Ομιλία Γενικού Γραμματέα της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ, Άντρου Κυπριανού στη συνάντηση με Φορείς και ανθρώπους του Πολιτισμού
Δευτέρα 19 Απριλίου 2021, και ώρα 13:00 Σωματείο «Ειρήνη», Πλατύ Αγλαντζιάς
Σας καλωσορίζω στη σημερινή μας συνάντηση. Σας ευχαριστώ για την αποδοχή της πρόσκλησής μας για να συζητήσουμε δύο πολύ σημαντικά θέματα που βρίσκονται στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια. Το νομοσχέδιο για ίδρυση Υφυπουργείου Πολιτισμού και το νομοσχέδιο για την επαγγελματική και κοινωνική κατοχύρωση της υπόστασης του καλλιτέχνη-δημιουργού.
Αυτό που πρωτίστως θέλουμε, είναι να ακούσουμε από εσάς τις δικές σας θέσεις, έτσι ώστε να μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε τη δική μας τοποθέτηση όταν τα νομοσχέδια θα συζητηθούν στη νέα Βουλή.
Με αυτή την ευκαιρία, επαναφέρουμε το πάγιο αίτημα του ΑΚΕΛ για τη Θεσμική Κατοχύρωση της Συμμετοχής των Φορέων του Πολιτισμού στις διαδικασίες λήψης των αποφάσεων από το Αρμόδιο Υπουργείο, όπως άλλωστε ήταν και οι δεσμεύσεις του προέδρου Αναστασιάδη και στα δύο προεκλογικά του προγράμματα.
Χαιρετίζουμε επίσης τη δραστήρια παρέμβαση των ανθρώπων του Πολιτισμού, των Γραμμάτων και των τεχνών και την πέρα για πέρα δικαιολογημένη απαίτηση τους για λήψη ουσιαστικών μέτρων στήριξης από την πολιτεία , για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν, όσο είναι δυνατόν, τα μεγάλα προβλήματα που συσσώρευσε η πανδημία Covid19.
Δυστυχώς, τα όποια μέτρα έχουν ληφθεί από πλευρά της κυβέρνησης, δεν μπόρεσαν να καλύψουν ούτε στο ελάχιστο τις μεγάλες απώλειες στα εισοδήματα των απασχολούμενων στον χώρο του Πολιτισμού από την εφαρμογή των σχετικών πρωτοκόλλων. Η δε αβεβαιότητα αναφορικά με τη σύντομη επαναφορά στην κατάσταση πριν από την πανδημία, επιβάλλει την εκπόνηση νέων προγραμμάτων στήριξης.
Υφυπουργείο Πολιτισμού
Ως ΑΚΕΛ, χαιρετίσαμε την απόφαση του Υπουργικού συμβουλίου στις 7 Ιουλίου του 2020, για ίδρυση Υφυπουργείου Πολιτισμού, τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι : «Η εξαγγελία δεν αρκεί. Αυτό που επιβάλλεται να γίνει, είναι η εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού, με όραμα, καινοτομίες και αποτελεσματικές δομές απαλλαγμένες από παθογένειες του παρελθόντος. Ταυτόχρονα, χρειάζεται να αυξηθούν σημαντικά τα κονδύλια που διατίθενται για την πολιτιστική δημιουργία, κυρίως για την κυπριακή, αλλά και για την ανέγερση των απαραίτητων πολιτιστικών υποδομών».
Τονίσαμε επίσης ότι, το ΑΚΕΛ, για να μπορέσει να τοποθετηθεί ολοκληρωμένα, θα αναμένει την κατάθεση της κυβερνητικής πρότασης, με όλα τα στοιχεία που θα συνθέτουν το Υφυπουργείο Πολιτισμού , με την υπόμνηση ότι είναι δεδομένη η διάθεση του ΑΚΕΛ για συμμετοχή σε ένα δομημένο διάλογο. Η τοποθέτηση αυτή επαναλήφθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο και στη συνάντηση που είχαμε και με τον αρμόδιο Υπουργό.
