Ομιλία Γενικού Γραμματέα ΑΚΕΛ Στέφανου Στεφάνου σε συνάντηση με τους Πρέσβεις των διπλωματικών αποστολών στην Κύπρο
9 Σεπτεμβρίου 2021, Λευκωσία (The Landmark Hotel)
Είναι μεγάλη η χαρά μας που μετά από σχεδόν δύο χρόνια έχουμε τη δυνατότητα να δώσουμε συνέχεια στο θεσμό των μεταξύ μας συναντήσεων. Θα θέλαμε να σας ευχαριστήσουμε για τη συμμετοχή σας και την ευκαιρία που μας δίνετε να σας ενημερώσουμε αναφορικά με τις θέσεις του ΑΚΕΛ για όσα σημαντικά γεγονότα έχουν μεσολαβήσει γύρω από το Κυπριακό. Ταυτόχρονα, μας παρέχεται η ευκαιρία να αναπτύξουμε σε μεγαλύτερη λεπτομέρεια τη δική μας προσέγγιση ως προς τις δυνατότητες και τους τρόπους επαναφοράς του προβλήματος σε πορεία επίλυσης.
Έχουμε πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι σήμερα η ανθρωπότητα ταλανίζεται από πολλαπλά, επείγοντα και δυσεπίλυτα προβλήματα και για αυτό εκτιμούμε ακόμη περισσότερο την εδώ παρουσία σας και το ενδιαφέρον που δείχνετε για το Κυπριακό. Η κατάσταση στο Αφγανιστάν έρχεται να επιβαρύνει την πολυπλοκότητα των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και Ασίας, τις πολυσύνθετες τριβές και συγκρούσεις που βασανίζουν τους λαούς της περιοχής και στις οποίες διαπλέκονται ισχυρές παγκόσμιες δυνάμεις. Η ανθρωπιστική καταστροφή που συντελείται και οδηγεί πολλές χιλιάδες ανθρώπων στην αναζήτηση οδών επιβίωσης, η επιβάρυνση του οικοσυστήματος από τις οπλικές συγκρούσεις, οι ελλείψεις σε είδη πρώτης ανάγκης είναι μόνο μερικές από τις μεγάλες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά η διεθνής κοινότητα.
Με αφετηρία μια αντικειμενική προσέγγιση της κατάστασης αυτής, κάποιος θα μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το Κυπριακό παύει να αποτελεί προτεραιότητα για τη διεθνή κοινότητα. Μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση όμως καταδεικνύει ότι η λύση του Κυπριακού θα βοηθούσε στη γενικότερη ομαλοποίηση στην περιοχή. Ειδικότερα, αν αναλογιστεί κανείς ότι θα επιτρέψει την αντιμετώπιση προβλημάτων που με άλυτο το Κυπριακό περιπλέκονται. Δεν θα σταθώ στο γεγονός ότι η Τουρκία επιχειρεί να εδραιώσει την ηγεμονική της παρουσία στην περιοχή έχει επιδοθεί σε μια πολυεπίπεδη εξωτερίκευση των στοχεύσεών της, εδραιώνει την παρουσία της στη αφρικανική ήπειρο και εκτείνει την παρέμβασή της σε συγκρούσεις όπως στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Θα υπογραμμίσω όμως ότι προβαίνει σε εκβιαστικές παράνομες ενέργειες στα ενεργειακά στην Ανατολική Μεσόγειο, προχωρεί στη δημιουργία περαιτέρω σύγχρονων στρατιωτικών δομών στην κατεχόμενη Κύπρο και δημιουργεί διχοτομικά τετελεσμένα. Όσο η Τουρκία συνεχίζει να υπονομεύει την επίλυση του Κυπριακού, είναι προφανές ότι θα συνεχίσει να πλήττει γενικότερα την προοπτική της αποκατάστασης της σταθερότητας και της ομαλοποίησης των διεθνών σχέσεων στην περιοχή. Γεγονός που πρέπει να αφορά όλους όσων τα καλώς νοούμενα συμφέροντα διαπλέκονται με την περιοχή μας, περιλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της.
