Home  |  Ενημέρωση   |  Δηλώσεις και Ανακοινώσεις   |  Ομιλία Γενικού Γραμματέα ΚΕ ΑΚΕΛ Άντρου Κυπριανού στο Φόρουμ Οικονομικής Πολιτικής

Ομιλία Γενικού Γραμματέα ΚΕ ΑΚΕΛ Άντρου Κυπριανού στο Φόρουμ Οικονομικής Πολιτικής

Από μέρους της ΚΕ ΑΚΕΛ σας καλωσορίζω ξανά στην πρώτη Σύνοδο του Οικονομικού Φόρουμ που διοργανώνει το Κόμμα μας. Στόχος μας, όπως είπα και χθες, είναι η δημιουργία ενός μόνιμου θεσμού δημόσιου διαλόγου για την εξεύρεση  εναλλακτικών λύσεων στα διαρθρωτικά προβλήματα της κυπριακής οικονομίας.

Σήμερα η συζήτηση αφορά στη σχέση αυτών των προβλημάτων με τα χαρακτηριστικά του παραγωγικού μοντέλου που κυριάρχησε τις τελευταίες δεκαετίες στην  Κύπρο αλλά και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πρόκειται για το παραγωγικό μοντέλο που καθιερώθηκε με την επικράτηση του  ακραίου  νεοφιλελευθερισμού σε όλη την κεντρική και δυτική Ευρώπη. Που υιοθέτησε το δόγμα του Μίλτον Φρίντμαν ότι η οικονομική ανάπτυξη είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη μεγιστοποίηση των κερδών και την αύξηση του πλούτου των μετόχων των μεγάλων ανωνύμων εταιρειών κάθε μορφής.

Η Αριστερά, αντιστρατεύθηκε την επιβολή του. Κατηγορήθηκε ότι αγνοεί τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς. Ότι δεν μπορεί να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα του οικονομικού ανταγωνισμού που τροφοδοτεί την ανάπτυξη.

Σήμερα η εφαρμογή αυτού του δόγματος επιστρέφει ως μπούμερανγκ εναντίον του ίδιου του καπιταλισμού υποχρεώνοντας ακόμα και τους πιο ισχυρούς εκπροσώπους του να παραδεχθούν ότι το νεοφιλελεύθερο αναπτυξιακό μοντέλο ξαναμπαίνει σε κρίση εξ αιτίας των καταστροφών που προκαλεί στο περιβάλλον και στον κοινωνικό ιστό.

Στο περιβάλλον με την κλιματική κρίση που προβλέπεται να κοστίσει τρισεκατομμύρια στην παγκόσμια οικονομία.

Στον κοινωνικό ιστό με τη φτωχοποίηση όλο και μεγαλύτερων πληθυσμιακών ομάδων.

Υπενθυμίζω ότι στην τελευταία παγκόσμια οικονομική κρίση οι φορολογούμενοι κλήθηκαν να διασώσουν το νεοφιλελεύθερο παραγωγικό μοντέλο, ανακεφαλαιώνοντας τις τράπεζες και όχι μόνο.

Στο πρόσφατο Φόρουμ του Νταβός οι εκπρόσωποι της διεθνούς οικονομικής ελίτ άκουσαν τους πιο έγκριτους αναλυτές να μεταφέρουν νέα κακά μαντάτα. Να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου μιας νέας κρίσης του συστήματος. Κάποιοι μάλιστα απ’ αυτούς επεσήμαναν ότι αυτή τη φορά οι κεντρικές τράπεζες δεν διαθέτουν τα εργαλεία να αποτρέψουν την οικονομική καταστροφή που ίσως να είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Είναι χαρακτηριστική η αναφορά που κάνει στην έκθεση της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών, ο Διοικητής της Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό. Σύμφωνα με αυτή «η κλιματική αλλαγή θέτει τις κοινωνίες προ πρωτοφανών προκλήσεων και η κοινότητα των κεντρικών τραπεζών και των εποπτικών αρχών είναι απροστάτευτες μπροστά στους υφιστάμενους κίνδυνους».

