Ομιλία Γενικού Γραμματέα ΚΕ ΑΚΕΛ στην Ημερίδα που διοργανώνει το ΑΚΕΛ και το Ινστιτούτο Ερευνών ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ προς τιμήν της Οκτωβριανής Επανάστασης με θέμα: «Η Αριστερά στο παγκόσμιο σκηνικό του 21ου αιώνα»
Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2024 και ώρα 09:15, Δημοσιογραφική Εστία, Λευκωσία
Τιμούμε και φέτος την επέτειο της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης με την πραγματοποίηση ημερίδας με θέμα την Αριστερά στον σύγχρονο κόσμο.
Μ’ αυτό τον τρόπο διατηρούμε ζωντανή τη συλλογική μνήμη για ένα κοσμοϊστορικό γεγονός που συντάραξε τον κόσμο και σε μεγάλο βαθμό καθόρισε τον 20ο αιώνα.
Η διατήρηση της συλλογικής μνήμης για την Οκτωβριανή επανάσταση του Λένιν και των Μπολσεβίκων μάς υπενθυμίζει ότι ακόμα και στις δυσκολότερες συνθήκες, οι άνθρωποι είναι ικανοί να υπερβούν εμπόδια που φαίνονται ανυπέρβλητα και να δημιουργούν ένα καλύτερο αύριο, ποιοτικά ανώτερο και διαφορετικό απ’ αυτό που έζησε η ανθρωπότητα σε όλη την προηγούμενη διαδρομή της.
Οι Μπολσεβίκοι κατάφεραν το 1917 να κερδίσουν το ιστορικό στοίχημα της επανάστασης, γιατί κάτω από τη μεγαλοφυή καθοδήγηση του Λένιν, χειρίστηκαν τον μαρξισμό ως καθοδήγηση για δράση και όχι ως ένα αποστεωμένο δόγμα. Στηρίχθηκαν στη μαρξιστική κοσμοθεωρία και την εμπλούτισαν μέσα από την άσκηση της πολιτικής τους.
Αν οι Μπολσεβίκοι έμεναν δογματικά προσκολλημένοι σε ό,τι έγραψαν οι Μαρξ και Ένγκελς στις συνθήκες του κλασικού καπιταλισμού του 19ου αιώνα, δεν θα επιχειρούσαν να κάνουν την σοσιαλιστική επανάσταση. Η Ρωσία δεν ήταν από τις πιο αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες της εποχής κι όπως έγραψαν οι κλασικοί, η σοσιαλιστική επανάσταση μπορούσε να ξεσπάσει σε αριθμό αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών όπου οι συστημικές αντιθέσεις είναι οξυμένες και οι αντικειμενικές συνθήκες ώριμες.
Πέραν όμως από την ανάλυση των αντικειμενικών συνθηκών, ο Λένιν πάντοτε λάμβανε σοβαρά υπόψη στη δράση του Κόμματος την κατάσταση του υποκειμενικού παράγοντα. Ήξερε πολύ καλά πως αν το Κόμμα δεν κέρδιζε και δεν ενέπνεε ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων δεν θα μπορούσε να τους οργανώσει και να τους κινητοποιήσει. Όπως έγραψε ο Μαρξ: «Η θεωρία γίνεται υλική δύναμη, όταν έχει κατακτήσει τις μάζες». Και τις μάζες δεν τις κερδίζεις μόνο με τη θεωρία, που δεν μπορούν να την κατανοήσουν, αλλά κυρίως με την πολιτική δράση που τους είναι πιο απτή και κατανοητή. Τις μάζες τις κερδίζεις όταν σε βλέπουν δίπλα τους να αγωνίζεσαι γι’ αυτά που θέλουν και προσδοκούν.
Έχοντας αυτό υπόψη, ο Λένιν καθόρισε ως βασικούς πολιτικούς στόχους του μπολσεβίκικου κόμματος την επίτευξη ειρήνης χωρίς αποζημιώσεις και προσαρτήσεις και τον διαμοιρασμό γης στους ακτήμονες και φτωχούς αγρότες. Σημειώνω ότι στο ζήτημα της γης οι Μπολσεβίκοι αρχικά είχαν άλλη θέση –την εθνικοποίηση της γης– αλλά στην πορεία την άλλαξαν, γιατί αντιλήφθηκαν ότι αυτή δεν συγκινούσε και δεν ενέπνεε τους ακτήμονες και φτωχούς αγρότες στους οποίους απευθύνονταν.
