Ομιλία Γενικού Γραμματέα Κ.Ε. ΑΚΕΛ στο Τepav με θέμα “Γεωπολιτικό σκηνικό στην Ανατολική Μεσόγειο και Κυπριακό”
Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2018
Θέλω πρώτα από όλα να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση και την ευκαιρία που μου δίνετε να παρουσιάσω την άποψη του ΑΚΕΛ για το γεωπολιτικό σκηνικό στην Ανατολική Μεσόγειο. Θα εστιάσω βέβαια στην Κύπρο και τις εξελίξεις που την αφορούν.
Η γειτονιά μας, η Ανατολική Μεσόγειος, βρίσκεται στο επίκεντρο έντονων γεωπολιτικών ανακατατάξεων, ανταγωνισμών και αντιπαραθέσεων που συνοδεύονται από μια πρωτοφανή και επικίνδυνη στρατιωτικοποίηση. Αν θα ξεχωρίσουμε τα κυριότερα στοιχεία που καθορίζουν το νέο γεωπολιτικό σκηνικό στην Ανατολική Μεσόγειο θα διακρίναμε τέσσερις παράγοντες:
Πρώτο. Η ανακάλυψη σημαντικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο σε συνδυασμό με ευρύτερες ανακατατάξεις που προκαλούν αστάθεια στην παγκόσμια ενεργειακή αγορά έχουν διανοίξει τεράστιες προοπτικές και τεράστιους κινδύνους. Είναι αλήθεια ότι στην Ανατολική Μεσόγειο διεξάγεται αν όχι ο κυριότερος, ένας από τους κυριότερους ενεργειακούς ανταγωνισμούς της εποχής μας, ο οποίος θα καθορίσει σε σημαντικό βαθμό και το παγκόσμιο ισοζύγιο δυνάμεων για τις επόμενες δεκαετίες. Η προσπάθεια αξιοποίησης του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου έχει ενώπιον της δύο μεγάλες προκλήσεις. Από τη μια, τα ιδιαίτερα σύνθετα τεχνικά χαρακτηριστικά της άντλησης και της μεταφοράς. Από την άλλη το εύφλεκτο περιφερειακό σκηνικό και τις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη της περιοχής. Επιπρόσθετα, η σημαντικότητα της Ανατολικής Μεσογείου προσδιορίζεται και από το γεγονός ότι αποτελεί διαχρονικά κεντρικό κρίκο στο παγκόσμιο θαλάσσιο εμπόριο στη μεταφορά πετρελαίου.
Δεύτερο. Τα παλαιότερα ανοικτά προβλήματα της περιοχής –όπως το Μεσανατολικό, το Κυπριακό, το Κουρδικό- έχουν διασταυρωθεί με νέα ζητήματα, όπως η επέμβαση στη Συρία, η επιδρομή και ουσιαστικά η διάλυση της Λιβύης και η δράση του «Ισλαμικού Κράτους». Όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι αυτά τα ζητήματα συνδέονται ή –τουλάχιστον αξιοποιούνται- στους γεωπολιτικούς και ενεργειακούς ανταγωνισμούς.
Τρίτο στοιχείο είναι οι συνέπειες που άφησε πίσω του το σχέδιο για τη «Νέα Μέση Ανατολή» που προωθήθηκε από τις ΗΠΑ τις περασμένες δεκαετίες κάτω από το στόχο –δήθεν- του εκδημοκρατισμού των καθεστώτων της περιοχής. Ο απολογισμός του σχεδίου είναι χάος, αστάθεια και αιματοχυσίες που συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Οι επιπτώσεις αυτών των σχεδιασμών επέδρασαν και επιδρούν μέχρι σήμερα αλυσιδωτά σε ολόκληρο το σκηνικό της Ανατολικής Μεσογείου. Είναι φανερό ότι η σημερινή διακυβέρνηση των ΗΠΑ, του Ντόνανλτ Τραμπ –με τις εμπρηστικές τις αποφάσεις στο Μεσανατολικό και συνολικά στο διεθνές σύστημα ασφάλειας- ρίχνει λάδι στη φωτιά.
