Ομιλία βουλευτή ΑΚΕΛ, Γιώργου Κουκουμά στην Βουλή των Αντιπροσώπων για την πρόταση Νόμου ΑΚΕΛ για την «εκδικητική πορνογραφία»
Ο περί της μη Συναινετικής Χρήσης Προσωπικού Υλικού Σεξουαλικού Περιεχομένου Νόμος του 2022
Το έγκλημα για το οποίο θα νομοθετήσουμε σήμερα -αυτό που έμεινε να αποκαλείται «εκδικητική πορνογραφία» αποτελεί ένα από τα πλέον ραγδαία διαδεδομένα εγκλήματα στον σύγχρονο κόσμο για το οποίο οι αρχές ηλεκτρονικού εγκλήματος παγκοσμίως δηλώνουν ότι παίρνει μορφή χιονοστιβάδας. Είναι ένα από τα πιο απεχθή και ειδεχθή εγκλήματα -από τη σκοπιά της ηθικής απαξίας- γιατί η πράξη εξοντώνει το θύμα -όχι φυσικά- αλλά κοινωνικά και ηθικά. Και είναι επίσης ένα έγκλημα που μπορεί να συντελεστεί τόσο εύκολα -ουσιαστικά με το πάτημα ενός κουμπιού- αλλά οι συνέπειες του είναι εν πολλοίς ανεπανόρθωτες.
Ο ορισμός «εκδικητική πορνογραφία» -που κατ’ ακρίβεια δεν είναι δόκιμος και για αυτό τον αλλάζουμε- χρησιμοποιείται ως όρος ομπρέλα για να περιλάβει περιπτώσεις δημοσιοποίησης ή απειλής δημοσιοποίησης οπτικοακουστικού υλικού με σεξουαλικό περιεχόμενο χωρίς τη συναίνεση των προσώπων που εικονίζονται στο βίντεο ή τη φωτογραφία. Το υλικό μπορεί να είχε ληφθεί με τη συναίνεση του θύματος κατά τον χρόνο εκείνο ή και να αποσπάστηκε εν αγνοία του θύματος. Πλέον υπάρχουν καθημερινά κρούσματα που βγαίνουν στην επιφάνεια ολοένα και πιο συχνά, με θύματα κατά κανόνα (αλλά όχι πάντα) γυναίκες και κορίτσια. Πρώην σύζυγος που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο ένα βίντεο ερωτικών ή σεξουαλικών στιγμών με την πρώην σύζυγο του για να εξευτελίσει ή να την εκδικηθεί. Άλλος που φωτογραφίζει ή βιντεογραφεί στα κρυφά γυναίκες και κορίτσια σε τουαλέτες και αποδυτήρια και στη συνέχεια τα κυκλοφορεί στο διαδίκτυο και ψηφιακές πλατφόρμες. Κυκλώματα που αποσπούν οπτικοακουστικό υλικό προσωπικών στιγμών ενός προσώπου -είτε άνδρα είτε γυναίκας- και στη συνέχεια τον ή την εκβιάζουν ζητώντας χρήματα ή άλλα ανταλλάγματα προκειμένου να μην τα δημοσιοποιήσουν. Όλες αυτές οι αποκρουστικές πράξεις του μεμονωμένου θύτη συναντώνται με τον κανιβαλισμό που «ανθεί» πλέον στον κόσμο του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικών δικτύωσης. Συναντώνται επίσης με την πολύ επικερδή βιομηχανία της πορνογραφίας, η οποία κατά κανόνα δεν συγκινείται να θέσει τέτοιες δικλείδες ώστε οι ίδιες οι εταιρίες να διασφαλίζουν ότι δεν θα δημοσιοποιείται οποιοδήποτε υλικό αν δεν υπάρχει η συγκατάθεση των ανθρώπων που εικονίζονται σε αυτό.
