Συνέντευξη Γ.Γ. Κ.Ε. ΑΚΕΛ, Στέφανου Στεφάνου στον «Φιλελεύθερο»
– Να ξεκινήσουμε με το θέμα των εκλογών. Πού μπαίνει ο πήχης για το ΑΚΕΛ και γιατί κάποιος να επιλέξει το ψηφοδέλτιο του ΑΚΕΛ, ποια είναι τα στοιχεία που διαθέτει;
– Αστειευόμενος δεν θα πω ότι το ΑΚΕΛ θα βάλει τον πήχη ψηλά, διότι πιθανόν να μάς παρεξηγήσει ο κ. Χριστοδουλίδης. Είναι δική του ατάκα… Θα πω όμως ότι εμείς θέλουμε η παρουσία του ΑΚΕΛ στην Τοπική Αυτοδιοίκηση να είναι ισχυρή, γιατί είναι πεποίθησή μας ότι το Κόμμα έχει την εμπειρία, έχει το όραμα, έχει και τις πολιτικές θέσεις και τις προτάσεις για να βοηθήσουμε την τοπική αυτοδιοίκηση να προοδεύσει, στο μεταίχμιο μάλιστα της εφαρμογής της μεταρρύθμισης. Η ισχυρή παρουσία του ΑΚΕΛ είναι αποφασιστικός παράγοντας για να είναι ικανή η τοπική αυτοδιοίκηση να επιτελέσει το ρόλο της που συμπυκνώνεται στο να κάνουμε την τοπική κοινωνία καλύτερη. Σε ό,τι αφορά στις ευρωεκλογές, κατά γενική παραδοχή έχουμε ένα ψηφοδέλτιο με ικανούς ανθρώπους, με ισάριθμη παρουσία ανδρών και γυναικών, δικοινοτικό, έτοιμο και ικανό να συνεχίσουμε τη διεκδικητική και δημιουργική παρουσία μας. Ο στόχος είναι δεδομένος. Θέλουμε να διατηρήσουμε τις δύο θέσεις που έχουμε στο Ευρωκοινοβούλιο, που σημαίνει ότι πρέπει να κινηθούμε σε εκλογικά ποσοστά πάνω από 25-25,5%. Επομένως, εργαζόμαστε για αύξηση των ποσοστών μας σε σχέση με τα ποσοστά των βουλευτικών εκλογών του 2021.
– Γιατί είναι ικανοποιητικό το 25% για το ΑΚΕΛ, έναν κόμμα το οποίο για πολλά χρόνια ήταν πάνω από 30%;
– Αυτό που είπα είναι ότι πρέπει να κινηθούμε τουλάχιστον στο 25-25,5% για να μπορέσουμε να έχουμε τους δύο βουλευτές. Δεν είπα ότι μας ικανοποιεί το 25%. Ο στόχος που έχουμε βάλει ως νέα ηγεσία του κόμματος είναι να επανέλθουμε εκεί που ιστορικά το ΑΚΕΛ έταξε τον εαυτό του. Αυτό βέβαια δεν μπορεί να επιτευχθεί από τη μια μέρα στην άλλη. Έχοντας υπόψη ότι το ΑΚΕΛ το 2021 είχε καταγράψει ένα ιστορικά χαμηλό ποσοστό, δουλεύουμε για να επανέλθουμε εκεί που διαχρονικά ήμασταν. Και, πιστεύω, ότι βρισκόμαστε σε καλό δρόμο.
-Το πολιτικό σκηνικό θα σας έλεγε κάποιος πως σας ευνοεί. Άρα γιατί να μην υπήρξε αυτή η δυναμική;
– Προφανώς εννοείτε ότι από τη στιγμή που η κυβέρνηση είναι στα κάτω της, άρα εμείς ως κόμμα αντιπολίτευσης θα έπρεπε να είμαστε στα πάνω μας. Στην πολιτική δυναμική όμως τα πράγματα δεν λειτουργούν με αυτόν τον απλό και αυτόματο τρόπο. Όταν χάνει η κυβέρνηση δεν σημαίνει ότι αυτόματα ενισχύεται η αντιπολίτευση. Πρέπει όμως να πω ότι οι επόμενες εκλογές θα δείξουν ότι το ΑΚΕΛ έχει δυναμική και βρίσκεται σε άνοδο. Επιπρόσθετα, θέλω να σημειώσω ότι η παρούσα συγκυρία στην ΕΕ κεφαλαιοποιείται από την ακροδεξιά και τους λαϊκιστές, που είναι μεγάλο πρόβλημα για τη δημοκρατία.
