Η κατάσταση στην Τουρκία
Οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων στην Τουρκία είναι αποτέλεσμα του σταδίου καπιταλιστικής ανάπτυξης της χώρας, το οποίο επηρεάζει καθοριστικά τόσο την κοινωνική της διάρθρωση και την όξυνση των εσωτερικών αντιπαραθέσεων, όσο και την υλοποίηση της εξωτερικής της πολιτικής. Κεντρικό χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η επικράτηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και των κοινωνικών δυνάμεων που το στηρίζουν, σε σημείο που σήμερα υπάρχει μια νέα ηγεμονική τάξη πραγμάτων.
Εσωτερικά, η Τουρκία βιώνει την ένταση τής αντιπαράθεσης και του ανταγωνισμού για την εξουσία, στοιχεία που εκφράζονται με χαρακτηριστικό τρόπο ως κρίση με επίκεντρο το κράτος. Βασικά χαρακτηριστικά αυτής της κρίσης είναι η αναδιάταξη των δυνάμεων εντός των κρατικών θεσμών, η συγκέντρωση αρμοδιοτήτων στην εκτελεστική εξουσία, η αμφισβήτηση του διαχωρισμού των εξουσιών. Οι εν λόγω αντιπαραθέσεις διαπερνούν ολόκληρο το φάσμα του πολιτικού συστήματος, με κεντρικό χαρακτηριστικό τούς ανταγωνισμούς για την οικονομική κυριαρχία συγκεκριμένων ομάδων της τουρκικής αστικής τάξης. Στο παρόν στάδιο φαίνεται ότι το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και ο Πρόεδρος της Τουρκίας παραμένουν ισχυροί και υπό προϋποθέσεις αναμένεται να προχωρήσουν στην εντατικοποίηση τής προσπάθειας για αλλαγή του πολιτειακού συστήματος της χώρας. Όλα τα πιο πάνω εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την πορεία της οικονομίας, από την κατάσταση στο Κουρδικό και από τη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη επιρροή που θα έχουν οι λαϊκές αντιδράσεις γύρω από το ζήτημα της ανισότητας στην κατανομή των εισοδημάτων.
Στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής, η αυτοπεποίθηση της Τουρκίας, η οποία φτάνει μέχρι και τα όρια της αλαζονείας, δεν είναι άσχετη με την ωρίμανση και ενδυνάμωση του τουρκικού κεφαλαίου. Σήμερα, όσο ποτέ προηγουμένως, η τουρκική αστική τάξη -πέρα από τις εσωτερικές της αντιπαραθέσεις- διεκδικεί επιρροή πέρα από τα γεωγραφικά σύνορα της χώρας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η Τουρκία να γίνεται καθοριστικό μέρος των ανταγωνισμών που αναπτύσσονται στην ευρύτερη περιοχή μας. Η Τουρκία διεκδικεί να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικοδόμηση μιας νέας περιφερειακής τάξης πραγμάτων με κεντρικό χαρακτηριστικό τη διεύρυνση του νεοφιλελευθερισμού και την ενσωμάτωση της περιοχής στην παγκόσμια αγορά.
Τα πιο πάνω δεν είναι καθόλου άσχετα με τη θέση της χώρας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Η Τουρκία συνεχίζει να είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη του ΝΑΤΟ, ενώ ο ρόλος της ενισχύεται τόσο με τη φιλοξενία του αρχηγείου της συμμαχίας στη Σμύρνη, όσο και με την ηγετική της θέση στα νατοϊκά στρατεύματα στο Αφγανιστάν. Πέραν τούτου, οι τεράστιες επενδύσεις της Τουρκίας στην ανάπτυξη εγχώριας στρατιωτικής βιομηχανίας και ιδιαίτερα του πολεμικού ναυτικού, είναι μέρος ακριβώς της αναβαθμισμένης θέσης της στους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ για ηγεμονία στην Ανατολική Μεσόγειο. Το ίδιο περιεχόμενο έχει και η ηγετική θέση της χώρας στους G20. Ως μέλος των αναπτυσσόμενων οικονομιών, η Τουρκία φαίνεται να αναλαμβάνει μέσα από τους G20, το στρατηγικό ρόλο της σταθεροποίησης και διεύρυνσης της καπιταλιστικής ανάπτυξης σχεδόν σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή.
Η θέση της Τουρκίας, περιφερειακά και διεθνώς, με τη σειρά της επηρεάζει την πολιτική της στην Ανατολική Μεσόγειο με καθοριστικές επιπτώσεις και στο Κυπριακό. Η στρατηγική που ακολουθεί τα τελευταία χρόνια, σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των κατεχομένων, έχει στο επίκεντρό της την υλοποίηση πολιτικών χωρίς απαραίτητα να επιζητεί τη συναίνεση της τουρκοκυπριακής ηγεσίας. Σε αυτό το πλαίσιο επιβάλλει την αλλαγή των δομών εξουσίας με τρόπο που το τουρκικό κεφάλαιο να αυξάνει την παρουσία του στην οικονομία των κατεχομένων και συνεπώς να επηρεάζει καθοριστικά τις εσωτερικές ισορροπίες της τουρκοκυπριακής πολιτικής ζωής.
Συνέπεια της πολιτικής τού νεοφιλελεύθερου εκσυγχρονισμού που εφαρμόζεται μέσα από τα τρίχρονα οικονομικά πρωτόκολλα είναι η εμβάθυνση της ενσωμάτωσης των κατεχομένων στην Τουρκία και η αμφισβήτηση του πολιτικού ρόλου των Τουρκοκυπρίων. Η δραστική αύξηση των επενδύσεων του τουρκικού κεφαλαίου σε υποδομές στρατηγικού χαρακτήρα, όπως ο υποθαλάσσιος αγωγός μεταφοράς νερού, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της πολιτικής ενσωμάτωσης. Την ίδια στιγμή, τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια έντονη προσπάθεια της τουρκικής κυβέρνησης για αναβάθμιση της παρουσίας του σουνιτικού Ισλάμ στην τουρκοκυπριακή κοινότητα. Η επιβολή του θρησκευτικού συντηρητισμού εκφράζεται καταρχήν στην αύξηση του χτισίματος τζαμιών και θρησκευτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Αυτή η εξέλιξη, με δεδομένο τον κοσμικό χαρακτήρα της τουρκοκυπριακής κοινότητας, δημιουργεί έντονες αντιδράσεις και αντιπαραθέσεις.