Ιδιωτικοποιήσεις: Ψευδαισθήσεις και πραγματικότητες…, του Νίκου Γρηγορίου
Στο προσκήνιο και πάλι η «ανάγκη» ιδιωτικοποιήσεων. Καμία έκπληξη. Μόνιμη και διαχρονική επιδίωξη της νεοφιλελεύθερης παράταξης στη χώρα μας που την επαναφέρει με κάθε ευκαιρία. Αυτό που διαφέρει κάθε φορά είναι η δικαιολογία που εφευρίσκεται για να κρύψει την ωμή πραγματικότητα: την εκποίηση δημοσίου πλούτου με εξευτελιστικούς όρους στο μεγάλο ιδιωτικό, ντόπιο και ξένο κεφάλαιο.
Το 1999 η κυβέρνηση Κληρίδη με πρωταγωνιστή τότε τον κ. Αβέρωφ αποφάσισε να ξεπουλήσει την ΑΤΗΚ υπό το μανδύα τότε της ανάγκης «μετοχοποίησης», για να μην χάσει τάχα τον έλεγχο το κράτος. Σημειώνεται ότι το ίδιο έπραξε και ο ΟΤΕ στην Ελλάδα και η Φρανς Τέλεκομ στη Γαλλία εκείνη την περίοδο. Σήμερα ελέγχουν το 10% περίπου…
Αν δεν αντιδρούσε όμως τότε η κοινωνία και η Βουλή να σταματήσει τη «μετοχοποίηση», τα 80 εκ. ευρώ που πλεόναζε κάθε χρόνο η ΑΤΗΚ, περίπου 1 δις από τότε, θα κατέληγαν στους λογαριασμούς εκείνων που θα έσπευδαν να αγοράσουν μεγάλα πακέτα μετοχών ΑΤΗΚ.
Η πραγματικότητα είναι ότι οι συνήθεις ύποπτοι ποτέ δεν σταμάτησαν να αποζητούν ιδιωτικοποιήσεις. Ή μάλλον σταμάτησαν. Για μια μέρα. Την Παρασκευή, πριν το δεύτερο γύρο των τελευταίων εκλογών οπόταν ο κ. Αναστασιάδης δεσμεύτηκε με επιστολή του στους εργαζομένους των ημικρατικών να «εξεύρει άλλες πηγές χρηματοδότησης του δημοσίου χρέους, ώστε να αποτρέψει την ενεργοποίηση πρόνοιας για ιδιωτικοποιήσεις».
Ομως η μόνη δέσμευση που τήρησε ήταν αυτή με τους Τροϊκανούς στο μνημόνιο που υπέγραψε μετά το κούρεμα, για σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις.
Και πάλι όμως χρειάστηκε η καλλιέργεια μιας ψευδαίσθησης. Παραπλάνησαν τη Βουλή ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος για να εισπραχθεί τάχα 1,4 δις. Βέβαια λίγους μήνες μετά, ο Υπ. Οικονομικών ομολόγησε ότι δεν είναι εισπρακτικό το θέμα, αλλά θέμα πολιτικής επιλογής…
Τώρα έχουμε το νέο φρούτο. Ο ΔΗΣΥ και ο Υπ. Οικονομικών διαμηνύουν ότι με τις ιδιωτικοποιήσεις θα μειωθεί το δημόσιο χρέος.
Θα μειωθεί πρόσκαιρα. Μακροπρόθεσμα το πιθανότερο να ακολουθήσουμε το παράδειγμα της Ελλάδας που έσπευσε σε ιδιωτικοποιήσεις, αλλά από τότε που εφαρμόζει τις μνημονιακές πολιτικές, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σημαντικά.
Το άλλο αφοπλιστικό επιχείρημα ήρθε από τον κ. Αβέρωφ: «Αφού όλη η Ε.Ε. προχωρά σε ιδιωτικοποιήσεις, εμείς γιατί να κόψουμε πίσω»;
Η πραγματικότητα τεκμηριώνει ότι σήμερα μετά από δεκαετίες εμπειριών ιδιωτικοποίησης και μετά που η κοινωνία πλήρωσε τα σπασμένα, η τάση είναι για επανακρατικοποίηση όπως συμβαίνει σήμερα, π.χ. σε Γερμανία, Βρετανία και Γαλλία.
Χαρακτηριστικά είναι τα ευρήματα από δημοσκοπήσεις στη Βρετανία που δείχνουν ότι ο κόσμος επιθυμεί την επιστροφή των σιδηροδρόμων στο δημόσιο και το 61% θεωρεί πως οι κύριες υπηρεσίες κοινής ωφέλειας απέδιδαν καλύτερα ενόσω ήταν δημόσιες.
Από τη διεθνή εμπειρία είναι ξεκάθαρο ότι η εμπορευματοποίηση δημοσίων οργανισμών προκαλεί αύξηση των τιμών στις παρεχόμενες υπηρεσίες και προϊόντα, τα οποία γίνονται λιγότερο ποιοτικά και προσβάσιμα. Επιπλέον δημιουργούνται ιδιωτικά μονοπώλια που είναι κατά πολύ χειρότερα, δημιουργούνται αναπτυξιακά και κοινωνικά ελλείμματα όπως η άρνηση των ιδιωτικών εταιρειών σε νέες επενδύσεις σε υποδομές, ευνοϊκότερη μεταχείριση των μεγάλων βιομηχανικών πελατών σε βάρος των νοικοκυριών κ.ά.
Στις σημερινές συνθήκες, οι δημόσιοι οργανισμοί είναι περισσότερο απαραίτητοι για να αξιοποιηθούν στρατηγικά ως εργαλεία στήριξης και επανεκκίνησης της οικονομίας.
Τελικά, μήπως αποτελεί ψευδαίσθηση ότι οι σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις μακροπρόθεσμα υπονομεύουν το συμφέρον της κοινωνίας συνολικά;
Ας ανατρέξουμε για απαντήσεις στην εμπειρία από χώρες στην Ε.Ε.
Ας απαντήσει η Βουλή. Ας απαντήσουν η κοινωνία και οι εργαζόμενοι.