Τέταρτο. Οι ανταγωνισμοί αυτοί συνοδεύονται από τη στρατιωτικοποίηση με την ενίσχυση της παρουσίας ξένων δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλεπάλληλες στρατιωτικές ασκήσεις και γυμνάσια, νέες βάσεις και νέες στρατιωτικές συνεργασίες, που οδηγούν τα κράτη της περιοχής σε κούρσα εξοπλισμών. Ας μη ξεχνούμε άλλωστε ότι στο ζήτημα των στρατιωτικών εξοπλισμών υπάρχουν και τα μεγάλα συμφέροντα των πολεμικών βιομηχανιών που έχουν τους τρόπους να αναπαράγουν και να οξύνουν τον φαύλο κύκλο στρατιωτικοποίησης και ανασφάλειας.
Το ερώτημα είναι πώς λύνουμε αυτό το μεγάλο κουβάρι συμφερόντων και κινδύνων. Πώς το λύνουμε με τρόπο που να συμφέρει και να υπηρετεί τους λαούς της γειτονιάς μας, την υπόθεση της ειρήνης και της συνεργασίας; Δική μας θέση είναι ότι η αξιοποίηση του φυσικού πλούτου της Ανατολικής Μεσογείου μπορεί και πρέπει να προχωρήσει πάνω σε συγκεκριμένες παραμέτρους: Να αξιοποιείται προς όφελος των λαών με σχεδιασμό που να προσεγγίζει το φυσικό πλούτο κάθε χώρας ως ιδιοκτησία του λαού της, και ειδικότερα την ενέργεια ως δημόσιο κοινωνικό αγαθό. Να καθίσταται παράγοντας ειρήνης και περιφερειακής συνεργασίας, χωρίς αποκλεισμούς, και όχι παράγοντας έντασης και στρατιωτικοποίησης. Να βασίζεται στο σεβασμό του διεθνούς δικαίου, του δικαίου της θάλασσας και των απαράγραπτων κυριαρχικών δικαιωμάτων που προκύπτουν για κάθε κράτος. Ενδεχομένως, αυτά να ακούγονται για κάποιους ως ρομαντική συνθηματολογία. Εντούτοις, ως ΑΚΕΛ πιστεύουμε ότι είναι απολύτως πραγματοποιήσιμα αν οι κυβερνήσεις της περιοχής συνειδητοποιήσουν και ευθυγραμμιστούν με το πραγματικό συμφέρον των λαών τους. Αυτό ακριβώς προτείνουμε –ένα ρεαλιστικό και αμοιβαία επωφελές δρόμο- για το μέλλον της πατρίδας μας, της Κύπρου.
Η περίπτωση της Κύπρου είναι ένα από τα κομμάτια του παζλ της Ανατολικής Μεσογείου στο οποίο διασταυρώνονται διάφορα συμφέροντα –οικονομικά, γεωπολιτικά, ενεργειακά- μαζί με το σύνθετο ζήτημα του Κυπριακού Προβλήματος.
