Home  |  Ενημέρωση   |  Παρέμβαση του Γενικού Γραμματέα Κ.Ε. του ΑΚΕΛ, Άντρου Κυπριανού, στο Συνέδριο του Economist

Παρέμβαση του Γενικού Γραμματέα Κ.Ε. του ΑΚΕΛ, Άντρου Κυπριανού, στο Συνέδριο του Economist

«LOOKING INTO THE CYPRUS ISSUE – A GLIMMER OF HOPE»

4 Νοεμβρίου 2014

Συγχαίρω το περιοδικό Economist για τη διοργάνωση αυτής της συζήτησης και τους ευχαριστώ για την πρόσκληση να συμμετάσχω σ΄αυτή. Πρόκειται για χρήσιμη ευκαιρία να ανταλλαγούν απόψεις, ειδικά επειδή αυτή την περίοδο οι εξελίξεις στο Κυπριακό είναι εξαιρετικά κρίσιμες.

Πιστεύω πως αξίζει τον κόπο να επαναλάβουμε ποιο είναι το πλαίσιο του Κυπριακού προβλήματος, πριν προχωρήσουμε στην περαιτέρω συζήτηση.  Το Κυπριακό είναι κυρίως πρόβλημα εισβολής και κατοχής. Είναι αποτέλεσμα ξένων επεμβάσεων από δυνάμεις που ήθελαν να προωθήσουν τις επεκτατικές βλέψεις και τα συμφέροντα τους στην ευρύτερη περιοχή, την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Ως αποτέλεσμα της εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής από την Τουρκία, οι διαφορές και η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο κοινοτήτων στην Κύπρο αυξήθηκαν δραματικά. Ταυτόχρονα προέκυψε η ανάγκη για ρύθμιση πολλών ζητημάτων που σχετίζονται με την αποδοχή από μέρους μας της ομοσπονδίας ως λύσης, το 1977.

Είναι πολλοί, ειδικά εκτός Κύπρου, που ισχυρίζονται, φανερά πλέον, πως αφού δε λύθηκε το Κυπριακό εδώ και τέσσερις δεκαετίες, ας αποδεχθούμε την παρούσα κατάσταση ως μόνιμη λύση. Πρόκειται για θέση που σίγουρα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από όποιον αγαπά την Κύπρο και το λαό της. Ούτε όμως μπορεί η διχοτόμηση να αποτελέσει μόνιμη και σταθερή λύση. Η μη λύση δεν είναι λύση αφού εγκυμονεί θανάσιμους κινδύνους για ολόκληρο τον κυπριακό λαό. Η μονιμοποίηση και η νομιμοποίηση των συνεπειών της τουρκικής εισβολής θα αποβεί σε βάρος και των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Υποφέρουν και οι δύο κοινότητες από τα εγκλήματα που διέπραξε και συνεχίζει να διαπράττει η Τουρκία σε βάρος τους: την κατοχή, την προσφυγιά, το συνεχή εποικισμό. Γιατί θα απειληθεί το μέλλον του συνόλου του κυπριακού λαού, αφού η διχοτόμηση θα δημιουργήσει εκρηκτική κατάσταση στο νησί η οποία θα απειλεί την ειρήνη και την ασφάλεια στον τόπο μας αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.

