Home  |  Νεος Δημοκράτης   |  Η ΒΡΑΖΙΛΙΑ ΑΠΕΙΛΕΙΤΑΙ [1] Περιβάλλον και εθνική κυριαρχία

Η ΒΡΑΖΙΛΙΑ ΑΠΕΙΛΕΙΤΑΙ [1] Περιβάλλον και εθνική κυριαρχία

Μαρσέλ ΜΠΕΖΖΕΡΡΑ

Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών

 

Οι πρόσφατες διαδηλώσεις παγκόσμια ενάντια στον εμπρησμό και την ανεξέλεγκτη υλοτόμηση των δασών της περιοχής του Αμαζονίου έχουν επαναφέρει στην επικαιρότητα μέσα σε συνθήκες περιβαλλοντικής κρίσης τον κίνδυνο μετατροπής του οικολογικού προβλήματος όχι μόνον σε αντικείμενο πολιτικής πίεσης, βάση για μποϋκοτάζ εμπορευμάτων και οικονομικών κυρώσεων από πλευράς μεγάλων δυνάμεων σε βάρος μικρότερων κρατών, αλλά και αιτία απειλής της κρατικής κυριαρχίας τους. Το κέντρο της προσοχής και πάλι μετακινήθηκε στον Αμαζόνιο της Βραζιλίας, σήμερα όμως με τέτοιες μεγάλες πολιτικές απαιτήσεις που προηγούμενα ουδέποτε υπήρξαν. Τη στιγμή που οι πυρκαγιές εξαπλώνονταν σε διάφορες περιοχές του Αμαζονίου ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, μιλώντας στην συνάντηση Κορυφής των G7, που πραγματοποιήθηκε στη Γαλλία τον Αύγουστο 2019, δήλωνε επίσημα για τη δυνατότητα «προσδιορισμού του καθεστώτος του Αμαζονίου ως διεθνές». Αν και μέχρι σήμερα η Γαλλία δεν ανάλαβε τις όποιες πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση, εντούτοις ο πρόεδρος Μακρόν αναγνώρισε ότι μια τέτοια ιδέα πιθανόν να συμπεριληφθεί στην ημερήσια διάταξη. «Είναι απαραίτητο να γίνει αρκετή νομική και πολιτική διεργασία. Είναι ένα ανοικτό ζήτημα, στο οποίο θα υπάρξουν εξελίξεις στους επερχόμενους μήνες και χρόνους».[2]

Εκτός των οικολογικών ανησυχιών η δήλωση του Γάλλου προέδρου έχει ενισχύσει τις δημόσιες συζητήσεις σε διεθνή φόρουμ, συμπεριλαμβανομένου και του ΟΗΕ, για τη δημιουργία μηχανισμών οικολογικού ελέγχου σε βάρος της Αρχής της Βεστφαλίας, η οποία προνοεί τον σεβασμό της κρατικής κυριαρχίας.

Εάν η πρόταση αυτή αποδειχθεί βιώσιμη θα μπορούσε να προωθήσει πρωτοβουλίες, εμπνευσμένες από την «ευθύνη προστασίας» (ή να την επαναπροσδιορίσει) και επομένως να επηρεάσει αρνητικά την ασφάλεια των οικολογικά πλούσιων χωρών, αλλά και τις σχέσεις τους με μεγάλες δυνάμεις. Απλώς υπενθυμίζουμε ότι στη στρατηγική του ΝΑΤΟ η Οικολογία θεωρείται ένας από τους παράγοντες ασφάλειας για τα κράτη-μέλη του.

Αμφισβητώντας την κυριαρχία της Βραζιλίας, ο Αρχηγός του γαλλικού κράτους ουσιαστικά έθεσε την αρχή μιας άνευ προηγούμενης διπλωματικής κρίσης στην σύγχρονη ιστορία των γαλλο-βραζιλιάνικων σχέσεων και ταυτόχρονα προκάλεσε μια σειρά  αρνητικών αντιδράσεων μέσα στην ίδια την Βραζιλία. Ο Πρόεδρος της χώρας Ζαϊχ Μπολσονάρου δήλωσε ότι «η Βραζιλία θεωρεί απαράδεκτο το γεγονός ότι ένας Πρόεδρος – ο Μακρόν – κάνει παράλογες επιθέσεις, στοχεύοντας τον Αμαζόνιο και δεν αποκρύβει τις προθέσεις του, οι οποίες συνάδουν με τις ιδέες της συμμαχίας των G7 για τη «σωτηρία» του Αμαζονίου, ως να ήμασταν μια αποικία ή μια εγκαταλειμμένη γη χωρίς ιδιοκτήτη»2. Η πρώην πρόεδρος της χώρας Ντίλμαν Ρούσεφ – μια από τους πιο φανατικούς αντιπάλους της σημερινής διακυβέρνησης της Βραζιλίας, επίσης έκανε δηλώσεις, υπερασπιζόμενη την βραζιλιάνικη κυριαρχία: «Δεν συμφωνώ με τις όποιες προτάσεις για διεθνή επέμβαση στον Αμαζόνιο. Αυτό είναι ανεπίτρεπτο. Χωρίς Αμαζόνιο δεν υπάρχει ούτε Βραζιλία. Το να είσαι κληρονομιά της Ανθρωπότητας δεν σημαίνει ότι είσαι περιοχή για διεθνή επέμβαση»[3].

Είναι της πάσης γνωστό ότι από τη μέρα που σχηματίστηκε η Κυβέρνηση Μπολσονάρου, η επιβλαβής περιβαλλοντική πολιτική της οποίας έγινε αντικείμενο σκληρής κριτικής τόσο εντός, όσο και εκτός της χώρας  σχετικά με τον Αμαζόνιο με τους κολοσσιαίους φυσικούς πόρους και την πλούσια βιοποικιλότητα,  έκτασης 4,5 εκ. χλμ[4], που καταλαμβάνει το 42% του εδάφους της Βραζιλίας, έχουν επιτευχθεί «ρεκόρ» μεγάλων πυρκαγιών και εκρήξεων νέων εστιών φωτιάς, προκαλούμενες πρώτα απ’ όλα από την υλοτόμηση των δασών.

Τα στοιχεία του Εθνικού Ινστιτούτου Διαστημικών Μελετών (INPE) καταδεικνύουν ότι το 2019 στον βραζιλιάνικο Αμαζόνιο είχαν καταγραφεί γύρω στις 90 χιλιάδες πυρκαγιές, δηλαδή κατά 30% περισσότερο σε σχέση με το 2018 (69 χιλιάδες)[5]. Η απουσία των όποιων αποτελεσματικών αποτρεπτικών ενεργειών σε συσχετισμό με τις αλλαγές στην περιβαλλοντική πολιτική, που πραγματοποίησε η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση Μπολσονάρου, η οποία ενδιαφέρεται για την διασφάλιση των συμφερόντων του ισχυρού αγροτοβιομηχανικού τομέα, παρά για την ικανοποίηση αναγκών των οικολογικών και φίλα προσκείμενων προς τους ιθαγενείς ινδιάνους οργανώσεων της Βραζιλίας, αντιμετωπίστηκε αρνητικά από εθνικά και διεθνή ΜΜΕ και διάφορους πολιτικούς κύκλους, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων τόσο στην Βραζιλία, όσο και σε άλλες χώρες, ιδιαίτερα στην Γερμανία, την Νορβηγία και την Γαλλία.