Πώς έχει η κατάσταση σήμερα; Στην Κύπρο, οι ενδείξεις ύπαρξης κοιτασμάτων φυσικού αερίου στο νότιο μέρος της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον μεγάλων ενεργειακών κολοσσών αλλά και γειτονικών κρατών. Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει προχωρήσει, κατά τα τελευταία χρόνια, σε ενέργειες για τη διασφάλιση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Αυτό επιδιώχθηκε με την οριοθέτηση των ΑΟΖ και άλλων συναφών συμφωνιών με γειτονικά κράτη καθώς και με την αδειοδότηση για έρευνες στα κοιτάσματά της. Εντούτοις, απέναντι σε αυτούς τους σχεδιασμούς υπάρχει η πολιτική της κυβέρνησης της Τουρκίας, που δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία αμφισβητεί αυτές τις συμφωνίες, δεν έχει υιοθετήσει τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας και θεωρεί ότι αυτοί οι σχεδιασμοί έχουν στόχο να την αποκλείσουν από τον ενεργειακό χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου αλλά και να στερήσουν από τους Τουρκοκύπριους όσα δικαιούνται από το φυσικό πλούτο της Κύπρου. Είναι επίσης γνωστό ότι τον περασμένο Φεβρουάριο τουρκικά πλοία είχαν εξωθήσει σε αποχώρηση το πλοίο-γεωτρύπανο του ιταλικού ομίλου Eni. Αυτές τις μέρες άρχισε η γεώτρηση της αμερικανικής ExxonMobile στο οικόπεδο 10, περίπου 150 χλμ. νοτιοδυτικά του νησιού.
Αυτό το σκηνικό έντασης μπορεί να επιδεινωθεί ραγδαία στους επόμενους μήνες εξαιτίας δύο παραγόντων: Πρώτον είναι η προφανής πρόθεση της Τουρκίας να προχωρήσει σε γεωτρήσεις εντός της κυπριακής ΑΟΖ με ό,τι αυτό μπορεί να προκαλέσει. Δεύτερο, χωρίς συνομιλίες για επίλυση του Κυπριακού Προβλήματος υπάρχει ο κίνδυνος (ένεκα της πολιτικής της κυβέρνησης Τραμπ για τις ειρηνευτικές αποστολές του ΟΗΕ) να μην ανανεωθεί η παρουσία της Ειρηνευτικής Δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο η οποία βρίσκεται στο νησί από το 1964 και η οποία από το 1974 επιτηρεί τη νεκρή ζώνη μεταξύ του τουρκικού στρατού και της κυπριακής Εθνικής Φρουράς. Τον ερχόμενο Γενάρη, αν δεν υπάρχει διαπραγματευτική διαδικασία, ενδέχεται να ληφθούν οριστικές αποφάσεις για δραστική μείωση ή αποχώρηση της Δύναμης, με όλους τους κινδύνους που αυτό μπορεί να συνεπάγεται.
Πώς τοποθετούμαστε σε όλα αυτά και τι προτείνουμε; Πρώτα, οφείλω να πω ότι ως Κόμμα, κι εγώ προσωπικά, έχουμε ως απαράβατη αρχή να μη διαφοροποιούμε τις θέσεις και τις δηλώσεις μας ανάλογα με το ακροατήριο, ούτε εντός ούτε εκτός Κύπρου. Πρέπει να δηλώσω και από αυτό το βήμα ότι οι προκλήσεις από τουρκικά πολεμικά πλοία στην κυπριακή ΑΟΖ, η επιθετική ρητορική και η πρόθεση για διενέργεια γεωτρήσεων εντός της κυπριακής ΑΟΖ δεν έχουν νομικό ή πολιτικό έρεισμα και σίγουρα δεν συμβάλλουν σε όσα διακηρύσονται για ειρήνη και συνεργασία. Περαιτέρω, οι ανησυχίες που εκφράζονται από την τουρκοκυπριακή πλευρά ότι οι Ελληνοκύπριοι ενεργούν μονομερώς, δεν δικαιολογούνται αφού τα εσοδα από το φυσικό αέριο δεν θα προκύψουν παρά μόνο μετά από αρκετά χρόνια, όταν θα είμαστε σε θέση να το αξιοποιήσουμε και αφού προηγουμένως καλυφθούν τα έξοδα των εμπλεκόμενων ενεργειακών κολοσσών που ανέρχονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια. Εντούτοις, ως ΑΚΕΛ δε μένουμε σε αυτά που μας χωρίζουν και διαφωνούμε. Προτείνουμε ένα δρόμο που είναι ο δρόμος της ειρήνης και της συνεργασίας, που εγγυάται τα δικιαώματα των Τουρκοκυπρίων και παράλληλα μπορεί να διασφαλίσει τις νόμιμες ανησυχίες όλων.