Τι έγινε όμως στην πραγματικότητα με τη δημόσια διαβούλευση; Ο κύριος Προδρόμου, σε καμιά περίπτωση δεν θέλησε να συζητήσει ουσιαστικά μαζί μας. Απ’ ότι έχω πληροφορηθεί ούτε με άλλους Φορείς Πολιτισμού ή εμπλεκόμενους Οργανισμούς συζήτησε. Στις συναντήσεις, οι μόνες αναφορές που έγιναν από μέρους του αρμόδιου Υπουργού, ήταν ότι το Υφυπουργείο θα είναι δημοσιονομικά ουδέτερο, δηλαδή, δεν θα υπάρξει καμία αύξηση των κονδυλίων για τις όποιες νέες ανάγκες δημιουργηθούν και ότι σε αυτό θα ενταχτούν, εκτός από τις Πολιτιστικές Υπηρεσίες, το Τμήμα Αρχαιοτήτων και το Τμήμα Κυπριακής Χειροτεχνίας.
Ούτε καν ζήτησε τις γραπτές θέσεις των εμπλεκομένων Φορέων και Τμημάτων, κάτι που καταγράφεται και στην αιτιολογική έκθεση που συνόδευε το Νομοσχέδιο που κατατέθηκε πρόσφατα στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Η δε αργοπορημένη κατάθεση του Νομοσχεδίου, έγινε πριν από μερικές ημέρες, δεν επέτρεψε την ουσιαστική συζήτηση στην αρμόδια Επιτροπή Παιδείας με αποτέλεσμα το Νομοσχέδιο να μεταφερθεί για συζήτηση στη νέα Βουλή που θα προκύψει από τις εκλογές του ερχόμενου μήνα.
Επί της ουσίας, μετά από πρώτη ανάγνωση του Νομοσχεδίου, αυτό δεν ικανοποιεί τους στόχους και τις επιδιώξεις που περιγράψαμε πιο πάνω. Στο Νομοσχέδιο, δεν γίνεται καθόλου αναφορά, σε Οργανωτική Δομή του Υφυπουργείου. Προκύπτουν επίσης σοβαρά πολιτικά, συνταγματικά και τεχνικά προβλήματα από την ένταξη του Τμήματος Αρχαιοτήτων στο υπό Ίδρυση Υφυπουργείο. Επίσης δεν εντάσσονται σ’ αυτό βασικοί πολιτιστικοί Φορείς, όπως είναι το Ίδρυμα Συμφωνικής Ορχήστρας. Δεν καλύπτει όλες τις μορφές Τέχνης και η όποια αναφορά στους στόχους και τις επιδιώξεις του Υφυπουργείου είναι ανεπαρκής και νεφελώδης. Παράλληλα, απουσιάζει ο Στρατηγικός Σχεδιασμός αναφορικά με βασικές υπηρεσίες που πρέπει να παρέχονται τα αμέσως επόμενα χρόνια, ενώ δεν αποφεύγονται σκοπιμότητες και ιδεοληψίες όπως για παράδειγμα, η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς σε σημαντικές ιστορικές περιόδους της Κύπρου, εκτός αυτών της ελληνιστικής και της βυζαντινής περιόδου.
Σε αυτό το σημείο και σε ότι αφορά την απόφαση για μεταφορά του Τμήματος Αρχαιοτήτων στο Υφυπουργείο Πολιτισμού, θέλω να τονίσω ότι, ως ΑΚΕΛ, τασσόμαστε εναντίον της απόφασης αυτής γιατί πέραν των σοβαρών τεχνικών και λειτουργικών θεμάτων που προκύπτουν, υπάρχουν σοβαροί κίνδυνοι πολιτικού χαρακτήρα. Ως γνωστόν, σύμφωνα με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, η διαχείριση των Αρχαιοτήτων, ανήκει στο κράτος και δε διαμοιράζεται ανάμεσα στην ελληνοκυπριακή και στην τουρκοκυπριακή κοινότητα. Με άλυτο το κυπριακό πρόβλημα, τυχόν μονομερείς ενέργειες που θα άλλαζαν τη διοικητική ευθύνη των Αρχαιοτήτων θα δώσει άλλοθι στο ψευδοκράτος για να προχωρήσει σε νέες αποσχιστικές ενέργειες, αυτή τη φορά σε βάρος των Αρχαιοτήτων στα κατεχόμενα.