Την ίδια στιγμή στις δικές του εκθέσεις ο ΟΟΣΑ μιλά για άνευ προηγουμένου διεύρυνση των ανισοτήτων. Για μονομερείς καταγγελίες κάθε κοινωνικού συμβολαίου που έχουν ως  αποτέλεσμα ένας στους τρεις κατοίκους των χωρών-μελών του να ζει στα όρια της φτώχειας.

Οι ισορροπίες που διασφάλιζαν επί δεκαετίες την κοινωνική συναίνεση με την πεποίθηση ότι ο καπιταλισμός προσφέρει σε όλους ευκαιρίες ευημερίας σήμερα ανατρέπονται προκαλώντας γενικευμένη ανασφάλεια και αλυσιδωτές αντιδράσεις.

Η εταιρεία «βαρόμετρο Έντελμαν» παρουσίασε στους παρευρισκόμενους στο Νταβός έρευνες σύμφωνα με τα συμπεράσματα των οποίων, ακόμα και στις πλέον ανεπτυγμένες χώρες η πλειοψηφία των πολιτών δεν πιστεύει πια ότι «ο καπιταλισμός λειτουργεί υπέρ του δημοσίου συμφέροντος.

Από την πλευρά της η εταιρεία Gallup δημοσιοποίησε έρευνα σύμφωνα με την οποία το 51% των νέων Αμερικανών ηλικίας 18-29 ετών προτιμά το σοσιαλισμό από τον καπιταλισμό. Για να μη μιλήσουμε για τη Γαλλία όπου το ποσοστό των πολιτών που πιστεύουν ότι «ο καπιταλισμός κάνει περισσότερο κακό παρά καλό» εκτινάσσεται στο 69%.

Πρόκειται προφανώς για συνέπειες της απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, της μείωσης των μισθών, της συρρίκνωσης των οικογενειακών εισοδημάτων και της φτωχοποίησης που επέφερε η εφαρμογή των συνταγών λιτότητας για την επιβίωση του νεοφιλελευθερισμού. Δυστυχώς ο τρόπος που επιλέγηκε οδηγεί στην αυτοκαταστροφή του και στην άνοδο των εξίσου καταστροφικών ακροδεξιών λαϊκίστικών κινημάτων.

Δεν επιλέξαμε, λοιπόν, τυχαία να αφιερώσουμε τη σημερινή θεματική συζήτηση στην οικονομική κρίση στην Ευρώπη. Στις επιπτώσεις που έχει στην ανάπτυξη και την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.

Κάποιοι συμπεριφέρονται ωσάν η Κύπρος να αποτελεί την εξαίρεση του ευρωπαϊκού κανόνα, ωσάν η οικονομία της να μη συνδέεται με την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια.

Κωφεύουν στα σήματα κινδύνου που εκπέμπονται και συνεχίζουν αμέριμνοι να μιλούν για το κυπριακό success story.

Αντιθέτως το ΑΚΕΛ παρακολουθεί τις διεθνείς εξελίξεις και αντλεί διδάγματα από αυτές. Όπως διδάγματα έχει αντλήσει και από τη δική του κυβερνητική εμπειρία.

Θεωρούμε ότι είναι πολύ πιο χρήσιμο να ξέρεις πού απέτυχες παρά να νομίζεις ότι πέτυχες σε όλα και να συνεχίζεις να επαναλαμβάνεις τα ίδια λάθη.

 Είναι αλήθεια ότι είχαμε πάντα κριτική στάση απέναντι στην πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η πραγματικότητα όμως που βιώνουν πλέον οι ευρωπαϊκοί λαοί μάλλον μας δικαιώνει παρά μας διαψεύδει.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι αυτή που κάποιοι εργολαβικά εξιδανίκευαν αλλά αυτή που περιγράφαμε.

Το ίδιο ισχύει και για την πραγματικότητα που βιώνουν οι λαοί ανά το παγκόσμιο.

