Συνδικαλιστικό Κίνημα
Η επέλαση και η κυριαρχία σε παγκόσμιο επίπεδο του νεοφιλελευθερισμού, την τελευταία 30ετία, είχε φυσιολογικά άμεση επίδραση και στα οικονομικά, κοινωνικά και συνδικαλιστικά δεδομένα της Κύπρου, ιδιαίτερα μετά την τελωνειακή ένωση και τελικά, την ένταξη της στην Ε.Ε. και στη ζώνη του ευρώ.
Στην Κύπρο, με την κορύφωση της κρίσης και με την άνοδο στην εξουσία της κυβέρνησης της δεξιάς -με νεοφιλελεύθερη πολιτική στα εργασιακά και κοινωνικά θέματα- η υποτίμηση της εργασίας, η ιδιωτικοποίηση της δημόσιας και συνεταιριστικής – κοινωνικής οικονομικής δραστηριότητας καθώς και η σκληρή δημοσιονομική λιτότητα και το «ξήλωμα» του κοινωνικού κράτους πρόνοιας, αποτέλεσαν τους βασικούς πυλώνες προώθησης μιας νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης της οικονομίας και της κοινωνίας. Κύριος μοχλός αυτών των αναδιαρθρώσεων, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και η υπόσκαψη της συλλογικής οργάνωσης και των συλλογικών μορφών διαπραγμάτευσης των εργασιακών δικαιωμάτων.
Ενότητα δράσης
Κάτω από τις ιστορικά ιδιόμορφες πολιτικές συγκυρίες της Κύπρου, διαμορφώθηκε ιστορικά ένα σύστημα, όπου οι δυο μεγάλες εργατικές Ομοσπονδίες, ενώ διατηρούν και δημόσια εκφράζουν τις διαφορετικές πολιτικές και ιδεολογικές τους προσεγγίσεις, είναι δεσμευμένες σε μια κοινή διαχείριση των εργασιακών προβλημάτων.
Είναι σαφές, ότι αυτή η ενότητα δράσης, έχει συμβάλει αποφασιστικά στη διαχρονική ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος του Συνδικαλιστικού κινήματος και αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα στην κατάκτηση εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων για τους εργαζομένους.
Στις σημερινές συνθήκες, όπου η επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων εντείνεται, η ενότητα δράσης στο Συνδικαλιστικό κίνημα, όχι μόνο πρέπει να συνεχιστεί, αλλά και να ενισχυθεί και να διευρυνθεί. Το Κόμμα μας, με ταξικό κριτήριο και προσανατολισμό, αγωνίζεται για να ενώνει όλους τους εκμεταλλευόμενους σε ένα κοινό μέτωπο, αναδεικνύοντας την πραγματική κοινωνική αντίθεση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας.
Ο ρόλος των ΑΚΕΛιστών/στριών
Το ΑΚΕΛ, ως η πολιτική έκφραση της εργατικής τάξης και η ΠΕΟ, ως η συνδικαλιστική, έχουν ιστορικά την ίδια ρίζα προέλευσης. Η σχέση τους δεν είναι απλά σχέση συμμαχίας και συνεργασίας, αλλά υπηρετούν, στο πεδίο που ο κάθε οργανισμός είναι ταγμένος, τον ίδιο σκοπό και την ίδια ιστορική αποστολή. Χρειάζεται να αναζωπυρώσουμε την προσοχή και τη δράση μας, ως Κόμμα των εργαζομένων, σχετικά με την αξία και τον ρόλο της οργάνωσης και της συνδικαλιστικής δράσης. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι, σήμερα, αυτή η προτεραιότητα δεν είναι αυτονόητη.
Τα μέλη και φίλοι του Κόμματος θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν τη σημασία της συνδικαλιστικής δράσης και να χαρακτηρίζονται ως πρωτοπόροι στην προσπάθεια οργάνωσης και διεκδίκησης. Αυτή η συνδικαλιστική δράση, θα πρέπει να βοηθά και να ενδυναμώνει τη σχέση του Κόμματος με το συνδικαλιστικό κίνημα.
Ταυτόχρονα, πρέπει να αντιμετωπιστούν φαινόμενα, τα οποία, δυστυχώς, συνεχώς, πληθαίνουν, λόγω των αλλαγών στην κοινωνική σύνθεση του Κόμματος. Μέλη ή και στελέχη, ακόμη του ΑΚΕΛ, συμπεριφέρονται στο θέμα της συνδικαλιστικής δράσης με τρόπους που δεν συνάδουν καθόλου με την ιδιότητα τους ως μέλη του Κόμματος.
Συνδικαλιστικό Γραφείο ΑΚΕΛ
Είναι εμφανές ότι, το Συνδικαλιστικό Γραφείο της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ, θα πρέπει να διευρύνει τον ρόλο του, ασκώντας ρόλο συντονισμού και καθοδήγησης των μελών και στελεχών του ΑΚΕΛ, εκεί και όπου αναπτύσσουν συνδικαλιστική δράση, σε όλο το φάσμα των ομάδων εργαζομένων.
Η σύνθεση του Συνδικαλιστικού Γραφείου, οι όροι εντολής του και ο μηχανισμός καθοδήγησης του, από τα ανώτατα σώματα του Κόμματος, θα πρέπει να ανταποκρίνονται σε αυτή την ανάγκη.
Στο νεοφιλελεύθερο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, τα ζητήματα γενικότερης σημασίας που αφορούν όλους τους εργαζόμενους, όπως π.χ. οι πολιτικές λιτότητας και περικοπών, η απειλή για τις συνδικαλιστικές ελευθερίες, η συρρίκνωση του ρόλου της συλλογικής διαπραγμάτευσης και του κοινωνικού διαλόγου, το «ξήλωμα» του κοινωνικού κράτους, αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία. Η ανάγκη ενίσχυσης του ταξικού προσανατολισμού του Συνδικαλιστικού κινήματος, σε μια εποχή σημαντικών ανακατατάξεων στο πεδίο της εργασίας, επιβάλλει πιο σταθερή, πιο συντονισμένη και στρατηγικά προσανατολισμένη παρέμβαση του Κόμματος, μέσω των στελεχών του, στον ευρύτερο συνδικαλιστικό χώρο, τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα.