Home  |  Ενημέρωση   |  Παρέμβαση ΑΚΕΛ:«100 χρόνια από την ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς: Ο αγώνας για την ειρήνη και το σοσιαλισμό συνεχίζεται!»

Παρέμβαση ΑΚΕΛ:«100 χρόνια από την ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς: Ο αγώνας για την ειρήνη και το σοσιαλισμό συνεχίζεται!»

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Από μέρους της Κεντρικής Επιτροπής του ΑΚΕΛ χαιρετίζουμε την 21η Διεθνή Συνάντηση Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων. Μεταφέρουμε τους συντροφικούς χαιρετισμούς από την ηγεσία, τα στελέχη και τα μέλη του ΑΚΕΛ προς όλα τα Κομμουνιστικά κι Εργατικά Κόμματα που βρίσκονται εδώ, προς όλους τους κομμουνιστές και κομμουνίστριες του κόσμου, προς όλους τους αγωνιστές της ειρήνης και του σοσιαλισμού. Εκφράζουμε τις ευχαριστίες μας προς το Κομμουνιστικό Κόμμα Τουρκίας που μας φιλοξενεί αλλά και προς το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας που είναι συνδιοργανωτής της φετινής Συνάντησης.

Με την ευκαιρία της παρουσίας μας εδώ, νιώθουμε την ανάγκη να εκφράσουμε την αμέριστη εκτίμηση του ΑΚΕΛ προς το ΚΚ Τουρκίας για τη συνεπή αλληλεγγύη του προς τον αγώνα του λαού της Κύπρου ενάντια στην 45χρονη κατοχή της πατρίδας μας από τον τουρκικό στρατό που κρατά διαιρεμένο το νησί και το λαό μας, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Μεταφέρουμε θερμό χαιρετισμό προς όλους τους κομμουνιστές και κομμουνίστριες της Τουρκίας και μέσω εσάς σε ολόκληρη την εργατική τάξη και το λαό της χώρας. Ο λαός της Κύπρου και ο λαός της Τουρκίας δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν. Εχθρός των λαών μας –όπως και των δύο κοινοτήτων της Κύπρου- είναι ο ιμπεριαλισμός, το ΝΑΤΟ και ο εθνικισμός.

Την ίδια ώρα εκφράζουμε την εκτίμηση μας για τον αγώνα που δίνει το ΚΚ Τουρκίας όλα αυτά τα χρόνια για να αναδείξει μέσα στο λαό της Τουρκίας την πραγματική φύση της εμπλοκής της τουρκικής κυβέρνησης στην κρίση στη Συρία και συνολικά στην ξένη ιμπεριαλιστική επέμβαση στη γειτονική χώρα. Όλα τα Κομμουνιστικά Κόμματα του κόσμου γνωρίζουμε εκ πείρας πόσο σθένος και υπομονή χρειάζεται για να πηγαίνεις κόντρα στο ρεύμα του εθνικισμού που συκοφαντεί ως προδότες όσους αποκαλύπτουν τα ταξικά συμφέροντα που κρύβονται πίσω από τις κυβερνητικές πολιτικές και αντίστοιχες γεωπολιτικές επιλογές. Πιστεύουμε ότι στην παρούσα συγκυρία η 21η Διεθνής Συνάντηση των ΚΕΚ πρέπει να αποτελέσει βήμα για να ακουστεί – δυνατά και καθαρά, σε κάθε γωνιά της γης, με μια φωνή- η αλληλεγγύη του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος στο λαό της Συρίας, η απαίτηση μας για τερματισμό του πολέμου, της τουρκικής εισβολής και όλων των ξένων επεμβάσεων. για σεβασμό της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας. Για ειρήνη και λαϊκή κυριαρχία.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Η 21η Διεθνής Συνάντηση ΚΕΚ διεξάγεται σε μια περίοδο που ο πλανήτης πραγματικά κοχλάζει από αντιθέσεις, συγκρούσεις και ανταγωνισμούς. Ο καπιταλισμός, όχι μόνο δεν ξεπερνά την κρίση, αλλά -όπως κάθε φορά- προετοιμάζει την επόμενη. Δεν είναι τυχαίο που φέτος τα επιτελεία των διεθνών οικονομικών οργανισμών αναθεωρούν προς τα κάτω τις προβλέψεις τους για την ανάπτυξη και όλα δείχνουν ότι η παγκόσμια οικονομία μπαίνει σε συγχρονισμένη επιβράδυνση. Αυτό σημαίνει ότι επίκειται μια νέα επίθεση στους λαούς του κόσμου με αντιλαϊκά και αντεργατικά μέτρα, με χτύπημα κοινωνικών κατακτήσεων, περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, με μεγαλύτερη καταστροφή της φύσης και του πλανήτη. Όλα τα μεγάλα προβλήματα της εποχής έχουν –άμεσα ή έμμεσα- τη ρίζα τους στο ίδιο το σύστημα και τη λειτουργία τους, στο κυνήγι του κέρδους. Η Κλιματική Αλλαγή, οι πόλεμοι και ο πυρηνικός εφιάλτης, το τέρας του φασισμού είναι προϊόντα του συστήματος που όλα μαζί, ή και το καθένα από μόνο του, μπορούν να οδηγήσουν στην καταστροφή του ανθρώπινου πολιτισμού.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Η σημερινή όξυνση των ανταγωνισμών μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων του πλανήτη, για έλεγχο των πηγών ενέργειας, των δρόμων μεταφοράς ενέργειας, το γεωστρατηγικό έλεγχο περιοχών και αγορών έχει την εξήγησή της. Η σχετική υποχώρηση που άρχισε να συντελείται πριν μερικά χρόνια στο μερίδιο των χωρών των G7 στο παγκόσμιο ΑΕΠ σε συνδυασμό με σταδιακή μετακίνηση κεφαλαίου, εμπορίου και βιομηχανικής παραγωγής από τη Δύση προς την Ασία κατά τα τελευταία χρόνια, σηματοδοτεί μια πορεία ανακατατάξεων στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα.