  • Οι πολιτικές αντιμετώπισης της κρίσης φόρτωσαν το κόστος στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα. Αποτέλεσμα είναι οι εισοδηματικές ανισότητες να είναι σήμερα εκτός ελέγχου. Με βάση τα τελευταία στοιχεία της Oxfam 2153 πολυεκατομμυριούχοι παγκοσμίως είχαν περισσότερο πλούτο από τα 4,6 δισεκατομμύρια του φτωχότερου πληθυσμού του πλανήτη. Επίσης, το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού έχει στα χέρια του σχεδόν το μισό πλούτο του πλανήτη. Στην «απέναντι όχθη», της ακραίας φτώχειας, ο μισός και πλέον πληθυσμός της Γης είχε «πλούτο» που δεν ξεπερνούσε το 2% του συνολικού παγκόσμιου. Από αυτούς περίπου οι μισοί ζουν µε λιγότερα από 5,5 δολάρια τη μέρα.
  • Η περιβαλλοντική κρίση λαμβάνει ολοένα και πιο ανησυχητικές διαστάσεις. Η μονόπλευρη εστίαση στην οικονομική ανάπτυξη είναι μια από τις αιτίες της. Τα σημερινά προβλήματα δεν μπορούν να επιλυθούν αν η οικονομική ανάπτυξη συνεχίζει να αγνοεί το περιβάλλον. Η επιδείνωση των κλιματικών αλλαγών επηρεάζει άμεσα την ποιότητα ζωής μας, οδηγεί στην υποβάθμιση των οικοσυστημάτων, τη λειψυδρία, τη ρύπανση και αυξάνει τους κινδύνους για την υγεία και την κοινωνική ευημερία.

Αυτά τα φαινόμενα δεν μπορούν πλέον ούτε να αποκρύβονται ούτε να παραγνωρίζονται. Η πραγματικότητα της ακραίας φτώχειας, των κραυγαλέων εισοδηματικών ανισοτήτων, της ανεργίας, των εργαζόμενων φτωχών, του κοινωνικού αποκλεισμού και της αυξανόμενης οικολογικής καταστροφής, μας επιβάλλει να στρέψουμε την προσοχή μας στο μέλλον στοχεύοντας να το κάνουμε καλύτερο.

Στην προσπάθεια διατύπωσης των δικών μας σκέψεων θέλω να ξεκινήσω με τρεις βασικές διαπιστώσεις.

Πρώτη διαπίστωση. Ο άξονας γύρω από τον οποίο εκπονούνται οι νέες πολιτικές κατευθύνσεις είναι ο ίδιος με των πολιτικών εκείνων που μας οδήγησαν στην κρίση.

Η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και των  εργασιακών σχέσεων, ο περιορισμός των δημοσίων επενδύσεων και η υποβάθμιση του κοινωνικού κράτους, η διαφθορά και η διαπλοκή ως αναπόσπαστό στοιχείο των οικονομικών συναλλαγών και η ολοένα αυξανόμενη υποβάθμιση του περιβάλλοντος από την άναρχη ανάπτυξη, κυριαρχούν δυστυχώς και πάλι σήμερα στο σχεδιασμό των οικονομικών πολιτικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Επομένως το ερώτημα που προκύπτει είναι: Μπορεί η φιλοσοφία που μας οδήγησε στην οικονομική κρίση να μας βγάλει από αυτή; Είναι δυνατό η εφαρμογή νεοφιλελεύθερων πολιτικών που είχαν ως αποτέλεσμα τους την πρωτοφανή σε βάθος και έκταση κρίση, να έχουν αυτή τη φορά διαφορετικά αποτελέσματα;

Για εμάς η απάντηση είναι ξεκάθαρη. Όσο παραμένουμε δογματικά προσκολλημένοι σε αυτή τη φιλοσοφία τα αποτελέσματα δεν μπορούν να είναι διαφορετικά.

Σχεδιάζοντας το μέλλον με το δογματισμό του παρελθόντος, θα συνεχίσουμε να οξύνουμε τις οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις. Θα συνεχίσουμε να διογκώνουμε τις ανισότητες μεταξύ του κέντρου και της περιφέρειας, μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Θα συνεχίσουμε να γεννούμε απογοήτευση και απόγνωση στους λαούς μας˙ να υποδαυλίζουμε τον εθνικισμό που γεμίζει δηλητήριο τα μυαλά των λαών.

