από την κυβέρνηση Μπους υπό το σύνθημα του εκδημοκρατισμού των καθεστώτων της περιοχής, και η οποία περιλαμβάνει ανατροπές κυβερνήσεων, προτεκτορατοποίηση κρατών, στρατιωτικοποίηση, επαναχάραξη συνόρων, διαμελισμό κρατών και βεβαίως διαμόρφωση του πεδίου για να δραστηριοποιηθούν οι επιχειρηματικοί κολοσσοί της Δύσης και για να θέσουν υπό τον έλεγχο τους το ενεργειακό. Η συμπόρευση ΕΕ-ΗΠΑ στα σχέδια για τη Μέση Ανατολή σφραγίστηκε με την εκπόνηση της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφάλειας η οποία έθεσε ως στρατηγικό στόχο «την εδραίωση ενός δακτυλίου καλοκυβερνώμενων χωρών στα ανατολικά και τα μεσογειακά σύνορα της Ένωσης». Είναι περιττό να επισημανθεί η υποκρισία και οι αντιφάσεις στα προσχήματα που χρησιμοποίησαν οι ιμπεριαλιστές τα τελευταία χρόνια: Κατηγορούσαν ως αυταρχικά καθεστώτα τη Συρία και τη Λιβύη, αλλά συνεργάζονται άψογα με τη Σαουδική Αραβία, ένα από τα πιο βάρβαρα καθεστώτα του πλανήτη. Αναζητούσαν πυρηνικά και όπλα μαζικής καταστροφής στο Ιράκ και στο Ιράν, αλλά προσποιούνται μέχρι σήμερα ότι δεν βλέπουν το φοβερό πυρηνικό οπλοστάσιο του Ισραήλ.
Τα σχέδια αυτά διασταυρώνονται με ανοικτά διεθνή προβλήματα (Παλαιστινιακό, Κυπριακό,) καθώς και με νέες δραματικές εξελίξεις (όπως η ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Συρία, οι εξεγέρσεις της λεγόμενης Αραβικής Άνοιξης, η άνοδος εξτρεμιστικού ισλαμισμού κλπ). Σήμερα, μπορεί να επισημανθεί με βεβαιότητα ότι η εκτίμηση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος για τη λεγόμενη «Αραβική Άνοιξη» επαληθεύτηκε. Αυτές οι εξεγέρσεις, δεν οδήγησαν σε αποδέσμευση των χωρών από τις ιμπεριαλιστικές εξαρτήσεις, ενώ, σε ορισμένες περιπτώσεις έφεραν στο προσκήνιο ακραία φονταμενταλιστικά κινήματα. Στη Συρία μαίνεται μια από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις στην σύγχρονη ιστορία. Η χρηματοδότηση και εξοπλισμός ένοπλων εξτρεμιστικών ομάδων της συριακής αντιπολίτευσης από Τουρκία, ΗΠΑ, Βρετανία και Μοναρχίες του Κόλπου προκειμένου να ανατρέψουν την κυβέρνηση Άσαντ, έχει προκαλέσει ένα αιματηρό πόλεμο και πρωτοφανή κύματα προσφύγων. Απελευθέρωσαν επίσης τις σκοταδιστικές δυνάμεις του «Ισλαμικού Κράτους» του οποίου τα εγκλήματα παρότι προκαλούν φρίκη σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, αξιοποιούνται διαχρονικά από τους ιμπεριαλιστές προκειμένου να δικαιολογήσουν νέες στρατιωτικές επεμβάσεις στην περιοχή. Το Κράτος του Ισραήλ συνεχίζει να εμπεδώνει τα τετελεσμένα της κατοχής και εποικισμού των παλαιστινιακών εδαφών προκειμένου να καταστήσει πρακτικά ανέφικτη τη λύση δύο κρατών. Η Λιβύη που το 2012 δέχτηκε τη ΝΑΤΟϊκή επιδρομή είναι βυθισμένη στο χάος και ουσιαστικά έπαψε να λειτουργεί ως κράτος. Στο Αφγανιστάν, οι ΗΠΑ έχουν διασφαλίσει την μονιμοποίηση της στρατιωτικής τους παρουσίας ενώ το Ιράκ συνεχίζει να βρίσκεται υπό την απειλή του διαμελισμού και της ισλαμιστικής τρομοκρατίας.