Κατ’ αρχάς, όταν στην ηγεσία της ελληνοκυπριακής κοινότητας βρισκόταν ο Δημήτρης Χριστόφιας, ο προκάτοχος μου στην ηγεσία του ΑΚΕΛ και στην ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, έγινε κατορθωτό στις διακοινοτικές διαπραγματεύσεις να επιτευχθούν σημαντικές συγκλίσεις για το περιεχόμενο της λύσης του Κυπριακού, συμπεριλαμβανομένων των ζητημάτων των θαλάσσιων ζωνών, των φυσικών πόρων και της κατανομής των ομοσπονδιακών εσόδων. Συμφωνήθηκε ότι όλες οι θαλάσσιες ζώνες, συμπεριλαμβανομένης της ΑΟΖ και τα θέματα των φυσικών πόρων, θα συνιστούν αρμοδιότητα του κεντρικού ομοσπονδιακού κράτους. Αυτό υπογραμμίζει τη μία κυριαρχία, την ενότητα και τη διεθνή προσωπικότητα της ενωμένης Κυπριακής Δημοκρατίας, κάτι που αποτελεί πάγια έγνοια της ελληνοκυπριακής κοινότητας. Αυτή η σύγκλιση είναι επωφελής ταυτόχρονα και για τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας, αφού το γεγονός ότι η ΑΟΖ και οι φυσικοί πόροι θα συνιστούν ομοσπονδιακή αρμοδιότητα σημαίνει ότι το φυσικό αέριο ανήκει και στις δύο κοινότητες ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι ανακαλύφθηκε απέναντι από τις νότιες ακτές του νησιού. Αν προσμετρηθεί επίσης ότι το φυσικό αέριο με βάση τη σχετική σύγκλιση θα συμπεριλαμβάνεται στα ομοσπονδιακά έσοδα, η κατανομή των οποίων έχει σχεδόν ήδη συμφωνηθεί, γίνεται ξεκάθαρο ότι πρόκειται για αμοιβαία επωφελή σύγκλιση, με κομβική σημασία για όσα τεκταίνονται. Δεν είναι τυχαίο που ο ίδιος ο ΓΓ του ΟΗΕ έχει αναφερθεί σε αυτή τη σύγκλιση. Συνεπώς τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων είναι εγγυημένα.
Κατά δεύτερο, γνωρίζουμε ότι η Τουρκία επιδιώκει να έχει θέση στον ενεργειακό χάρτη της περιοχής. Αυτός ο ρόλος δεν μπορεί να αποκτηθεί με λογικές στρατιωτικής επιβολής και με το δίκαιο του ισχυρού, σε βάρος των συμφερόντων των γειτονικών κρατών. Μπορεί να αποκτηθεί αυτός ο ρόλος καθώς θα λύνονται οι ανοικτές διαφορές που υπάρχουν με τα γειτονικά της κράτη, συμπεριλαμβανομένου του άλυτου ζητήματος της κατοχής και διαίρεσης της Κύπρου. Ως ΑΚΕΛ, είμαστε έτοιμοι, μετά τη λύση του Κυπριακού να στηρίξουμε μια συζήτηση Κύπρου-Τουρκίας που θα διερευνήσει με κριτήρια οικονομικής βιωσιμότητας, την επιλογή της κατασκευής αγωγού, τόσο για δική της χρήση όσο και για διοχέτευση φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.
Όσον αφορά το ζήτημα της οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου-Τουρκίας πρόκειται για ζήτημα που προφανώς μόνο μετά τη λύση του Κυπριακού μπορεί να συζητηθεί και δεν συνιστά αντικείμενο των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό. Σε κάθε περίπτωση όμως, η άποψη μας είναι ότι η Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας είναι το εργαλείο που μπορεί να δώσει δίκαιες και σύννομες λύσεις στην όποια διαφορά και αμφισβήτηση.