Στη Βραζιλία ένας ευρύς πολιτικός κύκλος συνενώνει κόμματα διάφορων ιδεολογικών αποχρώσεων, κοινωνικά κινήματα, κοινωνικές και θρησκευτικές οργανώσεις, μεταξύ των οποίων και η «Εθνική Συνομοσπονδία Επισκόπων Βραζιλίας» για καταδίκη της περιβαλλοντικής πολιτικής της διακυβέρνησης Μπολσονάρου. Το Βατικανό, που από χρόνια σημειώνεται η παρουσία του στον Αμαζόνιο μέσον του ποιμενικού έργου ιερέων και ιεραποστόλων φιλοξένησε τον Οκτώβρη 2019 στην Ρώμη μια Σύνοδο για τον Αμαζόνιο με θέμα: «Αμαζόνιος: Νέες διαδρομές για την Εκκλησία και την Ολιστική Οικολογία». Η εκδήλωση στόχευε στην «εξεύρεση νέων προσεγγίσεων ευαγγελισμού, ανθρώπων του Θεού, ειδικά των Ινδιάνων, που τις πλείστες φορές λησμονιούνται και αφήνονται στην τύχη τους χωρίς προοπτική για ένα γαλήνιο μέλλον, μεταξύ άλλων και ένεκα της αποψίλωσης του τροπικού δάσους του Αμαζονίου, αυτού του «πνεύμονα» θεμελιώδους σημασίας για τον πλανήτη μας»[6].

Σε ένα κύμα παγκόσμιας αντίδρασης η Γερμανία τερμάτισε μέσα στο 2019 το πρόγραμμα επενδύσεων για περιβαλλοντικά Σχέδια στη Βραζιλία, στο οποίο από το 2008 διοχετεύθηκαν 95 εκ. ευρώ[7]. Ακόμα και η Νορβηγία – ένας βασικός επενδυτής για την προστασία του Αμαζονίου – διακήρυξε  τον τερματισμό της χρηματοδότησης του Ταμείου για τον Αμαζόνιο, του κύριου μηχανισμού προστασίας του περιβάλλοντος στην περιοχή και που είχε δημιουργηθεί το 2008 κατά τη διακυβέρνηση του Λούλα ντα Σίλβα (2003 – 2010) με στόχο την προσέλκυση «μη επιστρεπτέων επενδύσεων για την πρόληψη, παρακολούθηση και καταπολέμησης της αποψίλωσης του τροπικού δάσους, καθώς επίσης για την προώθηση της διατήρησης και της αειφόρου ανάπτυξης του Αμαζονίου»[8]. Η νορβηγική βοήθεια αποτελούσε το 93% του συνόλου των εισφορών στο Ταμείο για τον Αμαζόνιο, που διάθεσε όχι λιγότερα από 1,2 δις ευρώ[9]. Η έξοδος της Γερμανίας και την Νορβηγίας από το Πρόγραμμα αυτό εξηγείται επίσης και από την απόφαση της Κυβέρνησης Μπολσονάρου να εισαγάγει νέες πρακτικές στον τρόπο διαχείρισης του Ταμείου9. Ταυτόχρονα η Γαλλία απειλεί να εγκαταλείψει την Συμφωνία ΕΕ – Mercosur (Κοινή Αγορά χωρών Λατινικής Αμερικής) για το ελεύθερο εμπόριο, που εγκρίθηκε στη Σύνοδο Κορυφής των G20 στην Οσάκα το 2019 μετά από συζητήσεις μιας δεκαετίας.

Το περαιτέρω σενάριο είναι προβλέψιμο. Με μια ταχύτητα – χαρακτηριστική για την εποχή της παγκοσμιοποίησης – το όλο ζήτημα θα προβληθεί από τα διεθνή ΜΜΕ, θα εξαπλωθεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, θα ακολουθήσουν διαδηλώσεις έξω από τις κατά τόπου πρεσβείες της Βραζιλίας, γνωστές προσωπικότητες του πολιτισμού και του αθλητισμού θα ξεσηκώσουν κύμα κριτικής ενάντια των αρχών της Βραζιλίας και στη συνέχεια θα ακολουθήσουν συνθήματα για μποϋκοτάζ των βραζιλιάνικων εμπορευμάτων και επιβολή οικονομικών κυρώσεων. Δεδομένης της σοβαρότητας του περιβαλλοντικού προβλήματος στον παγκοσμιοποιημένο μας κόσμο δεν μπορούν να αναμένονται λιγότερες συνέπειες. Για την κριτική, που ασκείται από οικολογικές οργανώσεις και διεθνή ΜΜΕ σε σχέση με την ακολουθούμενη πολιτική της Κυβέρνησης της Βραζιλίας στον τομέα του περιβάλλοντος είναι γνωστό εδώ και καιρό και αυτό παρά την αναγνώριση των θετικών προσπαθειών και αποτελεσμάτων, που έχουν επιτευχθεί στη χώρα μέσα στα τελευταία χρόνια.

Από την Συνδιάσκεψη του ΟΗΕ για το περιβάλλον και την ανάπτυξη, που πραγματοποιήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 1992 (Ριο-92) η φράση «πνεύμονες του πλανήτη» έγινε διεθνώς κλισέ για την σημασία του Αμαζονίου, ενώ η Βραζιλία παρουσιάζεται λίγο-πολύ ως «διεθνής εγκληματίας» που καταστρέφει το περιβάλλον. Στην πολεμική γύρω από τα ζητήματα που αφορούν τον Αμαζόνιο έγιναν οι γνωστές δηλώσεις του αμερικανού Γερουσιαστή Άλμπερ Γκορ (1989), σύμφωνα με τις οποίες «ο Αμαζόνιος δεν είναι ιδιοκτησία των Βραζιλιάνων, αλλά ανήκει σε όλους εμάς», καθώς επίσης και η πρόταση του Βρεττανού Υπουργού Περιβάλλοντος Ντέιβιντ Μίλιμπαντ το 2006 για την «ιδιωτικοποίηση» του Αμαζονίου.

Καθόλου τυχαία στον Οδηγό περί στρατηγικής του στρατού της Βραζιλίας περιέχεται η προειδοποίηση ότι παρουσιάζεται «αυξανόμενη ροπή κρατών για εξωτερικές παρεμβάσεις, αυξάνεται η σημασία παικτών, που δεν εκπροσωπούν κράτη, τέτοιων όπως διεθνείς οργανώσεις, μη κυβερνητικές οργανώσεις, πολυεθνικές και άλλες ομάδες διάφορων συμφερόντων, των οποίων η επιρροή ξεφεύγει από τα πλαίσια των εθνικών συνόρων»[10]. Παρ’ όλα αυτά η πρόσφατη ιστορία της Βραζιλίας δεν έχει να δείξει τόσο οφθαλμοφανές προηγούμενο ευπάθειας και σοβαρής φθοράς της αναγνωρισμένης «ήπιας ισχύος»[11], όπως η ζημιά που έχει υποστεί η εικόνα της χώρας από την ακολουθούμενη νέα περιβαλλοντική πολιτική της παρούσας Κυβέρνησης.