Η στρατιωτικοποίηση της Ανατολικής Μεσογείου έχει φτάσει τα τελευταία χρόνια σε πρωτοφανή επίπεδα δεδομένου ότι στην περιοχή βρίσκονταν ήδη κομβικά τμήματα της ΝΑΤΟϊκής μηχανής (στρατηγεία, αεροναυτική βάση, πεδίο βολής πυραύλων, κέντρο ναυτικής εκπαίδευσης, τμήματα της αντιπυραυλικής ασπίδας), η ΝΑΤΟϊκή ναυτική επιχείρηση Active Endeavour –υπό το άρθρο 5- που περιπολούσε τη Μεσόγειο τα τελευταία 15 χρόνια, ενώ δύο στρατιωτικοπολιτικά προγράμματα, δύο δορυφόροι του ΝΑΤΟ, ο «Μεσογειακός Διάλογος» και η «Πρωτοβουλία Συνεργασίας της Κωνσταντινούπολης» επικεντρώνονται στην περιοχή. Από πλευράς ΕΕ, η Θαλάσσια Διάσταση της Κοινής Πολιτικής Άμυνας και Ασφάλειας προωθεί ανοιχτά τη στρατιωτικοποίηση των θαλασσών, με ιδιαίτερη εστίαση την Ανατολική Μεσόγειο. Η πιο ανησυχητική εξέλιξη είναι η εκμετάλλευση του προσφυγικού για την περαιτέρω ΝΑΤΟποίηση και στρατιωτικοποίηση της Μεσογείου. Το ΝΑΤΟ έχει εμπλακεί ενεργά στη διαχείριση των προσφυγικών ροών στο Αιγαίο, με τη συμμετοχή της Γερμανίας η οποία για πρώτη φορά από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αποστέλλει στρατεύματα εκτός των συνόρων της. Η ΕΕ έχει ανεπτυγμένη στα ανοικτά της Λιβύης τη στρατιωτική επιχείρηση EU NAVFOR MED «Sophia» για την ανακοπή των προσφυγικών ροών. Παράλληλα αναβάθμισε τη Frontex σε δύναμη συνοριοφυλακής-ακτοφυλακής και προωθεί σχέδια για ενίσχυση του πολεμικού ναυτικού των βορειοαφρικανικών κρατών. Οι αποφάσεις της τελευταίας Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ σε σχέση με τα νότια σύνορα της Συμμαχίας είναι ακόμα πιο ανησυχητικές. Η «Active Endeavour» μετεξελίσσεται στην επιχείρηση θαλάσσιας ασφάλειας «Sea Guardian» με διευρυμένες εξουσίες και λειτουργίες ενώ το ΝΑΤΟ θα εμπλακεί και στην EU NAVFOR MED «Sophia». Προωθείται ο προσεταιρισμός της Λιβύης στο «Μεσογειακό Διάλογο», και το ΝΑΤΟ εμπλέκεται στην εκπαίδευση του λιβυκού ναυτικού και των τυνησιακών υπηρεσιών πληροφοριών. Τέλος, το ΝΑΤΟϊκό σμήνος των υπερσύγχρονων κατασκοπευτικών αεροσκαφών AWACS άρχισε την απευθείας διάθεση πληροφοριών προς το «Διεθνή Συνασπισμό κατά του ΙΚ». Το σκηνικό της στρατιωτικοποίησης της περιοχής συμπληρώνεται με την ολοένα και μεγαλύτερη παρουσία της Ρωσίας.
Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στο ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή, η οποία είχε προβληθεί κατά τα προηγούμενα χρόνια ως κράτος-μοντέλο που θα διαδραμάτιζε ηγεμονικό ρόλο στο μουσουλμανικό κόσμο. Σήμερα, τα εκρηκτικά εσωτερικά προβλήματα της Τουρκίας προεκτείνονται ως επιθετικότητα ενάντια στις γειτονικές χώρες. Εντούτοις, ούτε η βάρβαρη καταστολή σε βάρος της αντιπολίτευσης, του εργατικού κινήματος και των Κούρδων της χώρας, ούτε η εισβολή στη Συρία και στο Ιράκ, η τουρκική στήριξη στο «ΙΚ», η συνεχιζόμενη για 42 χρόνια κατοχή της Κύπρου, οι προκλήσεις σε βάρος της Ελλάδας, οι ωμοί εκβιασμοί σε σχέση με το προσφυγικό δεν ενοχλούν το μπλοκ ΝΑΤΟ-ΗΠΑ-ΕΕ το οποίο συνεχίζει να παρέχει στήριξη στην κυβέρνηση Ερντογάν, προκειμένου να αποτρέψει ένα αναπροσανατολισμό της Τουρκίας προς τη Ρωσία.
Στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου περιλαμβάνεται και ο Περσικός Κόλπος, όπου τα έξι κράτη (Μπαχρέιν, Κουβέιτ, Ομάν, Κατάρ, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) που κατέχουν το 40% των αποδεδειγμένων παγκοσμίων αποθεμάτων αργού πετρελαίου και το 25% των κοιτασμάτων φυσικού αερίου με συνολικό ΑΕΠ 1,6 τρις δολάρια συνασπίζονται στο Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου. Στο ΣΣΚ κυριαρχεί η Σαουδική Αραβία η οποία ολοένα και πιο επιθετικά διεκδικεί ηγεμονικό ρόλο στον ευρύτερο χώρο, στα πλαίσια άλλωστε της διαχρονικής αντιπαράθεσης με το Ιράν, η οποία ενδύεται με το μανδύα της θρησκευτικής διένεξης. Η Σαουδική Αραβία, προνομιακός σύμμαχος, εμπορικός εταίρος και αγοραστής όπλων της Δύσης, αναβαθμίζεται η ίδια στρατιωτικά (το 2014, το 25% των κρατικών δαπανών αφορούσαν ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων) και καθοδηγεί τη διαμόρφωση μόνιμης στρατιωτικής συμμαχίας των αραβικών κρατών αλλά και τη συνασπισμένη επέμβαση των δυνάμεων του Κόλπου τόσο στη Συρία όσο και στην, στρατηγική σημασίας για τη διεθνή ναυσιπλοΐα, Υεμένη.
Αυτό το σκηνικό της Ανατολικής Μεσογείου και ιδιαίτερα της Μέσης Ανατολής αντικατοπτρίζει το αποτέλεσμα του «δημιουργικού χάους» των αμερικανοΝΑΤΟϊκών επεμβάσεων και επιδρομών της τελευταίας 20ετίας και όχι μόνο. Είναι φανερό ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοι τους, χωρίς να έχουν χάσει το πάνω χέρι, αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη διαχείριση της κατάστασης που οι ίδιοι δημιούργησαν. Αυτό αναβαθμίζει τη σημασία που έχουν για τη Δύση οι περιφερειακοί της σύμμαχοι (Τουρκία, Ισραήλ, Σαουδική Αραβία, Αίγυπτος). Αυτό το γεγονός δημιουργεί με τη σειρά του πεδίο για διεκδίκηση από αυτές τις δυνάμεις μεγαλύτερης αυτονομίας και μεγαλύτερου μεριδίου στην γεωπολιτική και οικονομική «πίτα», και συνεπώς για μεγαλύτερη επιθετικότητα της άρχουσας τάξης καθεμιάς από αυτές, τόσο στο εσωτερικό τους, όσο και στη διεκδίκηση ηγεμονικού ρόλου στην ευρύτερη περιοχή.