Μέσα στα σημερινά δεδομένα, η λύση του Κυπριακού φαντάζει ίσως πιο απομακρυσμένη από ποτέ. Και όμως, όσο δύσκολη κι αν φαίνεται εκ πρώτης όψεως, υπό τις σωστές προϋποθέσεις μπορεί να επιτευχθεί σύντομα και μάλιστα πιο εύκολα από άλλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η διεθνής κοινότητα. Αυτό αποδεικνύει η πρόσφατη διαπραγματευτική εμπειρία στο Κραν Μοντανά το 2017, όπου είχαμε φτάσει καθ’ ομολογία και του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ σε μια ιστορική ευκαιρία για συνολική επίλυση του Κυπριακού. Κάτι που δεν είπε τυχαία. Παρά τα διαφορετικά αφηγήματα όσων μετείχαν στη Διάσκεψη, τα οποία είχαμε την ευκαιρία να αναλύσουμε σε προηγούμενη συνάντησή μας, όλοι ανεξαιρέτως παραδέχονται ότι στο Κραν Μοντανά είχαμε φτάσει πολύ κοντά σε λύση των βασικών πτυχών του Κυπριακού. Συνεπώς, αν συνεχίσουμε από εκεί που είχαμε μείνει, μια σύντομη λύση του Κυπριακού είναι ρεαλιστική. Αυτή άλλωστε υπήρξε για τέσσερα χρόνια η θέση του ίδιου του κ. Γκουτέρες, καθώς και του Συμβουλίου Ασφαλείας. Αυτό ακριβώς υποστηρίζουμε ότι πρέπει να γίνει τώρα, να εργαστούμε δηλαδή όλοι για να καταστεί εφικτή η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων από το σημείο που είχαν μείνει. Δυστυχώς αυτό δεν έγινε κατορθωτό τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Ως αποτέλεσμα, το Κυπριακό εισήλθε σε μια επικίνδυνη περίοδο παθητικής παρέλευσης του χρόνου. Ακολούθησε η πλήρης αποθράσυνση της Άγκυρας, με αποκορύφωμα τις προκλητικές και παράνομες δραστηριότητές της στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, τις έκνομες μεθοδεύσεις στην Αμμόχωστο και την επίσημη επιστροφή στη θέση για λύση δύο κρατών.
Από πολύ νωρίς και έχοντας υπόψη την ιστορική εμπειρία του Κυπριακού είχαμε συμβουλεύσει τον Πρόεδρο να αναλάβει πρωτοβουλίες που να υπηρετούν την προοπτική επανέναρξης των διαπραγματεύσεων από εκεί που είχαν μείνει στο Κραν Μοντανά, αφού μόνο έτσι θα μπορούσε να μπει φρένο στις συνεχείς προκλήσεις και παράνομες ενέργειες της κατοχικής δύναμης. Σε περίπτωση που η Τουρκία δεν ανταποκρινόταν θετικά, τότε οι ευθύνες για το αδιέξοδο θα καταλογίζονταν εξ’ ολοκλήρου σ’ αυτήν και πλέον θα ήταν ξεκάθαρο διεθνώς ποιος έχει την ευθύνη για την κατάσταση. .
Δυστυχώς δεν εισακουστήκαμε. Η άποψή μας είναι ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια δεν υπήρξε μια συγκροτημένη και συνεπής πολιτική από μέρους τους ΠτΔ, η οποία να αξιοποιεί κάθε δυνατότητα για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. Κυριάρχησαν οι παλινδρομήσεις του Προέδρου Αναστασιάδη, η πρόταξη «νέων ιδεών» που αναιρούσαν προηγούμενες βασικές συγκλίσεις και οδήγησαν στη μάταιη αναζήτηση «όρων αναφοράς» για επανέναρξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας, καθώς επίσης και η εμπλοκή σε μια διαδικασία επίρριψης ευθυνών, με αποτέλεσμα να μην έχει πειστεί ο ΓΓ του ΟΗΕ για την προοπτική επανέναρξης μιας διαπραγμάτευσης που να έχει νόημα. Η θέση του Προέδρου Αναστασιάδη για συνέχιση των διαπραγματεύσεων από το σημείο που είχαν μείνει (την Κοινή Διακήρυξη του 2014, τις συγκλίσεις που είχαν επιτευχθεί μέχρι και το Κραν Μοντανά και το Πλαίσιο Γκουτέρες της 30ης Ιουνίου) η οποία εκφράστηκε και κατά την τελευταία άτυπη διάσκεψη της Γενεύης, δεν είναι πειστική γιατί όλες οι «νέες ιδέες» που συνεχίζει να υποστηρίζει ο κ. Αναστασιάδης επί της ουσίας αμφισβητούν βασικές πτυχές όσων είχαν συμφωνηθεί.