– Γιατί κατά την άποψή σας;
– Ο βασικός λόγος είναι ότι οι πολιτικές που έχουν κυριαρχήσει στην Ευρώπη, τις οποίες επιβάλει η δεξιά, έχουν προκαλέσει μεγάλα οικονομικά, κοινωνικά προβλήματα και ανισότητες που επιβαρύνουν μεγάλα τμήματα των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Αυτά τα μεγάλα τμήματα νιώθουν ότι δεν έχουν τίποτα να αναμένουν, δεν έχουν κανένα μέλλον, δεν έχουν καμία προοπτική. Ως εκ τούτου, ένα μέρος αυτής της κοινωνίας μένει στον καναπέ της, δεν ψηφίζει, δεν εκφράζει τη διαφωνία της με ό,τι συμβαίνει και δεν στηρίζει την προσπάθεια για να αλλάξουν τα πράγματα. Έτσι όμως συντηρείται και παγιώνεται η κατάσταση που τους ταλαιπωρεί. Έναν άλλο κομμάτι της κοινωνίας πάει είτε στους λαϊκιστές είτε στην ακροδεξιά που εμφανίζονται ως Μεσσίες. Είναι αυτό που προσπαθούμε να αλλάξουμε.
Από τη μια, με τη διεκδικητική στάση που έχουμε σε σχέση με ζητήματα που βλάπτουν την κοινωνία και την οικονομία και προσπαθούμε να τα εμποδίσουμε και να τα αλλάξουμε. Και από την άλλη, με τη δημιουργική μας στάση, εκεί που διαφωνούμε, καταθέτοντας τις δικές μας προτάσεις προσπαθώντας να υιοθετηθούν, για να γίνουν πολιτική και πράξη.
– Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις και στην Κύπρο το κόμμα της ακροδεξιάς παρουσιάζεται να καταγράφει μία ισχυρή άνοδο. Πόσο σας ανησυχεί και γιατί δεν πείθει πλέον το επιχείρημα για τους κινδύνους από την άνοδο της ακροδεξιά;
– Εμείς δεν είναι μόνο σήμερα που ανησυχούμε. Από την πρώτη στιγμή είχαμε χτυπήσει τον κώδωνα του κινδύνου αναφορικά με την ακροδεξιά. Να υπενθυμίσω ότι εντός και εκτός Βουλής θέταμε το θέμα. Απευθυνθήκαμε στη Γενική Εισαγγελία. Απευθυνθήκαμε στην προηγούμενη κυβέρνηση. Απευθυνθήκαμε σε πολλούς θεσμούς. Όλων αυτών η απάντηση στα διαβήματά μας ήταν – «μα γιατί ανησυχείτε; Γιατί θέτετε ερωτήματα; Γιατί δεν δέχεστε να συζητάτε με την ακροδεξιά;» Κάναμε ξεκάθαρο γιατί πρέπει να ανησυχούμε και γιατί δεν πρέπει να δείχνουμε ανοχή. Αυτή η ανοχή που επιδεικνυόταν και επιδεικνύεται από την πλειοψηφία των κομμάτων αλλά και από θεσμούς, οδηγεί στην κανονικοποίηση της ακροδεξιάς, του ΕΛΑΜ. Και η ακροδεξιά καταβάλλει προσπάθειες να κανονικοποιηθεί μέσα από τις συμπεριφορές της αποκρύβοντας τις πραγματικές προθέσεις της, τις πραγματικές θέσεις της, αλλά και την πραγματική καταγωγή της. Αν ρωτήσετε σήμερα τον κ. Χρίστου για τη Χρυσή Αυγή θα σας πει ότι «μα εμείς δεν έχουμε σχέση με τη Χρυσή Αυγή», άσχετα αν πήγε να γράψει το κόμμα του ως Χρυσή Αυγή παράρτημα Κύπρου και το αίτημα απορρίφθηκε. Αν του πεις για τις σχέσεις του με τη Χρυσή Αυγή και για τις φωτογραφίες που είναι δίπλα από τον Μιχαλολιάκο δεν θα απαντήσει. Αυτά εμείς πάντα τα λέγαμε. Κάποιοι μας έλεγαν κιόλας ότι είμαστε κινδυνολόγοι ή ότι υπερβάλλουμε.