Η δεξιά κυβέρνηση Αναστασιάδη στην Κύπρο, από την εκλογή της το 2013, έδειξε τη βούληση της να υποστηρίξει ενεργά τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς στην περιοχή . Εξ αρχής διακήρυξε τον αναπροσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίας προσεγγίζοντας τον αμερικανοΝΑΤΟϊκό παράγοντα με διακηρυγμένη θέση την ένταξη της Κύπρο στο ΝΑΤΟ ή στο ΝΑΤΟϊκό πρόγραμμα Συνεταιρισμό για την Ειρήνη, (κάτι που η προηγούμενη κυπριακή κυβέρνηση, η διακυβέρνηση Χριστόφια-ΑΚΕΛ, είχε καταφέρει να αποτρέψει πάρα τις πιέσεις της τότε αντιπολίτευσης), πλήττοντας τις οικονομικοπολιτικές σχέσεις Κύπρου-Ρωσίας, ευθυγραμμιζόμενη πλήρως με τις αποφάσεις της ΕΕ για τη Συρία. Δεν είναι τυχαίο που η κυβέρνηση ΔΗΣΥ-Αναστασιάδη χαρακτήρισε την πατρίδα μας ως το «προκεχωρημένο φυλάκιο της ΕΕ και της Δύσης στην ανατολική Μεσόγειο» συναινώντας άνευ όρων στη χρήση των βρετανικών βάσεων και προσφέροντας κάθε είδους διευκολύνσεις για τη διενέργεια αεροπορικών επιθέσεων στη Συρία και το Ιράκ, χωρίς να αναλογίζεται τους κινδύνους που δημιουργούνται για την ασφάλεια του λαού μας από την εμπλοκή της Κύπρου σε αυτές τις επιχειρήσεις. Επιπρόσθετα, το κυβερνών κόμμα χαρακτήρισε την Κύπρο «ασπίδα του Ισραήλ» και η κυβέρνηση προέβη σε σειρά ενεργειών που αποτελούν απαράδεκτη μετακίνηση από θέσεις αρχών της Κύπρου σε σχέση με το Παλαιστινιακό ενώ προχώρησε και σε βήματα στρατιωτικοποίησης της ενεργειακής συνεργασίας Κύπρου-Ισραήλ(π.χ. η Συμφωνία για το Καθεστώς των Δυνάμεων Κύπρου-Ισραήλ), της συνεργασίας που τροφοδοτούν διάφορες τυχοδιωκτικές θεωρίες περί τόξων στρατιωτικής συμμαχίας Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ που θα αντιπαρατεθούν στην Τουρκία. Το ΑΚΕΛ διαφώνησε έντονα επίσης με την επιλογή της κυβέρνησης Αναστασιάδη, ο οποίος, προφανώς με ξένες παροτρύνσεις, εγκατέλειψε το σχεδιασμό για δημιουργία τερματικού υγροποίησης φυσικού αερίου στην Κύπρο, το οποίο, σε αντίθεση με τους αγωγούς, δεν δημιουργεί επιπρόσθετες εξαρτήσεις και δεσμεύσεις για τη χώρα μας όσον αφορά στην αξιοποίηση του φυσικού της πλούτου. Εντούτοις, ένεκα των ισχυρών οικονομικών δεσμών μεταξύ Ρωσίας-Κύπρου, της διάψευσης των κυβερνητικών προσδοκιών για την υποστήριξη που θα είχε από τις ΗΠΑ στο Κυπριακό αλλά και της επαναπροσέγγισης Τουρκίας-Ισραήλ, η πολιτική που ακολούθησε αρχικά η κυβέρνηση Αναστασιάδη έχει πλέον μετριαστεί, χωρίς ωστόσο να χάνει τον φιλοδυτικό της προσανατολισμό.
Το ΑΚΕΛ υποστηρίζει ότι υπάρχει μεγάλο περιθώριο για ανάπτυξη κοινής δράσης των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου ενάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τους πολέμους στην περιοχή, ενάντια στην εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου των χωρών μας από τα πολυεθνικά μονοπώλια, υπέρ του αγώνα των λαών μας για ειρήνη, δημοκρατία, λαϊκή κυριαρχία και σοσιαλισμό. Προς αυτή την κατεύθυνση, πρέπει να ενισχυθούν οι αντιπολεμικές κινητοποιήσεις, οι πρωτοβουλίες αλληλεγγύης στους αγωνιζόμενους λαούς της περιοχής και στους πρόσφυγες, η αλληλοενημέρωση των μελών και των φίλων των Κομμάτων μας για τα θέματα της περιοχής μας, η αξιοποίηση του βήματος των κοινοβουλίου για προβολή των ζητημάτων της περιοχής. Ειδικότερος στόχος πάλης είναι το αίτημα για ανακήρυξη της Μέσης Ανατολής σε Ζώνη Ελεύθερη από Όπλα Μαζικής Καταστροφής, ένας στόχος με αντιιμπεριαλιστικό και φιλειρηνικό προσανατολισμό που μπορεί να συσπειρώσει ευρύτερες προοδευτικές δυνάμεις των χωρών της περιοχής.
