Δημοσιογραφική Διάσκεψη Γενικού Γραμματέα Κ.Ε. ΑΚΕΛ Άντρου Κυπριανού για το Κυπριακό
Οι συνομιλίες για το Κυπριακό έχουν ανασταλεί μετά από τη λανθασμένη απόφαση της πλειοψηφίας της Βουλής και την απόφαση του κ. Ακκιντζί. Είναι πλέον ορατό το ενδεχόμενο κατάρρευσης των συνομιλιών και αδιεξόδου. Μετά από τα όσα έγιναν, συναντώ καθημερινά ανθρώπους που αγωνιούν για την επίτευξη λύσης και προσδοκούσαν να βγει κάτι θετικό από αυτή τη διαδικασία, να είναι έκδηλα απογοητευμένοι και απαισιόδοξοι. Νιώσαμε λοιπόν την ανάγκη να απευθυνθούμε απόψε στο λαό γιατί μας ανησυχούν και εμάς αυτές οι εξελίξεις.
Σίγουρα αυτή δεν είναι η τελευταία ευκαιρία για λύση του Κυπριακού. Πάντα θα υπάρχει η επόμενη μέρα, η επόμενη ευκαιρία. Οφείλουμε όμως να προβληματιστούμε πώς θα είναι η επόμενη μέρα και με ποιές προϋποθέσεις θα έρθει η επόμενη ευκαιρία. Ποιες και πόσο αρνητικές θα είναι οι συνέπειες σε βάρος της χώρας και του λαού μας.
Ο εποικισμός ως επίσημη τουρκική πολιτική, τα οικονομικά πρωτόκολλα, η συμφωνία για το νερό και το ρεύμα, η παρουσία της Τουρκίας στα κατεχόμενα εδάφη (στρατιωτική, πολιτική και πολιτιστική-θρησκευτική) αλλάζουν μέρα με τη μέρα την ταυτότητα και την προοπτική της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Μεγαλύτερος σύμμαχος της Τουρκίας στην προσπάθεια αφομοίωσης των κατεχομένων, είναι η συνεχιζόμενη κατοχή και διαίρεση. Κανένας δεν πρέπει να θεωρεί ότι οι αντοχές της προοδευτικής μερίδας της τουρκοκυπριακής κοινότητας είναι απεριόριστες. Συνεπώς, δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες. Δεν πρέπει να νομίζουμε ότι θα βάλουμε στην άκρη τις συνομιλίες τώρα, θα κάνουμε απερίσπαστοι προεκλογικές εκστρατείες και το Μάρτη του 2018 ο επόμενος Πρόεδρος θα βρει το Κυπριακό στην κατάσταση που είναι σήμερα.
Ορισμένοι επικρίνουν τις θέσεις που εκφράζουμε, κατηγορώντας μας ότι είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε οποιαδήποτε λύση. Επαναλαμβάνουμε κατηγορηματικά ότι το ΑΚΕΛ ουδέποτε θα αποδεχθεί κακή λύση. Είναι και άλλοι, πιο πορωμένοι, που μας κατηγορούν ότι προωθούμε την τουρκοποίηση της Κύπρου. Η Κύπρος θα τουρκοποιηθεί, αν δεν καταφέρουμε να λύσουμε το Κυπριακό. Θα τουρκοποιηθεί αν μας μείνει η διχοτόμηση∙ αν αποδεχτούμε ως λύση το «τζείνοι ποτζεί τζιαι εμείς ποδά». Σε μια τέτοια εξέλιξη θα έχουμε σύνορα με την Τουρκία μέσα στην ίδια μας τη χώρα. Θα συγκατοικούμε σε μια σταλιά νησί, από τη μια η Κυπριακή Δημοκρατία και από την άλλη ένα τουρκικό μόρφωμα, το οποίο θα φορτώνει το νησί μας με στρατεύματα και έποικους, μέχρι να το βουλιάξει. «Τζείνοι ποτζεί τζιαι εμείς ποδά» λένε όσοι φανερά ή συγκαλυμμένα προωθούν τη διχοτόμηση. Δεν μας λένε όμως ότι μια τέτοια εξέλιξη θα φέρει τόσους έποικους στην Κύπρο ώστε μοιραία κάποια στιγμή να αναζητήσουν ζωτικό χώρο στις ελεύθερες περιοχές. Δεν μας λένε ότι θα ζούμε με τη μόνιμη απειλή του πολέμου μέσα στην ίδια μας την πατρίδα. Είναι αφέλεια να θεωρούμε ότι δίχως λύση απλώς θα συνεχίσουμε τη ζωή μας όπως σήμερα. Θα ζούμε πάνω σε μια κινούμενη άμμο που δε θα ξέρουμε πότε θα μας καταπιεί.