Στρατηγική των ΗΠΑ λοιπόν είναι να υπερασπιστούν την πρωτοκαθεδρία τους απέναντι σε άλλα ανερχόμενα κέντρα του πλανήτη και κύρια την Κίνα. Αυτό  έχει οδηγήσει σε μια νέα φάση την οικονομικοπολιτική και στρατιωτική επιθετικότητα των ΗΠΑ. Αυτό είναι που εκφράζει η διακυβέρνηση Τραμπ, η εκλογή του οποίου δεν πρέπει να θεωρείται εκλογικό ατύχημα, αλλά ως στρατηγική επιλογή του αμερικανικού συστήματος που σε αυτή τη φάση απαιτεί συγκεκριμένες πολιτικές: επιστροφή στον οικονομικό προστατευτισμό και αξιοποίηση των εμπορικών όπλων ενάντια σε ανταγωνιστικά κέντρα και παράλληλα, «αποδέσμευση» των ΗΠΑ από υποχρεώσεις και περιορισμούς που επέβαλλε το διεθνές σύστημα ασφάλειας και διεθνείς συνθήκες. Αυτός είναι ο λόγος που οι ΗΠΑ έχουν αποσυρθεί από τη Συνθήκη Πυρηνικών Όπλων Μέσου Βεληνεκούς ΗΠΑ-ΕΣΣΔ, από την πυρηνική συμφωνία για το Ιράν, το Σύμφωνο του ΟΗΕ για τη Μετανάστευση, τη Συμφωνία για την Κλιματική Αλλαγή, το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, ενδεχόμενα και από τη Συνθήκη Ανοικτών Ουρανών ενώ προχωρούν σε εμπρηστικές κινήσεις στο Μεσανατολικό προς υπεράσπιση του Ισραήλ, νέα επιθετικότητα σε βάρος της Κούβας, της Βενεζουέλας και συνολικά της Λατινικής Αμερικής, αλλά και σε βαθύτερη οικονομική και στρατιωτική εμπλοκή στη Νοτιοανατολική Ασία. Παρά τις επιμέρους εσωτερικές διαφορές σε ζητήματα τακτικής, το μπλοκ ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ συνεχίζει τη στρατηγική του για γεωπολιτική περικύκλωση Ρωσίας και Κίνας που πλέον αντιδρούν ανάλογα.