Η ομιλία του Προέδρου της Γαλλίας (μια χώρα με υπερπόντιο έδαφος την Γαλλική Γουινέα, ευρισκόμενη στο τροπικό δάσος του Αμαζονίου) έχει ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι στο μήνυμα του για πρώτη φορά εμπεριέχεται δήλωση ενός αρχηγού κράτους, στην προκείμενη περίπτωση μιας στρατιωτικής υπερδύναμης και μέλος του ΝΑΤΟ, αναφορικά με την κυριαρχία της Βραζιλίας στον Αμαζόνιο. Επιπλέον ο Γάλλος Πρόεδρος έχει αποφασίσει να θέσει το ζήτημα αυτό στην Σύνοδο Κορυφής των G7, στην οποία η Βραζιλία δεν θα είναι παρούσα, πράγμα που υπογραμμίζει τον κίνδυνο ότι τα συμμετέχοντα κράτη στην σύνοδο αυτή θα επιδιώξουν να σφετερισθούν το δικαίωμα «να νομοθετούν» για ζητήματα που σχετίζονται με τον Αμαζόνιο ή ακόμα για οποιανδήποτε άλλη περιοχή ευάλωτων χωρών.

Παράλληλα με τον καθορισμό του καθεστώτος του Αμαζονίου ως «διεθνούς» ο Εμανουέλ Μακρόν στην διακήρυξη του, την ονομαζόμενη «Οι τρεις προτάσεις μου για δράση στον Αμαζόνιο»[12], αναφέρει ότι «το σπίτι μας καίγεται», αντιμετωπίζει το πρόβλημα του Αμαζονίου ως «διεθνή κρίση» και προτείνει τη συζήτηση «κινητοποίησης μεταξύ των G7 και άλλων χωρών για χρηματοδότηση της αναδάσωσης το συντομότερο δυνατόν, για επεξεργασία αποτελεσματικών μηχανισμών πρόληψης πυρκαγιών και την εξεύρεση μορφής αποτελεσματικής διαχείρισης». Υποστηρίζει επίσης την συνένωση ΜΚΟ, αυτοχθόνων λαών… και τερματισμό της βιομηχανικής αποψίλωσης των δασών». Τέλος ο Πρόεδρος της Γαλλίας ενισχύει την έννοια «οικοκτόνο» στην παγκόσμια ημερήσια διάταξη.[13] «Το οικοκτόνο εξαπλώνεται σε ολόκληρο τον Αμαζόνιο και όχι μόνο στην Βραζιλία».

Δεν είναι καθόλου περίεργο ότι η συγκεκριμένη στάση της Γαλλίας δημιουργεί πρόσθετες αμφιβολίες για τις διεθνείς προθέσεις έναντι του Αμαζονίου και  επανατοποθετεί τα ζητήματα ασφάλειας της Βραζιλίας στην περιοχή, που από καιρό προκαλεί ανησυχία σε στρατιωτικούς και ακαδημαϊκούς κύκλους, μια ανησυχία εκφραζόμενη και σε έγγραφα της βραζιλιάνικης πολιτικής για την εθνική ασφάλεια. Με αφορμή αυτήν την πτυχή του θέματος που σχετίζεται με τον Αμαζόνιο ο αντιναύαρχος και πολιτολόγος Ουίλσον Περέια ντι Λίμα σημειώνει ότι «αποτελεί δεδομένο παγκόσμιας κλίμακας η διεθνής απληστία γύρω από τον Αμαζόνιο, που προκύπτει ένεκα της βιοποικιλότητας και της αφθονίας των φυσικών του πόρων, ιδιαίτερα του πόσιμου νερού»[14]. Ο γεωπολιτολόγος  Ρολάντ Καρμόν επίσης δηλώνει ότι ένεκα του στρατηγικού περιβάλλοντος του Αμαζονίου, που διαθέτει τέτοιους φυσικούς πόρους, όπως ενέργεια, νερό, καλλιεργήσιμη γη και βιοποικιλότητα» δεν πρέπει να εκπλήττει η ενισχυμένη παρουσία ξένων δυνάμεων στην περιοχή, οι οποίες προσπαθούν να επιβάλουν τον έλεγχο τους σ’ αυτή την αφθονία αγαθών»[15].

Παρεμβατικός λόγος (discourse[16]) και ευπάθεια της Βραζιλίας

Αφήνοντας κατά μέρος την οικολογική ανησυχία και αντίδραση για ζητήματα προστασίας του περιβάλλοντος, υποβάλλουμε τον προβληματισμό για τις πιθανές ενέργειες Μεγάλων Δυνάμεων ενάντια σε ανίσχυρες χώρες στο όνομα της οικολογικής ασφάλειας και ποιες θα είναι οι συνέπειες τέτοιων ενεργειών σε χώρες, που θα αποτελέσουν αντικείμενο πίεσης, κυρώσεων, ακόμα και απειλών. Το ερώτημα, που τίθεται είναι τί αντίκτυπο θα έχει αυτή η τάση στην λειτουργία του διεθνούς συστήματος; Σ’ ένα σύντομο, αλλά πολύ εύγλωττο άρθρο με τίτλο «Who Will Save the Amazon (and How)?»(Ποιος θα σώσει τον Αμαζόνιο (και πώς;)[17], που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Αυγούστου 2019 του περιοδικού «Foreign Policy», δηλαδή στο απόγειο της περιβαλλοντικής κρίσης στον Αμαζόνιο, ο Αμερικάνος πολιτικός επιστήμονας Στίβεν Γουόλτ – θεωρητικός διεθνών σχέσεων, νεορεαλιστής και καθηγητής του Χάρβαρντ, συνδέει το ζήτημα της προστασίας του περιβάλλοντος, ιδιαίτερα του Αμαζονίου στην Βραζιλία, με την αμοιβαία ευθύνη της διεθνούς κοινότητας να διατηρήσει την περιβαλλοντική κληρονομιά του πλανήτη Γη.

Μέχρι τις μέρες μας στην ακαδημαϊκή αντίληψη περί περιβάλλοντος ως τομέας της διεθνούς ασφάλειας δεν υπάρχει ο,τιδήποτε το νέο, ενώ εμφανίζεται σε πολιτικά προγράμματα κομμάτων, μη κυβερνητικών οργανώσεων και ιδιαίτερα σε μελέτες για τομείς ασφάλειας σε ένα παγκοσμιοποιημένο κόσμο, που έχουν αναπτυχθεί από θεωρητικούς της Σχολής της Κοπεγχάγης. Στην πράξη όμως το ζήτημα παίρνει άλλες διαστάσεις όταν το θέμα της προστασίας του περιβάλλοντος αγγίζει την αρχή του σεβασμού της κυριαρχίας των κρατών και υποδεικνύει τον κίνδυνο διεθνών παρεμβάσεων, κάτι που μελετά ο γνωστός Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας.

Το άρθρο του Στίβεν Γουόλτ  δεν θα μπορούσε να είναι πιο επίκαιρο: «Είναι μόνο θέμα χρόνου προτού οι Μεγάλες Δυνάμεις προσπαθήσουν να σταματήσουν την κλιματική αλλαγή με οποιαδήποτε απαραίτητα μέσα» γράφει ο Γουόλτ, ο οποίος παραθέτει ένα υποθετικό φουτουριστικό σενάριο, σύμφωνα με το οποίο μετά από την δημοσίευση ενός ντοσιέ του ΟΗΕ για «τις καταστροφικές παγκόσμιες επιπτώσεις της συνεχιζόμενης καταστροφής των τροπικών δασών» – ο Πρόεδρος των ΗΠΑ αποστέλλει στην Βραζιλία «τελεσίγραφο, απαιτώντας όπως μέσα σε μια εβδομάδα να τερματιστεί η καταστροφική αποψίλωση των δασών του Αμαζονίου Εάν η Βραζιλία δεν συμμορφωθεί ο Πρόεδρος προειδοποιεί ότι τότε θα διατάξει τον ναυτικό αποκλεισμό των βραζιλιάνικων λιμανιών και θα διενεργηθούν αεροπορικές επιθέσεις ενάντια σε σημαντικές στρατηγικής σημασίας υποδομές της χώρας».