Όλες αυτές οι παλινδρομήσεις και οι επικίνδυνοι πειραματισμοί δίνουν την ευκαιρία στην Τουρκία και στον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ερσίν Τατάρ να εκμεταλλεύονται το διαπραγματευτικό κενό, να συνεχίζουν σχεδόν ανενόχλητοι τις μεθοδεύσεις τους στην ΑΟΖ και στην Αμμόχωστο και να επιμένουν σε λύση δύο κρατών. Πόσο μάλλον που προϊόντος του χρόνου, αυτές οι μεθοδεύσεις καθιστούν εξ’ αντικειμένου εξαιρετικά δύσκολη την προσπάθεια για λύση του Κυπριακού. Όσα συμβαίνουν στην Αμμόχωστο τεκμηριώνουν τους πιο πάνω φόβους. Αν εποικιστεί μια πόλη ακατοίκητη σχεδόν για μισό αιώνα, ποιος θα πιστεύει ότι είναι πλέον εφικτή μια συνολική διευθέτηση του Κυπριακού;
Στην πολιτική υπάρχει ένα αξίωμα: κάθε πολιτική κρίνεται όχι από τις όποιες προθέσεις και εξαγγελίες, αλλά από το αποτέλεσμά της. Η άγονη παρέλευση του χρόνου τα τελευταία τέσσερα χρόνια οδήγησε το Κυπριακό σε πρωτοφανές τέλμα με αρνητικότατες εξελίξεις επί του εδάφους και τροχοδρόμηση επικίνδυνων διολισθήσεων ως προς το περιεχόμενο της λύσης. Κανένας δεν μπορεί να παραγνωρίζει αυτές τις επιπλοκές. Πολύ περισσότερο που σήμερα βρισκόμαστε προ του φάσματος της οριστικής διχοτόμησης.
Το ερώτημα όμως που συνακόλουθα τίθεται ενώπιόν μας είναι συγκεκριμένο. Κατά πόσο στο όνομα της εξεύρεσης μιας κοινής συνισταμένης πρέπει να καταστρέψουμε ένα διαπραγματευτικό κεκτημένο στο οποίο καταλήξαμε μέσα από δεκαετίες συζητήσεων, κάτι που βεβαίως δεν μπορεί να γίνει προσεγγίζοντας απαράδεκτες τουρκικές αξιώσεις. Οφείλω να επισημάνω ότι οι λεγόμενες «νέες ιδέες» τρίτων, δεν είναι καθόλου νέες. Πάνε τουλάχιστον τριάντα χρόνια πίσω. Και εξηγούμαι: ήταν πάγια θέση του πρώην ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας Ραούφ Ντενκτάς, ο οποίος επέμενε σε αναγνώριση δύο κρατών στην Κύπρο ως προϋπόθεση για διαπραγμάτευση ενώ και οι θέσεις που εξέφραζε ήταν μάλλον συνομοσπονδιακές παρά ομοσπονδιακές. Η ομοιότητα με τις λεγόμενες «νέες ιδέες» τρίτων είναι εκπληκτική. Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες γιατί δεν θέλω να δίνω υπόσταση σε τέτοιες μεθοδεύσεις και αρκούμαι να υπογραμμίσω ότι αυτές οι απόψεις του κ. Ντενκτάς είχαν απορριφθεί κατηγορηματικά και με άρτια τεκμηριωμένο τρόπο από δύο διαδοχικούς Γενικούς Γραμματείς των Ηνωμένων Εθνών, τον Πέρεζ Ντε Κουεγιάρ και τον Μπούτρος Μπούτρος Γκάλι. Αν επικρατήσουν τέτοιες αντιλήψεις, το μόνο αποτέλεσμα θα είναι μια νέα ατελέσφορη προσπάθεια που διαρκέσει άλλες τόσες δεκαετίες.