Τρίτο. Ως ΑΚΕΛ έχουμε ξεκάθαρη θέση ότι η Κυπριακή Δημοκρατία έχει κάθε δικαίωμα να ασκήσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα και τους ενεργειακούς σχεδιασμούς που απορρέουν από αυτά. Ότι, επίσης, η περιφερειακή και αμοιβαία επωφελής συνεργασία με όλα τα κράτη της περιοχής είναι ευπρόσδεκτη. Ταυτόχρονα όμως, έχουμε ταχθεί ξεκάθαρα ενάντια στη στρατιωτικοποίηση των ενεργειακών συνεργασιών στη Μεσόγειο, στις στρατιωτικές ασκήσεις και συνεργασίες της Κυπριακής Δημοκρατίας με το Ισραήλ του οποίου μάλιστα ο στρατός είναι κατοχική δύναμη εδώ και δεκαετίες στα παλαιστινιακά εδάφη. Ως ΑΚΕΛ έχουμε τονίσει ότι η καλλιέργεια ιδεολογημάτων για τη δημιουργία ενός αντιτουρκικού τόξου μεταξύ Κύπρου-Ισραήλ και άλλων χωρών μπορεί να ηχεί ωραία στα αυτιά του εθνικιστικού ακροατηρίου, αλλά αυτές οι λογικές κρύβουν τεράστιους κινδύνους, νέους κύκλους ανασφάλειας και κατά την άποψη μας πολλες αυταπάτες. Η ανασφάλεια που δικαιολογημένα νιώθουν οι Ελληνοκύπριοι δεν θα λυθεί με στρατιωτικοποίηση, στρατιωτικές συνεργασίες με το Ισραήλ και ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις ή πόσο μάλλον με ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ. Αντίστοιχα, ούτε το αίσθημα ανασφάλειας που νιώθουν οι Τουρκοκύπριοι θα λυθεί με νέα ένταση της στρατιωτικοποίησης από πλευράς Τουρκίας. Ασφάλεια μας είναι η ειρήνη. Για την Κύπρο και τους Κύπριους, ειρήνη σημαίνει πρώτα από όλα επανένωση του νησιού και του λαού της.
Όλα αυτά λοιπόν καθιστούν αδιαμφισβήτητο ότι η λύση του Κυπριακού στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου και των παραμέτρων του ΟΗΕ είναι επιτακτική ανάγκη. Μόνο αυτή θα ξεκλειδώσει και θα αποκλιμακώσει το σκηνικό. Μόνο η λύση θα μετατρέψει τους κινδύνους σε προοπτική για τους λαούς και τις χώρες μας και ευρύτερα για την περιοχή. Αυτό ελπίζουμε ότι θα συνειδητοποιήσει και η κυβέρνηση της Τουρκίας.
Ως ΑΚΕΛ επιμένουμε με συνέπεια και αταλάντευτα ότι αυτό που προέχει σήμερα είναι η επανέναρξη των συνομιλιών στο Κυπριακό από το σημείο που διακόπηκαν στο Κραν Μοντανά, στη βάση του Πλαισίου Γκουτέρες. Για αυτό και η προτροπή μας προς τους ηγέτες των δύο κοινοτήτων της Κύπρου, κ.κ. Αναστασιάδη και Ακκιντζί είναι να ανταποκριθούν θετικά στις εκκλήσεις του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ ώστε να συμφωνηθούν οι όροι αναφοράς και να επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις. Εκεί θα κριθεί ασφαλώς και η Τουρκία. Δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο ούτε για άνοιγμα ζητημάτων που είναι ήδη συμφωνημένα. Δεν μπορούμε, επίσης, να διανοηθούμε ή να αποδεχθούμε οποιαδήποτε εκτροπή από το πλαίσιο του ΟΗΕ για τη λύση του Κυπριακού ή οποιεσδήποτε σκέψεις –από όπου κι αν προέρχονται- για «λύση δύο κρατών» και συνομοσπονδίας, δηλαδή διχοτόμησης.