Ευρωπαϊκή Ένωση
Η Ευρωπαϊκή Ένωση ενδυναμώνει το χαρακτήρα της ως προωθημένη μορφή καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Στη βάση αυτή, λαμβάνουν χώρα διεργασίες που εμβαθύνουν την ολοκλήρωση της ΕΕ σε μια πορεία νεοφιλελευθερισμού, μιλιταρισμού αλλά και ομοσπονδιοποίησης όπου η κυριαρχία των κρατών και των λαών περιορίζεται δραματικά και μεταφέρεται σε επίπεδο ΕΕ. Το πολυσυζητημένο δημοκρατικό έλλειμμα της ΕΕ, δηλαδή η βαθύτατα αντιδημοκρατική δομή και οι υπερεξουσίες μη εκλεγμένων οργάνων της Ένωσης, αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό του οικοδομήματος της που επιτρέπει τη συνέχιση των ίδιων πολιτικών παρά την ευρύτατη κοινωνική δυσαρέσκεια.
Την ίδια στιγμή τα ηγετικά κράτη της ΕΕ, ανάμεσα σε αντιθέσεις και συμμαχίες, διαδραματίζουν ολοένα και μεγαλύτερο ρόλο επιβολής των πολιτικών και των συμφερόντων τους, κάτι που υπογραμμίζει τις δομικές ανισοτιμίες που έχει το οικοδόμημα της ΕΕ. Οι αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε κράτη-μέλη της ΕΕ και η άνοδος του αντιδραστικού ευρωσκεπτικισμού αφορούν αντικρουόμενα καπιταλιστικά συμφέροντα και ανταγωνισμούς ανάμεσα σε μερίδες του μεγάλου κεφαλαίου. Άλλωστε, υπάρχει πλήρης σύμπνοια ανάμεσα στα κράτη-μέλη, τους θεσμούς και τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις της ΕΕ όταν πρόκειται να επιβληθούν μέτρα υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου και ενάντια στους λαούς και τους εργαζόμενους. Ωστόσο στη δική μας αντίληψη, η απόφαση για αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση, δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο της αντιδραστικής λαϊκιστικής δημαγωγίας και της ξενοφοβίας όπως θέλουν να παρουσιάζουν οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις. Η λαϊκή δυσαρέσκεια για τις αντεργατικές πολιτικές και την αντιδημοκρατική λειτουργία της ΕΕ είναι υπαρκτή, αναμφίβολα δικαιολογημένη και διαρκώς ογκούμενη.
Η επιβολή της Συνθήκης της Λισαβόνας, η θεσμοθέτηση της Ενιαίας Οικονομικής Διακυβέρνησης, η Τραπεζική Ένωση που προωθεί μια γιγαντιαία συγκεντροποίηση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και η υιοθέτηση σειράς πακέτων στην κατεύθυνση μιας ενιαίας οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής αυστηρής λιτότητας των κρατών μελών υπό τον έλεγχο της ΕΕ, εντείνουν την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και των εργαζομένων στις χώρες της ΕΕ, ξεπουλούν το δημόσιο πλούτο, προστατεύουν την κερδοφορία και την ισχύ των πολυεθνικών μονοπωλίων, διαλύουν όσες κοινωνικές κατακτήσεις απέμειναν, οξύνουν τις αντιθέσεις ανάμεσα στα ισχυρά και στα πιο αδύναμα κράτη-μέλη. Περαιτέρω, η θεσμοθετημένη συνεργασία της ΕΕ με το ΔΝΤ, οξύνει τον αντιλαϊκό χαρακτήρα των πολιτικών της Ένωσης και υποτάσσει εντονότερα τους λαούς πρώτιστα της περιφέρειας. Σε ορισμένα κράτη-μέλη, τα βάρη της κρίσης επιβλήθηκαν απευθείας στους ώμους των λαϊκών στρωμάτων μέσα από τα «Μνημόνια Συναντίληψης» που επέβαλε η ΕΕ μαζί με το ΔΝΤ («Τρόικα») και τις αντίστοιχες εθνικές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης και της κυπριακής κυβέρνησης Αναστασιάδη. Το μνημόνιο της Κύπρου, εκτός από τη σκληρή λιτότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις, επέβαλε και το πρωτοφανές μέτρο του κουρέματος των τραπεζικών καταθέσεων, το οποίο, παράλληλα, στόχευε να κτυπήσει και τα ρωσικά κεφάλαια στην Κύπρο που είναι ανταγωνιστικά προς τις οικονομίες της ευρωζώνης. Είναι εμφανές ότι η δραματική κοινωνικοοικονομική κατάσταση σε μια σειρά κρατών της ΕΕ δημιουργεί απόγνωση και ανασφάλεια για εκατομμύρια Ευρωπαίους, κάτι που με τη σειρά του προκαλεί σε μια μερίδα τους φόβο, συντηρητικά αντανακλαστικά και αποστασιοποίηση από τους λαϊκούς αγώνες.