– Γιατί η ακροδεξιά βρίσκεται σε άνοδο;
– Η ακροδεξιά εκτρέφεται από δύο βασικές πηγές. Εκτρέφεται από τα πολλά κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη. Εκτρέφεται από τις πολιτικές της δεξιάς που απογοητεύουν τις κοινωνίες και τους λαούς. Αυτή η απογοήτευση δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα, το οποίο ανάλογα διαχέεται προς διάφορες κατευθύνσεις. Η ακροδεξιά αλιεύει πρώτο, από τα φοβικά σύνδρομα των κοινωνιών σε σχέση με το μεταναστευτικό και το προσφυγικό και δεύτερο, αλιεύει με τον λαϊκισμό της από εκείνα τα στρώματα της κοινωνίας που δέχονται μεγάλη πίεση από αντιλαϊκές νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Κεφαλαιοποιεί από τα αρνητικά συναισθήματα και την κακή οικονομική κατάσταση και αποκτά κοινωνικό έρεισμα με την ανοχή και ενίοτε την υποστήριξη του κατεστημένου. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι δεξιά κόμματα συνεργάζονται στην εξουσία με ακροδεξιά κόμματα. Πρέπει να πω όμως ότι οι κυρίαρχοι κύκλοι στην ΕΕ δυστυχώς με τις πολιτικές και τις συμπεριφορές τους κανονικοποιούν την ακροδεξιά. Το ίδιο συμβαίνει και εδώ στην Κύπρο.
– Γιατί να επιλέξει κάποιος το ψηφοδέλτιο του ΑΚΕΛ;
– Διότι το ΑΚΕΛ μέσα από την εικοσαετή παρουσία του στο Ευρωκοινοβούλιο έχει αποδείξει ότι η ψήφος στο Κόμμα αποκτά αξία πολύ μεγαλύτερη από τη μικρή παρουσία της Κύπρου στο Ευρωκοινοβούλιο. Το ΑΚΕΛ υπερασπίζεται την Κύπρο, διεκδικεί για τη χώρα μας και τους ανθρώπους της αλλά διεκδικεί και για την Ευρώπη. Και το λέω τούτο σε μια περίοδο που τα όσα λένε το ΑΚΕΛ και η Αριστερά για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις πολιτικές της, είναι σήμερα μπροστά μας. Τα επαληθεύει η ίδια η ζωή.Ακούω ηγέτες της Δεξιάς στην Κύπρο και στο εξωτερικό να βγαίνουν και να κατηγορούν την Ευρωπαϊκή Ένωση για υποκρισία. Την ώρα βέβαια που πρέπει να δείξουμε και να πατήσουμε το δάχτυλο επί των τύπων των ήλων και να πούμε ιδού η υποκρισία, κρύβονται. Πέραν από το γεγονός ότι είναι η Δεξιά που κάνει κουμάντο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, επομένως είναι μεγάλες οι ευθύνες για τα πολλά στραβά και ανάποδα που συμβαίνουν στην ΕΕ. Εγώ θυμώνω να ακούω για παράδειγμα την πρόεδρο του Δημοκρατικού Συναγερμού να μιλά για την υποκρισία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά την ίδια ώρα αυτό να είναι ευθύνη της δεξιάς που κυριαρχεί στην ΕΕ. Όταν λοιπόν μιλούμε για υποκρισία να ξέρουμε ότι στην ουσία είναι υποκρισία πρωτίστως της δεξιάς.
Απαντώντας λοιπόν, στο ερώτημά σας γιατί ΑΚΕΛ στις ευρωεκλογές, η απάντηση είναι γιατί είναι η δύναμη διεκδίκησης που έχει συγκεκριμένη αντίληψη για το τι πρέπει να είναι η Ευρώπη και που πρέπει να πάει, να είναι Ευρώπη των λαών, παράγοντας ασφάλειας, ειρήνης και υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προαγωγός του διεθνούς δικαίου. Για αυτούς λοιπόν τους λόγους θα πρέπει ο κόσμος να μας εμπιστευτεί και να ψηφίσει το ΑΚΕΛ. Με το ΑΚΕΛ ισχυρό, είναι ισχυρή η παρουσία της Κύπρου στην Ευρώπη.
– Συζητείται από κάποιους κύκλους πάλι το θέμα των σχέσεων σας με τον Ευρωβουλευτή του κόμματος Νιαζί Κιζιλγιουρεκ. Λέγεται μάλιστα ότι ως ηγεσία, ως κόμμα αν θα προτιμούσατε να εκλεγεί κάποιος άλλος από το ψηφοδέλτιο σας. Πώς το σχολιάζετε?