Ορισμένοι επιχειρούν να κατοχυρώσουν για τον εαυτό τους τον τίτλο του πατριώτη. Πατριωτικό είναι να αγωνίζεσαι για την απελευθέρωση και την επανένωση της πατρίδας σου και όχι να επιζητάς ή άθελα σου να οδηγείς τα πράγματα στη διχοτόμηση ή χειρότερα στην προσάρτηση.
Για το ΑΚΕΛ, η σωστή λύση του κυπριακού είναι ο μόνος τρόπος ο λαός μας, Ελληνοκύπριοι, Τουρκοκύπριοι, Μαρωνίτες, Αρμένιοι και Λατίνοι να ζήσουν δίχως να απειλείται η επιβίωση τους, στον τόπο που γεννήθηκαν. Είναι ο μόνος τρόπος να δημιουργηθούν προϋποθέσεις ανάπτυξης, προόδου και ευημερίας. Δυστυχώς όμως, τη μάχη επίλυσης του Κυπριακού δεν τη δίνουμε ομόθυμα. Δεν κοιτάζουμε όλοι προς τον ίδιο στόχο. Ζητούν κάποιοι «να αλλάξουμε τον στρατηγικό μας στόχο». Να εγκαταλείψουμε το στόχο ομοσπονδιακής λύσης και να διεκδικήσουμε λύση ενιαίου κράτους. Αποκαλούν την ομοσπονδία προδοτική λύση. Ρατσιστική. Μας κατηγορούν για απαράδεχτες υποχωρήσεις προς την Τουρκία. Αν όμως πρόκειται για λύση υποχωρητική γιατί δεν καταλήξαμε σε συμφωνία; Κι αν με τόσες δήθεν υποχωρήσεις δεν καταφέραμε ακόμα να συμφωνήσουμε, πώς θα συμφωνήσουμε αν διεκδικήσουμε ένα μαξιμαλιστικό στόχο; Με ποια στήριξη θα προχωρήσουμε; Ποιος θα πιέσει την Τουρκία για να αποδεχτεί μια ιδεατή για εμάς λύση; Το ευκολότερο για όλους είναι να λένε συνθήματα και κούφια λόγια. Αν όμως αυτά δε φέρουν αποτέλεσμα, τις συνέπειες τους θα τις πληρώσουμε όλοι.
Προτείνεται από κάποιους η επανατοποθέτηση του Κυπριακού ως προβλήματος εισβολής και κατοχής. Όλοι συμφωνούμε ότι το Κυπριακό είναι κυρίως πρόβλημα εισβολής, κατοχής και παράνομου εποικισμού. Το κρίσιμο είναι πώς προχωρούμε παρακάτω. Αν θεωρούμε ότι θα λυθεί πρώτα το Κυπριακό και μετά θα καθίσουμε στο τραπέζι για να το συζητήσουμε, αυταπατούμαστε. Η πολιτική της πρόταξης δοκιμάστηκε στο παρελθόν και απέτυχε παταγωδώς.
Να προκαλέσουμε, λένε, κόστος στην Τουρκία. Συμφωνούμε. Πρέπει να ξέρουμε όμως μέχρι πού μπορεί να φτάσει αυτή η δυνατότητα. Ποιοι θα πιέσουν την Τουρκία; Γιατί δεν την πίεσαν στο προσφυγικό που αφορά το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Ας μην αιθεροβατούμε λοιπόν, γιατί μοιραία θα πέσουμε από τα σύννεφα και με άσχημο μάλιστα τρόπο.