Η φύση της ΕΕ αναπαράγει την αντιλαϊκή βαρβαρότητα στο εσωτερικό της και επεκτείνεται ως επεμβατισμός και μιλιταρισμός στο εξωτερικό. Διεκδικεί ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο στην παγκόσμια αγορά και τις σφαίρες γεωπολιτικής επιρροής, στον ανταγωνισμό με τα άλλα ισχυρά κέντρα του πλανήτη προκειμένου να επεκτείνεται συνεχώς το πεδίο δράσης των επιχειρηματικών κολοσσών της και να διασφαλίζει την πρόσβαση της σε πηγές ενέργειας. Αυτή η επιδίωξη εκφράζεται με το οικονομικοπολιτικό περιεχόμενο της εξωτερικής δράσης της ΕΕ σε μια σειρά από ανοικτά μέτωπα (οικονομικός πόλεμος με τη Ρωσία, στήριξη της συριακής αντιπολίτευσης, συνομολόγηση της Συμφωνίας Σύνδεσης ΕΕ-Ουκρανίας που πυροδότησε την αιματοχυσία και ακολούθως υποστήριξη στο πραξικόπημα στην Ουκρανία), στις θεσμοθετημένες πολιτικές της (βλ. Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας, Κοινή Εμπορική Πολιτική, Πολιτική Γειτονίας, συμφωνίες ενοποίησης αγορών με ΗΠΑ, Καναδά κλπ) καθώς και στις εταιρικές της σχέσεις με άλλα κράτη και περιφέρειες του πλανήτη. Ακόμα πιο χαρακτηριστική είναι η συνεχής στρατιωτικοποίηση της ΕΕ με την ολοένα και βαθύτερη σύζευξη με το ΝΑΤΟ, τη δημιουργία ετοιμοπόλεμων στρατιωτικών σωμάτων, την αποστολή στρατιωτικοπολιτικών επιχειρήσεων ανά τον κόσμο, το εκτεταμένο εμπόριο όπλων με δικτατορίες και εμπόλεμα κράτη, τις στρατιωτικές «λύσεις» στο προσφυγικό, την επενδυτική στροφή στην πολεμική βιομηχανία και την επαναφορά των «σκέψεων» για τη δημιουργία ενός ευρωενωσιακού στρατού.
Παράλληλα, το πρόσωπο της ΕΕ γίνεται εμφανές και σε μια σειρά άλλων πεδίων όπως η περιστολή των δημοκρατικών ελευθεριών και των ατομικών δικαιωμάτων στο όνομα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, η δημιουργία της «Ευρώπης-φρούριο» με αντιμεταναστευτική καταστολή και υπερεκμετάλλευση των μεταναστών ως φτηνό εργατικό δυναμικό, ο θεσμικός αντικομμουνισμός κλπ. Είναι σε αυτό το έδαφος που δημιουργείται το έδαφος για την άνοδο της ξενοφοβίας και του ρατσισμού, τα οποία με τη στήριξη του συστήματος και τμημάτων της άρχουσας τάξης σε κάθε χώρα, πριμοδοτούν την ακροδεξιά και το νεοφασισμό.
Η πραγματικότητα που διαμορφώνει η ιδιότητα του κράτους-μέλους της ΕΕ θέτει επιπρόσθετα καθήκοντα για τα Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα των ευρωπαϊκών κρατών. Παρότι το εθνικό πεδίο πάλης παραμένει το πρωτεύον, τα κόμματα του δικού μας χαρακτήρα έχουν το καθήκον να παλεύουν και στο ευρωπαϊκό πεδίο, να επεξεργάζονται τις θέσεις τους έναντι της ΕΕ και των πολιτικών της, να ενισχύουν συνεχώς τη μεταξύ τους ανταλλαγή απόψεων, το συντονισμό και την ενότητα δράσης. Ιδιαίτερης σημασίας είναι το καθήκον της κοινής δράσης ενάντια στην περαιτέρω συρρίκνωση της εθνικής κυριαρχίας των κρατών-μελών της ΕΕ και της μεταφοράς πρόσθετων εξουσιών στις Βρυξέλλες. Παράλληλα, δίνουμε βαρύτητα στην ανάπτυξη κοινής δράσης και αλληλεγγύης, στο επίπεδο του ευρωπαϊκού συνδικαλιστικού κινήματος με τον καθοδηγητικό ρόλο του Ευρωπαϊκού Γραφείου του Παγκόσμιου Συνδικαλιστικού Ομοσπονδίας.
Κύπρος – Κυπριακό
Η Κύπρος, το νοτιοανατολικό άκρο της Ε.Ε. είναι το μόνο κράτος-μέλος της ΕΕ που βρίσκεται στο κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου. Η 42χρονη κατοχή και ο εποικισμός του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία και η ντε φάκτο διχοτόμηση του νησιού και του κοινοτικού διαχωρισμού του λαού της αποτελεί τη μεγάλη πληγή της Κύπρου. Το Κυπριακό είναι πρωτίστως διεθνές πρόβλημα εισβολής, κατοχής, παράνομου εποικισμού, εθνικού ξεκαθαρίσματος και ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων. Ταυτόχρονα όμως, το Κυπριακό έχει την εσωτερική του πτυχή που αφορά τις σχέσεις της ελληνοκυπριακής και της τουρκοκυπριακής κοινότητας και ειδικότερα τη συνταγματική πολιτειακή δομή της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το ΑΚΕΛ έχει ως στρατηγικό στόχο τη λύση του Κυπριακού, ώστε να τερματιστεί η κατοχή και η διαίρεση της Κύπρου, να επανενωθεί ο λαός, το έδαφος, η οικονομία και η κοινωνία του νησιού. Για το ΑΚΕΛ, η απαλλαγή από την ξένη κατοχή και η επανένωση του κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για να τεθεί ο στόχος του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κυπριακής κοινωνίας.