Έκφραση όλων αυτών –η πιο επικίνδυνη και εκρηκτική έκφραση- είναι η στρατιωτικοποίηση του πλανήτη που πλέον παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Την περσινή χρονιά, οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες είχε μια νέα αύξηση πέραν του 2,% φτάνοντας στα 1,82 τρισεκατομμύρια δολάρια. Ταυτόχρονα, το πυρηνικό δόγμα των ΗΠΑ σηματοδοτεί ότι επανέρχεται ο κίνδυνος ενός πυρηνικού ολέθρου. Όλος ο πλανήτης πρέπει να γνωρίζει ότι οι ΗΠΑ αρνούνται μέχρι σήμερα να δεσμευτούν στην πολιτική του “no first use”, ότι δηλαδή δε θα χρησιμοποιήσουν ποτέ πρώτες τα πυρηνικά όπλα. Ταυτόχρονα, εκσυγχρονίζουν το πυρηνικό τους οπλοστάσιο, ξεκαθαρίζουν ότι θα κάνουν χρήση πυρηνικών ακόμα και απέναντι σε μη πυρηνικές απειλές, εναντίον υποδομών τους. Η ΕΕ συνεχίζει αμείωτη την πορεία στρατιωτικοποίησης και σύζευξης της με το ΝΑΤΟ, με έμφαση στη δημιουργία στρατιωτικών δομών, επενδύσεις στην πολεμική βιομηχανία ενώ τα ισχυρότερα κράτη-μέλη της πρωταγωνιστούν στο εμπόριο όπλων προς δικτατορίες, αυταρχικά καθεστώτα και εμπόλεμα κράτη. Ίσως η πιο επικίνδυνη από τις νέες τάσεις σε αυτό το πεδίο είναι ο κλιμακούμενος ανταγωνισμός για την εισαγωγή των νέων τεχνολογιών, της ρομποτοποίησης, των αυτόνομων όπλων και της τεχνητής νοημοσύνης στη στρατιωτική βιομηχανία. Αυτό θα μεταλλάξει ανεπιστρεπτί την φύση των πολέμων και των συρράξεων, τις σχέσεις των κρατών και το μέλλον της ανθρωπότητας.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Όλα αυτά τα στοιχεία και οι τάσεις εντοπίζονται συμπυκνωμένα σε ένα εκρηκτικό μείγμα και εδώ στην ταραγμένη γειτονιά μας. Οι ενεργειακές τιτανομαχίες των ισχυρών της γης συναντώνται με την προσπάθεια των αρχουσών τάξεων του Ισραήλ, της Σαουδικής Αραβίας και της Τουρκίας να επαναδιαπραγματευτούν τη γεωπολιτική και οικονομική τους θέση και να διεκδικήσουν την πρωτοκαθεδρία στην ευρύτερη περιοχή- οξύνοντας την στρατιωτικοπολιτική τους επιθετικότητα σε βάρος των γειτονικών τους λαών, αναπτύσσοντας τάσεις αυτονόμησης και διευρύνοντας τις επιλογές των γεωπολιτικών τους προσανατολισμών. Αυτά διασταυρώνονται με ανοιχτά διεθνή προβλήματα της περιοχής –όπως το Παλαιστινιακό, το Κυπριακό, το Κουρδικό- με τους αγώνες των λαών για ελευθερία, ειρήνη και κυριαρχία, με τα δικαιώματα των κρατών της περιοχής να αξιοποιήσουν, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της θάλασσας, το φυσικό πλούτο που ανακαλύφθηκε στη θάλασσα της Ανατολικής Μεσογείου.