Εμείς δεν αιθεροβατούμε. Ούτε απογοητευόμαστε. Δε σηκώνουμε ψηλά τα χέρια. Ως ΑΚΕΛ από την επομένη του διπλού εγκλήματος του πραξικοπήματος και της εισβολής, μιλήσαμε για την ανάγκη επούλωσης των πληγών και επανένωσης του τόπου μας. Στηρίξαμε τον έντιμο και οδυνηρό συμβιβασμό της Δικοινοτικής, Διζωνικής Ομοσπονδίας. Βρήκαμε τη δύναμη να χτίσουμε μαζί με τους τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας πάνω στα ερείπια της κατοχής, την αδελφοσύνη της επαναπροσέγγισης. Από τότε επιμένουμε ότι πρώτος και αμετάθετος στόχος μας είναι η λύση του Κυπριακού και η επανένωση του τόπου μας.
Από την πρώτη στιγμή της εκλογής του κ. Αναστασιάδη ως ΑΚΕΛ διευκρινίσαμε ότι δεν επρόκειτο να ανταποδώσουμε την εξοντωτική και χυδαία αντιπολίτευση, που ο ΔΗΣΥ και οι υπόλοιποι, είχαν ασκήσει στον Δ. Χριστόφια και στο ΑΚΕΛ. Όχι γιατί χρωστούμε κάτι στον κ. Αναστασιάδη, αλλά γιατί χρωστούμε στη χώρα και στο λαό μας να στηρίξουμε τη διαδικασία επίλυσης του κυπριακού προβλήματος. Από την αρχή του υποδείξαμε την ανάγκη να συνεχίσει τη διαπραγμάτευση από εκεί που είχαμε μείνει με τον κ. Ταλάτ. Να μην αρχίσει από μηδενική βάση. Δυστυχώς, σε αυτή μας τη θέση μείναμε τότε μόνοι. Όλα τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα και ο ίδιος ο Πρόεδρος ακολούθησαν τη λογική της απόρριψης των συγκλίσεων και της διαπραγμάτευσης από την αρχή.
Αυτό συνεχίστηκε μέχρι το Φλεβάρη του 2014. Αποτέλεσμα ήταν η σημαντική διεύρυνση του χάσματος μεταξύ των δύο πλευρών. Ακόμα χειρότερα, στις αρχές του 2014 ο Γ.Γ. του ΟΗΕ υπέβαλε έκθεση προς το Συμβούλιο Ασφαλείας, που ήταν η χειρότερη, για την ελληνοκυπριακή πλευρά, από το 2004. Αυτό συνέβη την ώρα που το Barbaros πραγματοποιούσε έρευνες στις νότιες ακτές της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Τον Απρίλη του 2014 ο Μουσταφά Ακκιντζί ανέλαβε την ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Οι ελπίδες ότι θα προχωρούσε η διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού αναπτερώθηκαν. Οι θέσεις του κ. Ακκιντζί δεν είναι σε καμμιά περίπτωση ταυτόσημες με εκείνες του κ. Έρογλου. Παρόλα αυτά τονίζαμε και τονίζουμε ότι τα πάντα θα κριθούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Εκεί θα αποδείξει ο καθένας ποιος είναι.