Επιπρόσθετα, η επίλυση του Κυπριακού καθίσταται επιτακτική λαμβανομένου υπόψη ότι η πάροδος του χρόνου δημιουργεί σοβαρά αρνητικά τετελεσμένα επί του εδάφους αλλά και στη δημογραφική σύνθεση του πληθυσμού, μέσω του εποικισμού στο βόρειο κατεχόμενο τμήμα του νησιού, όπου η Τουρκία το 1983 έχει ανακηρύξει παράνομα το μη αναγνωρισμένο μόρφωμα της λεγόμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου». Τα τελευταία χρόνια, η κυβέρνηση Ερντογάν έχει εντείνει την πολιτική πολιτισμικής-θρησκευτικής, οικονομικής και πολιτικής αφομοίωσης του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου και της ίδιας της τουρκοκυπριακής κοινότητας, μέσα από τον εποικισμό, την απροκάλυπτη παρέμβαση στα πολιτικά πράγματα της τ/κ κοινότητας, την επιβολή ισλαμικής ατζέντας (ανέγερση μιναρέδων, θεολογικών σχολών, εισαγωγή θρησκευτικών μαθημάτων) και την επιβολή πολιτικής ιδιωτικοποιήσεων και λιτότητας προς όφελος του τουρκικού μεγάλου κεφαλαίου.
Πρέπει επίσης να επισημανθεί το έντονο διεθνές ενδιαφέρον για το Κυπριακό τα τελευταία χρόνια, μετά την ανακάλυψη σημαντικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Παρά τις απειλές και την επιθετικότητα της Τουρκίας, η Κυπριακή Δημοκρατία έχει κάθε δικαίωμα να ασκήσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα για έρευνες και εκμετάλλευση του φυσικού της πλούτου προς όφελος και των δύο κοινοτήτων και με διαμόρφωση αμοιβαία επωφελών ενεργειακών συνεργασιών με όλα τα γειτονικά της κράτη. Η εξέλιξη αυτή συνιστά σοβαρό κίνητρο για την εξεύρεση λύσης τόσο για τις δύο κοινότητες, όσο και για την ίδια την Τουρκία. Οι δε ΗΠΑ και ΕΕ ευνοούν την εξεύρεση μιας διευθέτησης του Κυπριακού, ώστε μεταξύ άλλων, να προχωρήσουν οι ενεργειακοί σχεδιασμοί για την περιοχή, χωρίς ωστόσο να ενδιαφέρονται αν θα γίνουν σεβαστές ή όχι οι αρχές λύσης και το διεθνές δίκαιο. Το ζητούμενο λοιπόν είναι το είδος της λύσης που επιδιώκουν ή είναι διατεθειμένοι να αποδεχθούν οι διάφοροι εμπλεκόμενοι.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, το ΑΚΕΛ παραμένει προσηλωμένο στην εξεύρεση λύσης του Κυπριακού το συντομότερο δυνατόν αλλά, παράλληλα, υπογραμμίζει ότι το σημαντικότερο είναι το περιεχόμενο της λύσης. Η λύση για την οποία παλεύει το ΑΚΕΛ πρέπει να απελευθερώνει και να επανενώνει την Κύπρο και το λαό της μέσα από:
- τον τερματισμό της κατοχής και του εποικισμού
- την κατάργηση των όποιων επεμβατικών δικαιωμάτων και του αναχρονιστικού καθεστώτος των εγγυήσεων. Το ΑΚΕΛ απορρίπτει την οποιαδήποτε εμπλοκή του ΝΑΤΟ στο θέμα της ασφάλειας ή οποιαδήποτε σενάρια για ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ ή στο ΝΑΤΟϊκό πρόγραμμα «Συνεταιρισμός για την Ειρήνη».
- την αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας
- την αποκατάσταση της ενότητας του κράτους, του λαού, των θεσμών και της οικονομίας.
- τη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και βασικών ελευθεριών όλων των Κυπρίων, περιλαμβανομένου του δικαιώματος επιστροφής προσφύγων στα σπίτια και τις περιουσίες τους
- την πλήρη αποστρατιωτικοποίηση της Κυπριακής Δημοκρατίας
Σε σχέση με την εσωτερική-συνταγματική πτυχή του Κυπριακού, το ΑΚΕΛ μένει σταθερά προσηλωμένο στη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία με μία κυριαρχία, μια διεθνή προσωπικότητα, μία ιθαγένεια και με πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων όπως καθορίζεται από τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Αυτή η λύση έχει συμφωνηθεί από τις ηγεσίες των δύο κοινοτήτων από το 1977 και έκτοτε έχει επαναβεβαιωθεί επανειλημμένα και έχει υιοθετηθεί από τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και ευρύτερα από τη διεθνή κοινότητα. Αυτή είναι η λύση που μπορεί να ενώσει τις δυνάμεις στην ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή κοινότητα που αντιτίθενται στο διαμελισμό της χώρας και του λαού μας, που υποστηρίζουν την ανεξαρτησία και την ενότητα της Κύπρου. Το ΑΚΕΛ εκτιμά ότι τυχόν εγκατάλειψη της λύσης ομοσπονδίας, θα δώσει την ευκαιρία στην κατοχική δύναμη, την Τουρκία, να απαιτήσει από τη διεθνή κοινότητα την αναγνώριση του ψευδοκράτους και τη νομιμοποίηση του διαμελισμού της Κύπρου μέσα από τη συνομοσπονδία ή τη διχοτόμηση.
Το ΑΚΕΛ στηρίζει ότι για τη λύση του Κυπριακού δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον ειρηνικό αγώνα μέσα από τις διακοινοτικές συνομιλίες στο πλαίσιο και υπό την αιγίδα του ΟΗΕ που θα επιλύσουν τις εσωτερικές πτυχές του Κυπριακού. Οι διεθνείς πτυχές θα πρέπει να συμφωνηθούν στο πλαίσιο Διεθνούς Διάσκεψης υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, με τη συμμετοχή των πέντε Μόνιμων Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Κυπριακής Δημοκρατίας, των τριών υφιστάμενων εγγυητριών δυνάμεων και των δυο κοινοτήτων. Μια συνολική λύση του Κυπριακού, το περιεχόμενο της οποίας θα συμφωνηθεί σε επίπεδο ηγετών, θα πρέπει να κριθεί στη συνέχεια από το λαό μέσα από ταυτόχρονα ξεχωριστά δημοψηφίσματα στις δύο κοινότητες.