Στο επεξεργασμένο από τον Γουόλτ σενάριο (περίεργα η Ρωσία δεν αναφέρεται), η Κίνα θέτει βέτο σε οποιανδήποτε απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, που θα επέτρεπε τη χρήση  βίας ενάντια στην Βραζιλία, αλλά ο υποθετικός Πρόεδρος των ΗΠΑ κάνει λόγο για έναν «ευρύ συνασπισμό κρατών, που είναι πρόθυμα να υποστηρίξουν τις δράσεις των Ηνωμένων Πολιτειών». Ο Στίβεν Γουόλτ προειδοποιεί επίσης ότι στο παρόν στάδιο μπορεί να φαίνονται απίθανες οι στρατιωτικές απειλές για περιβαλλοντικούς λόγους, αλλά σημειώνει ότι κάτι τέτοιο «γίνεται όλο και πιο πιθανόν, αν οι χειρότερες εκτιμήσεις για το μελλοντικό μας κλίμα επαληθευτούν». Τέλος, σημειώνοντας ότι η Βραζιλία «διαθέτει σημαντικότατους παγκόσμιους πόρους και η καταστροφή τους θα επιφέρει ζημιά σε αρκετά κράτη, εάν όχι σε ολόκληρο τον πλανήτη», ο καθηγητής μιλά ότι «η Βραζιλία πρακτικά δεν είναι μια μεγάλη δύναμη και πιθανόν θα ήταν αποτελεσματικότερο αν απειληθεί είτε με οικονομικές κυρώσεις ή επίσης με τη χρήση βίας, εάν αρνηθεί να προστατέψει το τροπικό δάσος».

Δυστυχώς το άρθρο του Στίβεν Γουόλτ έχει παρερμηνευτεί και κατακρίθηκε για υποτιθέμενη παρεμβατική μεροληψία. Ο Υπουργός Εξωτερικών της Βραζιλίας Ερνέστου Αραούζου είδε στο άρθρο αυτό ένα παράδειγμα παρεμβατικών σχεδιασμών σε σχέση με την κυριαρχία της Βραζιλίας. Όμως αυστηρά ομιλούντες το φρικιαστικό αυτό σενάριο, που επεξεργάσθηκε ο θεωρητικός του Χάρβαρντ θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια πολιτική πραγματικότητα, γιατί καταδεικνύει την επικίνδυνα στρατιωτική υποβάθμιση της Βραζιλίας, ακριβώς ένεκα του γεγονότος ότι δεν υπολογίζεται μέσα στις Μεγάλες Δυνάμεις. Έτσι κατ’ επέκταση η άποψη του συμπίπτει με τις γνώμες τόσο των Βραζιλιάνων στρατιωτικών, διπλωματών και διεθνολόγων, όσο και αναλυτών από την Ρωσία και άλλες χώρες αναφορικά με τον συσχετισμό της σημασίας μεταξύ του περιβάλλοντος του Αμαζονίου (συμπεριλαμβανομένου του στρατηγικού του φυσικού πλούτου) με την στρατιωτική ευπάθεια της Βραζιλίας και του παρεμβατικού λόγου.

Είναι επίσης μια εννοιολογική άποψη της αμυντικής εθνικής πολιτικής της Βραζιλίας, που εμπεριέχεται στην εκτίμηση για τον Αμαζόνιο ως «κέντρο διεθνούς σημασίας», στην αναφορά για την ύπαρξη «έντασης, προκαλούμενης από την αυξανόμενη έλλειψη φυσικών πόρων» και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι απειλές ενδεχόμενα να μην προέλθουν από γειτονικές χώρες, αλλά από χώρες εκτός της Νοτίου Αμερικής. Ο στρατηγός και πολιτικός επιστήμονας Λούης Εντουάρντο Ρόσια Πάιβα αναφέρει ότι «οι απειλές μπορούν να προέλθουν από δυνάμεις που ενεργούν μεμονωμένα ή σε συνασπισμό με στόχο να επιβάλουν συνθήκες ευνοϊκές για τις ίδιες τόσο στην εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, όσο και στην χρήση στρατηγικά σημαντικών περιοχών της χώρας μας»[18].

Ωστόσο αυτή η συναίνεση σε στρατιωτικούς και ακαδημαϊκούς κύκλους δεν έχει οδηγήσει μέχρι σήμερα στην αλλαγή της παράδοξης θέσης του κράτους της Βραζιλίας σε θέματα εθνικής ασφάλειας. Αν και η Βραζιλία αναγνωρίζει την ύπαρξη διεθνών απειλών, διαθέτει φυσικόν πλούτο, τον οποίον εποφθαλμιούν, έχει στρατηγικούς πόρους για να αναπτύξει τη δική της βιομηχανική αμυντική υποδομή και υπερέχει, με σχετική αυτονομία, σε πρωτοπόρες τεχνολογίες στον στρατιωτικό τομέα, εντούτοις δεν έχει ένοπλες δυνάμεις με την απαραίτητη ανασχετική υποδομή για την εθνική της άμυνα.

Αυτό το γεγονός εξηγείται αφενός από ιστορικούς και γεωπολιτικούς παράγοντες, που καθόριζαν τον σχηματισμό των δυνάμεων αποτροπής, περιορισμένων από το περιφερειακό πλαίσιο της Νότιας Αμερικής (όπου συνεπώς η Βραζιλία έχει σχετική υπεροχή στον εξοπλισμό και απόλυτη υπεροχή στην τεχνολογία) στη βάση της αντίληψης για την πιθανότητα επιθετικής ενέργειας από πλευράς γειτονικών χωρών και από την άλλη της απουσίας σαφούς πολιτικής άποψης για την ύπαρξη πιθανών παγκόσμιων απειλών.

Ωστόσο με τον σχηματισμό της νέας πολυπολικής τάξης πραγμάτων, που χαρακτηρίζεται από την ανακατανομή της παγκόσμιας εξουσίας και την άνοδο νέων δυνάμεων η Βραζιλία αναπροσάρμοσε την αντίληψη της περί απειλών. Οι απειλές πλέον προέρχονται κύρια από δυνάμεις εκτός της Νότιας Αμερικής ή «από δυνάμεις που ενεργούν μεμονωμένα ή σε συνασπισμό». Όμως επειδή αυτή η αντίληψη δεν έχει ακόμα εξασφαλίσει την ανάπτυξη στρατιωτικού αποτρεπτικού παράγοντα των  εκτός της Ηπείρου απειλών (αν και μερικά προγράμματα αποτροπής ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη), η γενική ευπάθεια της Βραζιλίας παραμένει πραγματικότητα. Υπό αυτήν την έννοια ο πολιτικός επιστήμονας Μπορίς Μαρτίνωφ προειδοποιεί ότι «η ιστορία δεν καταδεικνύει ακόμα παραδείγματα αυτοτελούς και χωρίς προβλήματα ύπαρξης σ’ ένα πλήρως εξοπλισμένο κόσμο των στρατιωτικά ανίσχυρων κρατών, που διαθέτουν εκτενείς και δυνητικά πλούσιες περιοχές»[19].