Τα αιτήματα για ειρήνη και για διαμοιρασμό γης ήταν τα βασικά αιτήματα των στρατιωτών, εργατών και αγροτών, δηλαδή της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού. Αυτό διεκδικούσε κι αυτά ήθελε. Με αυτούς τους στόχους οι Μπολσεβίκοι έπιασαν τον παλμό της πλειοψηφίας και σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά την αστικοδημοκρατική επανάσταση του Φλεβάρη 1917, από μικρό κόμμα μετατράπηκαν σε μεγάλο και ισχυρό κόμμα στα σοβιέτ και στον λαό. Αυτή η εξέλιξη τους κατέστησε πρωταγωνιστές στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Ο Λένιν επέμεινε για ένα πειθαρχημένο και στιβαρό κόμμα, αλλά την ίδια ώρα πλήρως κατανοούσε ότι αυτό έπρεπε στην πολιτική του να είναι ευέλικτο και έτοιμο για συμβιβασμούς. Στην ιστορία του μπολσεβίκικου κόμματος ξεχωρίζουν δύο παραδείγματα σ’ αυτό το πεδίο.
Το ένα είναι η στροφή του Κόμματος στη Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ) που εγκαινίασε ο Λένιν το 1921 σε αντικατάσταση του «στρατιωτικού κομμουνισμού». Αυτή η ριζική αλλαγή στην πολιτική του Κόμματος επιβλήθηκε από το γεγονός ότι η επανάσταση κινδύνευε να χάσει την υποστήριξη των λαϊκών στρωμάτων εξαιτίας της καταστροφής και της πείνας που προκάλεσαν ο εμφύλιος πόλεμος και η επίθεση 14 χωρών στη Σοβιετική Ρωσία.
Αυτή η αλλαγή στην πολιτική, παρότι προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις εντός του Κόμματος και θεωρήθηκε ιδεολογική παρέκκλιση, αποδείχθηκε σωστική για την επανάσταση και άνοιξε τον δρόμο για την ανάπτυξη της παραγωγής και της οικονομίας.
Το δεύτερο παράδειγμα είναι η συνομολόγηση της επαχθούς συμφωνίας του Μπρεστ-Λιτόβσκ το 1918 η οποία επίσης προκάλεσε πολλές αντιδράσεις και διαφωνίες εντός του Κόμματος σε σημείο που για να δεχθεί η πλειοψηφία της ηγεσίας να υπογραφεί, ο Λένιν απείλησε ότι θα παραιτηθεί. Κι αυτή η κίνηση όμως αποδείχθηκε σωστική για την επανάσταση, αφού σταμάτησε την προέλαση της Γερμανίας και έδωσε τον απαραίτητο χρόνο για ανασύνταξη.
Θεώρησα αναγκαίο να αναφερθώ σ’ αυτές τις σημαντικές στιγμές της ιστορίας του Μπολσεβίκικου κόμματος για να καταδείξω ότι η πολιτική που ακολουθεί ένα μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα πρέπει να προσαρμόζεται στις αντικειμενικές συνθήκες που αναπτύσσει την πολιτική του, χωρίς βεβαίως να ενσωματώνεται.
Επιβάλλεται να διαμορφώνει την πολιτική, τις διεκδικήσεις και τις στοχεύσεις του με τέτοιο τρόπο και περιεχόμενο ώστε να καλύπτει τους πόθους και τις προσδοκίες των εργαζομένων. Αλλιώς, οι εργαζόμενοι δεν συγκινούνται, δεν εμπιστεύονται το Κόμμα και του γυρίζουν την πλάτη. Πολύ περισσότερο στη σημερινή εποχή που η εργατική τάξη και το στρώμα των εργαζομένων έχει γίνει πολύ πιο σύνθετο κι αυτό αντανακλά ανάλογα στην ταξική τους συνείδηση η οποία επηρεάζεται από στενά συμφέροντα και από τους μηχανισμούς χειραγώγησης.
Επιβάλλεται να λαμβάνει υπόψη τους συσχετισμούς δυνάμεων, το επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης, τις αντιλήψεις της κοινωνίας και τις προτεραιότητες που αυτή θέτει για το παρόν και το μέλλον. Όλα αυτά βέβαια το Κόμμα πρέπει να τα προσεγγίζει στη βάση των αρχών, της ιδεολογίας και των στόχων του.
Η Αριστερά μπορεί να αποκτήσει μαζικό λαϊκό έρεισμα όταν καταπιάνεται με τα ζητήματα, τα αιτήματα και τα προβλήματα του σήμερα και βγαίνει μπροστά για να επιλυθούν.