– Κάποιοι προσπαθούν να προκαλέσουν πρόβλημα αλλά θα τους μείνει ο κόπος. Πρόβλημα δεν υπάρχει. Καταλαβαίνω γιατί κάποιοι προσπαθούν να ανακαλύψουν προβλήματα διότι το ΑΚΕΛ πολύ ήρεμα οδεύει στις εκλογές και δεν αντιμετωπίζει εσωτερικά προβλήματα, όπως άλλα κόμματα αντιμετωπίζουν.
– Συζητείται ακόμα η παρουσία της κ. Θεολόγου στο ψηφοδέλτιο σας. Είναι μια πολιτικός για την οποία λέγεται πως οι θέσεις της δεν συνάδουν με τις θέσεις του ΑΚΕΛ. Θα ήθελα το δικό σας σχόλιο, πώς απαντάτε σε αυτά, γιατί έγινε η επιλογή της συγκεκριμένης.
– Δεν είναι αλήθεια ότι η Άννα Θεολόγου δεν ενστερνίζεται και δεν συμμερίζεται τις θέσεις του ΑΚΕΛ, στο Κυπριακό περιλαμβανομένου. Αντίθετα. Πλήρως τις ενστερνίζεται και τις υποστηρίζει. Απλώς αυτοί που προσπαθούν να δημιουργήσουν την εικόνα ότι τάχα η Άννα Θεολόγου δεν ενστερνίζεται τις θέσεις του ΑΚΕΛ, θα ήταν καλά να ακούσουν τον χαιρετισμό που έκανε τον προπερασμένο Σάββατο σε δικοινοτική εκδήλωση με μεγάλη παρουσία Τουρκοκυπρίων. Η τοποθέτηση της ξεκαθάρισε τα πράγματα υπέρ της λύσης ΔΔΟ με πολιτική ισότητα για να μπορούν οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι να συνδιαχειρίζονται το δικό τους μέλλον στο πλαίσιο ενός κοινού δικοινοτικού κράτους.
Από εκεί και πέρα πρέπει να πω ότι με την Άννα Θεολόγου εδώ και μερικά χρόνια έχουμε μια πολύ στενή συνεργασία, στη Βουλή αλλά και μετά που δεν εξελέγη, έξω από τη Βουλή. Μέσα από τη συνεργασία μας η Άννα Θεολόγου εκτίμησε τις θέσεις και τις παρεμβάσεις του ΑΚΕΛ και θα έλεγα ότι φυσιολογικά καταλήξαμε σε αυτήν την συνεργασία που ξεκίνησε πολύ πιο νωρίς και κορυφώθηκε στις Προεδρικές Εκλογές με την υποστήριξη της υποψηφιότητας του Ανδρέα Μαυρογιάννη. Η συνεργασία μας στις Ευρωεκλογές και στο επίπεδο της Κοινωνικής Συμμαχίας είναι η φυσιολογική εξέλιξη αυτής της συνεργασίας.
– Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η κοινή γνώμη φαίνεται να ζητά πιο έντονη αντιπολίτευση από εσάς ως κόμμα. Πώς το σχολιάζετε αυτό;
– Καταρχάς πρέπει να πω ότι εμείς πάντοτε λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη τις δημοσκοπήσεις ως εργαλείο μελέτης. Διαχρονικά, στην ερώτηση για τον βαθμό ικανοποίησης από την αντιπολίτευση, τα ευρήματα δεν είναι τόσο κολακευτικά για την πολιτική της. Αυτό συμβαίνει και τώρα, παρότι αν συγκρίνετε τα ποσοστά για την αντιπολίτευση του ΑΚΕΛ με προηγούμενες μετρήσεις είναι σήμερα αρκετά πιο ψηλά. Εν πάση περιπτώσει, εμείς βλέπουμε αυτό το δείκτη ως ένα δεδομένο που μας πιέζει να γινόμαστε ακόμα καλύτεροι.
Από την άλλη, θα πρέπει να δούμε, τι εννοεί ο κόσμος να κάνουμε καλύτερη αντιπολίτευση; Κάποιοι λένε, και αυτό το διαπιστώνεις όταν μιλάς με τον κόσμο, να είμαστε πιο σκληροί. Κάποιοι λένε, ξέρετε πρέπει να είσαστε πιο δημιουργικοί και να είσαστε πιο ξεκάθαροι στις προτάσεις σας. Όλα αυτά λοιπόν είναι ένα κράμα το οποίο πρέπει να το κάνουμε πολιτική. Εμείς συνεχίζουμε σε αυτή τη γραμμή που έχουμε χαράξει προσπαθώντας όσο το δυνατόν περισσότερο να είμαστε πιο αποτελεσματικοί, δηλαδή να έχει αποτέλεσμα αυτή η αντιπολίτευση που κάνουμε, και την ίδια ώρα να γινόμαστε και πιο κατανοητοί από την κοινωνία.