Είναι μέσα σε αυτό το σκηνικό που διεξάγεται πλέον ο αγώνας του Κυπριακού Λαού για να λυθεί το 45χρονο Κυπριακό Πρόβλημα εισβολής, κατοχής και εποικισμού του 37% του εδάφους του νησιού από την Τουρκία, η διαίρεση της Κύπρου και του λαού της. Η πάροδος του χρόνου δημιουργεί σοβαρότατα και ενδεχομένως μη αναστρέψιμα αρνητικά τετελεσμένα επί του εδάφους αλλά και στη δημογραφική σύνθεση του πληθυσμού του νησιού, ένεκα της συστηματικής πολιτικής που εφαρμόζει η Τουρκία για την πολιτισμική-θρησκευτική, οικονομική και πολιτική αφομοίωση του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου και της ίδιας της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Η Τουρκία και η ψευδοκυβέρνηση στα κατεχόμενα προχωρούν ακόμα σε ενέργειες όπως η δρομολόγηση του εποικισμού της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου –η οποία από το 1974 κρατείται σφραγισμένη- κατά παράβαση Ψηφισμάτων του ΣΑ που ρητά απαγορεύουν κάτι τέτοιο. Η κατάσταση στην Κύπρο όμως έχει οξυνθεί δραματικά το τελευταίο διάστημα, αφού η κυβέρνηση Ερντογάν εκμεταλλευόμενη το διαπραγματευτικό κενό που υπάρχει στο Κυπριακό μετά το ναυάγιο της Διάσκεψης στο Κράνς Μοντανά, έχει εντείνει την επιθετικότητα σε βάρος της Κύπρου, με πολεμική ρητορική, με παραβιάσεις και πλέον με παράνομες γεωτρήσεις εντός της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας καταπατώντας το διεθνές δίκαιο και τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, την οποία άλλωστε δεν έχει υπογράψει. Οι αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της ΕΕ, που η Κύπρος είναι κράτος-μέλος της, περιορίστηκαν μέχρι σήμερα σε φραστικές δηλώσεις.

Μέσα σε αυτό το επικίνδυνο σκηνικό, το ΑΚΕΛ δίνει αγώνα κόντρα στην επικίνδυνη τροχιά που έχουν πάρει τα πράγματα, κόντρα στην ένταση του εθνικισμού. Επιμένουμε ότι ο μόνος δρόμος είναι η λύση του Κυπριακού με τερματισμό της κατοχής και επανένωση του νησιού. Μόνο αυτό συνιστά δικαίωση της πατρίδας μας και ανατροπή του ιμπεριαλιστικού εγκλήματος που συντελέστηκε το 1974 σε βάρος της Κύπρου. Μόνο αυτό μπορεί να εγγυηθεί την αξιοποίηση του φυσικού πλούτου της Κύπρου προς όφελος όλου του λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, δεδομένου ότι στις συνομιλίες επιτεύχθηκαν συγκλίσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων που επιλύουν αυτά τα ζητήματα αμοιβαία επωφελώς. Μόνο αυτό μπορεί να επιτρέψει την εξομάλυνση των σχέσεων της χώρας μας με την Τουρκία και σε οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ των χωρών μας, στη βάση βέβαια του διεθνούς δικαίου του δικαίου της θάλασσας. Είναι για αυτό που επιμένουμε διαρκώς στην ανάγκη να επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, στη βάση του Πλαισίου του Γ.Γ. του ΟΗΕ, το οποίο, ανάμεσα σε άλλα, προνοεί κατάργηση των εγγυητικών και επεμβατικών δικαιωμάτων Τουρκίας, Βρετανίας και Ελλάδας πάνω στην Κύπρο[1] και ταχεία αποχώρηση του τουρκικού κατοχικού στρατού από το νησί. Προνοεί επίσης λύση της εσωτερικής/συνταγματικής πτυχής του Κυπριακου στη βάση δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων όπως αυτή περιγράφεται στα Ψηφίσματα του ΟΗΕ. Αυτή η λύση είναι ο έντιμος συμβιβασμός στον οποίο έχουν συμφωνήσει η ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή κοινότητα από το 1977 και έχει υιοθετηθεί από τη διεθνή κοινότητα. Με τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας από ενιαίο σε ομοσπονδιακό κράτος, διασφαλίζεται η ενότητα και η κυριαρχία της πατρίδας μας, αποκρούεται ο κίνδυνος οριστικού διαμελισμού του νησιού και οι δύο κοινότητες του νησιού ξαναγίνονται αφέντες στο κοινό τους σπίτι. Καμία σκέψη από τον οποιονδήποτε για αλλαγή από αυτή τη βάση λύσης του Κυπριακού και εγκατάλειψη των παραμέτρων του ΟΗΕ, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Το ΑΚΕΛ που έχει ως προμετωπίδα του αγώνα του τη θέση «Κύπρος: μια πατρίδα – ένας λαός» ουδέποτε θα συναινέσει σε λύση δύο κρατών ή συνομοσπονδίας. Στη σημερινή φάση, το ΑΚΕΛ επιμένει ότι οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων, ο Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί πρέπει να συμφωνήσουν τάχιστα στους Όρους Αναφοράς οι οποίοι θα επιβεβαιωθούν σε μια άτυπη διάσκεψη στην παρουσία των εγγυητριών δυνάμεων, προκειμένου να προχωρήσουμε στην έναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων από το σημείο που διακόπηκαν στο Κρανς Μοντάνα.