Οι συνομιλίες ανάμεσα στους κκ. Αναστασιάδη και Ακκιντζί σημείωσαν πρόοδο από τη στιγμή που άρχισαν να αξιοποιούν τις συγκλίσεις Χριστόφια – Ταλάτ. Στα δύο σχεδόν χρόνια συνομιλιών των δύο ηγετών έγιναν βήματα προς τα εμπρός. Καταγράφηκαν ωστόσο και διαφωνίες σε βασικά θέματα. Αυτό οφείλεται και σε εκατέρωθεν παλινδρομήσεις αναφορικά με τις συγκλίσεις που είχαν συμφωνηθεί μεταξύ Χριστόφια – Ταλάτ, αλλά και σε υπαρκτές διαφωνίες μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Αυτή τη στιγμή έχουμε συγκλίσεις στις οποίες περιλαμβάνονται πρόνοιες σαφώς βελτιωμένες τόσο σε σχέση με το Σχέδιο Ανάν όσο και σε σχέση με το Σύνταγμα του 1960. Αυτό ισχύει για τα θέματα κυριαρχίας και ιθαγένειας, της ενίσχυσης των ομοσπονδιακών αρμοδιοτήτων, του μηχανισμού επίλυσης αδιεξόδων, των θαλάσσιων ζωνών, των βασικών ελευθεριών και του κεφαλαίου της Διακυβέρνησης.
Οι συναντήσεις που έγιναν στο Μοντ Πελεράν και στην Γενεύη κατέδειξαν ότι υπήρχε και υπάρχει ακόμα δρόμος να διανυθεί.
Δυστυχώς εδώ και μερικούς μήνες ήταν προφανές ότι η διαδικασία των συνομιλιών μπλοκαρίστηκε. Ο λόγος ήταν ότι από τη μια ο κ. Αναστασιάδης δεν ήταν έτοιμος να συζητήσει την εκ περιτροπής Προεδρία, ενώ ο κ. Ακκιντζί δεν ήθελε να συζητήσει σε αυτή τη φάση το εδαφικό. Δεν έχει σημασία ποιος άρχισε αυτή την τακτική. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι η διαδικασία δεν προχωρούσε. Ενώ ψάχναμε τρόπο ξεμπλοκαρίσματος των συνομιλιών καταθέτοντας προτάσεις προέκυψε η απόφαση της πλειοψηφίας της Βουλής, για το ενωτικό Δημοψήφισμα.
Οι δύο ηγέτες αντί να επιδιώξουν εκτόνωση της κατάστασης, με καθημερινές τους δηλώσεις έχυναν νερό στο μύλο των ακραίων στοιχείων των δύο κοινοτήτων. Την ώρα που το Κυπριακό «χανόταν» ανάμεσα σε δηλώσεις και αντιδηλώσεις, ο κ. Ακκιντζί αποχωρούσε από τις συνομιλίες ενώ ο κ. Αναστασιάδης παρουσιάστηκε ως ο από μηχανής θεός που θα έλυνε τα προβλήματα στο ΓΕΣΥ, στο λιμάνι Λεμεσού, στο ψυχιατρείο Αθαλάσσας και αλλού.
Σκεπτόμενος μάλιστα μικροπολιτικά ο ΔΗΣΥ ξεκίνησε επικοινωνιακή αντεπίθεση επιχειρώντας να πείσει ότι για τις εξελίξεις φταίει το ΑΚΕΛ. Αντί να αναλογιστεί την ευθύνη του και να σκεφτεί πώς θα μπορούσε να διορθωθεί το λάθος, στράφηκε ενάντια στο ΑΚΕΛ. Σαν να μην έφτανε αυτό, προσπάθησε να ισοπεδώσει τα πάντα, λέγοντας το αμίμητο «εμείς δεν είμαστε ούτε ΕΛΑΜ, ούτε ΑΚΕΛ». Σίγουρα το ΑΚΕΛ δεν είναι ΔΗΣΥ, αλλά ο ΔΗΣΥ έχει κόσμο που είναι και ΕΛΑΜ.
Τώρα δεν είναι η ώρα του αλληλοφαγώματος. Είναι αδήριτη ανάγκη οι δύο ηγέτες να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Να μην κάνουν το χατίρι στις δυνάμεις του εθνικισμού. Να μην παρασυρθούν από τις οποιεσδήποτε σκοπιμότητες. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι η κρίση που δημιουργήθηκε μπορεί να ξεπεραστεί και οι διαπραγματεύσεις μπορούν να ξαναξεκινήσουν αν το επιδιώξουμε αταλάντευτα. Αν αυτό συμβεί έχουμε άποψη για το πώς πρέπει να προχωρήσουν. Και την υποστηρίζουμε ανεξάρτητα από το όποιο πρόσκαιρο πολιτικό κόστος. Γιατί αυτό που μας ενδιαφέρει είναι οι επόμενες γενιές και όχι οι επόμενες εκλογές.