Σε κάθε περίπτωση όμως, οι συνέπειες για το θύμα είναι συντριπτικές αν όχι καταστροφικές. Ψυχολογική κατάρρευση και κοινωνική εξόντωση. Απομόνωση από την οικογένεια, τους συγγενείς, το φιλικό περιβάλλον. Καταστροφή της επαγγελματικής ζωής του θύματος. Και όλα αυτά σε σημείο που τα θύματα οδηγούνται σε τάσεις αυτοκτονίας, σε απόπειρες αυτοκτονίες αλλά και σε αυτοκτονίες. Αυτοκτονίες όχι μόνο του ίδιου του θύματος αλλά ακόμα και των παιδιών του θύματος ή των γονιών του θύματος καταγράφηκαν επίσης.
Όσο αφορά τους αριθμούς και τις διαστάσεις του φαινομένου, οι στατιστικές δεν προλαβαίνουν την γιγάντωση. To 2022 καταγράφηκαν 1500 περιστατικά στη Γερμανία, 2000 στη Γαλλία, 1800 στην Ιταλία και πάνω από 6000 στο Ηνωμένο Βασίλειο και κάθε χρόνο η τάση είναι εκρηκτικά αυξανόμενη.
Αυτό αφορά και την Κύπρο. Η Αστυνομία είχε καταγράψει για την πενταετία μέχρι το 2022 65 καταγγελίες εκδικητικής πορνογραφίας στην Κύπρο. Το Κέντρο Ασφαλούς Διαδικτύου είχε λάβει μόνο το 2021 338 καταγγελίες από πρόσωπα που δέχονταν απειλές οικονομικής φύσης για να μην δημοσιευθούν προσωπικές τους φωτογραφίες.
Για αυτό λοιπόν, χρειαζόμαστε μια ξεχωριστή και πολύ πιο αυστηρή νομοθεσία -πέρα από το άρθρο που υφίσταται σήμερα στο νόμο για την βία κατά των γυναικών και το οποίο ορθώς προνοεί μια πολύ αυστηρή ποινή που μπορεί να φτάνει μέχρι τα 14 χρόνια φυλάκισης, την οποία βέβαια διατηρούμε.
Πρέπει να πω ότι οι επισημάνσεις από το Ηλεκτρονικό Έγκλημα της Αστυνομίας και το Κέντρο Ασφαλούς Διαδικτύου ήταν εξαιρετικά χρήσιμες για να διαμορφώσουμε την πρότασή μας. Η Πρόταση Νόμου του ΑΚΕΛ λοιπόν προνοεί τα εξής:
- Θεσπίζει νομική υποχρέωση για τους παρόχους διαδικτύου, ηλεκτρονικών και ψηφιακών υπηρεσιών και ψηφιακές πλατφόρμες να διαγράφουν τέτοιο υλικό εντός μίας ώρας από την ειδοποίησή τους από την αστυνομία. Αυτό έχει καθοριστική σημασία διότι για να περιοριστεί η ζημιά, πρέπει να εμποδιστεί η διάδοση του υλικού από τις πρώτες στιγμές. Επιπρόσθετα, το Δικαστήριο θα μπορεί να διατάσσει τις εταιρίες που παρέχουν υπηρεσίες διαδικτύου την κατάργηση ή την φραγή της πρόσβασης στη συγκεκριμένη ιστοσελίδα ή ιστότοπο. Αυτό έχει διπλή σημασία δεδομένου ότι συγκεκριμένες ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχόμενου εδρεύουν στην Κύπρο.
- Μέχρι σήμερα, η νομοθεσία απαιτούσε για να καταδικαστεί ο δράσης να αποδειχθεί ότι είχε ΣΚΟΠΟ να εκφοβίσει ή/και εξευτελίσει ή/και παρενοχλήσει ή/και να προκαλέσει συναισθηματική διαταραχή και/ή οικονομική ή άλλη ζημία ή βλάβη ή/και να αποκομίσει παράνομο οικονομικό όφελος σε βάρος του θύματος. Αυτό δεν είναι πάντα εύκολο να αποδειχθεί, πόσο μάλλον όταν η συνήθης δικαιολογία των δραστών που πχ διαδίδουν ένα βίντεο μιας κοπέλας χωρίς τη συγκατάθεσή της είναι ότι «το έκανα για πλάκα», «το έκανα γιατί ήμουν πληγωμένος που με εγκατέλειψε». Όμως οι συντριπτικές συνέπειες σε βάρος του θύματος είναι δεδομένες και σε αυτή την περίπτωση. Συνεπώς, με τη νέα νομοθεσία δεν απαιτείται να αποδεχθεί πρόθεση του δράση να εξευτελίσει κλπ αλλά θα διώκεται και θα καταδικάζεται, όποια δικαιολογία κι αν λέει.