Η πορεία του Κυπριακού δεν είναι άσχετη με όσα συμβαίνουν σε σχέση με το ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ως ΑΚΕΛ είμαστε η μόνη δύναμη στο νησί που αντιτάχθηκε αποφασιστικά στην στρατηγική της κυβέρνησης Αναστασιάδη, η οποία για μια μεγάλη περίοδο άφησε το χρόνο να παρέρχεται άπρακτος στο Κυπριακό –ή ακόμα χειρότερα, μπήκε σε συζητήσεις για άλλες λύσεις, εκτός του συμφωνημένου πλαισίου. Προφανώς, είχε την αυταπάτη ότι ΗΠΑ και Ισραήλ ή η εμπλοκή ενεργειακών κολοσσών στην κυπριακή ΑΟΖ θα παρείχαν προστασία έναντι της Τουρκίας, για να προχωρήσει το ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Με αυτή την αντίληψη, προχώρησε σε ολικό αναπροσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής της Κύπρου. Αναγόρευσε την Κύπρο σε «προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης» και σε «ασπίδα του Ισραήλ», προωθώντας στρατιωτικές συνεργασίες με το Ισραήλ, τις ΗΠΑ και άλλες ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις. συναινώντας στη χρήση των βρετανικών βάσεων που βρίσκονται στο έδαφος της Κύπρου για τη διενέργεια αεροπορικών επιθέσεων στη Συρία και το Ιράκ. προβαίνοντας σε ανοίγματα ακόμα και με τη Σαουδική Αραβία ενώ ανά τακτά διαστήματα επανέρχεται η ιδέα περί ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ ή στο παρακλάδι του, το Συνεταιρισμό για την Ειρήνη. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο ζήτημα της μεταφοράς της αμερικανικής πρεσβείας στο Ισραήλ στα Ιεροσόλυμα καθώς και της αναγνώρισης της παράνομης κυριαρχίας στα υψώματα Γκολάν, η κυπριακή κυβέρνηση δια της σιωπής τάχθηκε στο πλευρό ΗΠΑ-Ισραήλ ενώ καταγράφεται σειρά περιπτώσεων που στον ΟΗΕ μετακινείται από την παραδοσιακή θέση αλληλεγγύης της Κύπρου προς την Παλαιστίνη. Τελευταίο κρούσμα ήταν το νομοσχέδιο Μενέντεζ-Ρούμπιο που πέρασε από την Γερουσία των ΗΠΑ και αφορά στις σχέσεις Κύπρου, Ελλάδας, Ισραήλ με τις ΗΠΑ, επισημοποιώντας την ευθυγράμμιση των κυβερνήσεων των χωρών αυτών με τους ευρύτερους σχεδιασμούς των ΗΠΑ για την Ανατολική Μεσόγειο. Ουσιαστικά, με το νομοσχέδιο αυτό οι ΗΠΑ απαιτούν από την Κύπρο και τις άλλες χώρες –στην περίπτωση της Κύπρου δίνεται «αντάλλαγμα» η άρση του εμπάργκο πώλησης αμερικάνικων όπλων που επιβλήθηκε πριν από δεκαετίες- να διαλύσουν πλήρως τις σχέσεις τους με τη Ρωσία.

Το ΑΚΕΛ κατέβαλε και καταβάλλει έντονη προσπάθεια για να αναδείξει ότι αυτή η πολιτική είναι επικίνδυνη, είναι έξω από αρχές, είναι και βασισμένη σε αυταπάτες. Η ανασφάλεια που δικαιολογημένα νιώθουν οι Ελληνοκύπριοι από την τουρκική επιθετικότητα δε θα λυθεί με περισσότερη στρατιωτικοποίηση του νησιού, με τυφλή εμπιστοσύνη σε ΗΠΑ-Ισραήλ και άλλες ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις ή πόσο μάλλον με ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ. Αντίστοιχα, η ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων δεν μπορεί να αναζητείται στον στρατό και τα εγγυητικά δικαιώματα της Τουρκίας.   Ασφάλεια μας είναι η ειρήνη. Και για την Κύπρο και τους Κύπριους, ειρήνη σημαίνει πρώτα από όλα απελευθέρωση και επανένωση του λαού της, αποστρατιωτικοποίηση του νησιού, απαλλαγή από ξένους στρατούς και κηδεμόνες. Σημαίνει επίσης εξωτερική πολιτική βασισμένη σε αρχές, στο διεθνές δίκαιο, στην ειρήνη και στην αλληλεγγύη προς τους αγωνιζόμενους λαούς. Σημαίνει να είναι η Κύπρος γέφυρα ειρήνης των λαών της περιοχής και όχι πεδίο ασκήσεων ξένων στρατών και ορμητήριο για επιθέσεις.