Η Αριστερά μπορεί να είναι μαζική όταν για την εκπλήρωση των στόχων οικοδομεί συνεργασίες και συμμαχίες με δυνάμεις και προσωπικότητες που οι πολιτικές τους ατζέντες, το περιεχόμενο των πολιτικών και των στόχων τους συγκλίνουν ή συμπίπτουν. Όποτε τα έκανε αυτά η Αριστερά πέτυχε να συγκινήσει, να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας καθιστώντας τον εαυτό της αποτελεσματική δύναμη προόδου για τη χώρα, τους εργαζόμενους, του λαού.
Η πρωτοπορία της κομμουνιστικής Αριστεράς στον αγώνα ενάντια στον φασισμό και τον ναζισμό κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και η πρωτοπορία της σε πλείστους όσους εθνικό-απελευθερωτικούς αγώνες ενάντια στην αποικιοκρατία και για απόκτηση εθνικής ανεξαρτησίας, αποτελούν πειστικά παραδείγματα για το πόσο αποτελεσματικές είναι τέτοιες πολιτικές.
Πολλά παραδείγματα τέτοιας πολιτικής υπάρχουν και στην σχεδόν εκατό χρόνων ιστορία του ΑΚΕΛ. Με σιγουριά και χωρίς καμία έπαρση μπορώ να υποστηρίξω ότι το ΑΚΕΛ σε ολόκληρή του την ιστορική διαδρομή πορεύεται μ’ αυτό τον τρόπο. Αυτός είναι ο πιο καθοριστικός λόγος που το ΑΚΕΛ έγινε μαζικό και ισχυρό κόμμα, με σημαντικό ρόλο στη χώρα και την κοινωνία.
Το ΑΚΕΛ πάντα ήταν μέσα στην κοινωνία, ανταποκρινόμενο στους πόθους και τις προσδοκίες της, πρωτοπορώντας στους αγώνες των εργαζομένων και του λαού χωρίς να χάνει τον χαρακτήρα και τον προσανατολισμό του και χωρίς να αναιρεί το απώτερο όραμά του για σοσιαλισμό. Παρά τις κατά καιρούς δυσκολίες, παρανομίες, κατατρεγμούς και δυσμενείς διακρίσεις, το ΑΚΕΛ πάντοτε παρέμεινε ανοικτό στην κοινωνία, δεν κλείστηκε στο καβούκι του και δεν έπεσε στην παγίδα του σεκταρισμού, που είναι εύκολο να γίνει όταν υπάρχουν δυσκολίες και αντιξοότητες.
Το ΑΚΕΛ όχι μόνο ποτέ δεν αρνήθηκε να αγωνιστεί για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας στο πλαίσιο του καπιταλισμού, αλλά έβγαινε και συνεχίζει να βγαίνει μπροστά για υλοποίηση πατριωτικών, δημοκρατικών και προοδευτικών στόχων. Αυτή η πολιτική το βοήθησε να αναπτύξει ισχυρή και βαθιά σχέση με τον λαό και να καταστεί σεβαστή και υπολογίσιμη δύναμη στη χώρα αλλά και στο εξωτερικό.
Η πολιτική των συνεργασιών είναι πολύ σημαντικό κεφάλαιο στην πολιτική του ΑΚΕΛ. Από το ΕΜΕΚΕΛ και τον ΕΑΣ της δεκαετίας του 1940, πέρασε στον θεσμό των Νέων Δυνάμεων στην αρχή της δεκαετίας του ’90 και σήμερα κτίζει τον θεσμό της Κοινωνικής Συμμαχίας με τον οποίο φιλοδοξεί να προσφέρει μια πολιτική πλατφόρμα από την οποία μπορούν να δράσουν και να παρέμβουν στην κοινωνία πρόσωπα που μοιράζονται την ίδια πολιτική ατζέντα με το ΑΚΕΛ στις σημερινές δύσκολες συνθήκες. Ο σύγχρονος κόσμος παρουσιάζει τέτοια φαινόμενα και χαρακτηριστικά τα οποία δυσχεραίνουν ακόμα περισσότερο τους αγώνες της Αριστεράς.
Για τον σύγχρονο κόσμο θα μιλήσουν οι εκλεκτοί προσκεκλημένοι μας, γι’ αυτό θα αποφύγω να προβώ σε αναλύσεις επί αυτού του θέματος. Με αφορμή όμως την εκλογή του Τραμπ στις ΗΠΑ θα ήθελα να κάνω κάποια σχόλια για πολιτικές και εκλογικές συμπεριφορές και φαινόμενα που συμβαίνουν στον σύγχρονο κόσμο και τα οποία απειλούν κι αυτήν ακόμα την αστική δημοκρατία.