Ελπίζοντας λοιπόν ότι η διαδικασία θα ξαναμπεί σε τροχιά ουσιαστικής διαπραγμάτευσης, αυτό που πρέπει να γίνει είναι να επικεντρωθούμε σε ορισμένα βασικά θέματα. Αναφέρομαι στα ζητήματα της εκτελεστικής εξουσίας, της αποτελεσματικής συμμετοχής, των τεσσάρων ελευθεριών, του εδαφικού και του περιουσιακού αλλά και της ασφάλειας. Στο τελευταίο αυτό θέμα χρειάζεται να γίνει προεργασία γνωρίζοντας ότι στις συζητήσεις του απαιτείται και η συμμετοχή των τριών εγγυητριών δυνάμεων, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Τα προαναφερθέντα ζητήματα θα πρέπει πλέον να συζητηθούν μαζί και οι όποιες συγκλίσεις σε αυτά να ισχύουν μόνο αν επιλυθούν όλα. Σε διαφορετική περίπτωση το όλο εγχείρημα θα πρέπει να θεωρηθεί ως μη γενόμενο και καμία απολύτως θέση που κατατέθηκε στο τραπέζι δεν θα ισχύει.
Αν αντιμετωπιστούν αυτά τα βασικά ζητήματα, θα φτάσουμε στο μείζον θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων. Δεν έχουμε αυταπάτες για το βαθμό δυσκολίας αυτού του κεφαλαίου. Τυχόν όμως επίλυση όλων των υπολοίπων βασικών θεμάτων θα καταστήσει ευκολότερη την αντιμετώπισή του. Ο στόχος μας είναι η ασφάλεια της μιας κοινότητας να μην κατοχυρωθεί σε βάρος της ασφάλειας της άλλης. Στόχος μας είναι η Κύπρος να αποστρατιωτικοποιηθεί και να αφεθεί να βαδίσει το δρόμο της ανεξάρτητη, κυρίαρχη και δίχως κηδεμόνες.
Βλέπω να λέγεται και να γράφεται ότι εμείς που εργαζόμαστε με προσήλωση για τη λύση του Κυπριακού είμαστε «επικίνδυνοι». Επικίνδυνοι δεν είμαστε εμείς που αγωνιζόμαστε να επανενωθεί ο τόπος μας. Επικίνδυνοι είναι εκείνοι που αν εφαρμοστεί η πολιτική που προτείνουν θα οδηγήσουν το Κυπριακό σε στασιμότητα και σε επικίνδυνη οπισθοδρόμηση που θα επιτρέψει στην Τουρκία να προωθήσει τους στόχους της.
Το ΑΚΕΛ έχει όραμα για την Κύπρο της ειρήνης. Για την επανενωμένη ομοσπονδιακή Κύπρο που θα είναι φάρος και παράδειγμα για όλο τον κόσμο. Θα είναι σύγχρονο πρότυπο αρμονικής συμβίωσης δύο κοινοτήτων διαφορετικής εθνικότητας, γλώσσας και θρησκείας που θα συνδιαχειρίζονται το κοινό τους κράτος. Θα είναι χώρα που θα έχει καταφέρει να διώξει τους στρατούς και θα διοχετεύει όλες της τις δυνάμεις και τους πόρους, στις κοινωνικές επενδύσεις και στην οικονομική ανάπτυξη. Αυτή την ελπίδα, ούτε παλαιότερα ούτε και τώρα θα την χαραμίσουμε ως προεκλογική ρητορεία. Αντιθέτως τη χτίζουμε εδώ και χρόνια. Λίγο-λίγο, βήμα-βήμα μαζί με τους προοδευτικούς τουρκοκύπριους πάνω στα γερά θεμέλια της επαναπροσέγγισης, της συμφιλίωσης και της συνεννόησης ώστε να μπορέσουμε να την κληροδοτήσουμε στις επόμενες γενιές. Αυτό είναι και αυτό πρέπει να είναι το όραμα όλων για την Κύπρο.