Για το ΑΚΕΛ ο αγώνας για απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας αποτελεί το άμεσο στρατηγικό καθήκον του ως του Κόμματος της Εργατικής Τάξης και του Εργαζόμενου Λαού ολόκληρης της Κύπρου. Στη δική μας αντίληψη, η επανένωση του λαού -Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων- του εδάφους, του κράτους, της κοινωνίας και της οικονομίας της Κύπρου αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για να τεθεί ο στόχος του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού στη χώρα μας.

 

Αυτή ακριβώς η στρατηγική συμπυκνώνει τη δική μας αντίληψη για τον αγώνα για την ειρήνη και τον αγώνα για το σοσιαλισμό, οι οποίοι συνδέονται αλλά δεν ταυτίζονται κατ’ ανάγκη, υπό την έννοια ότι η αντιμπεριαλιστική και αντιπολεμική πάλη αγκαλιάζει ευρύτερα στρώματα των λαών μας. Αγκαλιάζει όχι μόνο τους κομμουνιστές και τους αριστερούς, αλλά κάθε εργαζόμενο και εργαζόμενη, κάθε νέο και νέα, που θέλει και πιστεύει στην ειρήνη, στη φιλία των λαών, στο σεβασμό του διεθνούς δικαίου. Αγκαλιάζει δηλαδή ακόμα και όσους δεν συμμερίζονται –ή δεν τους έχουμε πείσει ακόμα- ότι η οριστική και διαρκής ειρήνη βρίσκεται στο σοσιαλισμό, στην ανατροπή και υπέρβαση του καπιταλιστικού συστήματος που γεννά και αναπαράγει τις αιτίες των πολέμων και των ανταγωνισμών. Γιατί καμιά εκδοχή του καπιταλισμού, καμιά προσπάθεια «ρύθμισης» και «εξανθρωπισμού» του δεν κατάφερε να τον απαλλάξει από τους πολέμους και τις συγκρούσεις, όπως δεν τον απάλλαξε από τη φτώχεια, την ανεργία, την πείνα, τις ανισότητες, την εκμετάλλευση. Ο σοσιαλισμός είναι η απάντηση στις προκλήσεις της εποχής μας. Είναι ο δρόμος για το μέλλον της ανθρωπότητας πάνω στο πλανήτη. Το γεγονός βέβαια ότι η σοσιαλιστική προοπτική είναι αντικειμενικά η μόνη εναλλακτική στα σημερινά αδιέξοδα, θα παραμένει μόνο μία θεωρητική θέση των κομμουνιστών ενόσω οι πλατιές μάζες των εργαζομένων δεν βλέπουν μπροστά τους αυτόν τον ορίζοντα. Και για να γίνει αυτό, βέβαια, χρειάζεται πρώτα από όλα το  ίδιο το κομμουνιστικό κίνημα –κάθε χώρας αλλά και διεθνώς- να επιλύει τις δικές του αδυναμίες και ελλείψεις. Να πρωτοπορεί στους καθημερινούς αγώνες για τα δίκαια των εργαζομένων, για το περιβάλλον, για τη δημοκρατία, για την ειρήνη. Να εμπνέει και να πρωτοπορεί σε ένα δρόμο που συνδέει τους αγώνες για το σήμερα με το όραμα για το αύριο.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Η φετινή Διεθνής Συνάντηση συμπίπτει με τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Η Κομμουνιστική Διεθνής είναι ένα εμβληματικό ορόσημο στην ιστορία του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Είναι τέκνο της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης και προϊόν της ανάγκης για στρατηγικό συντονισμό και ενότητα του παγκόσμιου εργατικού κινήματος. Σίγουρα, δεν μπορούμε να μην αναγνωρίζουμε ότι υπήρξαν και προβληματικά φαινόμενα στη λειτουργία της Κομμουνιστικής Διεθνούς, τα οποία οφείλουμε να αναλύουμε. Ωστόσο, είναι αδιαμφισβήτητη η συμβολή της στην ενδυνάμωση των νεοσύστατων Κομμουνιστικών Κομμάτων σε όλο τον κόσμο, στην ανάπτυξη της διεθνιστικής αλληλεγγύης με εμβληματικό παράδειγμα τη συγκρότηση των Διεθνών Ταξιαρχιών στο πλευρό του Δημοκρατικού Στρατού της Ισπανίας, στη διάδοση της μαρξιστικής θεωρίας με μορφωτικές σχολές στελεχών και εκδοτική δραστηριότητα, στην αλληλοενημέρωση για τη δράση και τους αγώνες των Κομμάτων. Μπορεί σήμερα να μην υπάρχει Κομμουνιστική Διεθνής, αλλά η κληρονομιά της είναι μοναδική και πολύτιμη.