Δεύτερη διαπίστωση. Οι πολιτικές κατευθύνσεις που υιοθετήθηκαν με το πρόσχημα της υπέρβασης της κρίσης, σταδιακά ενσωματώνονται οργανικά στη μετά την κρίση λογική με την οποία οι Βρυξέλλες καθοδηγούν τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η οικονομική διακυβέρνηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλάζει  προς το χειρότερο περιορίζοντας ακόμα περισσότερο το ρόλο των κρατών μελών. Μεταφέρει ακόμα περισσότερες εξουσίες σε υπερεθνικό επίπεδο. Μειώνει την ικανότητα των κρατών μελών να προσαρμόζουν τις πολιτικές τους στη βάση των οικονομικών ιδιαιτεροτήτων και χαρακτηριστικών τους, ώστε να γίνονται σεβαστοί οι διαχρονικοί θεσμοί και παραδόσεις της κάθε χώρας. Χώρες με διαφορετική παραγωγική βάση, διαφορετικά μοντέλα ανάπτυξης, διαφορετικές ταχύτητες στην αγορά εργασίας, που έχουν ανάγκη η κάθε μια το δικό της μείγμα οικονομικής πολιτικής, έχουν οδηγηθεί σε ενιαία οικονομική πολιτική που στις πλείστες των περιπτώσεων αντανακλά τα συμφέροντα των ισχυρών.

Το «Σύμφωνο Σταθερότητας», το νέο «Δημοσιονομικό Σύμφωνο», η διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και σειρά νομοθετικών μέτρων που άλλαξαν την Οικονομική Διακυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν ως στόχο να επιβάλλουν τη λιτότητα, τη συμπίεση του εργατικού κόστους και τη συρρίκνωση της εθνικής κυριαρχίας στην άσκηση οικονομικής πολιτικής. Την πιο ακραία έκφρασή τους αποτέλεσαν τα μνημόνια που επιβλήθηκαν σε χώρες της Ευρωπαϊκής περιφέρειας, μεταξύ των οποίων και η χώρα µας.

Τρίτη διαπίστωση – οι επιπτώσεις αυτής της ιστορικής διαδικασίας είναι αναντίλεκτο ότι φορτώθηκαν στους ώμους των λαών.

Όπου εφαρμόστηκε η συνταγή της λιτότητας και των μνημονίων συναντούμε τα ίδια φαινόμενα. Διεύρυνση του εισοδηματικού χάσματος και όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων. Συνειδητή προσπάθεια ξεπουλήματος του δημοσίου πλούτου και απαξίωση των κοινωνικών και συνεργατικών μορφών ιδιοκτησίας.  Χαρακτηριστικό αρνητικό παράδειγμα είναι η περίπτωση της Κύπρου με τη διάλυση του συνεργατικού πιστωτικού τομέα. Απορρύθμιση στην αγορά εργασίας τόσο με τις συνεχείς μειώσεις μισθών και με απώλεια δικαιωμάτων και παροχών για τους εργαζόμενους.

Αξιολογώντας αυτή την ιστορική πορεία, εκτιμούμε ότι έχει καταπατήσει κάθε έννοια αλληλεγγύης και σεβασμού μεταξύ των κρατών∙ έχει αυξήσει την εκμετάλλευση και την αβεβαιότητα στο όνομα της αντιμετώπισης της κρίσης.

Είναι τέτοιο το βάθος και η επίδραση αυτών των πολιτικών που η νέα γενιά σήμερα είναι η πρώτη, μετά από ένα αιώνα, που θα ζήσει χειρότερα από τη γενιά των γονιών της. Δεν μπορεί να είναι αυτό το όραμα της Ευρώπης αν θέλει να παραμείνει πρότυπο δημοκρατίας, αλληλεγγύης και ευημερίας.

Μπροστά στα μεγάλα διακυβεύματα της εποχής, η απάντηση δεν είναι ούτε οι σημερινές αδιέξοδες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτε οι νέοι εθνικισμοί που καλλιεργεί η ακροδεξιά σε σειρά από κράτη-μέλη.

Η πραγματικά προοδευτική απάντηση είναι ο αγώνας για την Ευρώπη που θα διασφαλίζει:

Ø  μόνιμες, σταθερές, πλήρεις και αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας για όλες και όλους

Ø  μεγαλύτερα περιθώρια αυτονομίας στη χάραξη των εθνικών αναπτυξιακών στρατηγικών με στόχο τη διαφοροποίηση του υφιστάμενου παραγωγικού μοντέλου προς την κατεύθυνση μια ταχύτερης  κοινωνικής, οικονομικής και οικολογικά βιώσιμης ανάπτυξης.