Το ΑΚΕΛ δεν έπαψε στιγμή να τονίζει την ανάγκη επίτευξης σωστής λύσης. Την ανάγκη να απελευθερωθεί και επανενωθεί η Κύπρος ως η κοινή πατρίδα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Αυτό μπορεί να γίνει πραγματικότητα με λύση δίκαιη, λειτουργική και βιώσιμη. Λύση που θα τερματίζει την κατοχή και τον εποικισμό, θα αποκαθιστά την κυριαρχία, την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και την ενότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Με λύση που να αποκλείει τα όποια δικαιώματα επέμβασης στα εσωτερικά ζητήματα της χώρας από ξένες δυνάμεις. Λύση που να επανενώνει το έδαφος και το λαό, της χώρας στο πλαίσιο δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα όπως αυτή καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Δυστυχώς, οι τελευταίες εξελίξεις δεν μας επιτρέπουν να πραγματοποιήσουμε τη συζήτηση μας σε κλίμα αισιοδοξίας. Δεν μας επιτρέπουν να πούμε ότι είμαστε κοντά στο να γίνει πραγματικότητα το όραμα του λαού μας για απελευθέρωση και επανένωση. Την ευθύνη γι΄αυτό είχε η Τουρκία με τις αλλεπάλληλες προκλήσεις της.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Τουρκία προβαίνει σε προκλητικές ενέργειες εντός της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ωστόσο, οι πρόσφατες προκλήσεις της Άγκυρας είναι οι πιο σοβαρές από ποτέ. Σύμφωνα, με το διεθνές  δίκαιο της θάλασσας, όταν οι αποστάσεις μεταξύ κρατών με αντικείμενες ή παρακείμενες ακτές δεν επιτρέπουν ΑΟΖ 200 ναυτικών μιλίων, επιβάλλεται οριοθέτηση. Ενόσω εκκρεμεί η οριοθέτηση, δεν πρέπει να αναλαμβάνονται ενέργειες στις αμφισβητούμενες περιοχές που να προκαταλαμβάνουν την τελική διευθέτηση. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία σε εύλογο χρονικό διάστημα, πρέπει να γίνεται προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο ή στο Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας.

Οι ενέργειες της Τουρκίας πρέπει να κρίνονται μέσα από το πιο πάνω πρίσμα. Ως γνωστό, η Τουρκία αμφισβητεί μεγάλο μέρος του βορειοδυτικού τμήματος της κυπριακής ΑΟΖ, θεωρώντας, εσφαλμένα, ότι ανήκει στην ίδια. Εκεί παραβίασε επανειλημμένα  το δίκαιο της θάλασσας, προσπαθώντας ακριβώς να προκαταλάβει την τελική οριοθέτηση των εν λόγω περιοχών.  Το δεύτερο σοβαρό βήμα ήταν παρόμοιες ενέργειες της Τουρκίας στο μέρος της ΑΟΖ που δεν διεκδικεί μεν για δικό της λογαριασμό, αλλά θεωρεί ότι πρόκειται για ΑΟΖ του ψευδοκράτους. Παραβλέπει, βεβαίως, ότι λόγος γίνεται για παράνομη οντότητα που δεν αναγνωρίζεται από κανένα κράτος εκτός της ίδιας της Τουρκίας. Όλα τα υπόλοιπα κράτη της υφηλίου αναγνωρίζουν ότι τα κατεχόμενα, συνεπώς και η ΑΟΖ, ανήκουν στην Κυπριακή Δημοκρατία.

Το τρίτο βήμα, που έγινε τώρα για πρώτη φορά, ήταν οι ενέργειες σε μέρος της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας που η Τουρκία ποτέ δεν αμφισβήτησε ούτε για δικό της λογαριασμό, ούτε για λογαριασμό του ψευδοκράτους. Αναφέρομαι στο μέρος της ΑΟΖ που βρίσκεται απέναντι από τις ελεύθερες νότιες ακτές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το τέταρτο βήμα, ήταν η δέσμευση του μεγαλύτερου μέρους της νότιας ακτογραμμής της Κυπριακής Δημοκρατίας από μέρους της Τουρκίας, και μάλιστα πολύ κοντά στα χωρικά μας ύδατα και μπροστά από τη γεώτρηση των ΕΝΙ-KOGAS , που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.

Όλα αυτά οδήγησαν στην άκρως ανεπιθύμητη εξέλιξη της αναστολής της διαπραγματευτικής διαδικασίας. Ξεκαθαρίζω πως ως ΑΚΕΛ ταχθήκαμε υπερ της αναστολής και όχι του τερματισμού των συνομιλιών. Πιστεύαμε και εξακολουθούμε να πιστεύουμε πως οι συνομιλίες εντός του πλαισίου του ΟΗΕ είναι ο μόνος προσφερόμενος τρόπος επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος. Η αναστολή των συνομιλιών είναι για μας τρόπος αντίδρασης, ώστε να συνειδητοποιήσουν οι πάντες ότι τέτοιες σοβαρές προκλήσεις και μάλιστα παραμονές της έναρξης της ουσιαστικής φάσης των συνομιλιών, πλήττουν καίρια τη διαπραγματευτική διαδικασία. Ως εκ τούτου, όσοι υποστηρίζουν τη λύση πρέπει να δράσουν ώστε να ασκηθεί επιρροή στην Τουρκία για να πάψει να συμπεριφέρεται παράνομα και προκλητικά. Με άλλα λόγια είναι η Τουρκία που επέλεξε παραμονές της έναρξης του ουσιαστικού γύρου των συνομιλιών, με συμφωνημένη μάλιστα τη διαδικασία και τη μεθοδολογία που θα ακολουθηθεί, να προβεί σε αυτές τις ενέργειες δυναμιτίζοντας την όλη προσπάθεια. Είναι η Τουρκία που επέλεξε συνειδητά να δημιουργήσει αισθήματα έντονης απογοήτευσης, καχυποψίας και ανασφάλειας στους ελληνοκύπριους.