- Στις σύγχρονες κοινωνίες η διαδικασία αποϊδεολογικοποίησης και απολιτικοποίησης προχωρά με ταχύτατους ρυθμούς. Η εικόνα κερδίζει κατά κράτος την ουσία και το περιεχόμενο. Κατά τον ίδιο τρόπο ο φόβος κερδίζει τον ορθολογισμό, ο αυταρχισμός τη δημοκρατία, ο λαϊκισμός την πολιτική.
- Ο κλασικός διαχωρισμός της κοινωνίας σε αριστερά και δεξιά υποχωρεί και κερδίζουν έδαφος οι ατζέντες χωρίς πολιτικό αντίκρισμα με έντονη δόση λαϊκισμού.
- Το πολιτικό σύστημα εμφανίζει έντονα κρισιακά φαινόμενα, αν δεν βρίσκεται ήδη ολόκληρο σε κρίση. Πολιτικοί θεσμοί και διαδικασίες απαξιώνονται. Αυτή η απαξίωση στην προηγούμενη περίοδο εκφραζόταν κυρίως μέσα από την αποχή στις εκλογές. Ύστερα εκφράστηκε -και συνεχίζει να εκφράζεται- με την άνοδο της ακροδεξιάς η οποία εμφανίζεται σαν αντισυστημική δύναμη που διαθέτει πυγμή και δύναμη να επιβάλει λύσεις στα προβλήματα. Έτσι την προσεγγίζει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας.
- Δίπλα στην αποχή τα τελευταία χρόνια εμφανίζονται εκλογικές συμπεριφορές που στοχεύουν απλά στην εκδίκηση του πολιτικού συστήματος χωρίς κανένα ενδιαφέρον για το περιεχόμενο των πολιτικών. Ένα τέτοιο μαζικό φαινόμενο είχαμε και στην Κύπρο στις πρόσφατες εκλογές για το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο.
Δεν προέκυψε τυχαία η κατολίσθηση σ’ αυτή την κατάσταση. Είναι αποτέλεσμα της αυξανόμενης κοινωνικής και οικονομικής πίεσης και ανασφάλειας που νιώθουν ολοένα και περισσότερα χαμηλομεσαία στρώματα της κοινωνίας. Είναι αποτέλεσμα των συνεχόμενων κρίσεων του καπιταλισμού τις συνέπειες των οποίων οι κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες πολιτικές τις φορτώνουν στους ώμους των λαϊκών μαζών. Τις σπρώχνουν στη φτώχεια και στο κοινωνικό περιθώριο και από ‘κει στην απελπισία και την απαισιοδοξία. Ο απαισιόδοξος κι ο απελπισμένος παύει να ελπίζει, θεωρεί μάταιο τον όποιο αγώνα και την όποια διεκδίκηση και είτε οδηγείται στην αποχή είτε στην εκδίκηση του συστήματος με τρόπους που συντηρούν και ανατροφοδοτούν το σύστημα.
Ο νεοφιλελευθερισμός ακυρώνει αξίες, πρακτικές και πολιτικές κι αυτής ακόμα της αστικής δημοκρατίας. Περιορίζει τη δημοκρατία και τη λογοδοσία, υποσκάπτει δικαιώματα, καταστρέφει ασύστολα το περιβάλλον, προκαλεί τεράστιες ανισότητες και αυξάνει την κοινωνική και οικονομική ανασφάλεια. Είναι με αυτό τον τρόπο που το μεταναστευτικό μαζί με την οικονομία έχουν πλέον τον κυρίαρχο ρόλο στη διαμόρφωση ατζέντας στην οποία κυριαρχεί ο φόβος που πλέον καθορίζει την ψήφο μιας μεγάλης ομάδας του εκλογικού σώματος. Αυτό ακριβώς έγινε στις ΗΠΑ. Αυτό έγινε στην Ιταλία, στη Σουηδία, στην Αυστρία κι αλλού. Οι κοινωνίες κινούνται πιο δεξιά και ολοένα περισσότερο συντηρητικοποιούνται.