Μια λύση αρχών στο Κυπριακό, στη βάση διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας, με μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια, μία διεθνή προσωπικότητα και με πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων όπως καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ, είναι η μόνη οδός ώστε Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι να μπορούν να αισιοδοξούν για το μέλλον τους και το μέλλον των παιδιών τους. Το μέλλον της κοινής μας πατρίδας. Αφήνοντας πίσω τα δόγματα που λένε ότι «η Κύπρος είναι ελληνικό νησί» ή ότι είναι «προέκταση της Ανατολίας» και τις αντιλήψεις για «μητέρες πατρίδες». Αφήνοντας πίσω το αναχρονιστικό καθεστώς των εγγυητριών δυνάμεων πάνω στην Κύπρο, την κατοχή και τη διαίρεση. Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι –σοφότεροι μέσα από τα διδάγματα της Ιστορίας- μπορούμε να διαφεντεύουμε την κοινή μας πατρίδα, χωρίς κηδεμόνες.
Σε ένα κόσμο και σε μια εποχή ανταγωνισμών και συγκρούσεων, η ελεύθερη και επανενωμένη Κύπρος θα αναδυθεί ως υπόδειγμα όπου δύο κοινότητες με διαφορετική γλώσσα, εθνότητα, θρησκεία και με μια οδυνηρή ιστορική κληρονομιά συμβιώνουν αρμονικά μέσα στην κοινή τους πατρίδα και συνδιαχειρίζονται το κοινό τους κράτος. Δύο κοινότητες που -ως ένας λαός, ως μια πατρίδα- θα προσθέσουμε τις δυνάμεις μας και θα πολλαπλασιάσουμε τη δυναμική και την προοπτική της χώρας μας. Η Κύπρος, ένα από τα πιο στρατιωτικοποιημένα σημεία του πλανήτη, θα απαλλαγεί από στρατούς, ναρκοπέδια, εξοπλισμούς, συρματοπλέγματα και οδοφράγματα και θα γίνει παράδειγμα ειρήνης και ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό δεν είναι απλώς όραμα. Είναι άμεσος στρατηγικός στόχος. Που υπηρετεί τους λαούς της Κύπρου, της Ελλάδας και της Τουρκίας. Που υπηρετεί την ειρήνη και ανοίγει δρόμους συνεργασίας που σήμερα είναι αδιανόητοι.
Ολοκληρώνοντας, θα ήθελα να επιστρέψω στη συνολική κατάσταση της Ανατολικής Μεσογείου. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η μοίρα των χωρών της περιοχής είναι συνδεδεμένη και όσα συμβαίνουν δίπλα μας –αργά ή γρήγορα- φτάνουν και στη δική μας πόρτα. Ζητήματα όπως: η επίλυση του Μεσανατολικού με τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967 και με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ. ο τερματισμός της αιματοχυσίας στη Συρία με αποκατάσταση της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας. η αποπυρηνικοποίηση της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής για την οποία παλεύουν τα φιλειρηνικά κινήματα πολλών χωρών της περιοχής, είναι ορισμένα μόνο από τα μεγάλα διακυβεύματα που έχει ενώπιον της η γειτονιά μας. Διακυβεύματα και στόχοι που αν έχουν θετική έκβαση μπορούν να αλλάξουν ριζικά ολόκληρο το τοπίο στην Ανατολική Μεσόγειο.
Με αυτές τις σκέψεις θέλω να σας ευχαριστήσω ξανά για την πρόσκληση αυτή. Εύχομαι ότι θα ακολουθήσει μια γόνιμη και παραγωγική συζήτηση.