Είναι για όλους αυτούς τους λόγους που ο κ. Γκουτέρες ήταν απόλυτα ορθός όταν επέμενε σε δύο στοιχεία: σε συνέχιση των διαπραγματεύσεων από το σημείο που είχαν μείνει στο Κραν Μοντανά και σε αξιοποίηση του φυσικού αερίου ως καταλύτη για λύση του Κυπριακού. Το ΑΚΕΛ, ως υπεύθυνο και σοβαρό κόμμα που εργάζεται με συνέπεια για λύση εντός του συμφωνημένου πλαισίου, ποτέ δεν εμμένει σε μια άποψη χωρίς αυτή να συνοδεύεται από συγκεκριμένες εισηγήσεις. Και είναι γι’ αυτό ακριβώς που υπέβαλε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ολοκληρωμένη πρόταση πριν από ένα σχεδόν χρόνο.
Η πρόταση του ΑΚΕΛ υπηρετεί δύο βασικούς στόχους. Αρχικά, προτείνουμε όπως ακολουθηθούν συγκεκριμένα βήματα τα οποία μπορούν να πείσουν ότι είναι ειλικρινής η διακηρυγμένη ετοιμότητα για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων στη συμφωνημένη βάση λύσης δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα όπως αυτή καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και από το σημείο που είχαν μείνει με το τέλος της Διάσκεψης στο Κραν Μοντανά. Επειδή αντιλαμβανόμαστε ότι στις παρούσες συνθήκες επιβάλλεται να δώσουμε σοβαρά κίνητρα ώστε να επαναφέρουμε τις συνομιλίες στις ράγες του Κραν Μοντανά, υποβάλαμε και την πρόταση για το φυσικό αέριο.
Η πρόταση για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων αρχίζει με την υπογράμμιση της επιμονής μας σε λύση δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, όπως αυτή καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του ΣΑ, χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Εκφράζουμε την ετοιμότητά μας να συνεχίσουμε τη διαπραγμάτευση από εκεί που είχε μείνει με την Κοινή Διακήρυξη του 2014, το Πλαίσιο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ και τις συγκλίσεις. Για ευνόητους λόγους, επαναβεβαιώνουμε ειδικότερα την ισχύ των συγκλίσεων που αφορούν στην πολιτική ισότητα και ειδικότερα την αποτελεσματική συμμετοχή, περιλαμβανομένης της εκ περιτροπής προεδρίας με διασταυρούμενη και σταθμισμένη ψήφο καθώς της μίας θετικής τουρκοκυπριακής ψήφου για λήψη οποιασδήποτε απόφασης από το Υπουργικό Συμβούλιο. Τέλος, εκφράζουμε ετοιμότητα να υποβάλουμε στον κατάλληλο χρόνο γεφυρωτικές προτάσεις όχι για ήδη συμφωνημένες συγκλίσεις αλλά μόνο για τα εκκρεμούντα θέματα του Πλαισίου των Έξι Σημείων, με στόχο τη σύντομη κατάληξη σε στρατηγική συναντίληψη. Είναι αυτονόητο ότι αν επιτευχθεί αυτός ο στόχος η σύντομη συνολική διευθέτηση θα καταστεί αναπόδραστη.