Το ΑΚΕΛ υποστηρίζει τη σημερινή διαδικασία των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους ηγέτες των δύο κοινοτήτων και τοποθετείται έναντι των εξελίξεων στο Κυπριακό στη βάση των πιο πάνω θέσεων. Αν οι διακοινοτικές διαπραγματεύσεις φτάσουν σε ακτίνα συμφωνίας, τότε θα ανοίξει ο δρόμος για να τεθεί ενώπιον των ευθυνών της η κατοχική Τουρκία, η οποία θα πρέπει να εγκαταλείψει στην πράξη το δόγμα ότι στο νησί υπάρχουν «δύο λαοί-δύο κράτη», την απαίτηση για επικυριαρχία πάνω στην Κύπρο με παραμονή των στρατευμάτων και των επεμβατικών της δικαιωμάτων. Οι φραστικές διακηρύξεις της ηγεσίας της Τουρκίας υπέρ της λύσης του Κυπριακού θα εξακριβωθούν τότε στην πράξη. Σήμερα ουδείς μπορεί να προδικάσει αν η παρούσα διαδικασία θα καταλήξει σε οποιαδήποτε συμφωνία ή σε ναυάγιο. Το ΑΚΕΛ έχει διακηρύξει επανειλημμένα ότι κανείς δεν μπορεί να αναμένει τη στήριξη μας σε λύση που δεν θα στηρίζεται στις βασικές αρχές όπως τις περιέγραψε με σαφήνεια το Πολιτικό Γραφείο της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ στις 17 Σεπτεμβρίου.
Η γραμμή του ΑΚΕΛ στο Κυπριακό θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στην εξής θέση: Είμαστε έτοιμοι για ένα έντιμο συμβιβασμό μεταξύ Ε/κ και Τ/κ αλλά δεν θα δεχθούμε συμβιβασμό με την κατοχή, τη διχοτόμηση και το ΝΑΤΟ. Σε αυτά τα πλαίσια το ΑΚΕΛ εργάζεται για να πείσει τον κυπριακό λαό για την ανάγκη λύσης του Κυπριακού βασισμένη σε αρχές, δεδομένου ότι στο εσωτερικό της Κύπρου υφίστανται κι άλλες σχολές σκέψης και πολιτικές γραμμές για το Κυπριακό. Στην ελληνοκυπριακή κοινότητα υπάρχει αφ’ ενός, η τάση της ε/κ αστικής κοσμοπολίτικης δεξιάς η οποία διαχρονικά ρέπει προς λύση «χαλαρής ομοσπονδίας» με εμπλοκή του ΝΑΤΟ και αφ’ ετέρου, η απορριπτική γραμμή της κεντροδεξιάς και της ακροδεξιάς η οποία διέπεται από συγκαλυμμένο ή ανοιχτό εθνικισμό και η οποία αρνείται το συμβιβασμό μεταξύ ε/κ και τ/κ για λύση ομοσπονδίας. Στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, πέρα από τις προοδευτικές δυνάμεις που αποδέχονται την ομοσπονδιακή επανένωση και την αποστρατιωτικοποίηση του νησιού καταγράφονται, με διάφορες διαβαθμίσεις, θέσεις για παραμονή του τουρκικού στρατού και των τουρκικών εγγυήσεων, για συνομοσπονδία μέχρι και για προσάρτηση των κατεχομένων στην Τουρκία. Το ΑΚΕΛ είναι η πρωτοπόρα δύναμη μέσα στην Κύπρο υπέρ της επαναπροσέγγισης, της συνεργασίας και της αδελφοσύνης μεταξύ Ε/κ και Τ/κ μέσα από την οικοδόμηση κοινού μετώπου πάλης ενάντια στη διχοτόμηση, την παρουσία ξένων στρατών και κηδεμόνων, τον εθνικισμό-σοβινισμό. Το ΚΚΚ-ΑΚΕΛ ήταν η δύναμη που ένωνε την κυπριακή εργατική τάξη στους αγώνες για το ψωμί και τη λευτεριά και έχει μια μακρά και ένδοξη Ιστορία αγώνων και θυσιών υπέρ της ελληνοτουρκικής φιλίας και του αγώνα για μια ελεύθερη και ενωμένη πατρίδα για όλους τους Κύπριους.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η συνέχιση της διεθνιστικής αλληλεγγύης του παγκόσμιου κομμουνιστικού και προοδευτικού κινήματος προς τον αγώνα του κυπριακού λαού είναι εξαιρετικά πολύτιμη.
Σε σχέση με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση στην Κύπρο, το κυρίαρχο στοιχείο είναι η κραυγαλέα αντίθεση ανάμεσα στους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης Αναστασιάδη για την τυπική έξοδο της χώρας από το μνημονιακό καθεστώς και την κοινωνική πραγματικότητα που βιώνει η πλειοψηφία των λαϊκών στρωμάτων. Η ισχνή ανάπτυξη που καταγράφει η κυπριακή οικονομία, ουσιαστικά αφορά σε αύξηση των κερδών μιας χούφτας μεγαλοεπιχειρηματιών. Οι εργασιακές σχέσεις στον ιδιωτικό τομέα βρίσκονται σε πλήρη απορρύθμιση. Η ανεργία βρίσκεται στο 14,1%. Οι κερδοφόροι ημικρατικοί οργανισμοί του τόπου (ηλεκτρισμός, λιμάνια, τηλεπικοινωνίες) βρίσκονται υπό ξεπούλημα ενώ τα δημόσια νοσηλευτήρια αντιμέτωπα με τον κίνδυνο κατάρρευσης. Το 28,9% του πληθυσμού βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Εδώ και 14 συνεχόμενα τρίμηνα οι μισθοί μειώνονται συνεχώς και το βιοτικό επίπεδο των συνταξιούχων καταγράφει μείωση μέχρι και 30%. Η Κύπρος αυτή τη στιγμή είναι πρωταθλήτρια ευρωζώνης στην αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας, στα ποσοστά υποαπασχόλησης και στο ποσοστό (πάνω του 50%) μη εξυπηρετούμενων δανείων που αντιστοιχεί σε €25,5 δις. Το τελευταίο στοιχείο είναι εξαιρετικά κρίσιμο αν ληφθεί υπόψη ότι η κυβέρνηση Αναστασιάδη μαζί με τα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης ενέκριναν το πλαίσιο για τις εκποιήσεις που δεν προστατεύει πραγματικά την πρώτη κατοικία.