Σύγκλιση δε μπορεί να σημαίνει στέρηση της δυνατότητας κάθε χώρας να προσαρμόζει το αναπτυξιακό της μοντέλο  στις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητές της.

Η Ευρώπη ή θα είναι της ελευθερίας, των δικαιωμάτων και της αλληλεγγύης ή θα πάρει διαζύγιο από τους λαούς και την ιστορία της.

Ή θα προασπίζει τις δημοκρατικές ελευθερίες, τα συνδικαλιστικά δικαιώματα, τα ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά κεκτημένα, την ισοτιμία των φύλων και το σεβασμό των πολιτισμικών διαφορών ή θα καταρρεύσει αδυνατώντας να υπερβεί την αναπόφευκτη κρίση ταυτότητας και συνοχής.

Λέγοντας τα όλα αυτά σε καμμιά περίπτωση δεν εννοούμε ότι θα πρέπει να γίνονται αλόγιστες δαπάνες.

Οι λαοί της Ε.Ε. όμως δε μπορεί να μετατραπούν σε πειραματόζωα όπως συνέβη στην περίπτωση της Κύπρου.

Είναι γνωστό ότι οι αποφάσεις του Μάρτη του 2013 για την Κύπρο ήταν ένα πείραμα για να επιβληθεί ένα νέο ευρωπαϊκό μοντέλο διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων, στο οποίο το κούρεμα καταθέσεων θα αποτελούσε δυνητική επιλογή. Το γεγονός ότι το μοντέλο της Κύπρου δεν χρησιμοποιήθηκε πουθενά αλλού, ακόμα και σε περιπτώσεις με παρόμοια χαρακτηριστικά, δείχνει την αποτυχία του πειράματος.

Τι απέμεινε μετά το κούρεμα καταθέσεων και τις βαρύτατες συνέπειες  που είχαν στην πραγματική οικονομία της Κύπρου;

Πρώτο, επιβεβαιώθηκαν ορισμένα από τα πιο προβληματικά χαρακτηριστικά του οικονομικού μοντέλου και της οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το δημοκρατικό έλλειμα  στη λειτουργία της και η υπερίσχυση των συμφερόντων σε βάρος των διακηρυγμένων αρχών και αξιών είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Αντί διαβουλεύσεων ανάμεσα σε «εταίρους», επικρατούν εκβιασμοί και απειλές. Αντί σεβασμός στους νόμους και στους κανόνες, επικρατούν τα συμφέροντα. Σε τελική ανάλυση, παρά τις διακηρύξεις των ευρωπαϊκών Συνθηκών, στην πράξη δεν είμαστε όλοι ίσοι, ούτε ως κράτη ούτε ως πολίτες.

Εκείνες τις μέρες του 2013, πολλοί Κύπριοι, από όλους τους πολιτικούς χώρους, θυμήθηκαν αυτά για τα οποία προειδοποιούσε σε ανύποπτο χρόνο η Αριστερά. Ακόμα και η ίδια η κυβέρνηση Αναστασιάδη έφθασε στο σημείο να εκφράζει τη δυσφορία, εώς και αγανάκτηση της, για τη μεταχείριση που έτυχε η Κύπρος από τους Ευρωπαίους εταίρους. Παρά όμως τις δημόσιες διακηρύξεις δεν έδωσαν ποτέ πειστική απάντηση πώς ήταν δυνατό η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση να καταπατά τις αρχές και το κοινοτικό κεκτημένο σε βάρος των πολιτών ενός κράτους-μέλους.

Δεύτερο, όπως και στην Ευρώπη έτσι και στην Κύπρο η οικονομική κρίση δεν λειτούργησε ως ευκαιρία για να διορθωθούν τα προβλήματα και οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες όπως διακηρυσσόταν.

Αντιθέτως σε συνδυασμό με τη συνολική οικονομική πολιτική που ακολούθησε η Κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια με πρόσχημα την κρίση, επιβλήθηκαν καθολικές μειώσεις μισθών στους εργαζόμενους, μειώθηκαν στο ελάχιστο οι δαπάνες του Κράτους για αναπτυξιακά έργα, συρρικνώθηκε σημαντικά το κοινωνικό κράτος, αλλοιώθηκε ο χαρακτήρας της συνεργατικής οικονομίας και θεμελιώθηκε ως κυρίαρχη άποψη ο μύθος ότι κάθε τι δημόσιο είναι κακό και διεφθαρμένο. Έστω και αν το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτυχίας, διαφθοράς και κακοδιαχείρισης έλαβε χώρα στη ναυαρχίδα του ιδιωτικού τομέα, τις τράπεζες.