Διεύρυνση της «ευθύνης για προστασία»

και τα «πράσινα κράνη»

Έχοντας υπόψη ότι η διπλωματική κρίση μεταξύ Βραζιλίας και Γαλλίας επιβεβαιώνει ότι το πρόβλημα της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος σε επίπεδο διεθνών σχέσεων μπορεί να σημαίνει και αμφισβήτηση της κυριαρχίας και υποβοηθά τη δικαιολόγηση της επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις ενός κράτους. Εδώ όμως τίθεται το ερώτημα κατά πόσο θα μπορέσει η διεθνής κοινότητα στο εγγύς μέλλον ή να δημιουργήσει διεθνούς μηχανισμούς περιβαλλοντικού ελέγχου ή να συμπεριλάβει το θέμα της προστασίας του περιβάλλοντος στην «ευθύνη προστασίας», η οποία θέτει τις προϋποθέσεις στρατιωτικής επέμβασης σε χώρα, διερχόμενη σοβαρή ανθρωπιστική κρίση σε περίπτωση άρνησης ή  αδυναμίας του κράτους της να υπερασπιστεί τον πληθυσμό του.

Το ψήφισμα αριθμός 60/1 της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ της 24ης Οκτωβρίου 2005 για την «ευθύνη προστασίας»[20] αναθεωρεί τις παραμέτρους στρατιωτικής επέμβασης από πλευράς της διεθνούς κοινότητας, προβλεπόμενες από το άρθρο 42 του Κεφαλαίου VII του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ «Δράσεις σε σχέση με απειλές κατά της ειρήνης, παραβιάσεις της ειρήνης και επιθετικές πράξεις» και ορίζει στα άρθρα 138 και 139 το δικαίωμα παρέμβασης σε τέσσερεις περιπτώσεις – γενοκτονία, εθνοκάθαρση, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου. Το νέο και αμφιλεγόμενο αναφορικά με την «ευθύνη προστασίας» είναι ότι υπό το σύνθημα της «προστασίας του πληθυσμού από ανθρωπιστική κρίση» ανοίγουν πόρτες για τη νομιμοποίηση της διεθνούς στρατιωτικής παρέμβασης σε βάρος της αρχής της κρατικής κυριαρχίας.

Η «ευθύνη για την προστασία» για πρώτη φορά ενεργοποιήθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για την επίλυση της ανθρωπιστικής κρίσης στη Λιβύη το 2011 μέσον στρατιωτικής επέμβασης στην χώρα των ΗΠΑ και χωρών του ΝΑΤΟ. Παραδόξως η εφαρμογή του ψηφίσματος χαρακτηρίσθηκε με υπερβολική χρήση βίας και είχε ως στόχο όχι μόνο την «προστασία του πληθυσμού από την ανθρωπιστική κρίση», αλλά και την ανατροπή του Προέδρου Μουαμάρ Καντάφι.

Παρά τις αμφιλεγόμενες πτυχές της η «ευθύνη για την προστασία» χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την επίλυση ανθρωπιστικών κρίσεων με την ευρύτερη σημασία του όρου. Σε άρθρο υπό τον τίτλο «Amazon fires: Brazil’s President is committing ecocide. We must stop him[21] (Ο Αμαζόνιος καίγεται. Ο πρόεδρος της Βραζιλίας διαπράττει οικολογική καταστροφή. Οφείλουμε να τον σταματήσουμε), που δημοσιεύτηκε τον Αύγουστο 2019 στην εφημερίδα «The Globe and Mail» ο πολιτολόγος Lloyd Axworthy – πρώην Υπουργός Εξωτερικών του Καναδά και ένας από τους δημιουργούς της ιδέας «ευθύνη για την προστασία» γράφει ότι «στον Αμαζόνιο δεν υπάρχουν μόνο κυριαρχικά συμφέροντα της Βραζιλίας» και ότι αν η Βραζιλία θέτει υπό απειλή αυτόν «τον κρίσιμο παγκόσμιο πόρο, διαχειριστής του οποίου είναι» τότε «η διεθνής κοινότητα οφείλει να ενεργήσει στο όνομα της ανθρωπότητας».

Υπογραμμίζοντας ότι η «κυριαρχία από μόνη της δεν αποτελεί απόλυτη αξία» ο πρώην καναδός ΥΠΕΞ αναφέρει ότι με την ίδια λογική η «ευθύνη για προστασία» «ισχύει στις δημιουργούμενες από την Κυβέρνηση της Βραζιλίας περιπτώσεις» Τέλος υπερασπιζόμενος κατά τη συζήτηση στον ΟΗΕ την ιδέα δημιουργίας στρατιωτικής δύναμης για την προστασία του περιβάλλοντος ο Lloyd Axworthy υπέβαλε το ακόλουθο ερώτημα: «Γιατί να μην αποσταλεί μια πολυμερή δύναμη των «πράσινων κρανών» πέραν των συνόρων της Βραζιλίας για να κατασβήσουν τις πυρκαγιές, που απειλούν όλους εμάς».

Σε κάποιο βαθμό η έννοια «ευθύνη για προστασία» υποστηρίζεται στον παγκοσμιοποιημένο λόγο που αρθρώνουν ΜΜΕ, διεθνείς μη κυβερνητικές οργανώσεις και ορισμένοι επιστημονικοί και πολιτικοί κύκλοι, που σχετικοποιούν (relativiser) την θεωρεία της κυριαρχίας. Έτσι η αυξανόμενη σημασία, που αποδίδεται στην προστασία του περιβάλλοντος ως τομέα της διεθνούς ασφάλειας είναι πολύ πιθανόν να επηρεάσει την «ευθύνη για προστασία» (η μια νέα έννοια) με την πιθανότητα να ενταχθεί ο όρος «οικοκτόνο» στα παραδείγματα της «ανθρωπιστικής κρίσης και την αδυναμία του κράτους να προστατεύσει τον πληθυσμό του».

Σημειώνεται ότι ο Γάλλος πρόεδρος έχει χαρακτηρίσει το περιβαλλοντικό πρόβλημα στον Αμαζόνιο «διεθνή κρίση» και αναφέρθηκε στην έννοια «οικοκτόνο», η οποία ήδη  χρησιμοποιείται σε διεθνή φόρουμ και οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένου και του ΟΗΕ. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντώνιο Γκουτιέρες, μιλώντας γι’ αυτό το ζήτημα, δήλωσε ότι «ο Αμαζόνιος πρέπει να προστατευτεί» και ότι «εν μέσω της παγκόσμιας περιβαλλοντικής κρίσης δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να συνεχίσει περαιτέρω να καταστρέφεται η τεράστια πηγή οξυγόνου και βιοποικιλότητας»[22]. Λαμβάνοντας υπόψη την σπουδαιότητα αυτού του ζητήματος, το οποίο συζητείται στα Ηνωμένα Έθνη, στις Συνόδους Κορυφής των «G7», στα ΜΜΕ και σε διεθνείς οργανισμούς, θα μπορούσε να προβλεφθεί  ότι δεν είναι και πολύ μακριά εκείνη η μέρα όπου το περιβάλλον θα αποτελέσει αντικείμενο και άλλων πιθανών διεθνών δράσεων πέραν των πιέσεων, των μποϋκοτάζ και των κυρώσεων, πρώτιστα ενάντια σε πρακτικά στρατιωτικά αδύνατες χώρες, που διαθέτουν τους πλούσιους στρατηγικούς φυσικούς πόρους του πλανήτη.