– Είχατε πρόσφατα τη συνάντηση με την κ. Ολγκίν. Τι εισπράξατε από αυτήν την συνάντηση;
– Ήταν χρήσιμη και εποικοδομητική συνάντηση διότι μας έδωσε την ευκαιρία να αναπτύξουμε τις θέσεις μας αναφορικά με το Κυπριακό, ειδικά στην πολύ δύσκολη συγκυρία στην οποία βρισκόμαστε με φόντο το μακρύ και συνεχιζόμενο αδιέξοδο στο Κυπριακό, τη μετακίνηση της τουρκικής πλευράς από τη λύση της ΔΔΟ στη λύση των δύο κρατών, αλλά και τις προκλήσεις της Τουρκίας σε διάφορα επίπεδα έτσι όπως τις βλέπουμε επί του εδάφους.
Η συνάντηση με την κ. Ολγκίν μάς έδωσε την δυνατότητα να εξηγήσουμε τις πολύ καλά γνωστές θέσεις του ΑΚΕΛ σχετικά με το Κυπριακό και τη λύση του. Θέσεις σταθερές και διαχρονικές. Εξηγήσαμε επίσης τη συνολική πρόταση που καταθέσαμε στο Εθνικό Συμβούλιο για το πώς θα διαχειριστούμε την παρούσα κατάσταση. Η πρότασή μας περιλαμβάνει τέσσερα βασικά σημεία για τη λύση του Κυπριακού. Την επιμονή στη ΔΔΟ με πολιτική ισότητα, ότι πρέπει να επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις από το σημείο που διακόπηκαν το 2017 στο Κραν Μοντάνα, διαφυλάσσοντας τις συγκλίσεις και διαπραγματευόμενοι επί του πλαισίου Γκουτέρες, την ανάγκη να έχουμε μια θετική ατζέντα που να δημιουργήσει δυναμική για να φέρει την Τουρκία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Στην πρότασή μας επίσης αναδεικνύεται και η ανάγκη όπως η Κυπριακή Δημοκρατία συνεχώς να απευθύνεται προς την τουρκοκυπριακή κοινότητα και να βάζει μπροστά μέτρα τα οποία να διευκολύνουν τις ζωές των Τουρκοκυπρίων. Έτσι, θα τους κερδίσουμε την εμπιστοσύνη και μαζί να δίνουμε τον αγώνα για λύση, η οποία θα τους δώσει τη δυνατότητα να λειτουργούν ως ισότιμοι ευρωπαίοι πολίτες στο πλαίσιο ενός δικοινοτικού κράτους, μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
– Άρα ως συμπέρασμα ή αν θέλετε ως ανάγνωση του σκηνικού, εκτιμάτε ότι μπορεί να υπάρξει προοπτική από αυτήν τη νέα προσπάθεια;
– Είμαστε από αυτούς που λένε ότι δεν έχουν τελειώσει τα πράγματα. Στο Κυπριακό υπάρχει προοπτική παρά τις δυσκολίες και παρά το γεγονός ότι η παρέλευση του χρόνου έχει επιβαρύνει πάρα πολύ τα δεδομένα για επίτευξη λύσης. Φέτος συμπληρώνεται μισός αιώνας από το 1974. Χρειάζεται, σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία που είμαστε, να αναλάβουμε συγκεκριμένες, στοχευμένες και καλά μελετημένες πρωτοβουλίες, ως ελληνοκυπριακή πλευρά και εν γένει ως Κυπριακή Δημοκρατία, για να εξαντλήσουμε όσα περιθώρια έχουμε στα χέρια μας, για να δημιουργήσουμε μομέντουμ για λύση. Εάν η Τουρκία ανταποκριθεί, σημαίνει ότι θα πάμε να συνεχίσουμε τις διαπραγματεύσεις. Αν όχι, τουλάχιστον να είναι ξεκάθαρο στη διεθνή κοινότητα, ότι ο λόγος για τη μη λύση του Κυπριακού, βρίσκεται στην Άγκυρα και όχι κάπου αλλού.