Η ανθρωπιστική κατάσταση των προσφύγων στις γειτονικές με τη Συρία χώρες
Παρέμβαση Γιώργου Λουκαΐδη στις εργασίες της Συνόδου της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης
Δεν χρειάζεται να επαναλάβει κανείς τα στατιστικά δεδομένα για να καταδείξει ότι ο πόλεμος στη Συρία έχει εξελιχθεί σε μια πρωτοφανή ανθρωπιστική καταστροφή και στη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Χρειάζεται όμως να επαναλάβουμε ότι αυτά συνιστούν το λογαριασμό που έφερε η στρατηγική της Δύσης και των συμμάχων της για ανατροπή της Συριακής κυβέρνησης. Δυστυχώς, σε τέτοιες περιπτώσεις, το λογαριασμό δεν τον πληρώνουν οι ένοχοι, αλλά οι λαοί. Με το αίμα τους και το ξεριζωμό τους. Με τα εκατομμύρια πρόσφυγες που στοιβάζονται στο Λίβανο, στην Ιορδανία, στην Τουρκία και στο Ιράκ, με τη συντριπτική πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων να βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας.
Πρώτα από όλα λοιπόν, θα υπερθεματίσουμε ως προς την έκκληση του Εισηγητή προς τα κράτη που φιλοξενούν πρόσφυγες να επικυρώσουν, χωρίς επιφυλάξεις και περιορισμούς, την Συνθήκη της Γενεύης (1951) σε σχέση με το Καθεστώς των Προσφύγων. Να βελτιώσουν τις εθνικές νομοθεσίες ώστε να διασφαλίζεται η πρόσβαση των προσφύγων στην υγεία, την εργασία και την εκπαίδευση αλλά και να ενισχυθούν οι πολιτικές ενσωμάτωσής τους. Να δώσουν έμφαση και προτεραιότητα στους ασυνόδευτους ανήλικους πρόσφυγες που αποτελούν μια από τις πιο τραγικές όψεις του πολέμου. Σε αυτό το πλαίσιο, η συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες είναι πραγματικά πολύτιμη και απαραίτητη.
Την ίδια ώρα ωστόσο, δεν μπορώ να μην επαναλάβουμε τη διαφωνία της Ευρωπαϊκής Ενωτικής Αριστεράς στη Συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας γιατί υπονομεύει το κατοχυρωμένο δικαίωμα στο άσυλο και κατέστησε τους πρόσφυγες αντικείμενο ενός παζαριού με τη διοίκηση Ερντογάν.
H συμπερίληψη της Τουρκίας στις «ασφαλείς χώρες» όπου μπορούν να επιστρέφονται οι πρόσφυγες, δεν συνάδει με την πραγματικότητα. Μόνο το πρώτο 10μηνό του 2017, η Τουρκία έδιωξε 250 χιλιάδες Σύριους πρόσφυγες ενώ ταυτόχρονα κτίζει τείχος στα σύνορα με τη Συρία και έχει σκληρύνει την πολιτική υποδοχής προσφύγων. Πάνω από το 90% των προσφύγων, διαμένουν εκτός των προσφυγικών καταυλισμών όπου η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες παρέχει βασικά είδη διαβίωσης.
Λέγοντας αυτά, καθόλου δεν παραγνωρίζουμε τα όσα σημαντικά προσφέρουν οι χώρες που φιλοξενούν πρόσφυγες και αντιλαμβανόμαστε ότι ενόσω συνεχίζεται ο πόλεμος στη Συρία, οι δυνατότητες τους εξαντλούνται. Για αυτό, όντας βουλευτής κράτους-μέλους της ΕΕ, νιώθω την ανάγκη να τονίσω ότι τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα, αν και η ΕΕ είχε μια διαφορετική πολιτική. Αν προωθούσε ένα μόνιμο σύστημα εδραιωμένο στην αλληλεγγύη για τη φιλοξενία των προσφύγων σε όλα τα κράτη-μέλη, ανάλογα με τον πληθυσμό και το ΑΕΠ τους, θα μπορούσε να ανακουφίσει τους πρόσφυγες και τις υποδομές των γειτονικών κρατών.
Αντίθετα όμως, μια σειρά ευρωπαϊκών συντηρητικών κυβερνήσεων αρνήθηκαν τη φιλοξενία προσφύγων, με αποτέλεσμα ορισμένα κράτη-μέλη να σηκώνουν δυσανάλογο μερίδιο της ευθύνης. Τονίζουμε και από αυτό το βήμα ότι η ΕΕ οφείλει να υποστηρίξει το πρόγραμμα του ΟΗΕ για μετεγκατάσταση προσφύγων και να θεσπίσει νόμιμες και ασφαλείς οδούς για να μπορούν οι πρόσφυγες να ζητούν άσυλο στην Ευρώπη. Αν αναλογιστούμε μονάχα, ότι η Ένωση που αντιπροσωπεύει το 24% του παγκόσμιου ΑΕΠ, φιλοξενεί μόλις το 8% των προσφύγων, τη στιγμή που ο Λίβανος φιλοξενεί σχεδόν 2 εκατομμύρια πρόσφυγες, εκ των οποίων μάλιστα οι μισοί είναι ανήλικοι.
26 Ιουνίου 2018