Ο νεοφιλελευθερισμός επιβάλλεται όχι μόνο στις κοινωνικο-οικονομικές πολιτικές, αλλά και στο επίπεδο της συνείδησης και της ιδεολογίας. Η ηγεμονία του κεφαλαίου έγινε ακόμα πιο ισχυρή καθώς και η κυριαρχία του κεφαλαίου. Χρησιμοποιώντας κάθε μέσο και κάθε εργαλείο, που απλόχερα παρέχουν οι σύγχρονες τεχνολογίες, χειραγωγεί τις συνειδήσεις με ακόμα μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Όπως πολύ εύστοχα είχε επισημάνει ο Ουμπέρτο Έκο πριν ακόμα κυριαρχήσει η κοινωνική δικτύωση, η τηλεόραση κάνει αυτό που έκαναν τα τανκς στα πραξικοπήματα. Για να υπογραμμίσει στη συνέχεια πως ο καπιταλισμός στη νεοφιλελεύθερή του έκδοση προωθεί την ακύρωση της ιστορικής μνήμης η οποία είναι απαραίτητη για τον αυτοπροσδιορισμό και την αυτοσυνείδηση και ταυτόχρονα ακυρώνει την πολιτική σκέψη.
Αυτά τα δύο στοιχεία -ακύρωση της ιστορικής μνήμης και της πολιτικής σκέψης, κυριαρχούν σήμερα σε πολλές σύγχρονες κοινωνίες. Μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον οι όροι της πολιτικής παρέμβασης και δράσης της Αριστεράς γίνονται ακόμα πιο δύσκολοι. Κι αυτό γιατί η Αριστερά στηρίζεται στην ταξική και πολιτική σκέψη και δράση. Στηρίζεται στην ιστορική μνήμη, στην εμβάθυνση της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων. Επενδύει στη συλλογική δύναμη που προσφέρει η οργάνωση των εργαζομένων και η αλληλεγγύη μεταξύ τους. Όλα αυτά η σύγχρονη καπιταλιστική πραγματικότητα τα υποσκάπτει και τα συνθλίβει.
Τι επιβάλλεται να κάνει η Αριστερά;
- Να επενδύσει στις καλύτερες ιστορικές παραδόσεις της στις οποίες συνδυάζει το σοσιαλιστικό της όραμα με τα δημοκρατικά και προοδευτικά ζητήματα της εποχής για τα οποία πρέπει να πρωταγωνιστεί στην προώθησή τους. Με αυτή την προσέγγιση μπορεί να δημιουργεί προϋποθέσεις για κέρδισμα της συνείδησης των λαϊκών μαζών. Πάνω σ’ αυτή τη βάση πρέπει να διαμορφώνει πολιτική ατζέντα και να αναπτύσσει την πολιτική δράση της, δίνοντας συγκεκριμένες προοδευτικές λύσεις για το σήμερα και το αύριο.
- Να αναζητεί την ενότητα της Αριστεράς έστω και μέσα από τη διαφορετικότητα για να αντιμετωπίσει τον δυσμενή γι’ αυτή συσχετισμό δυνάμεων.
- Να συνεχίσει να αναζητεί συμμάχους και συνεργάτες από ευρύτερους χώρους για την υλοποίηση προοδευτικών στόχων. Οι εποχές που ζούμε εξαιτίας της αντιδραστικότητάς του αντικειμενικά δημιουργούν μια πλατιά προοδευτική βάση που μπορεί να στηρίζει ενότητα στη δράση της Αριστεράς και ευρύτερων στρωμάτων και πολιτικών χώρων.
- Να εμπιστευτεί τον εαυτό της ότι αυτή είναι η δύναμη αντίστασης σε κάθε αρνητική, μισάνθρωπη και καταστροφική πολιτική. Και την ίδια ώρα, πρέπει να πιστέψει ότι αυτή είναι η δύναμη και ο άξονας προόδου για το σήμερα και η ελπίδα για το αύριο. Όλα αυτά, χωρίς ποτέ να ξεχνά ή να αναιρεί το απώτερό της όραμα.
Αυτή η διαλεκτική και σύνθετη προσέγγιση της πολιτικής είναι δύσκολη πλην όμως απαραίτητη. Αλλιώς η Αριστερά μπορεί να διαλέξει τον δρόμο των συνθημάτων, της περιχαράκωσης, του ιδεολογικού και πολιτικού απομονωτισμού που είναι μεν πιο εύκολος, αλλά δεν διαμορφώνει καμία προοπτική και, τελικά, απομακρύνει από τις λαϊκές μάζες.
Στον δύσκολο δρόμο της ανοικτής πορείας προς τον λαό πορεύτηκε μέχρι σήμερα το ΑΚΕΛ.
Σ’ αυτό τον δρόμο θα συνεχίσει να πορεύεται με λιγότερα συνθήματα και περισσότερη δράση. Από τον λαό για τον λαό. Για την επανενωμένη Κύπρο της ειρήνης και της συνεργασίας. Για μια διαφορετική Ευρώπη από αυτή που ζούμε σήμερα.