Το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής  στο δόγμα του ΝΑΤΟ

Το περιβαλλοντικό πρόβλημα αποτελεί ήδη μέρος του δόγματος του ΝΑΤΟ. Οι στρατηγικές έννοιες του ΝΑΤΟ, που εγκρίθηκαν το 2010 στην σύνοδο της Λισσαβόνας, έτυχαν νέας θεωρητικής επεξεργασίας με αναφορές στις απειλές για την ασφάλεια. Ιδιαίτερη σημασία έχει η νέα κατανόηση των απειλών για την ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένων τέτοιων ζητημάτων όπως ο κίνδυνος απαγόρευσης της πρόσβασης σε στρατηγικούς πόρους , καθώς και η κλιματική αλλαγή. Με τίτλο «Ενεργός συμμετοχή, σύγχρονη άμυνα», η στρατηγική ιδέα για την άμυνα και την ασφάλεια των μελών του Βόρειο-ατλαντικού Συμφώνου εγκρίθηκε από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων στη Λισσαβόνα.

Στο έγγραφο στο κεφάλαιο «Προϋποθέσεις ασφάλειας» αναφέρεται: «Οι βασικοί περιβαλλοντικοί περιορισμοί και η έλλειψη πόρων, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου, την κλιματική αλλαγή, την λειψυδρία και τις αυξανόμενες ενεργειακές απαιτήσεις θα διαμορφώνουν όλο και περισσότερο τις συνθήκες ασφάλειας στις περιοχές ανησυχίας του ΝΑΤΟ και θα έχουν επιπτώσεις στον προγραμματισμό και τις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ»[23]. Όχι αβάσιμα λοιπόν, ο πολιτικός επιστήμονας Καρέν Μπρουτέντς βλέπει στην παγκόσμια έλλειψη ενέργειας και τροφίμων, στην επιδείνωση του περιβάλλοντος και στις αναζητήσεις φυσικών πόρων τις πιθανές «κατευθύνσεις ρήξης των τεκτονικών πλακών σε παγκόσμιο επίπεδο»[24].

Η στρατηγική της Βορειοατλαντικής συμμαχίας διαμορφώθηκε στη βάση της έκθεσης «Το ΝΑΤΟ στο 2020: Διασφαλισμένη ασφάλεια, δυναμική δέσμευση»[25], που προετοιμάστηκε από ομάδα εμπειρογνωμόνων υπό την καθοδήγηση της πρώην Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Μαντλίν Ολμπράιτ. Σύμφωνα με την έκθεση οι κρίσεις και οι συγκρούσεις εκτός των συνόρων του ΝΑΤΟ «μπορούν να αποτελέσουν απευθείας απειλή για την ασφάλεια του εδάφους και του πληθυσμού της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας» και η «αβεβαιότητα» επιδεινώνεται με τέτοιους παράγοντες, όπως οι «σωρευτικές επιπτώσεις της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, συμπεριλαμβανομένης και της κλιματικής αλλαγής».

Στο δεύτερο μέρος αυτού του εγγράφου η περιβαλλοντική ασφάλεια ως κίνδυνος για την παγκόσμια ασφάλεια αναφέρεται μετά «τις επιθέσεις με βαλλιστικούς πυραύλους, τα κτυπήματα από διεθνείς τρομοκρατικές ομάδες και των κυβερνοεπιθέσεων διαφόρων επιπέδων βαρύτητας». Μετά την έγκριση της νέας στρατηγικής του ΝΑΤΟ ο τότε Υπουργός Άμυνας της Βραζιλίας Νέλσον Ζομπίμ περιέγραψε το ΝΑΤΟ ως έναν οργανισμό, ο οποίος «έχει την συνήθεια να επεμβαίνει σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, χρησιμοποιώντας διάφορες αφορμές»[26].

Φυσικά ο ρόλος των μεγάλων δυνάμεων, καθώς επίσης και διεθνών παραγόντων σε σχέση με τα περιβαλλοντικά προβλήματα δεν περιορίζεται στην περιοχή του Αμαζονίου και αποκτά ολοένα και περισσότερη σημασία στις διεθνείς σχέσεις. Όπως ήδη σημειώθηκε σε μια παγκόσμια τάξη πραγμάτων, όπου τα ιδιοτελή συμφέροντα δικαιολογούν την σχετικοποίηση της κυριαρχίας και όλων των τύπων στρατιωτικής επέμβασης, ελλοχεύει ο κίνδυνος  ο λόγος περί περιβάλλοντος μπορεί να εξυπηρετεί εντελώς διαφορετικούς σκοπούς, δεδομένης της τάσης για έλλειψη φυσικών πόρων σε διάφορα μέρη του πλανήτη (την οποίαν η στρατηγική του ΝΑΤΟ θεωρεί ως παράγοντα μελλοντικών προϋποθέσεων ασφάλειας).

Σύμφωνα με τον Μαρτίνωφ Μπ. Φ. τόσο η Ρωσία, όσο και η Βραζιλία «ενδέχεται στις επόμενες δεκαετίες να αντιμετωπίσουν αυξημένες φιλοδοξίες τρίτων χωρών σε σχέση με τους διαθέσιμους πλούσιους φυσικούς τους πόρους, αλλά ευρισκόμενους στις αραιοκατοικημένες περιοχές – της Σιβηρίας και του Αμαζονίου»[27]. Ωστόσο, σε αντίθεση με την Ρωσία με την τεράστια παγκόσμια προβολή της, η αμυντική πορεία της Βραζιλίας προσδιορίζεται στη βάση ιστορικών και γεωπολιτικών παραγόντων, περιοριζόμενων σε περιφερειακό επίπεδο. Θα είναι ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε κατά πόσο η σχετικοποίηση της κυριαρχίας υπό το πρίσμα της οικολογίας στη νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων, την ονομαζόμενη από τον πολιτικό επιστήμονας Λούης Αλμπέρτο Μουνίζ Μπαρέττο «παγκόσμια αταξία», θα επηρεάσει την νέα αντίληψη της Βραζιλίας για την ευπάθεια της και συγκεκριμένα την τιτλοποίηση (Σημ. μετ.: με οικονομικούς όρους – καινοτόμος μορφή χρηματοδότησης, με πολιτικούς όρους – εξύψωση ενός προβλήματος σε ζήτημα εθνικής ασφάλειας) της περιοχής του Αμαζονίου κατά τρόπον ώστε να παροτρύνεται η εφαρμογή προγραμμάτων αναχαίτησης, προβλεπόμενων από την δική της αμυντική πολιτική.

Εξωτερικές απειλές και δυνάμεις αναχαίτησης

Στις αρχές του αιώνα μας – μετά την έγκριση της «Εθνικής Στρατηγικής Άμυνας» το 2008, της «Λευκής Βίβλου για την Άμυνα» και της «Εθνικής Πολιτικής Άμυνας» το 2012 – η Βραζιλία αναγνώρισε τις απειλές, τις προερχόμενες εκτός Λατινικής Αμερικής ως την κύρια εννοιολογική παράμετρο της αμυντικής της πολιτικής και την δημιουργία μιας συμβατικής δύναμης αναχαίτησης ως επιτακτική ανάγκη στον τομέα της άμυνας Τα έγγραφα επίσης επίσημα αναγορεύουν τον Αμαζόνιο και τον Νότιο Ατλαντικό ως τους δυο κύριους γεωστρατηγικούς χώρους της χώρας.