Η ανάγκη για συντονισμό και ενότητα δράσης των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων, παραμένει επιτακτική και σήμερα. Ίσως ακόμα περισσότερο σήμερα. Αναγνωρίζουμε βέβαια ότι σήμερα δεν είναι εφικτή μια ενιαία στρατηγική όλων των ΚΕΚ, ότι ανάμεσα μας υπάρχουν μικρές και μεγάλες διαφορές σε θέματα θεωρίας αλλά και σε ζητήματα στρατηγικής και τακτικής. Την ίδια ώρα όμως, είμαστε υποχρεωμένοι να βλέπουμε –και δε θα μας το συγχωρούσε η Ιστορία αν δεν το κάναμε- και αυτά που μας ενώνουν, όλα αυτά για τα οποία και μπορούμε και πρέπει να βρίσκουμε κοινό έδαφος και ενότητα δράσης. Μας ενώνει η πίστη στο μαρξισμό-λενινισμό, η ταξική ανάγνωση του κόσμου και της Ιστορίας. οι αρχές του προλεταριακού διεθνισμού και της αντιιμπεριαλιστικής πάλης για την ειρήνη, ο αγώνας για το σοσιαλισμό. Με αλληλοσεβασμό λοιπόν, με πνεύμα ενότητας και συντροφικότητα, με διάλογο επιχειρημάτων και ανταλλαγή εμπειριών μπορούμε να οικοδομούμε ενότητα δράσης των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων σε ορισμένους βασικούς άξονες. Στη διεθνιστική αλληλεγγύη προς τους αγωνιζόμενους και τους δοκιμαζόμενους λαούς του κόσμου, στην ηρωϊκή Παλαιστίνη, στους λαούς της Συρίας και της Υεμένης, στην ανυπότακτη Κούβα, στη Βενεζουέλα και σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Στον αγώνα μας στην ευρωπαϊκή ήπειρο, απέναντι στην ΕΕ των μονοπωλίων και του ΝΑΤΟ, για μια άλλη Ευρώπη, των Λαών και του Σοσιαλισμού. Στην αλληλεγγύη στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, απέναντι στη ξενοφοβία και το ρατσισμό. Στον αγώνα ενάντια στους πολέμους και τη στρατιωτικοποίηση, για τον πυρηνικό αφοπλισμό και την ειρήνη. Στο συντονισμό της αντικαπιταλιστικής δράσης για τη σωτηρία του περιβάλλοντος Στην ιδεολογική αντιπαράθεση με τον αντικομμουνισμό και τον ιστορικό αναθεωρητισμό, με τελευταίο κρούσμα το χυδαίο ψήφισμα της πλειοψηφίας του Ευρωκοινοβουλίου.