- Μέχρι σήμερα, η νομοθεσία προστατεύει μόνο γυναίκες. Ωστόσο, από τα 65 περιστατικά που καταγράφηκαν στην Κύπρο την προηγούμενη πενταετία, τα 17 είχαν θύματα άντρες, δηλαδή 1 στα 5 περιστατικά. Παρόλο που συχνά υποβαθμίζεται η σοβαρότητα όταν το θύμα είναι άντρας, δεν παύει η πράξη να συνιστά προσβολή της προσωπικής ζωής, της ιδιωτικότητας και της κοινωνικής υπόστασης του θύματος. Με τη νέα νομοθεσία λοιπόν, προστατεύεται κάθε πρόσωπο άνδρας και γυναίκα. Εντάσσουμε, βέβαια, ως επιβαρυντικό παράγοντα για τον δράστη όταν η πράξη του στρέφεται κατά γυναίκας διότι πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη τα κοινωνικά στερεότυπα για τη γυναικεία σεξουαλικότητα που συνεχίζουν να καθιστούν μεγαλύτερη τη διαπόμπευση και τη ζημιά για τις γυναίκες θύματα.
- Εντάσσουμε στον όρο υλικό ερωτικού/σεξουαλικού περιεχομένου και τις περιπτώσεις κοινοποίησης παραποιημένων εικόνων ή βίντεο (τα λεγόμενα deepfakes), δηλαδή περιπτώσεις που το υλικό που διακινείται δεν είναι πραγματικό αλλά πρόκειται για υλικό που έχει τύχει επεξεργασίας ώστε να παραπέμπει σε συγκεκριμένο πρόσωπο. Aυτή η πρόνοια είναι κρίσιμη δεδομένης της
- Επιπρόσθετα, η πρότασή μας ορίζει ως επιβαρυντικό παράγοντα όταν το αδίκημα οδηγήσει στην αυτοκτονία ή στην απόπειρα αυτοκτονίας του θύματος ή άλλου προσώπου καθώς και μια σειρά από άλλες περιστάσεις.
- Τέλος, αλλάζουμε τον όρο «πορνογραφία» και «εκδικητική πορνογραφία» που δεν είναι ηθικά δόκιμοι για δύο λόγους: όταν μιλούμε για «εκδικητική» υπονοείται ότι το θύμα όντως έκανε κάτι επιλήψιμο και ο δράστης αντέδρασε σε αυτό. Και επιπρόσθετα, η πορνογραφία παραπέμπει σε συναίνεση για να δημοσιοποιηθεί το σεξουαλικό/ερωτικό υλικό, κάτι που προφανώς δεν ισχύει στην περίπτωση του εγκλήματος που συζητούμε. Για αυτό θέτουμε τη νομοθεσία κάτω από τον ορισμό που χρησιμοποιείται πλέον και πανευρωπαϊκά «μη συναινετική κοινή χρήση προσωπικών εικόνων».
Με όλα αυτές τις αλλαγές, η χώρα μας θα αποκτήσει μια ειδική και δρακόντεια νομοθεσία για την πάταξη αυτού του φαινομένου, αυτού του εγκλήματος που ορθά χαρακτηρίζεται ως διαδικτυακός βιασμός. Με αυτό τον τρόπο θα υψώσουμε ένα νομοθετικό τείχος προστασίας πρώτα και κύρια για τις γυναίκες και τα κορίτσια που είναι τα πρώτα θύματα αλλά και για ολόκληρη την κοινωνία και ιδιαίτερα τους νέους που μεγαλώνουν πλέον σε ένα διαδικτυακό τοπίο το οποίο κανονικοποιεί, πολλαπλασιάζει και βάζει σε νέες μορφές τη βία και την κακοποίηση.