Στην «Εθνική Στρατηγική Άμυνας» για τον Αμαζόνιο αναφέρεται: «Η Βραζιλία θα βρίσκεται σε εγρήγορση για διεκδίκηση της άνευ όρων κυριαρχίας της επί του βραζιλιάνικου Αμαζονίου. Θα αποκρούσει… οποιανδήποτε προσπάθεια πατροναρίσματος των αποφάσεων της αναφορικά με την διατήρηση, την ανάπτυξη και την προστασία του Αμαζονίου. Η Βραζιλία δεν θα επιτρέψει σε οποιεσδήποτε οργανώσεις ή άτομα να γίνουν όργανα ξένων συμφερόντων – πολιτικών ή οικονομικών – που προτίθενται να αποδυναμώσουν την βραζιλιάνικη κυριαρχία. Η Βραζιλία είναι η μόνη χώρα, που μπορεί να αναλάβει την φροντίδα για τον βραζιλιάνικο Αμαζόνιο τόσο για τα δικά της συμφέροντα, όσο και για τα συμφέροντα της ανθρωπότητας»[28].

Αυστηρά ομιλούντες, η προσπάθεια για την προστασία και την κυριαρχία επί του Αμαζονίου χρονολογείται από τον 19ον αιώνα όταν ακόμα η αυτοκρατορία της Βραζιλίας αντιστεκόταν της πίεσης των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας για παραχώρηση του ποταμού Αμαζόνιου στην διεθνή ναυσιπλοΐα, αλλά χάρη στην διπλωματία της ο ποταμός άνοιξε για την ξένη ναυτιλία το 1866 χωρίς επιπτώσεις για την εθνική κυριαρχία[29]. Πέραν από έναν αιώνα μετά, στην δεκαετία του 1980, αναγνωρίζοντας το περιβάλλον ως παράγοντα διεθνούς ασφάλειας και διαισθανόμενη την πίεση, προερχόμενη από περιβαλλοντικές οργανώσεις, η Βραζιλία ενίσχυσε την στρατιωτική παρουσία της στον Αμαζόνιο και ενέκρινε νέα έργα και επενδύσεις στην περιοχή. Την ίδια δεκαετία διάφορα κινήματα και οργανώσεις της βραζιλιάνικης κοινωνίας υπερασπίστηκαν την κυριαρχία επί του Αμαζονίου, ιδιαίτερα το Κομμουνιστικό Κόμμα Βραζιλίας με το κάλεσμα «Ο Αμαζόνιος είναι δικός μας!».

Φαίνεται ότι οι πανεθνικού επιπέδου εκστρατείες, η διπλωματία και η βελτίωση της αμυντικής ικανότητας αποτελούν εργαλεία ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης σε εθνικό επίπεδο σε μια χώρα «ήπιας ισχύος» και ενίσχυσης της ασφάλειας, αλλά δεν μπορούν να διασφαλίσουν την εθνική ασφάλεια από την στιγμή που η Βραζιλία δεν διαθέτει ικανές αποτρεπτικές δυνάμεις για να αντιμετωπίσει τις απειλές, προερχόμενες εκτός της Λατινικής Αμερικής. Παρατηρείται μια ανακολουθία μεταξύ των κατευθυντήριων αρχών που καθορίζονται με σαφήνεια στην εθνική πολιτική ασφάλειας (επεξεργάσθηκε και εγκρίθηκε στην περίοδο προεδρίας του Λούλα ντα Σίλβα) και την εφαρμογή τους. Ένεκα των περικοπών στους προϋπολογισμούς και της έλλειψης πολιτικής βούλησης η δημιουργία μιας αποτρεπτικής δύναμης προωθείται με αργούς ρυθμούς.

Μεταξύ των προγραμμάτων, προοριζόμενων για μια παγκόσμια αποτροπή, ήδη υλοποιήθηκε το SIVAM (Ολοκληρωμένο Σύστημα Ασφάλειας του Αμαζονίου) – ένα σύστημα τεχνικής και επιχειρησιακής υποδομής με στόχο τον έλεγχο του εναέριου χώρου, που αποτελεί μέρος του SIPAM (Σύστημα Προστασίας του Αμαζονίου) – ενός πολυτομεακού συστήματος επαγρύπνησης και περιφερειακής αειφόρου ανάπτυξης. Και τα δυο προγράμματα αποτελούν μέρος του σχεδιασμού «Προστατευόμενος Αμαζόνιος». Ήδη  υλοποιείται το Πρόγραμμα FX-2, που εγκρίθηκε το 2013 από την Πρόεδρο Ντιλίμα Ρούσσεφ για την κατασκευή 36 μαχητικών αεροσκαφών «Γρύπας» σε συνεργασία με σουηδική εταιρεία. Στο στάδιο της κατασκευής σε συνεργασία με την Γαλλία βρίσκεται το πρώτο βραζιλιάνικο πυρηνοκίνητο υποβρύχιο, προοριζόμενο για την εποπτεία της περιοχής του Νότιου Ατλαντικού, συμπεριλαμβανομένης και της εισόδου στον ποταμό Αμαζόνιο.

Ταυτόχρονα ακόμα δεν έχει προσδιοριστεί το πρόγραμμα για την παραγωγή πυροβόλων αντιαεροπορικής άμυνας, που έχει στρατηγική σημασία για τις χερσαίες στρατιωτικές δυνάμεις που βρίσκονται στον Αμαζόνιο. Ο σχεδιασμός «Προστατευόμενος Αμαζόνιος» προβλέπει δράσεις για την «αντιμετώπιση ενός εχθρού με μεγαλύτερη στρατιωτική ισχύ, είτε μιας χώρας είτε ενός συνασπισμού χωρών, που επιδεικνύουν επιθετικότητα με το πρόσχημα της προστασίας των υποτιθέμενων συμφερόντων της ανθρωπότητας κατά παράβαση της αναφαίρετης κυριαρχίας της Βραζιλίας στον Αμαζόνιο»[30]. Παρεμπιπτόντως η κρίση στον Αμαζόνιο θα μπορούσε να είναι μια ευκαιρία για να ανανεωθεί η συμφωνία με την Ρωσία για την αγορά αντιαεροπορικού συστήματος μικρού βεληνεκούς, η οποία είναι σε αναστολή από 2017 λόγω της πρόθεσης της Βραζιλίας να αγοράσει ένα άλλο αντιαεροπορικό σύστημα πυραύλων ισχυρότερο από το ρωσικό «Pantsir – S1».

Το ζήτημα του Αμαζονίου απαιτεί την περαιτέρω τιτλοποίηση της περιοχής μέσω μιας πανεθνικής συζήτησης με την συμμετοχή της κυβέρνησης, των πολιτικών κομμάτων, των κοινωνικών οργανώσεων και των ΜΜΕ της χώρας, λόγω του γεγονότος ότι η βραζιλιάνικη κοινωνία δυσκολεύεται να κατανοήσει το πρόβλημα, λόγω της άγνοιας  στα ζητήματα άμυνας των συνόρων, της διαφοράς μεταξύ των νόμιμων αντιδράσεων αναφορικά με την περιβαλλοντική κληρονομιά του Αμαζονίου και των παράνομων αντιδράσεων, που καταπατούν την κυριαρχία της Βραζιλίας και απειλούν την εθνική της ασφάλεια. Η ευαισθητοποίηση  σε εθνικό επίπεδο μπορεί να οδηγήσει στην στήριξη τόσο του προγράμματος αειφόρου ανάπτυξης στον Αμαζόνιο, όσο και στην αύξηση των αμυντικών δαπανών της χώρας.