Σε αυτό το σημείο να μου επιτρέψετε να σχολιάσω και την πρόφαση που χρησιμοποιεί η Τουρκία για τις προκλήσεις της∙ την προάσπιση τάχα των συμφερόντων των Τουρκοκυπρίων επί του φυσικού πλούτου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό είναι πέρα για πέρα αναληθές. Η Τουρκία ενεργεί με αυτό τον τρόπο όχι για χάρη των Τουρκοκυπρίων αλλά για χάρη των δικών της συμφερόντων, όπως εξάλλου κυνικά δήλωσε ο κ. Ερτογάν σε επίσκεψη του στην Κύπρο.

Ως ΑΚΕΛ ανέκαθεν υποδεικνύαμε ότι ο μόνος ρεαλιστικός τρόπος να επωφεληθούν και οι συμπατριώτες μας Τουρκοκύπριοι από το φυσικό αέριο είναι η λύση του Κυπριακού. Ως Κόμμα πράττουμε ό,τι εξαρτάται από εμάς προς αυτή την κατεύθυνση.

Επί προεδρίας Δημήτρη Χριστόφια αποδείξαμε ότι υπήρχε διέξοδος και προοπτική. Τότε, επιτεύχθηκε συμφωνία με τον κ. Ταλάτ στο θέμα των θαλάσσιων ζωνών: Όλες ανεξαιρέτως, περιλαμβανομένης της ΑΟΖ, θα συνιστούν ομοσπονδιακή αρμοδιότητα. Το ίδιο θα ισχύει για την οριοθέτηση και επίλυση διαφορών με γειτονικά κράτη. Όλα αυτά θα γίνονται σύμφωνα με τη Συνθήκη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας. Σε συνδυασμό με τη σύγκλιση ότι οι φυσικοί πόροι επίσης θα συνιστούν ομοσπονδιακή αρμοδιότητα, καθώς και με τη σύγκλιση αναφορικά με την κατανομή των ομοσπονδιακών εσόδων, είναι φανερό ότι με τη λύση του Κυπριακού το θέμα του φυσικού αερίου θα είναι βασικά λυμένο. Φτάνει βέβαια να γίνουν σεβαστές από όλους οι προαναφερθείσες συγκλίσεις. Αυτό είναι η πιο πειστική απάντηση στη θέση της Τουρκίας ότι το φυσικό αέριο ανήκει και στους Τουρκοκύπριους.

Η δική μας έκκληση προς τη διεθνή κοινότητα, τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και τους εκπροσώπους των Ηνωμένων Εθνών είναι να στραφούν προς την Τουρκία και να την πιέσουν ώστε να πάψει να ενεργεί προκλητικά. Έτσι θα επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις. Αυτό είναι που προέχει τώρα, προκειμένου να αναπτερωθεί η ελπίδα για λύση του Κυπριακού. Όλων η προσοχή πρέπει να στραφεί εκεί. Έτσι ώστε να επιδείξει επιτέλους η Τουρκία βούληση για λύση του Κυπριακού και να πάψει να θυματοποιεί την Κύπρο, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, στο βωμό των στρατηγικών συμφερόντων είτε της Άγκυρας, είτε των ισχυρών της συμμάχων.

Αν και εφόσον αυτό συμβεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να χειριστεί την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με σύνεση, συνέπεια, υπευθυνότητα και συλλογικότητα. Μόνο έτσι μπορούμε να ελπίζουμε ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι σε καλύτερο μέλλον και προοπτική.

PREV

Η κοινωνία αναμένει απαντήσεις από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας

NEXT

Διαφάνεια και όχι τετελεσμένα στις Κυπριακές Αερογραμμές