Το ΑΚΕΛ είναι η πιο συνεπής δύναμη απέναντι στην ταξική επίθεση της κυβέρνησης Αναστασιάδη-ΕΕ-ΔΝΤ. Αποκαλύπτει στον κυπριακό λαό τις πραγματικότητες που αποκρύβει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και τα ΜΜΕ. Είναι η δύναμη που πρωτοστατεί σε όσες λαϊκές και κοινωνικές κινητοποιήσεις έχουν πραγματοποιηθεί την τελευταία τριετία στην Κύπρο. Παράλληλα, το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα της ΠΕΟ, με το τελευταίο Έκτακτο του Συνέδριο έδωσε μήνυμα αντεπίθεσης και έθεσε σε πρώτη γραμμή τους στόχους για ανάκτηση των μισθών και εργατικών δικαιωμάτων, διεκδίκηση αυξήσεων, αντίσταση στις ιδιωτικοποιήσεις, νομοθετική ρύθμιση των συλλογικών συμβάσεων και προστασία των ανοργάνωτων εργαζομένων.
Διεθνές κομμουνιστικό κίνημα
Τα Κομμουνιστικά κι Εργατικά Κόμματα ενώνονται από την κοινή ιδεολογική αφετηρία του μαρξισμού-λενινισμού, του διεθνισμού και της πίστης μας στο σοσιαλιστικό αύριο της ανθρωπότητας. Μας ενώνουν κοινοί ιστορικοί αγώνες και θυσίες, κοινές αξίες και κοινά ιδανικά. Εντούτοις, είναι γνωστό και φυσιολογικό θα λέγαμε, ότι ανάμεσα στα κόμματα της Διεθνούς Συνάντησης των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων υπάρχουν μικρές ή και μεγάλες διαφορές, τόσο σε ζητήματα στρατηγικής και τακτικής όσο και συγκεκριμένα θέματα. Το ΑΚΕΛ θεωρεί ότι αυτές οι διαφορές μπορούν και πρέπει να συζητιούνται στα πλαίσια ενός διαλόγου που θα τον χαρακτηρίζει ο συντροφικός αλληλοσεβασμός, η ισοτιμία και η αποφυγή πατερναλιστικών προσεγγίσεων και επέμβασης στα εσωτερικά των άλλων κομμάτων. Θεωρεί επίσης ότι κάθε ένα από τα κόμματα μας έχει το δικαίωμα να καθορίζει μόνο του τις θέσεις του για όλα τα ζητήματα στα οποία εκτιμά ότι οφείλει να τοποθετηθεί. Εντούτοις, το ΑΚΕΛ θεωρεί πάντα χρήσιμο για τα ζητήματα που αφορούν συγκεκριμένη χώρα να μελετά και να αφουγκράζεται τις θέσεις του κόμματος ή των κομμάτων της ΔΣΚΕΚ που δραστηριοποιούνται στη χώρα αυτή και που έχουν και την ευθύνη έναντι του λαού τους.
Παράλληλα και παρά τις διαφορές, το ΑΚΕΛ πιστεύει ακράδαντα και αποδεικνύεται στην πράξη ότι υπάρχει τεράστιο πεδίο για ενότητα δράσης όλων των Κομμουνιστικών κι Εργατικών Κομμάτων σε μια σειρά από ζητήματα και ότι πρέπει να αναπτύσσουμε διαρκώς όσα μας ενώνουν.
- Υποστήριξη στο αντιπολεμικό-φιλειρηνικό κίνημα και το κίνημα διεθνούς αλληλεγγύης μέσα από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης το οποίο πρέπει να διατηρεί και να ενισχύει τον πλατύ, μαζικοπολιτικό αντιμπεριαλιστικό του χαρακτήρα, μέσα από κοινές εκστρατείες (πχ. για τα πυρηνικά)
- Υποστήριξη στις οργανώσεις του διεθνούς κινήματος (ΠΣΟ, ΠΟΔΝ, ΠΔΟΓ)
- Αλληλεγγύη στους λαούς της Παλαιστίνης, της Συρίας και ολόκληρης της Μέσης Ανατολής ενάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τους πολέμους.
- Αλληλεγγύη στους λαούς της Κούβας, της Βενεζουέλας και συνολικά της Λατινικής Αμερικής.
- Κοινές δράσεις στο μέτωπο για τη σωτηρία του περιβάλλοντος.
- Δράσεις και κοινές πρωτοβουλίες για εορτασμό της επετείου των 100χρόνων της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης.
- Κοινό μέτωπο ενάντια στον αντικομμουνισμό, την επιχείρηση εξίσωσης φασισμού-κομμουνισμού, την παραχάραξη της ιστορίας του 20ου αιώνα και της προσφοράς του σοσιαλιστικού συστήματος.