Το δεύτερο σκέλος της πρότασής μας, που αφορά το φυσικό αέριο και τις θαλάσσιες ζώνες ξεκινά με επαναβεβαίωση των σχετικών συγκλίσεων. Σύμφωνα με αυτές οι θαλάσσιες ζώνες θα συνιστούν ομοσπονδιακή αρμοδιότητα (συνεπώς, θέμα το οποίο θα συνδιαχειρίζονται οι δύο κοινότητες), οι φυσικοί πόροι επίσης θα αποτελούν ομοσπονδιακή αρμοδιότητα (στους οποίους εξ ορισμού περιλαμβάνεται το φυσικό αέριο), και ρυθμίζεται η κατανομή των ομοσπονδιακών εσόδων (στα οποία θα περιλαμβάνονται τα έσοδα από τους υδρογονάνθρακες). Οι συγκεκριμένες συγκλίσεις συνιστούν ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο, το οποίο με τη λύση του Κυπριακού ρυθμίζει συνολικά τα ζητήματα των θαλάσσιων ζωνών στη βάση του διεθνούς δικαίου, της διαχείρισης του θέματος των υδρογονανθράκων και της κατανομής των εσόδων από αυτούς. Δεν αρκεστήκαμε μόνο στις συγκλίσεις, αλλά λάβαμε υπόψη και την ανησυχία της τουρκοκυπριακής πλευράς ότι αυτά αφορούν μόνο το τι θα γίνεται μετά τη λύση και δεν προνοούν ο,τιδήποτε για πριν τη λύση. Ως εκ τούτου εισηγούμαστε με την κατάληξη σε στρατηγική συναντίληψη να συζητηθεί το ζήτημα της εμπλοκής των Τουρκοκυπρίων στα θέματα του φυσικού αερίου συναντώντας έτσι μια πάγια αξίωσή τους. Αυτό συνιστά ένα πολύ σημαντικό βήμα και κίνητρο για την τουρκοκυπριακή πλευρά. Ταυτόχρονα, διευκρινίζουμε ότι με τη λύση του Κυπριακού θα δημιουργηθεί ομοσπονδιακό ταμείο υδρογονανθράκων, το οποίο θα διαδεχθεί το ήδη υφιστάμενο Ταμείο, από το οποίο δεν επιτρέπονται εκταμιεύσεις.
Όσο αφορά τα κίνητρα προς την Τουρκία, εισηγούμαστε όπως μετά την συνολική διευθέτηση του Κυπριακού, η ενωμένη Δημοκρατία της Κύπρου και η Τουρκία αρχίσουν διαπραγμάτευση με στόχο την οριοθέτηση της ΑΟΖ στη βάση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας. Διευκρινίζουμε μάλιστα ότι ανεξαρτήτως της πορείας των διαπραγματεύσεων για οριοθέτηση, μετά την θέση σε ισχύ της συμφωνίας για συνολική διευθέτηση του Κυπριακού η ενωμένη Δημοκρατία της Κύπρου και η Τουρκία θα αρχίσουν συνομιλίες για σύναψη αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας αναφορικά με την όδευση αγωγού φυσικού αερίου προς την Τουρκία, εφόσον υπάρχει πρόσφορο έδαφος από οικονομικής και τεχνικής σκοπιάς (είτε αφορά δική της χρήση είτε μεταφορά προς άλλους προορισμούς). Καταληκτικά, σημειώνουμε ότι με τη συνολική διευθέτηση του Κυπριακού η ομοσπονδιακή Δημοκρατία δεν θα φέρει οποιαδήποτε προσκόμματα στη συμμετοχή της Τουρκίας στους ευρύτερους ενεργειακούς σχεδιασμούς στην περιοχή.
Παρότι αναγνωρίζουμε πως δεν μπορεί να εγγυηθεί κανείς ότι αν οι προτάσεις μας γίνουν αποδεκτές η Τουρκία και ο κ. Τατάρ θα συνεργαστούν για επανέναρξη των ουσιαστικών διαπραγματεύσεων και για κατάληξη σε λύση εντός του συμφωνημένου πλαισίου, είμαστε πεπεισμένοι, ότι τουλάχιστον θα πιεστούν προς αυτή την κατεύθυνση γιατί αν δεν το πράξουν θα μείνουν εκτεθειμένοι. Αν όλοι δώσουμε το αναγκαίο βάρος σε αυτή την πρόταση, που το μόνο που κάνει είναι να συγκεκριμενοποιεί επίμονες εισηγήσεις του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, μπορούμε να ευελπιστούμε ότι θα υπάρξει προοπτική διάρρηξης του σημερινού αδιεξόδου. Αυτός είναι ο πιο ασφαλής και αποτελεσματικός τρόπος για να αντιμετωπιστεί το ντελίριο αδιαλλαξίας τους Τουρκίας και όχι ιδέες που θα μας σύρουν σε αναποτελεσματικές συζητήσεις του μακρινού παρελθόντος.