Οι συνθήκες στην αγορά εργασίας επιδεινώθηκαν σημαντικά. Εργασία με περιορισμένα δικαιώματα, απορυθμισμένα ωράρια και ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, είναι τα φαινόμενα που επικρατούν σήμερα. Οι θέσεις εργασίας αν και σταδιακά αυξάνονται τα τελευταία χρόνια, δεν αντανακλούν τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων απασχόλησης αλλά την απασχόληση εργαζομένων σε ευέλικτες μορφές απασχόλησης, αποτυπώνοντας τη διαρθρωτική αλλαγή των όρων εργασίας στην Κύπρο. Ομοίως οι μισθοί συνεχίζουν να διατηρούν τη σημαντική μείωση που κατέγραψαν τα προηγούμενα χρόνια, ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα, παρά τη γενική βελτίωση της παραγωγής.

Τρίτο, η Κυπριακή οικονομία με τις υφιστάμενες δομές και τη σημερινή οικονομική φιλοσοφία αδυνατεί να προσφέρει συνθήκες ευημερίας στο σύνολο της κοινωνίας.

Η επάνοδος σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης σε συνδυασμό με τις ευνοϊκές εξωτερικές συνθήκες από το 2016 και μετά, δε σηματοδότησαν και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου για την πλειοψηφία της κοινωνίας. Το ένα τέταρτο του πληθυσμού βρίσκεται στα όρια της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Το φαινόμενο των εργαζόμενων – φτωχών γίνεται πιο έντονο. Η ανισότητα ευκαιριών παραμένει επίσης σχετικά υψηλή στην Κύπρο σε σύγκριση με το μέσο όρο της ΕΕ. Ενώ η οικονομία μεγαλώνει η κοινωνία συνεχίζει να νιώθει αβεβαιότητα και ανασφάλεια για το μέλλον.

Είναι γεγονός ότι το πρόγραμμα της παραχώρησης διαβατηρίων βοήθησε την οικονομία μας σε δύσκολες στιγμές. Η κατάχρηση του όμως, η έλλειψη αποτελεσματικού ελέγχου και η εμπλοκή του ονόματος της οικογένειας του Προέδρου στο Πρόγραμμα, το ζημίωσαν αφάνταστα και το χειρότερο μας δυσφήμισαν στο εξωτερικό.

Η πλειοψηφία της κοινωνίας συνεχίζει να σηκώνει το βάρος της κρίσης. Το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε δραματικά τα τελευταία επτά χρόνια. Μέχρι σήμερα υστερεί σημαντικά σε σχέση με την περίοδο πριν από το 2013. Τα πλείστα νοικοκυριά έχουν βρεθεί υπερδανεισμένα. Καλούνται να καλύψουν τα αυξημένα δάνεια τους έχοντας υποστεί σημαντικές μειώσεις στους μισθούς και στο εισόδημα τους. Παράλληλα, σειρά από νομοθετικές ρυθμίσεις και κανονισμοί έχουν διευκολύνει τη δυνατότητα των τραπεζών να κατάσχουν περιουσίες με αποτέλεσμα πολλοί να βρίσκονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο απώλειας της κύριας κατοικίας τους. Σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στον τομέα της στέγασης, τα αυξημένα ενοίκια, τις αυξημένες τιμές αγοράς κατοικίας, και την υπονόμευση της στεγαστικής πολιτικής του Κράτους έχουν καταστήσει τη στέγη προνόμιο αντί δικαίωμα για όλους.

Μπροστά σε αυτή την κατάσταση η ανάγκη αλλαγής της πορείας  της οικονομίας και της πάλης για διαφορετική Ευρώπη γίνεται επιτακτική.

Γίνεται στόχος δεκαετίας και όρος επιβίωσης σε μια εποχή που δεν αφήνει περιθώρια περαιτέρω εξάντλησης των φυσικών και των ανθρώπινων πόρων της κοινωνίας μας.