Ο λαός μας χόρτασε από τα «δεσμεύομαι». Προδόθηκε πολλές φορές από μεγαλόστομες διακηρύξεις. Διψά μόνο για την αλήθεια και ειλικρίνεια. Ας αποκηρύξουμε λοιπόν τον εθνικισμό και το φανατισμό. Ας σταματήσει επιτέλους η «σχιζοφρένεια» της Κυβέρνησης Αναστασιάδη, του ΔΗΣΥ και άλλων να δαφνοστεφανώνουν αυτούς που κατάστρεψαν τον τόπο και την ίδια στιγμή να δηλώνουν ότι θέλουν λύση και επανένωση. Να σταματήσουν να χαϊδεύουν το τέρας του νεοφασισμού, γιατί δεν πρόκειται να ημερέψει.
Σε ότι μας αφορά, ναι, οι προοδευτικοί Τουρκοκύπριοι ήταν και θα παραμείνουν οι φυσιολογικοί μας σύμμαχοι στον αγώνα για επανένωση του τόπου μας. Αν η δεξιά και η ακροδεξιά στην Κύπρο αποτύχουν και τώρα να κατανοήσουν την αγωνία και τις προσδοκίες των προοδευτικών Τουρκοκυπρίων θα τραυματίσουν ανεπανόρθωτα, αυτή τη φορά, ολόκληρη την Κύπρο.
Ως ΑΚΕΛ δεν περιμένουμε να μας σώσει κανένας από μηχανής θεός. Αυτό που επιδιώκουμε και το λέμε ευθαρσώς, είναι έντιμο συμβιβασμό με τους τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας. Όχι με την κατοχή, ούτε με τα μεγάλα συμφέροντα. Είμαστε μια φωνή που φωνάζει για όλη την Κύπρο. Δεν αντικρίζουμε την υπόθεση της Κύπρου και το μέλλον της ως στενά κοινοτική υπόθεση. Γι’ αυτό επιμένουμε και θα συνεχίσουμε να επιμένουμε ότι η τουρκοκυπριακή, όπως και η ελληνοκυπριακή κοινότητα, θα εξουδετερώσουν μια για πάντα ό, τι απειλεί την επιβίωση τους, μόνο όταν καταφέρουν να συμβιώσουν στα πλαίσια μιας ομοσπονδίας. Στα πλαίσια ενός επανενωμένου κράτους με μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια και μία διεθνή προσωπικότητα, όπου θα διασφαλίζεται ότι οι δύο κοινότητες θα συμβιώνουν και θα συνεργάζονται σε πατρίδα ενωμένη και ανεξάρτητη. Αυτό σίγουρα δεν μπορεί να το διασφαλίσει η όποια λύση, αλλά μόνο λύση που θα τερματίζει την κατοχή και τον εποικισμό. Που θα αποκαθιστά την κυριαρχία, την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και την ενότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Λύση βασισμένη στα Ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, τις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου, στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Λύση που θα αποστρατιωτικοποιεί την Κύπρο και θα αποκλείει τα όποια εγγυητικά ή επεμβατικά δικαιώματα στα εσωτερικά ζητήματα της χώρας από ξένες δυνάμεις. Λύση που θα επανενώνει το έδαφος, το λαό, τους θεσμούς και την οικονομία στο πλαίσιο δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα όπως αυτή περιγράφεται στα κείμενα των Ηνωμένων Εθνών. Μια τέτοια λύση θα πρέπει να τεθεί σε Δημοψήφισμα, αφού πρώτα συμφωνηθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι μπορούμε να ελπίζουμε στο μέλλον μόνο όταν ξεκινήσουμε ξανά να βάζουμε μαζί, τα θεμέλια της κοινής μας ζωής, της κοινής κοινωνικής και πολιτικής δράσης, μόνο όταν ο τόπος μας απελευθερωθεί και επανενωθεί.