Πέραν βέβαια της πρότασης αυτής, υπάρχει και μια άλλη διάσταση του Κυπριακού προβλήματος που πολλές φορές κάποιοι αδυνατούν να κατανοήσουν. Πρόκειται για την εμπιστοσύνη που πρέπει να υπάρχει και να καλλιεργείται ανάμεσα στις δύο κοινότητες, τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο και ανάμεσα στους ανθρώπους. Αν αυτή η σχέση αφεθεί στη φθίνουσα πορεία που έχει πάρει τα τελευταία χρόνια, τότε πιθανόν αυτή να καθορίσει και την προοπτική της επανένωσης της Κύπρου. Ιστορικά το ΑΚΕΛ υπήρξε το κόμμα της επαναπροσέγγισης, το κόμμα που εργαζόταν για να εμπεδωθεί στην ελληνοκυπριακή κοινότητα η σημασία της φιλίας, της αδελφικότητας και της συνεργασίας με τους Τουρκοκύπριους. Ουδέποτε το ΑΚΕΛ, ακόμη και σε δύσκολα χρόνια, συμμετείχε στις προβοκατόρικες ή εγκληματικές ενέργειες που στόχευαν Τουρκοκύπριους. Συνειδητοποιούμε λοιπόν στο μέγιστο δυνατό βαθμό τη σημασία που έχει ο κοινός αγώνας των δύο κοινοτήτων προς την κατεύθυνση της λύσης. Και είναι για αυτό που ακόμη και μεσούσης της πανδημίας με όσες αντικειμενικές δυσκολίες έπρεπε να αντιπαρέλθουμε, εντείναμε την προσπάθεια προσέγγισης και επαφής με τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας. Δεν θα επαναλάβω όλα όσα πράξαμε, νομίζω όμως ότι χρήζουν αναφοράς η αδιάκοπη συνεργασία μας με προοδευτικά τουρκοκυπριακά κόμματα, οι κοινές παρουσιάσεις γύρω από πτυχές του Κυπριακού, οι κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από την άτυπη διάσκεψη της Γενεύης, καθώς επίσης και η προγραμματισμένη για τις 3 Οκτωβρίου κινητοποίηση που διοργανώνουμε με τη συμμετοχή δυνάμεων της λύσης κι από τις δύο κοινότητες. Επιπρόσθετα, όπως γνωρίζετε, οι δράσεις μας υπέρ δικοινοτικών πρωτοβουλιών δεν περιορίζονται στα στενά γεωγραφικά όρια της Κύπρου. Ενδεικτικά αναφέρω ότι κάθε χρόνο με παρεμβάσεις μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διεκδικούμε την ανανέωση κονδυλίων που να επιτρέπουν την συνέχιση του έργου τόσο της ΔΕΑ όσο και της τεχνικής επιτροπής για την Πολιτιστική Κληρονομιά. Ταυτόχρονα, μεριμνούμε ώστε κάποιες από τις αποστολές μας στις Βρυξέλλες να είναι δικοινοτικές.
Για το ΑΚΕΛ το Κυπριακό δεν αποτελεί πεδίο άντλησης πρόσκαιρου κομματικού κέρδους. Η επίλυσή του αποτελεί κεντρικό άξονα της πολιτικής μας διαχρονικά, γιατί με αυτήν συνδέεται η επιβίωση του λαού μας, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, στην κοινή μας πατρίδα. Τούτη την ώρα που το διακύβευμα, όπως ξεκάθαρα ξεδιπλώνεται μπροστά μας είναι η ομοσπονδιακή λύση ή η διχοτόμηση, το κάλεσμα που σας απευθύνουμε είναι να αξιολογήσετε όσα σας παραθέσαμε αναφορικά με τη σημασία της διαφύλαξης του κεκτημένου των συγκλίσεων. Αυτές αποτελούν το μοναδικό αποτελεσματικό τρόπο για να επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις με προοπτική σύντομης επιτυχούς κατάληξης. Αν είναι κάτι που όλοι μπορούμε να πράξουμε, στο βαθμό που μας αναλογεί, είναι να βοηθήσουμε όσο μπορούμε για να επιλύσουμε ένα από τα πολλά και σημαντικά προβλήματα που ταλανίζουν τη διεθνή κοινότητα.
09/09/2021