Η διεθνοποίηση της συζήτησης για την περιβαλλοντική κληρονομιά του Αμαζονίου υπογραμμίζει την αναγκαιότητα για την Βραζιλία να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες στον προϋπολογισμό της από το υφιστάμενο 1,5% του ΑΕΠ (28 δις δολάρια) στο 2% του ΑΕΠ , όπως εδώ και αρκετό καιρό προτείνουν στρατιωτικοί και άλλοι ειδικοί σ’ αυτόν τον τομέα. Στην «Εθνική Πολιτική Άμυνας» αναφέρεται στους κινδύνους, που πηγάζουν από μια ανεπαρκή και ασταθή χρηματοδότηση. Παρά την υπάρχουσα σήμερα οικονομική κρίση και τις περικοπές στις κρατικές δαπάνες, θέτοντας την εθνική κυριαρχία της Βραζιλίας στην ημερήσια διάταξη και έχοντας στρατιωτικούς στην κυβέρνηση Μπολσονάρο, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Προέδρου και του Αντιπροέδρου στρατηγού Αμίλτον Μουράο θα ανέμενε κάποιος ίσως πιο συγκεκριμένες ενέργειες για την προστασία του περιβάλλοντος και την ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας.

 

[1] Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο μηνιαίο περιοδικό «Международная Жизнь» (The International Affairs) στο τεύχος Οκτωβρίου 2020.

 

[2]  URL: https://oglobo.globo.com/sociedade/macron-diz-que-debate-sobre-internacionalizacao-da-amazonia-esta-em-aberto-23905759

 

[3]  URL: https://twitter.com/jairbolsonaro/status/1165970376725319680

 

[4] URL:https://noticias.uol.com.br/ultimas-noticias/efe/2019/09/25/dilma-critica-discurso-de-bolsonaro-na-onu-vergonha-planetaria.htm

 

[5] URL:http://queimadas.dgi.inpe.br/queimadas/portal-static/estatisticas_estados/

 

[6]  Amazônia: Novos Caminhos para a Igreja e para uma Ecologia Integral // URL: http://www.sinodoamazonico.va/content/sinodoamazonico/pt.html

 

[7]  URL: https://br.sputniknews.com/brasil/2019081214379712-congelamento-de-recursos-da-alemanha-para-a-amazonia-prejudica-acordo-mercosul-ue-diz-especialista/

 

[8]   URL: http://www.fundoamazonia.gov.br/pt/home/; https://pt.wikipedia.org/wiki/Fundo_Amaz%C3%B4nia

 

[9]  URL: https://scandinavianway.com.br/noticias/post/352/noruega-bloqueia-repasse-de-mais-de-r-130-milhoes-ao-fundo-amazonia

 

[10] URL:https://www.dw.com/pt-br/alemanha-e-noruega-rejeitam-mudan%C3%A7as-na-gest%C3%A3o-do-fundo-amaz%C3%B4nia/a-49141860-0

 

[11] Σημ. μτφ.: soft power – η έννοια της «ήπιας ισχύος» διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Αμερικάνο αναλυτή διεθνών σχέσεων Joseph Nye το 1990. Αυτός ο όρος της μη βίαιης δύναμης, ορίζει την ικανότητα ενός κράτους να δομεί μια κατάσταση με τέτοιο τρόπο ώστε τα άλλα κράτη να αναπτύσσουν τις προτιμήσεις τους ή να προσδιορίζουν τα ενδιαφέροντά τους σε αρμονική θέση με τα δικά του.

 

[12]  Manual de Campanha C 124 -1 / Estratégia. Ministério da Defesa, Exército Brasileiro, Estado Maior do Exército. 2001 // URL: http://bibliotecamilitar.com.br/manual-de-estrategia-estado-maior-do-exercito/

 

[13] Σημ. μτφ. «οικοκτόνο – ecocide» – η μαζική καταστροφή της χλωρίδας ή της πανίδας, η μόλυνση της ατμόσφαιρας ή των υδάτινων πόρων, καθώς και η ανάληψη άλλων ανθρώπινων δραστηριοτήτων, που μπορούν να προκαλέσουν οικολογική καταστροφή με επιπτώσεις ακόμα και στην υγεία του ανθρώπου.

 

[14]  Mes trois propositions pour agir pour l’Amazonie. 23.08.2019 // URL: https://www.elysee.fr/emmanuel-macron/2019/08/23/foret-amazonienne-propositions-emmanuel-macron-actfortheamazon

 

[15]Carmona R. Desafios ao adensamento da projeção brasileira em seu entorno estratégico // Defesa da Amazônia – VII Enabed. São Cristóvão: UFS, 2014. P. 350.

 

[16]  Discourse: όταν στον λόγο εντάσσονται οι σχέσεις εξουσίας και άλλων ιδεολογικών μορφών υπό την επίδραση των οποίων ο λόγος αποκτά κοινωνικά σημαντική σημασία.

 

[17]Walt Stephen. Who Will Save the Amazon (and How)? // URL: https://foreignpolicy.com/2019/08/05/who-will-invade-brazil-to-save-the-amazon

 

[18]Rocha Paiva L.E. O presente e futuro da dissuasão brasileira // Defesa nacional para o século XXI – Política internacional, estratégia e tecnologia militar. Rio de Janeiro: Ipea, 2012. P. 340.

 

[19]Мартынов Б.Ф. Бразилия – гигант в глобализирующемся мире. М.: ИЛА РАН, 2008. С. 311.

 

[20]  ICRtoP – International Coalition for the Responsibility to Protect // URL:http://www.responsibilitytoprotect.org/index.php?option=com_content&view=article&id=398

 

[21]Axworthy Lloyd, Rock Allan. Amazon fires: Brazil’s President is committing ecocide. We must stop him // URL: https://www.theglobeandmail.com/opinion/article-amazon-fires-brazils-president-is-committing-ecocide-we-must-stop/

 

[22]  URL: https://twitter.com/antonioguterres/status/1164586391629705216

 

[23]  Активное участие, современная оборона. Стратегическая концепция обороны и обеспечения безопасности членов Организации Североатлантического договора. Лиссабон, 2010. C. 16 // URL: https://www.nato.int/cps/ru/natolive/official_texts_68580.htm

 

[24]Брутенц К.Н. Великая геополитическая революция. М.: Международные отношения, 2014. С. 340.

 

[25]  НАТО в 2020 году: Гарантированная безопасность, динамичное взаимодействие. Часть 2: Дальнейший анализ и рекомендации. 2010 // URL: https://www.nato.int/cps/ru/natolive/official_texts_63654.htm

 

[26]  Jobim Nelson. Conferência Internacional – O Futuro da Comunidade Transatlântica. Instituto de Defesa Nacional. Lisboa. 10.09.2010 // URL: file:///C:/Users/Proprio/Documents/DOUTORADO/PhD%20Artigos/Jobim%20 Lisboa.htm

 

[27]Мартынов Б.Ф. Бразилия на мировой арене. Внешняя политика Партии трудящихся. 2014 // Theatrum mundi // URL: http://www.intelros.ru/pdf/svobodnay_misl/2014_01/3.pdf

 

[28]  Estratégia Nacional de Defesa. 2008. P. 14 // URL: https://www2.gwu.edu/~clai/recent_events/2010/Brazil_Defense/Estrat%E9gia_Nacional_de_Defesa.pdf

 

[29]Palm R. A abertura do rio Amazonas à navegação internacional e o Parlamento brasileiro. Brasília: Fundação Alexandre de Gusmão, 2009.

 

[30]  Estratégia Nacional de Defesa. 2008. p. 27.

 

PREV

Η σοσιαλιστική στιγμή και ο ριζοσπαστισμός των μαζών

NEXT

Ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος – 80 χρόνια αποτελέσματα και συμπεράσματα