Οι ετήσιες Διεθνείς Συναντήσεις αποτελούν μοναδικό και πολύτιμο χώρο διαλόγου, συνεννόησης και ενότητας δράσης για τα Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα. Πιστεύουμε ότι η ενότητα των Διεθνών Συναντήσεων πρέπει να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού. Ταυτόχρονα να συζητούμε και να βρίσκουμε τρόπους ενίσχυσης και αναβάθμισης της δουλειάς και της παραγωγικότητάς τους. Μια ιδέα που θα μπορούσε να συζητηθεί προς αυτή την κατεύθυνση θα ήταν να συνδυαστούν οι Διεθνείς Συναντήσεις με τη διεξαγωγή θεματικών συζητήσεων, όπου θα κατατίθενται τοποθετήσεις και θα συζητούνται πιο ειδικά ζητήματα. Δεδομένου ότι κανένα Κόμμα δε διαθέτει το αλάθητο και το μονοπώλιο της αλήθειας είναι απαραίτητη η ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών σε πιο συγκεκριμένα ζητήματα. Εμείς ως ΑΚΕΛ, επιδιώκουμε να εμπλουτίζουμε τις θέσεις και τις αναλύσεις μας αντλώντας από την εμπειρία και την οπτική άλλων αδελφών Κομμάτων, ειδικότερα σε σύγχρονα ζητήματα που καλούμαστε να επεξεργαστούμε τις τοποθετήσεις μας. Θέλουμε να ακούσουμε για παράδειγμα πώς αντικρίζει το κάθε Κόμμα τη λεγόμενη 4η βιομηχανική επανάσταση και οι συνέπειες που φέρει στην καπιταλιστική οικονομία, στις σχέσεις παραγωγής και όχι μόνο. τα θέματα πολυπολιτισμικότητας και εθνικής κυριαρχίας, τα ζητήματα ταυτότητας φύλου και νέων μορφών οικογένειας, το λεγόμενο δικαίωμα στην ευθανασία, τα ναρκωτικά. Πώς προωθούμε ως διεθνές κίνημα τη μαρξιστική επιστημονική σκέψη για την εξέλιξη του κόσμου και του ανθρώπου; Πώς αξιοποιούμε το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στη δράση μας και πώς αντιπαλεύουμε το γενικευμένο φακέλωμα και τη συστηματοποιημένη χειραγώγηση συνειδήσεων που υλοποιείται από τους κολοσσούς του διαδικτύου; Θέλουμε να ακούσουμε απόψεις και διαφορετικά επιχειρήματα γιατί έτσι, πιστεύουμε, ότι θα πάρουμε την ανταλλαγή απόψεων ένα βήμα πιο μπροστά.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Το σύνθημα της φετινής Διεθνούς Συνάντησης εμπερικλείει απλά και λιτά την ουσία του μηνύματος που πρέπει να ακουστεί. Όσες κι αν είναι οι δυσκολίες και οι απογοητεύσεις, όσο δυνατός κι αν φαίνεται ο αντίπαλος σήμερα, αγώνας μας για την ειρήνη και το σοσιαλισμό δεν αναστέλλεται, δε λοξοδρομεί, δεν εγκαταλείπεται. Ο αγώνας συνεχίζεται!

[1] Ο τερματισμός της βρετανικής αποικιοκρατίας στο νησί και η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Κύπρου (1960) ήταν αποτέλεσμα ενδοΝΑΤΟϊκού συμβιβασμού ανάμεσα σε Ελλάδα, Τουρκία και Βρετανία. Μαζί λοιπόν με την ανακήρυξη του νέου κράτους άρχισαν να ισχύουν τρεις Διεθνείς Συνθήκες: Η Συνθήκη Εγκαθιδρύσεως προέβλεπε μεταξύ άλλων την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους, τη διατήρηση από τη Βρετανία δύο «κυρίαρχων» στρατιωτικών βάσεων και την παροχή εγκαταστάσεων και διευκολύνσεων στο έδαφος της Κύπρου. Η Συνθήκη Εγγυήσεως μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας αφενός και Βρετανίας, Ελλάδας και Τουρκίας αφετέρου προνοούσε ότι οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις, είχαν το δικαίωμα να επέμβουν συλλογικά ή μονομερώς με σκοπό την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης στη νήσο σε περίπτωση ανατροπής. Η Συνθήκη Συμμαχίας βάσει της οποίας η Ελλάδα και η Τουρκία ανελάμβαναν να απωθήσουν κάθε επίθεση κατά της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας του κράτους και προς αυτό εγκατέστησαν στρατιωτικά αποσπάσματα στο νησί.

PREV

Δηλώσεις Γενικού Γραμματέα της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ Άντρου Κυπριανού μετά τη συνάντηση με την Πρωτοβουλία «Απόφαση Ειρήνης»

NEXT

Η κυβέρνηση Αναστασιάδη- Συναγερμού έγινε συνώνυμο της διαφθοράς και της διαπλοκής