Επαγγελματική και Κοινωνική Κατοχύρωση της Υπόστασης του Καλλιτέχνη-Δημιουργού
Τα δεδομένα όπως αυτά διαμορφώνονται και από τις οδυνηρές οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, επιβάλλουν την επίσπευση της κατάθεσης του Νομοσχεδίου για την Επαγγελματική και Κοινωνική Κατοχύρωση της Υπόστασης του Καλλιτέχνη. Ουσιαστικά όλα τα προβλήματα που προϋπήρχαν της πανδημίας, ήρθαν στο προσκήνιο με εντονότερο τρόπο. Οι πολιτικές λιτότητας της κυβέρνησης και στον Πολιτισμό επιδείνωσαν ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Αξίζει να αναφερθεί ότι η πρώτη πολιτική πράξη της κυβέρνησης για τον Πολιτισμό ήταν ο τερματισμός του επιδόματος σε καλλιτέχνες που καθιερώθηκε επί διακυβέρνησης Δημήτρη Χριστόφια. Είναι γι’ αυτό, που δεν νοείται άλλη καθυστέρηση στην πρόταση που πρέπει να υποβάλει η κυβέρνηση στους αρμόδιους Φορείς και τα κόμματα για έναρξη ουσιαστικού διαλόγου. Η όποια συζήτηση δεν πρέπει να γίνει στο κενό. Υπάρχουν οι σχετικές αναλυτικές εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, οι αποφάσεις της Ουνέσκο και οι νομοθεσίες που εφαρμόζονται σε σειρά άλλων κρατών. Υπάρχουν επίσης και Νόμοι του κυπριακού κράτους οι οποίοι μπορούν να αξιοποιηθούν.
Για το ΑΚΕΛ, όλοι οι πνευματικοί δημιουργοί και οι επαγγελματίες καλλιτέχνες θα πρέπει να είναι σε θέση να ζουν με αξιοπρέπεια με το έργο που παράγουν. Δυστυχώς, παρόλη την αυξανόμενη παραγωγή και διάδοση των καλλιτεχνικών και λογοτεχνικών έργων, παρόλη την αυξανόμενη οικονομική σημασία των τομέων που συνδέονται με τον Πολιτισμό, εντούτοις, η μεγάλη πλειοψηφία των απασχολούμενων στον χώρο του Πολιτισμού εξακολουθεί να ζει σε επισφαλείς συνθήκες, σε συνθήκες ανεργίας, υποαπασχόλησης και στέρησης βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων. Σε αρκετές περιπτώσεις η οικονομική και κοινωνική κατάσταση των δημιουργών, είναι τραγική, η κοινωνική προστασία ανύπαρκτη. Σε όποιον τομέα και αν εργάζονται, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, τις δυσκολίες και τις ιδιαίτερες συνθήκες εργασίας, θα πρέπει οι καλλιτέχνες να έχουν ρυθμισμένες εργασιακές σχέσεις και κατοχυρωμένα ωφελήματα όπως είναι το ανεργιακό επίδομα, η συμμετοχή στο ΓΕΣΥ, οι άδειες ασθενείας, μητρότητας, επαρκείς συντάξεις και η συμμετοχή σε κρατικά επιδόματα. Για τα πιο πάνω, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι λόγω της φύσης των δραστηριοτήτων τους, οι καλλιτέχνες δεν μπορούν να καταταγούν στο παραδοσιακό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και φορολογικής ενημερότητας.
Επίσης, εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα είναι η απόδοση των πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων, όπως αυτά κατοχυρώθηκαν παγκόσμια, σε διαδοχικές Συνθήκες, όπως αυτής της Βέρνης του 1861 και της Ρώμης του 1961.
Κλείνοντας την εισήγησή μου θέλω να τονίσω με έμφαση ότι ως ΑΚΕΛ θα συνεχίσουμε να θέτουμε τον Πολιτισμό πολύ ψηλά στην πολιτική μας δράση. Το ΑΚΕΛ, θα βρίσκεται πάντα στο πλευρό των ανθρώπων του Πολιτισμού γιατί αναγνωρίζει την προσφορά τους προς την κοινωνία και το θεμελιώδη ρόλο που διαδραματίζουν στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής των ανθρώπων, και τη συμβολή τους στους αγώνες για την ελευθερία, τη Δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Τη συμβολή τους να οδηγηθεί η κοινωνία μπροστά, σε ποιοτικά ανώτερα επίπεδα.