Κηρύσσοντας την έναρξη των εργασιών του Φόρουμ, είπα ότι το ζητούμενο είναι η αναζήτηση κοινών τόπων όπου μπορούν να συναντηθούν άνθρωποι, κινήσεις  και απόψεις με διαφορετικές αφετηρίες αλλά κοινές προτεραιότητες.

Η μεγαλύτερη προτεραιότητα για το ΑΚΕΛ είναι να μην αφήσει την οικονομία να στρεβλωθεί από τα μεγάλα συμφέροντα μιας μικρής μειοψηφίας.

Να μην αφήσει την κοινωνία να αποξενωθεί από τα όνειρά της.

Να μην αφήσει τη Δημοκρατία μας να απαξιωθεί εξ αιτίας  της διαφθοράς και της διαπλοκής.

Από κει και πέρα όλα είναι υπό συζήτηση. Αρκεί να είναι συμβατά με το καλώς νοούμενο εθνικό και δημόσιο συμφέρον. Αυτός είναι και ο μόνος όρος που το ΑΚΕΛ βάζει στο διάλογο που επιδιώκει να κάνει με όλες τις παραγωγικές δυνάμεις της αγοράς, της κοινωνίας και της πολιτικής.

Να μου επιτρέψετε να πω ότι δεν κατάλαβα ποτέ γιατί κάποιοι θεωρούν ότι η κοινωνική δικαιοσύνη που προτάσει η Αριστερά θεωρείται από κάποιους ασύμβατη με την αύξηση της  ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.

Εκτός αν αυτοί που το υποστηρίζουν θεωρούν ότι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας είναι αυτοσκοπός που νομιμοποιεί αυτούς που θέλουν να πλουτίζουν σε βάρος των υπολοίπων.

Αν υπάρχει κάτι που σίγουρα υπονομεύει τη σωστή ανταγωνιστικότητα και κατ’ επέκταση τη σταθερότητα της οικονομίας είναι ακριβώς η έλλειψη κοινωνικής συνοχής και ο αποκλεισμός από την παραγωγική διαδικασία τμημάτων του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας.

Από πότε άλλωστε ένα ισχυρό και αποτελεσματικό κοινωνικό Κράτος στέκεται  εμπόδιο και όχι εφόδιο της αναπτυξιακής προσπάθειας μιας χώρας;

Είναι δυνατό το κοινωνικό κράτος, που στοχοποιήθηκε από το νεοφιλελευθερισμό αλλά εξακολουθεί να συνιστά την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στον προηγμένο και τον τρίτο κόσμο, να αντιμετωπίζεται ως αντιπαραγωγική επένδυση;

Το ζητούμενο βέβαια δεν είναι να συμφωνήσουμε όλοι σε όλα. Το ζητούμενο είναι να συνεννοηθούμε για τα βασικά.

Υπάρχει κάποιος που διαφωνεί με οικονομία που εναρμονίζει την ανάπτυξη με την κοινωνική ευημερία και την αειφόρο αξιοποίηση των φυσικών πόρων; Την ιδιωτική με την δημόσια και τη συνεργατική πρωτοβουλία; Την παραγωγή περισσότερου πλούτου με τη δίκαιη κατανομή του; Την ανταγωνιστικότητα με τη διασφάλιση ποιοτικών θέσεων εργασίας, τη δημιουργία πράσινων θέσεων εργασίας και τη βελτίωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων; Την επιχειρηματικότητα με την προστασία των οικονομικά ευάλωτων στρωμάτων της κοινωνίας; Την πρόοδο με την ισονομία, τη δικαιοσύνη και την χρηστή διοίκηση;

Όλα αυτά είναι ζητήματα που εμάς τουλάχιστον ως ΑΚΕΛ μας απασχολούν. Στόχος μας είναι να συμβάλουμε σε συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις του αναπτυξιακού  μας μοντέλου, ικανοποιώντας τις ανάγκες της κοινωνίας.

PREV

Ομιλία Γενικού Γραμματέα ΚΕ ΑΚΕΛ Άντρου Κυπριανού στο Φόρουμ Οικονομικής Πολιτικής

NEXT

Ολοκληρώθηκε με επιτυχία το 1ο Φόρουμ Οικονομικής Πολιτικής